Σάββατο 8 Μαρτίου 2025

Εξοργισμένος ο Πρωθυπουργός: - Αυτό θέλετε, έτσι δεν είναι; - Να φύγει ο Πρωθυπουργός. - Και να έρθει ποιος;


 Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω εκ μέρους της παράταξής μας ζητώντας προσωπικά συγγνώμη από την κα Κωνσταντοπούλου.

Συμβαίνουν αυτά, κ. Πρόεδρε. Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ερευνηθεί το ζήτημα. Λίγος ακτιβισμός στο κοινοβούλιο δεν θα διαταράξει την ομαλή ροή της συζήτησης.

Λοιπόν, κα Κωνσταντοπούλου, σας έλεγα ότι θέλω να ζητήσω εκ μέρους της παράταξής μας συγγνώμη για την απρεπέστατη αναφορά την οποία ο κ. Κυριαζίδης έκανε στο πρόσωπό σας.

Και πρέπει να σας πω ότι αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, διότι η παράταξή μας έχει τη δυνατότητα να διατηρεί την ευπρέπειά της και αυτό οφείλουμε να κάνουμε απέναντι σε μία πολιτικό η οποία μας έχει αποκαλέσει συλλήβδην «δολοφόνους» και «εγκληματική οργάνωση».

Παρά ταύτα, εγώ διαχωρίζω τη γυναίκα Ζωή Κωνσταντοπούλου από την πολιτικό. Και η αναφορά μου αυτή γίνεται διότι ακριβώς έχουμε μια υποχρέωση, ως μία προοδευτική φιλελεύθερη παράταξη, να συντρίψουμε στερεότυπα τα οποία έρχονται από το παρελθόν και τα οποία δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη ευνομούμενη κοινωνία.

Διότι όταν άκουσα αυτή την απρεπέστατη αναφορά, η σκέψη μου πήγε στις πολλές γυναίκες οι οποίες παλεύουν να κάνουν ένα παιδί, τις πολλές γυναίκες οι οποίες δαπανούν από το προσωπικό τους υστέρημα, αγωνιζόμενες μέσα από εξωσωματικές γονιμοποιήσεις -πολλαπλές απόπειρες, συχνά αποτυχημένες. Γυναίκες που έκαναν αποβολές και δεν βρήκαν τη δύναμη να συνεχίσουν την προσπάθεια να αποκτήσουν παιδί. Γυναίκες που θέλουν να υιοθετήσουν αλλά για διάφορους λόγους δεν μπορούν. Και ναι, ναι, γυναίκες που κόντρα στα στερεότυπα επιλέγουν οι ίδιες να μην κάνουν παιδιά, γιατί η απόφαση είναι δική τους και πρέπει να είναι απολύτως σεβαστή, από όλους.

Γι’ αυτές τις γυναίκες θα μιλήσουμε αύριο, 8 Μαρτίου, Ημέρα της Γυναίκας, παρουσιάζοντας το σύνολο των πολιτικών μας. Αλλά σήμερα δεν είναι αυτό το αντικείμενο της συζήτησής μας, καθώς έχουμε ολοκληρώσει πια την κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία, το κορυφαίο «όπλο» το οποίο έχει η αντιπολίτευση στα χέρια της, που δεν είναι άλλο από την πρόταση δυσπιστίας. Θα επανέλθω στη συνέχεια στο ζήτημα αυτό.

Θέλω όμως να σταθώ λίγο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στον χρόνο τον οποίο η αντιπολίτευση ενωμένη -θα επανέλθω στο ποιος είναι η ουρά και ποιος είναι ο πρωταγωνιστής αυτής της προσπάθειας- αλλά ας αναλογιστούμε λίγο τον χρόνο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που η αντιπολίτευση επέλεξε να κάνει αυτή την πρόταση δυσπιστίας.

Μία πρόταση δυσπιστίας που, όπως είπαν όλα τα κόμματα και ο κ. Ανδρουλάκης, αποσκοπεί στο να φύγει αυτή η κυβέρνηση. Με τι θα αντικατασταθεί δεν το γνωρίζουμε ακόμα -θα επανέλθω σε αυτό το ζήτημα- ή με το τι κάποιοι προσδοκούν να την αντικαταστήσουν.

Όμως, αυτό γίνεται σε ένα περιβάλλον πρωτοφανών γεωπολιτικών αναταράξεων. Και επιτρέψτε μου να ξεκινήσω, μιας και κάνατε αναφορά, κύριοι αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ΣΥΡΙΖΑ, στην ολοκληρωθείσα χθες Σύνοδο Κορυφής, μιλώντας θα έλεγα και με αρκετά απαξιωτικά λόγια και για εμένα προσωπικά.

