Πηγή: OnAlert
Ο Γάλλος δημοσιογράφος Rene Puaux,περιγράφει στο βιβλίο του “Οι τελευταίες μέρες της Σμύρνης”, την πυρπόληση της πόλης.
Φτάνουμε έτσι στην τραγική μέρα της πυρκαγιάς. Εδώ πρέπει να καταθέσουμε πριν απ' όλα τη μαρτυρία ενός Ευρωπαίου (που επιθυμεί να μη δημοσιευθεί το όνομα του), ο οποίος δέχθηκε εκείνο το πρωί από το στόμα των γιων του Τούρκου δημάρχου της Σμύρνης, με τους οποίους είχε σχέσεις, τη διαβεβαίωση πως δεν υπήρχε φόβος για τίποτα, διότι η φωτιά, όπως του είπαν, δε θα έκαιγε παρά μόνο την Αρμενική συνοικία.
Τη φωτιά την έβαλαν πράγματι μετά από ώριμη σκέψη και προμελέτη στην Αρμενική συνοικία την Τετάρτη, λίγο μετά το μεσημέρι.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κ.κ. Γ. Αποσπέρη και Δ. Πετρόχειλου, αλλά και της κυρίας Μαργαρίτας Γκαβανά, τη φωτιά την έβαλαν διαδοχικά (ανά τέταρτο της ώρας) πρώτα στην Αρμενική περιοχή, μετά στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου, μετά στην Αρμενική εκκλησία, στη συνοικία των Μεγάλων Ταβερνών, στη συνοικία της Αγοράς, στις συνοικίες Άγιος Νικόλαος, Ελ-μάς σοκάκ, Άγιος Δημήτριος. Εκπυρσοκροτήσεις συνόδευαν το άναμμα κάθε εστίας της πυρκαγιάς.
Οι κύριοι Γρηγόρης Αποσπέρης και Δημήτρης Πετρόχειλος και η κυρία Μαργαρίτα Γκαβανά δηλώνουν πως τις τρεις ημέρες πριν την πυρκαγιά υπήρξε μια συνεχής παρέλαση αυτοκινήτων που μετέφεραν στην Τουρκική συνοικία και στους στρατώνες εμπορεύμα τα τα οποία είχαν κλαπεί από την Αρμενική συνοικία.
Ο Γάλλος μάρτυρας που, όπως αναφέρθηκε από τη Revue de Paris αποβιβάστηκε στο Κορδελιό το πρωινό της 13ης του μηνός, είχε σημειώσει πως οι στρατιώτες που περνούσαν, γίνονταν όλο και πιο αλαζόνες. Δεν ήταν πια οι γενναίοι Τούρκοι της Σμύρνης που ξέραμε, αλλά ορεσίβιοι απ' την ενδοχώρα, που ο Κεμάλ είχε προσελκύσει με υποσχέσεις για λεηλασίες. Δεν έβλεπαν καμιά διαφορά μεταξύ Ελλήνων, Αρμενίων ή Ευρωπαίων. Γι΄ αυτούς όλοι ήταν «γκιαούρηδες» ή χριστιανοί. Χτυπούσαν ή σκότωναν όσους δύστυχους συναντούσαν στο δρόμο και απήγαν όλες τις γυναίκες.
