Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

Ανακριτής για τη φωτιά στο Μάτι: Υπήρχε δόλος - Τα βασικά στοιχεία του νέου εγγράφου



Ο ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης επανέφερε την Παρασκευή 24 Ιουλίου το αίτημα για συμπληρωματική δίωξη στην υπόθεση της πυρκαγιάς στο Μάτι: «Σε κάθε περίπτωση έχουν προκύψει και νέα στοιχεία που δικαιολογούν τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της θανατηφόρας έκθεσης κατά συρροή καθώς και του αδικήματος της έκθεσης της από την οποία προκλήθηκαν στους παθόντες βαριές σωματικές βλάβες», γράφει στην εισαγωγή του εγγράφου του προς τον Εισαγγελέα.
Στις 17 Ιουνίου είχε στείλει για πρώτη φορά ανάλογο αίτημα. Η Εισαγγελία όμως τότε το είχε απορρίψει με βασικό επιχείρημα πως για τα αδικήματα αυτά απαιτείται δόλος. Ο ανακριτής επανέρχεται τώρα με νέο αίτημα εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους ο ίδιος θεωρεί πως στοιχειοθετείται δόλος. Επιμένει πως όσα έπραξαν συγκεκριμένοι αξιωματικοί πυροσβέστες και υπάλληλοι της Πολιτικής Προστασίας (συνολικά 12 άτομα) δεν εντάσσονται σε αδικήματα από αμέλεια –δηλαδή πλημμελήματα– αλλά πως στοιχειοθετούν κακουργήματα.
Η «Κ» παρουσιάζει τα βασικά στοιχεία του νέου εγγράφου
Στο έγγραφο χωρίζει τη διαχείριση της κρίσης σε τρία στάδια (Πρόληψη/ Κατάσβεση, Εκκένωση και Διάσωση) και αναλύει τις ενέργειες και τις παραλείψεις που έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια αντιμετώπισης της πυρκαγιάς.
«Οι κατηγορούμενοι, είχαν ενδεχόμενο τουλάχιστον δόλο, καθώς (...) είχαν γνώση των συνθηκών και των δυνατοτήτων που είχαν να ελέγξουν τη φωτιά» σημειώνει. Παρότι γνώριζαν πως είχαν διαθέσιμα επίγεια και εναέρια μέσα, είτε τα χρησιμοποίησαν για την κατάσβεση φωτιάς σε περιοχές που δεν υπήρχε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές (Σύμφωνα με τα ευρήματα του ανακριτή η φωτιά στις εγκαταστάσεις της Motor oil ήταν έρπουσα σε θάμνους και άρα ελεγχόμενη), ή τα στείλανε για μεταστάθμευση στην Ελευσίνα (παρότι γνώριζαν πως συγκεκριμένο αεροδρόμιο ήταν κλειστό) είτε δεν τα αξιοποιήσαν καθόλου.
Ο ανακριτής έχει πλέον σχηματίσει μια λίστα με 20 εναέρια που θα μπορούσαν να έχουν επιχειρήσει στο Μάτι: «Εάν επιχειρούσαν σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον τρία εναέρια μέσα και συγκεκριμένα από ώρα 16:50 έως και 17:30 και σε δεύτερο χρόνο δηλαδή από τις 17:30 έως και 18:15, άλλα τρία εναέρια μέσα προς ενίσχυση των ανωτέρω ο κίνδυνος θα είχε αποφευχθεί». 
Οι κατηγορούμενοι, σύμφωνα με την έρευνα της ανάκρισης, παρότι γνώριζαν ότι οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της περιοχής βρισκόντουσαν πλέον στις 17:30 σε άμεση κατάσταση κινδύνου, παρέλειψαν να διατάξουν την εκκένωση της περιοχής και στην συνέχεια να ζητήσουν μια σειρά από διασωστικά μέσα. 
Αποτέλεσμα ήταν ο θάνατος 102 ατόμων και η πρόκληση σωματικών βλαβών σε 31 τουλάχιστον άτομα.
Ενδεχόμενος Δόλος
«Στο στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε δεν απαιτείται πλήρη δικανική πεποίθηση για τη στοιχειοθέτη του δόλου παρά μόνο επαρκείς ενδείξεις» σημειώνει. Σύμφωνα με τον ανακριτή από τους 8 «αντενδείκτες» που εμποδίζουν τη θεμελίωση του ενδεχόμενου δόλου, οι 7 τουλάχιστον δεν προέκυψαν στην υπόθεση:
  1. Μη νοητή αυτοδιακινδύνευση του δράστη
  2. Ελλειψη Λογικού κινήτρου
  3. Λήψη Αποτρεπτικών μέτρων
  4. Συμπεριφορά του δράστη μετά την πράξη.