Ξέρετε, όποιος Έλληνας Πρωθυπουργός συμμετέχει σε αυτές τις Συνόδους Κορυφής είναι μόνος του, χωρίς συμβούλους. Έχει μπροστά του τη σημαία της χώρας του και πάντα προσπαθεί να κάνει το καλύτερο για τη χώρα του. Έχω συμμετάσχει σε σχεδόν 50 τέτοιες Συνόδους Κορυφής τα πεντέμισι χρόνια που είμαι Πρωθυπουργός και αυτός είναι πάντα ο σκοπός μου.

Και χθες ήταν μία καλή μέρα για την Ελλάδα και μία καλή μέρα για την Ευρώπη, κ. Ανδρουλάκη και κ. Φάμελλε. Διότι για πρώτη φορά έχουμε συμπεράσματα -τα οποία θα ήθελα να τα καταθέσω στο κοινοβούλιο- τα οποία συνιστούν απόλυτη δικαίωση θέσεων για τις οποίες η Ελληνική Κυβέρνηση και εγώ προσωπικά έχουμε αγωνιστεί εδώ και πολλά χρόνια.

Μιλούσα για την ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης και πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Μιλούσα για την ανάγκη να μπορέσουμε να δώσουμε τη δυνατότητα σε εκείνες τις χώρες που το επιθυμούν, να έχουν μία λελογισμένη δημοσιονομική ευελιξία στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς οι αμυντικές δαπάνες. Μιλούσα για την ανάγκη να μπορέσει η Ευρώπη, επιτέλους, να σκεφτεί τη σύσταση ενός νέου κοινού αμυντικού ταμείου, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με ευρωπαϊκό χρέος, προκειμένου να υποστηρίξει την κοινή ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική.

Και αυτές οι εθνικές πρωτοβουλίες -δεν ήταν μόνο δικές μας, αλλά ήμασταν, θα έλεγα, από τους πρωταγωνιστές- αποτυπώθηκαν, κ. Ανδρουλάκη και κ. Φάμελλε, στα συμπεράσματα αυτής της Συνόδου Κορυφής.

Η χώρα πια έχει τη δυνατότητα, όπως και όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, να αξιοποιήσει τη ρήτρα διαφυγής -τις λεπτομέρειες θα τις διαπραγματευτεί ο Υπουργός Οικονομικών-, έτσι ώστε οι αυξήσεις των αμυντικών επενδύσεων οι οποίες πρόκειται να δρομολογηθούν, να μην συνυπολογίζονται στους κανόνες υπολογισμού του ελλείμματος. Είναι μια σημαντική επιτυχία για τη χώρα αυτή και θα περίμενα στοιχειωδώς να έχετε, θα έλεγα, το θάρρος να την αναγνωρίσετε.

Όπως επιτυχία είναι και το γεγονός ότι για πρώτη φορά η Ευρώπη συζητά ανοιχτά, τουλάχιστον σε επίπεδο αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων, τη δημιουργία ενός νέου χρηματοδοτικού εργαλείου το οποίο θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει νέες επενδύσεις στην άμυνα.

Όλα αυτά γίνονται, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σε ένα διεθνές περιβάλλον στο οποίο συντελούνται τεκτονικές αλλαγές. Αυτή είναι η ώρα την οποία επιλέξατε να αξιοποιήσετε το «όπλο» σας, την πρόταση δυσπιστίας, μιλώντας ελάχιστα για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής σήμερα.

Προσέξτε, όμως, τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη στιγμή, όχι μόνο ως Ελλάδα, αλλά και ως Ευρώπη συνολικά: οι Ηνωμένες Πολιτείες οι οποίες δεν φαίνονται να είναι όσο πρόθυμες ήταν στο παρελθόν να εγγυηθούν την ασφάλεια της Ευρώπης. Ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως η Γαλλία, που μιλούν ανοιχτά για την επέκταση της πυρηνικής ομπρέλας σε υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη.

Ένας εμπορικός πόλεμος, ο οποίος δρομολογείται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, που μετά βεβαιότητος θα έχει οικονομικές συνέπειες για το παγκόσμιο εμπόριο. Και δεν νομίζω ότι κανείς θα εξαιρεθεί εάν τελικά εξελιχθεί.