«Το πρωί της ημέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά», λέει ο αιδεσιμότατος Dobson, «η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο σημείο, που υπήρξε γενική επιβίβαση στα πλοία και αναχώρηση των Ευ ρωπαίων. Ο γενικός πρόξενος σερ Harry Lamb ήρθε αυτοπροσώπως στο βρετανικό μαιευτήριο να μας πει ότι έπρεπε επειγόντως να φύγουμε. Με παρακάλεσε να μεταδώσω το μήνυμα σε ορισμένα άλλα πρόσωπα τα οποία είχα καταχωρίσει σε κατάλογο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αυτό μου πήρε όλη τη μέρα. Επειδή κάποιοι μου επεσήμαναν την απουσία ορισμένων ονομάτων από τη λίστα μου, χρειάστηκε να εισχωρήσω πιο βαθιά στην πόλη, απ' όσο υπολόγιζα σύμφωνα με το αρχικό μου σχέδιο. Στους δρόμους των κάτω συνοικιών παραβρέθηκα στο απεγνωσμένο φευγιό ενός πανικό βλητου πληθυσμού που ήταν φορτωμένος με παιδιά, κλινοσκεπάσματα και κάθε λογής αντικείμενα. Υπήρχαν τραυματίες. Βλέπω ακόμα έναν άνδρα με το στόμα γεμάτο αίματα. Ακούγονταν εκ πυρσοκροτήσεις πυροβόλων, ουρλιαχτά τρόμου. Ένας άνδρας με τους δύο του μηρούς διατρυπημένους και τη μία γάμπα σπασμένη φώναζε "βοήθεια", αλλά ο κόσμος έφευγε χωρίς να σταματά. Όσο για τους Τούρκους, εκείνοι λεηλατούσαν απροκάλυπτα τα σπίτια. Η ατμόσφαιρα ήταν σε τέτοιο βαθμό βαριά, που άρχισα να φοβάμαι πως η διαταγή για επιβίβαση θα έφτανε πολύ αργά». Και ο αιδεσιμότατος Dobson προσθέτει:
«Έμεινα εμβρόντητος βλέποντας —τόσο στην Ιταλία, όσο και| στη Γαλλία— ορισμένους κύκλους να μην πιστεύουν πως τα τουρκικά στρατεύματα ήταν υπεύθυνα για την πυρπόληση της Σμύρνης. Μέχρι τώρα δεν έχω συναντήσει κανέναν από εκείνους που ήταν σε θέση να ξέρουν, που να μην έχει διαψεύσει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό ο οποίος επιδιώκει να ρίξει στους Αρμένιους την ευθύνη για την πυρκαγιά. Στη διάρκεια του μήνα που πέρασα στο | λοιμοκαθαρτήριο της Μάλτας, όσοι ανήκαμε στην προσφυγική μας ομάδα, διασταυρώσαμε τις μαρτυρίες μας και τις εμπειρίες μας και, όταν συνειδητοποιήσαμε ότι προσπαθούσαμε να απαλλάξουμε τους Τούρκους από τις ευθύνες τους, ζητήσαμε από τον επίσκοπο του Γιβραλτάρ, που μας έκανε επίσκεψη, να ευαρεστηθεί να δεχθεί τις καταγγελίες μας. Συγκεντρωθήκαμε στο σπίτι του υποδιοικη τή. Ήταν εκεί οι κύριοι Herbert Whittalο πρεσβύτερος, Robert Hadkinson και ο γιος του, I.Epstein και οι τρεις αγγλικανοί ιερείς της Σμύρνης, του Μπουρνόβα και του Μπουτζά. Η έκθεση | των καταθέσεων μας βρίσκεται στην Gibraltar Diocese Gazette (αρ. 2, τόμ. VI, Νοέμβριος 1922). Η εμπεριστατωμένη γνώμη των | επτά μαρτύρων αξίζει κάθε σεβασμού. Γνώμονας τους ήταν η αλή θεια και μόνο. Όλοι διέθεταν εξαιρετικά μέσα, ώστε να σχηματίσουν προσωπική γνώμη είτε εξ αυτοψίας είτε από πληροφορίες. Αποκλείοντας κάθε υστερία, κάθε αδυναμία, οφειλόμενη σε προ σωπικές απώλειες, κάθε ανθρώπινη τάση για υπερβολή, μέσα από τις μαρτυρίες προβάλλει ένα επίσημο κατηγορητήριο εναντίον των Τούρκων που δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την πειθαρχία. Έτσι τα φανατικά στοιχεία, σ' ένα παραλήρημα ξενοφοβίας που συντηρή θηκε από την άδεια να πλιατσικολογούν επί τρεις μέρες, έβαλαν φωτιά στην πόλη, με σκοπό να ξεριζώσουν όλους τους μη μουσουλ μάνους.
Οι φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν από τους Τούρκους, όσον αφορά τους Χριστιανούς, δεν είναι ένα απροσδόκητο φαινόμενο, αλλά το αποτέλεσμα συνεπούς πολιτικής. Το μίσος πήρε όλες τις μορφές. Πυροβόλησαν παιδιά, βίασαν και δολοφόνησαν γυναίκες. Ό αδελφός του προξένου της Ρουμανίας στη Σμύρνη είδε με τα ίδια του τα μάτια τον Έλληνα ιερέα του Μπουτζά σταυρωμένο στην πόρτα του κ. Gordon. Οι Τούρκοι του είχαν καρφώσει πέταλα στα χέρια και στα πόδια. Ήταν νεκρός, όταν ο αδελφός τοy προαναφερθέντος προξένου του φίλησε το χέρι, εκφράζοντας για τε λευταία φορά το σεβασμό του».
