Δεν πέρασε πολύς καιρός (30 Μαρτίου
1822) που οι απάνθρωπες και εγκληματικές σφαγές στη Χίο αφάνισαν τον πληθυσμό
της. Το αίμα, ακόμη νωπό, ρέει στους
πλακόστρωτους δρόμους του νησιού και στις λιλαδωτές (στρωμένες με πέτρες
θαλάσσης τις λεγόμενες «λιλάδες») αυλές των Μοναστηριών της Νέας Μονής και του
Αγίου Μηνά. Η μυρωδιά πλανάται στην ατμόσφαιρα σκεπάζοντας τις ευωδιές από τις
πορτοκαλιές και μανταρινιές του Κάμπου.
Κανείς από τους παράγοντες της
εποχής δεν μπόρεσε να αποτρέψει την καταστροφή ούτε να βοηθήσει τους
σφαγιασθέντες κατοίκους του νησιού. Ο Ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον
αντιμετωπίσει σε μάχη.
Αφού
ο ελληνικός στόλος δεν κατάφερε να σώσει τη Χίο
από την τουρκική σφαγή, ο Κωνσταντίνος
Κανάρης, αποφασίζει να εκδικηθεί την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά.
Χαρακτηριστικό το ποίημα του Αλέξανδρου Πάλλη:
Όλη
η βουλή των προεστών στο μόλο συναγμένη
είπε πως όξω στη στεριά τους Τούρκους θα προσμένει.
Τότε έβγαλα το φέσι
και να μιλήσω θάρρεψα προβάλλοντας στη μέση:
«Τίποτα, αρχόντοι, δε φελά, μονάχα το καράβι!»
Σα μ' άκουσε ένα απ' τα τρανά καλπάκια μας, ανάβει
και το φαρμάκι χύνει:
«Ποιος είναι αυτός, και πώς τον λέν, που συμβουλές μας δίνει;»
Να τα Ψαρά πως χάθηκαν. Κ' εγώ φωτιά στο χέρι
πήρα, και πέρα τράβηξα κατά της Χιός τα μέρη,
κ΄ είπα από κεί -δε βάσταξα- με χείλια πικραμένα:
«Να πώς με λέν έμενα».
Νύχτα 6 / 7 Ιουνίου του 1822. Ο
τουρκικός στόλος είναι αραγμένος έξω από το λιμάνι της Χίου με την ναυαρχίδα
του Καρά Αλή φωταγωγημένη και πάνω στο κατάστρωμα της όλοι οι αξιωματικοί του
στόλου με επικεφαλής τον ίδιο τον Καρά Αλή, να γιορτάζουν μαζί με τα επινίκια
και το Ραμαζάνι τους. Ο ναύαρχος είχε
καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς για ολονύχτιο γλέντι. Οι υπόλοιποι
ναύτες γιόρταζαν και συμποσίαζαν στα πλοία τους.
Ο
Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά, μαζί
με τον Γιώργη Πιπίνο από την Ύδρα, σαλπάροντας με τα πλοία τους,
πριν 6 ημέρες, από τα Ψαρά, κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο
λιμάνι της Χίου. Στο εγχείρημα βοήθησαν δύο παράγοντες:
1. Αφενός ότι η νύχτα ήταν πολύ σκοτεινή
καθώς δεν είχε φεγγάρι και
2. Αφετέρου ότι στο κατάφωτο κατάστρωμα
της ναυαρχίδας οι περίπου 2.000 Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμι κι έτσι τα μέτρα φρούρησης ήταν ελλιπή.
Ο
Κανάρης ανέλαβε να βάλει μπουρλότο στη ναυαρχίδα του Καρά Αλή, του επικεφαλής
του στρατού που έσφαξε τους κατοίκους και έκαψε το νησί. Κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη
ναυαρχίδα και να του βάλει φωτιά. Το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα. Πριν
προλάβουν να απομακρυνθούν απ’ αυτό οι πρώτες σωστικές λέμβοι, η φωτιά έφτασε
στην πυριτιδαποθήκη, η οποία ανατινάχθηκε τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. Ο Πιπίνος το
κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε καλά, αυτό ξεκόλλησε και
παρασυρμένο από τον αέρα κάηκε. Της προκάλεσε όμως αρκετές ζημιές. Όμως ακυβέρνητο καθώς ήταν σκόρπισε τον τρόμο
και τον φόβο στις φρεγάτες, στα ντελίνια και στις κορβέτες του οθωμανικού
στόλου.
2.000 Τούρκοι
βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα
καιόμενο κομμάτι κατάρτι μπήκε σε μία βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην
ακτή.
Έτσι πέτυχε καίριο πλήγμα στον τούρκικο στόλο,
αναγκάζοντας τον φοβισμένο να καταφύγει και να κρυφτεί στα Δαρδανέλια, μη
ξαναβγαίνοντας στο Αιγαίο καθ’ όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.
Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την Ελλάδα και όλο τον
κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες.
Η
ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας υπήρξε ένα από τα χαρακτηριστικότερα
γεγονότα του κατά θάλασσαν αγώνα, έκανε δε πολύ μεγάλη εντύπωση στην Ευρώπη. Χρησιμοποιώντας σημερινή ορολογία, θα λέγαμε ότι
βοήθησε επικοινωνιακά πολύ την Επανάσταση. Τόσο μεταξύ των επαναστατημένων
Ελλήνων όσο και μεταξύ των Ευρωπαίων.
Ο μπουρλοτιέρης από τα Ψαρά
πραγματοποίησε πολλές παράτολμες αποστολές, όμως η πυρπόληση της ναυαρχίδας του
τουρκικού στόλου, η οποία μάλιστα ονομαζόταν «Μπουρλότα σαϊμάζι» (καταφρονήτρα
των πυρπολικών), ήταν η κορυφαία.
Ο
Κανάρης πλέον ήταν ήρωας. Μια από τις μεγαλύτερες μορφές
της Ελληνικής ιστορίας και κορυφαία μορφή της ιστορίας της Χίου. Όταν
ο Κανάρης ξεκίνησε από τα Ψαρά για να πάει να κάψει την τουρκική
ναυαρχίδα στο λιμάνι της Χίου, είπε μια φράση: «Απόψε, Κωνσταντή, θα
πεθάνεις», και από εκεί και πέρα ο Κανάρης βγήκε νικητής. Νίκησε…….
Αργύριος Ανδριώτης
Αξιωματικός ε.α.