Μία Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία δυσκολεύεται σήμερα να πάρει αποφάσεις, καθώς τουλάχιστον ένα κράτος μέλος μπλοκάρει συστηματικά την έκδοση κοινών συμπερασμάτων σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Και, ταυτόχρονα, ένας πόλεμος, με την Ουκρανία αμυνόμενη να αναζητά στήριξη από την Ευρώπη, έτσι ώστε να μπορέσει -και φαντάζομαι ότι δεν θα διαφωνεί κανείς με αυτό, έχω βέβαια τις υποψίες μου, γιατί κάποιοι αποφεύγουν επιμελώς να μιλήσουν για το ζήτημα αυτό- να διαπραγματευτεί μια δίκαιη ειρήνη που θα διασφαλίζει την εδαφική ακεραιότητα και τη δυνατότητα της Ουκρανίας να εξακολουθεί να υπάρχει ως ανεξάρτητο κράτος. Δεν προσθέτω σε αυτά τις εξελίξεις στην ευρύτερη γειτονιά μας.

Πραγματικά, άκουσα τον κ. Φάμελλο να μιλάει για εξωτερική πολιτική. Σας το λέω ειλικρινά, κ. Φάμελλε: δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα από αυτά που είπατε και νομίζω δεν καταλάβατε κι εσείς τίποτα από αυτά που διαβάσατε. Παρακαλώ πολύ, αλλάξτε λογογράφο όταν μιλάτε για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, διότι όλα αυτά τα οποία είπατε ήταν προφανώς αντικρουόμενα. Λέγατε το αυτό και το ακριβώς ανάποδο στην ίδια πρόταση.

Λοιπόν, σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, η θέση της Ελλάδας είναι απολύτως κρίσιμη. Η Ελλάδα πρέπει και θα παραμείνει, όπως έχει αποδείξει ότι μπορεί να το κάνει, στον σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών αποφάσεων για το μέλλον της ευρωπαϊκής ηπείρου, όχι απλά συμμετέχοντας αλλά καταθέτοντας προτάσεις οι οποίες είναι προς όφελος της πατρίδας μας αλλά και προς όφελος συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Ελλάδα -εδώ μου έκαναν πολύ εντύπωση αυτά τα οποία είπατε, κ. Ανδρουλάκη- παρά αυτά τα οποία ακούγονται σήμερα από τον Πρόεδρο Trump, είναι αποφασισμένη να διαφυλάξει τη στρατηγική της σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και μου κάνει πολύ εντύπωση ο τρόπος που χρησιμοποιήσατε σήμερα. Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψη του για τον εκλεγμένο Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, με αυτόν πρέπει να συνεργαστούμε.

Αλλά δεν ξέρω μήπως ξεπήδησε μέσα σας, επειδή μιλάτε για το παλιό και το νέο ΠΑΣΟΚ, μήπως ξεπήδησε μέσα σας ένας αντιαμερικανισμός τον οποίον το ΠΑΣΟΚ πάντα καλλιεργούσε -θυμόμαστε τις καλές εποχές της δεκαετίας του ’80-, γιατί πιστεύετε ότι με αυτόν τον τρόπο μπορεί να γίνετε αρεστός στο ακροατήριό σας.

Μπορεί να συμφωνεί κανείς, να διαφωνεί με τον Πρόεδρο Trump, και θα μπορούσε να πει κανείς πολλά σε αυτό. Η Ελλάδα, όμως, έχει μία υπογεγραμμένη στρατηγική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την οποία διαπραγματεύτηκε αυτή η κυβέρνηση, και αυτή τη συμφωνία θα τη διαφυλάξει και θα αγωνιστεί να την υπερασπιστεί.

Και, ταυτόχρονα, θα παραμείνει ένας ενεργός παράγων περιφερειακής σταθερότητας. Αναφερθήκατε στη Συρία. Μα, ο Υπουργός πήγε στη Συρία. Το γνωρίζετε; Το γνωρίζετε. Γιατί λέτε, λοιπόν, ότι είμαστε «απόντες» από τις εξελίξεις;

Εγώ προσωπικά πήγα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στη Σαουδική Αραβία, στην Αίγυπτο. Η Ελλάδα σήμερα είναι ένας αξιόπιστος εταίρος που μπορεί να συνομιλεί με όλες τις πλευρές και να ασκεί μία εξωτερική πολιτική χρήσιμη προφανώς για τα εθνικά συμφέροντα, αλλά και χρήσιμη συνολικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για την ευρύτερη σταθερότητα της περιοχής.

Και επειδή άκουσα και δεν θέλω να το αφήσω αναπάντητο -όπως βλέπετε δεν έχω έρθει με έτοιμη ομιλία σήμερα, γιατί ήθελα να απαντήσω σε αυτά τα οποία είπατε-, άκουσα ότι αναφερθήκατε στο ζήτημα του καλωδίου -έτσι δεν είναι;- και ότι διακόπηκαν οι έρευνες.