Ο κ.Joubert Γάλλος πολίτης, υπεύθυνος ενός τμήματος στο υποκατάστημα της Credit Foncier στη Σμύρνη, διηγήθηκε ενώπιον πολλών ατόμων, όταν έφθασε στη Μασσαλία, τα εξής:
«Το βράδυ της μέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά, είχα βγει από το σπίτι μου, που βρισκόταν σ' ένα δρόμο κάθετο στην οδό Χατζηστάμου πήγα στην οδό αυτή, για να πληροφορηθώ τι συνέβαινε. Πρέπει να σημειωθεί πως η πυρκαγιά δεν είχε ακόμα εξαπλωθεί σ' αυτή τη συνοικία. Εκεί συνάντησα μια ομάδα διακοσίων-τριακοσίων οπλισμένων Τούρκων. Αφού τους είπα ότι ήμουν Γάλ λος, τους ρώτησα τι έψαχναν. Μου απάντησαν απαθέστατα πως είχαν οδηγίες να ανατινάξουν και να κάψουν τα σπίτια της συνοικίας. Προσπάθησα τότε να τους μεταπείσω, αλλά μου απάντησαν: "Είναι ανώφελο, φύγετε, φύγετε!" Και πράγματι, λίγο χρόνο αφότου εγκατέλειψα το σπίτι μου, οι εμπρηστικές βόμβες άρχισαν να πέφτουν βροχή επάνω του».
Η Αρμενική συνοικία είχε περικυκλωθεί πριν από την πυρκαγιά, για να εμποδιστούν οι κάτοικοι να διαφύγουν. Όσο για τη χρήση πετρελαίου, εμπρηστικών υλών και βομβών, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Ο Τσεχοσλοβάκος μάρτυρας τον οποίο έχω ήδη αναφέρει, βεβαιώνει πως είδε με τα ίδια του τα μάτια Τούρκους στρατιώτες και πολίτες να βάζουν φωτιά με τη βοήθεια βενζίνης, πετρελαίου και δυναμίτη. Είδε μάλιστα τα αυτοκίνητα στα οποία ήταν φορτωμένες αυτές οι εύφλεκτες και εκρηκτικές ύλες.
Την ίδια καταγγελία κάνει και ένας άνθρωπος που ασχολείτο με το γαλλικό εμπόριο (του οποίου έχω το όνομα και τη διεύθυνση στη Γαλλία):
Ο Γάλλος δημοσιογράφος Rene Puaux,περιγράφει στο βιβλίο του “Οι τελευταίες μέρες της Σμύρνης”, την πυρπόληση της πόλης.
Φτάνουμε έτσι στην τραγική μέρα της πυρκαγιάς. Εδώ πρέπει να καταθέσουμε πριν απ' όλα τη μαρτυρία ενός Ευρωπαίου (που επιθυμεί να μη δημοσιευθεί το όνομα του), ο οποίος δέχθηκε εκείνο το πρωί από το στόμα των γιων του Τούρκου δημάρχου της Σμύρνης, με τους οποίους είχε σχέσεις, τη διαβεβαίωση πως δεν υπήρχε φόβος για τίποτα, διότι η φωτιά, όπως του είπαν, δε θα έκαιγε παρά μόνο την Αρμενική συνοικία.
Τη φωτιά την έβαλαν πράγματι μετά από ώριμη σκέψη και προμελέτη στην Αρμενική συνοικία την Τετάρτη, λίγο μετά το μεσημέρι.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κ.κ. Γ. Αποσπέρη και Δ. Πετρόχειλου, αλλά και της κυρίας Μαργαρίτας Γκαβανά, τη φωτιά την έβαλαν διαδοχικά (ανά τέταρτο της ώρας) πρώτα στην Αρμενική περιοχή, μετά στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου, μετά στην Αρμενική εκκλησία, στη συνοικία των Μεγάλων Ταβερνών, στη συνοικία της Αγοράς, στις συνοικίες Άγιος Νικόλαος, Ελ-μάς σοκάκ, Άγιος Δημήτριος. Εκπυρσοκροτήσεις συνόδευαν το άναμμα κάθε εστίας της πυρκαγιάς.
Οι κύριοι Γρηγόρης Αποσπέρης και Δημήτρης Πετρόχειλος και η κυρία Μαργαρίτα Γκαβανά δηλώνουν πως τις τρεις ημέρες πριν την πυρκαγιά υπήρξε μια συνεχής παρέλαση αυτοκινήτων που μετέφεραν στην Τουρκική συνοικία και στους στρατώνες εμπορεύμα τα τα οποία είχαν κλαπεί από την Αρμενική συνοικία.