  5. Κίνδυνος Απώλειας συγγενικών ή αγαπημένων προσώπων.
  6. Βαρύτητα των συνεπειών της πράξης για τον δράστη.
  7. Οικονομική καταστροφή
«Από κανένα σημείο της δικογραφίας δεν προκύπτει πως οι δράστες των οποίων ζητάμε την ποινική δίωξη αυτοδιακινδύνευσαν λόγω των πράξεων τους, καθώς μάλιστα βρισκόντουσαν εκτός της περιοχής κινδύνου» σημειώνει και δίνει συγκεκριμένα παραδείγματα: Ο μοναδικός εναέριος συντονιστής έφυγε από το σημείο ενώ είχε τουλάχιστον 200 λίτρα καυσίμων ακόμη διαθέσιμα στο αεροσκάφος και μπορούσε να πραγματοποιήσει πτήση για ακόμη 30 με 40 λεπτά. Ο διοικητής του πυροσβεστικού σταθμού Νέας Μάκρης και επικεφαλής της φωτιάς έφυγε από τον τόπο της πυρκαγιάς στις 17:15 και πρώτού φτάσει στο σημείο κάποιος ανώτερος του. Ο Διοικητής της Πρώτης ΕΜΑΚ και νυν αρχηγός της Πυροσβεστικής είχε λάβει εντολή να μεταβεί στο Νταού Πεντέλης  αλλά «επέλεξε σκοπίμως να παραμείνει στην περιοχή της Κινέτας καθιστώντας έτσι ανενεργό τόσο το έμψυχο δυναμικό όσο και το διασωστικό εξοπλισμό της ΕΜΑΚ ούτε έδωσε εντολή στα πληρώματα των σωστικών λέμβων να μεταβούν από την Ελευσίνα στην πληγείσα περιοχή»
Αναλύει επίσης την συμπεριφορά των δραστών μετά την πράξη: «Όπως προέκυψε τις τελευταίες ημέρες μέσα από το διαδίκτυο και τα ΜΜΕ (αλλά και μέσα από τη μελέτη της δικογραφίας η οποία ήταν στη διάθεση σας εφόσον τη ζητούσατε και κυρίως από τις καταθέσεις του Δ. Λιότσιου, πραγματογνώμονα της υπόθεσης) οι δράστες, τουλάχιστον κάποιοι εξ αυτών επέδειξαν θρασύτητα και προσπάθεια συγκάλυψης των γεγονότων ακόμη και με εκβιαστικούς τρόπους».
Όσο για το λογικό κίνητρο, κρίνει πως προκύπτει πλέον με σαφήνεια: «Από τις καταγγελίες του Πραγματογνώμονα Δημήτριου Λιότσιου σε συνδυασμό με το σύνολο της δικογραφίας όπως σε αυτή αποτυπώνονται οι κινήσεις των δραστών και οι επιλογές αυτών να προστατεύσουν μέρη που δεν παρουσίαζαν κανέναν υπαρκτό και υφιστάμενο κίνδυνο (…) και μην αξιοποιώντας τα διαθέσιμα μέσα που γνώριζαν ότι υπάρχουν (…) 
Προκύπτει πως η ηγεσία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (και όχι οι πυροσβέστες οι οποίοι μάχονται με την φωτιά και έθεσαν πράγματί τη ζωή τους σε κίνδυνο για τους οποίους φυσικά και δε ζητήσαμε την ποινική δίωξη) είχε κίνητρο να αφήσει του παθόντες εκτεθειμένους σε κίνδυνο ζωής (…) καθώς με αυτόν τον τρόπο και κυρίως με την εξασφάλιση όλων των εναέριων μέσων κυρίως για την MOTOR OIL και το στήσιμο «παγίδων» στους εσωτερικούς αντιπάλους τους στην Υπηρεσία, ανταγωνιστές  τους στη διαδοχή σε σημαντικές θέσεις που εξασφάλιζαν πέρα από κύρος και άλλου είδους (προφανώς) ωφελήματα, προσδοκούσαν ευνοϊκή μεταχείριση των αρμοδίων στο μέλλον. Ευνοϊκή μεταχείριση η οποία και επήλθε καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών έλαβαν προαγωγή μετά ή εξήλθαν του Σώματος χωρίς να υποστούν οποιαδήποτε δυσμενή συνέπεια» σημειώνει και παραθέτει τις περιπτώσεις 8 κατηγορουμένων που  αναβαθμίστηκαν τα τελευταία 2 χρόνια στο Σώμα και ενώ εκκρεμούσε η υπόθεση.