Σας καταθέτω το δελτίο Τύπου της Nexans, είναι η εταιρεία-προμηθευτής του καλωδίου, που λέει ότι αυτό το οποίο είπατε, κ. Ανδρουλάκη, δεν ισχύει. Ένα σύνθετο project η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας και Κύπρου, με πολλές παραμέτρους και οικονομικές και γεωπολιτικές. Το project, όμως, αυτό είναι η βούλησή μας να συνεχιστεί. Οπότε, καλό είναι όταν μιλάτε στην Εθνική Αντιπροσωπεία, τουλάχιστον σε αυτά τα ζητήματα, να γνωρίζετε τα δεδομένα.

Επομένως, η χώρα μας, για να κλείσω αυτή την εισαγωγή που αφορά στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, έχει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μία υποχρέωση, και εγώ ως Πρωθυπουργός, εκλεγμένος Πρωθυπουργός… Γιατί, ξέρετε, όλη αυτή η συζήτηση για την «απονομιμοποίηση» αρχίζει και γίνεται, δεν θα έλεγα κουραστική, αλλά ενδεχομένως και οριακά προσβλητική.

Ο Πρωθυπουργός είναι εκλεγμένος επειδή τον ψήφισαν οι Έλληνες πολίτες και επειδή αυτή η παράταξη έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και ξέρετε, κ. Ανδρουλάκη, επειδή μιλήσατε, την κρίση των πολιτών απαξιώνετε. Μέχρι τις επόμενες εκλογές, η κυβέρνηση αυτή θα έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που της έδωσαν οι πολίτες στις προηγούμενες εκλογές, είτε σας αρέσει είτε όχι. Και θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της όσο καλύτερα μπορεί. Θα επανέλθω στις προτεραιότητές μας από εδώ και στο εξής στη συνέχεια.

Σε αυτό, λοιπόν, κυρίες και κύριοι, το περιβάλλον, αυτό το σύνθετο περιβάλλον, όταν πραγματικά όλα αλλάζουν, έρχεται η αξιωματική αντιπολίτευση μαζί με τα τρία κόμματα της ευρύτερης αριστεράς -όλα προϊόντα της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, και κάποια ακόμα τα οποία δεν είναι στη Βουλή σήμερα αλλά ακολουθούν ασθμαίνοντας-, να καταθέσει μία πρόταση δυσπιστίας. Δικαίωμά σας, προφανώς, κοινοβουλευτικό.

Αναφερθήκατε κ. Ανδρουλάκη στο γεγονός ότι δεν έχετε τους 50 βουλευτές για να την καταθέσετε μόνος σας. Είναι μια πραγματικότητα, δεν τη σχολιάζω. Αλλά, ξέρετε, δεν ήταν υποχρεωτικό να καταθέσετε πρόταση δυσπιστίας. Θα μπορούσατε να ασκήσετε άλλα εργαλεία κοινοβουλευτικού ελέγχου.

Το γεγονός ότι επιλέξατε σήμερα να ταυτιστείτε και να βάλετε τις υπογραφές σας μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τη Νέα Αριστερά, μαζί με την κα Κωνσταντοπούλου, δικαιώνει απόλυτα την τοποθέτησή μου ότι είστε μία συμμαχία των προθύμων, του μηδενισμού και κυρίως της έλλειψης οποιασδήποτε πειστικής εναλλακτικής πρότασης.

Και, πραγματικά, για τα κόμματα και τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχω να πω πολλά πράγματα, δεν περίμενα και τίποτα διαφορετικό. Αλλά για εσάς, κ. Ανδρουλάκη, που θεωρείτε ότι είστε θεσμικό κόμμα, έχετε κυβερνήσει παραπάνω από 20 χρόνια αυτόν τον τόπο, πάντως σίγουρα το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να εμφανίζεται εδώ άμοιρο ευθυνών για τα καλά αλλά και για τα στραβά, τα οποία ουσιαστικά συνιστούν την ιστορία της ελληνικής μεταπολίτευσης τα τελευταία 50 χρόνια.

Αλλά μου κάνει πραγματικά εντύπωση που έρχεστε εσείς εδώ, όχι μόνο με την υπογραφή σας αλλά και με τον λόγο σας, κ. Ανδρουλάκη, να νομιμοποιήσετε ουσιαστικά τον λαϊκισμό, τα ψέματα, τα fake news και όλοι μαζί να γίνετε ουσιαστικά ο «χορηγός» του κ. Βελόπουλου. Ο κ. Βελόπουλος είναι ο μόνος ο οποίος λείπει ουσιαστικά, αλλά είναι ο «πνευματικός πατέρας» πολλών από αυτά τα οποία πραγματικά ειπώθηκαν.