Ο Γάλλος μάρτυρας που, όπως αναφέρθηκε από τη Revue de Paris αποβιβάστηκε στο Κορδελιό το πρωινό της 13ης του μηνός, είχε σημειώσει πως οι στρατιώτες που περνούσαν, γίνονταν όλο και πιο αλαζόνες. Δεν ήταν πια οι γενναίοι Τούρκοι της Σμύρνης που ξέραμε, αλλά ορεσίβιοι απ' την ενδοχώρα, που ο Κεμάλ είχε προσελκύσει με υποσχέσεις για λεηλασίες. Δεν έβλεπαν καμιά διαφορά μεταξύ Ελλήνων, Αρμενίων ή Ευρωπαίων. Γι΄ αυτούς όλοι ήταν «γκιαούρηδες» ή χριστιανοί. Χτυπούσαν ή σκότωναν όσους δύστυχους συναντούσαν στο δρόμο και απήγαν όλες τις γυναίκες.
«Το πρωί της ημέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά», λέει ο αιδεσιμότατος Dobson, «η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο σημείο, που υπήρξε γενική επιβίβαση στα πλοία και αναχώρηση των Ευ ρωπαίων. Ο γενικός πρόξενος σερ Harry Lamb ήρθε αυτοπροσώπως στο βρετανικό μαιευτήριο να μας πει ότι έπρεπε επειγόντως να φύγουμε. Με παρακάλεσε να μεταδώσω το μήνυμα σε ορισμένα άλλα πρόσωπα τα οποία είχα καταχωρίσει σε κατάλογο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Αυτό μου πήρε όλη τη μέρα. Επειδή κάποιοι μου επεσήμαναν την απουσία ορισμένων ονομάτων από τη λίστα μου, χρειάστηκε να εισχωρήσω πιο βαθιά στην πόλη, απ' όσο υπολόγιζα σύμφωνα με το αρχικό μου σχέδιο. Στους δρόμους των κάτω συνοικιών παραβρέθηκα στο απεγνωσμένο φευγιό ενός πανικό βλητου πληθυσμού που ήταν φορτωμένος με παιδιά, κλινοσκεπάσματα και κάθε λογής αντικείμενα. Υπήρχαν τραυματίες. Βλέπω ακόμα έναν άνδρα με το στόμα γεμάτο αίματα. Ακούγονταν εκ πυρσοκροτήσεις πυροβόλων, ουρλιαχτά τρόμου. Ένας άνδρας με τους δύο του μηρούς διατρυπημένους και τη μία γάμπα σπασμένη φώναζε "βοήθεια", αλλά ο κόσμος έφευγε χωρίς να σταματά. Όσο για τους Τούρκους, εκείνοι λεηλατούσαν απροκάλυπτα τα σπίτια. Η ατμόσφαιρα ήταν σε τέτοιο βαθμό βαριά, που άρχισα να φοβάμαι πως η διαταγή για επιβίβαση θα έφτανε πολύ αργά». Και ο αιδεσιμότατος Dobson προσθέτει:
«Έμεινα εμβρόντητος βλέποντας —τόσο στην Ιταλία, όσο και| στη Γαλλία— ορισμένους κύκλους να μην πιστεύουν πως τα τουρκικά στρατεύματα ήταν υπεύθυνα για την πυρπόληση της Σμύρνης. Μέχρι τώρα δεν έχω συναντήσει κανέναν από εκείνους που ήταν σε θέση να ξέρουν, που να μην έχει διαψεύσει κατηγορηματικά τον ισχυρισμό ο οποίος επιδιώκει να ρίξει στους Αρμένιους την ευθύνη για την πυρκαγιά. Στη διάρκεια του μήνα που πέρασα στο | λοιμοκαθαρτήριο της Μάλτας, όσοι ανήκαμε στην προσφυγική μας ομάδα, διασταυρώσαμε τις μαρτυρίες μας και τις εμπειρίες μας και, όταν συνειδητοποιήσαμε ότι προσπαθούσαμε να απαλλάξουμε τους Τούρκους από τις ευθύνες τους, ζητήσαμε από τον επίσκοπο του Γιβραλτάρ, που μας έκανε επίσκεψη, να ευαρεστηθεί να δεχθεί τις καταγγελίες μας. Συγκεντρωθήκαμε στο σπίτι του υποδιοικη τή. Ήταν εκεί οι κύριοι Herbert Whittalο πρεσβύτερος, Robert Hadkinson και ο γιος του, I.Epstein και οι τρεις αγγλικανοί ιερείς της Σμύρνης, του Μπουρνόβα και του Μπουτζά. Η έκθεση | των καταθέσεων μας βρίσκεται στην Gibraltar Diocese Gazette (αρ. 2, τόμ. VI, Νοέμβριος 1922). Η εμπεριστατωμένη γνώμη των | επτά μαρτύρων αξίζει κάθε σεβασμού. Γνώμονας τους ήταν η αλή θεια και μόνο. Όλοι διέθεταν εξαιρετικά μέσα, ώστε να σχηματίσουν προσωπική γνώμη είτε εξ αυτοψίας είτε από πληροφορίες. Αποκλείοντας κάθε υστερία, κάθε αδυναμία, οφειλόμενη σε προ σωπικές απώλειες, κάθε ανθρώπινη τάση για υπερβολή, μέσα από τις μαρτυρίες προβάλλει ένα επίσημο κατηγορητήριο εναντίον των Τούρκων που δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν την πειθαρχία. Έτσι τα φανατικά στοιχεία, σ' ένα παραλήρημα ξενοφοβίας που συντηρή θηκε από την άδεια να πλιατσικολογούν επί τρεις μέρες, έβαλαν φωτιά στην πόλη, με σκοπό να ξεριζώσουν όλους τους μη μουσουλ μάνους.
Οι φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν από τους Τούρκους, όσον αφορά τους Χριστιανούς, δεν είναι ένα απροσδόκητο φαινόμενο, αλλά το αποτέλεσμα συνεπούς πολιτικής. Το μίσος πήρε όλες τις μορφές. Πυροβόλησαν παιδιά, βίασαν και δολοφόνησαν γυναίκες. Ό αδελφός του προξένου της Ρουμανίας στη Σμύρνη είδε με τα ίδια του τα μάτια τον Έλληνα ιερέα του Μπουτζά σταυρωμένο στην πόρτα του κ. Gordon. Οι Τούρκοι του είχαν καρφώσει πέταλα στα χέρια και στα πόδια. Ήταν νεκρός, όταν ο αδελφός τοy προαναφερθέντος προξένου του φίλησε το χέρι, εκφράζοντας για τε λευταία φορά το σεβασμό του».
Ο κ.Joubert Γάλλος πολίτης, υπεύθυνος ενός τμήματος στο υποκατάστημα της Credit Foncier στη Σμύρνη, διηγήθηκε ενώπιον πολλών ατόμων, όταν έφθασε στη Μασσαλία, τα εξής:
«Το βράδυ της μέρας που ξέσπασε η πυρκαγιά, είχα βγει από το σπίτι μου, που βρισκόταν σ' ένα δρόμο κάθετο στην οδό Χατζηστάμου πήγα στην οδό αυτή, για να πληροφορηθώ τι συνέβαινε. Πρέπει να σημειωθεί πως η πυρκαγιά δεν είχε ακόμα εξαπλωθεί σ' αυτή τη συνοικία. Εκεί συνάντησα μια ομάδα διακοσίων-τριακοσίων οπλισμένων Τούρκων. Αφού τους είπα ότι ήμουν Γάλ λος, τους ρώτησα τι έψαχναν. Μου απάντησαν απαθέστατα πως είχαν οδηγίες να ανατινάξουν και να κάψουν τα σπίτια της συνοικίας. Προσπάθησα τότε να τους μεταπείσω, αλλά μου απάντησαν: "Είναι ανώφελο, φύγετε, φύγετε!" Και πράγματι, λίγο χρόνο αφότου εγκατέλειψα το σπίτι μου, οι εμπρηστικές βόμβες άρχισαν να πέφτουν βροχή επάνω του».
Η Αρμενική συνοικία είχε περικυκλωθεί πριν από την πυρκαγιά, για να εμποδιστούν οι κάτοικοι να διαφύγουν. Όσο για τη χρήση πετρελαίου, εμπρηστικών υλών και βομβών, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Ο Τσεχοσλοβάκος μάρτυρας τον οποίο έχω ήδη αναφέρει, βεβαιώνει πως είδε με τα ίδια του τα μάτια Τούρκους στρατιώτες και πολίτες να βάζουν φωτιά με τη βοήθεια βενζίνης, πετρελαίου και δυναμίτη. Είδε μάλιστα τα αυτοκίνητα στα οποία ήταν φορτωμένες αυτές οι εύφλεκτες και εκρηκτικές ύλες.
Την ίδια καταγγελία κάνει και ένας άνθρωπος που ασχολείτο με το γαλλικό εμπόριο (του οποίου έχω το όνομα και τη διεύθυνση στη Γαλλία):
Συνέχεια εδώ