Αναρωτιέμαι, όταν βλέπετε ότι αυτή τη στιγμή όντως στη χώρα υπάρχει μία ένταση, υπάρχει μία ρητορική η οποία ουσιαστικά υποβαθμίζει ευθέως το δημοκρατικό μας πολίτευμα και τους θεσμούς, όταν μιλάμε για «λαϊκή δικαιοσύνη», όταν μιλάμε για «απονομιμοποιημένη κυβέρνηση», έρχεστε εσείς, το ΠΑΣΟΚ, συστημικό κόμμα, και συντάσσεστε απόλυτα με αυτή τη ρητορική.

Και δεν αντιλαμβάνεστε, κ. Ανδρουλάκη, ότι ρίχνετε νερό στον μύλο των πιο ακραίων φωνών. Διότι αυτός ο οποίος θα εκφραστεί αντισυστημικά, καλή ώρα οι φιλοξενούμενοι στα θεωρεία, θα προτιμήσουν, κ. Ανδρουλάκη, το πρωτότυπο και όχι το αντίγραφο. Είστε αντίγραφο αυτή τη στιγμή, και θα έλεγα και όχι και πολύ επιτυχημένο, μιας πολιτικής προσέγγισης…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Τι είπατε; Δεν καταλαβαίνω τι λέτε, αλλά δεν πειράζει.

Δεν έχω καμία πρόθεση να σας συμβουλεύσω, αλλά έχω απόλυτη υποχρέωση να αναδείξω ποιο είναι πραγματικά το ΠΑΣΟΚ σήμερα. Όταν σας αποκαλούσαμε «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ», μάλλον κολακευτικοί ήμασταν, με αυτά τα οποία έχουμε ακούσει εδώ στην αίθουσα τις τελευταίες τρεις μέρες.

Αυτή, λοιπόν, η ενδιαφέρουσα συμπόρευση με σκοπό, αναρωτιέμαι… Έναν σκοπό έχετε, έτσι δεν είναι; Να φύγει αυτή η κυβέρνηση, να φύγει ο Πρωθυπουργός. Αυτό θέλετε, έτσι δεν είναι; Ναι. Και να έρθει ποιος; Αυτό είναι το ερώτημα. Και με τι πρόγραμμα και με τι απόψεις για την εξωτερική πολιτική, για την οικονομία, για την παιδεία, για την υγεία;

Λοιπόν, μιλήσατε για το «κράτος του πάμε και όπου βγει». Είστε η αντιπολίτευση του «πάμε και όπου βγει». Κανένα σχέδιο, καμία πρόταση, καμία ουσιαστική εναλλακτική, ούτε για το ζήτημα των τρένων. Και θα έρθω σε αυτό, κ. Φάμελλε, μην ανησυχείτε. Ξέρετε, νομίζετε εδώ μέσα ότι εκφράζετε τη φωνή της κοινωνίας. Είστε ο αντίλαλος της δικής σας ανεπάρκειας.

Εγώ, κ. Φάμελλε, σέβομαι και τιμώ τον κάθε συμπολίτη μας ο οποίος θα διαμαρτυρηθεί ειρηνικά και θα εκφράσει τον πόνο του, την οργή του, τη δυσαρέσκειά του απέναντι στην κυβέρνηση.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, και γι’ αυτό το ζήτημα. Κοιτάξτε να δείτε, χρέος της κυβέρνησης είναι να διαφυλάττει το δικαίωμα οποιουδήποτε Έλληνα πολίτη να διαδηλώσει. Δεν είναι να προστατεύσει τον κάθε «μπαχαλάκια» και τον κάθε φορέα μολότοφ, ο οποίος θα έρθει συνειδητά να προκαλέσει βία, να βεβηλώσει την πόλη.

Εκτός αν εσείς συντάσσεστε με αυτή τη λογική, είστε ακόμα στο κλίμα του κ. Τσίπρα: «είναι καλές οι μολότοφ, ανάλογα με το πού βρίσκεσαι και ανάλογα με το πού πέφτουν».

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Ψέματα, ναι. Τα έχουμε ξεχάσει.

Αυτό που είναι βέβαιο, κ. Φάμελλε, είναι ότι αυτή η κυβέρνηση θα εξακολουθεί να προστατεύει το δικαίωμα στην ελεύθερη διαμαρτυρία, διαφυλάττοντας ταυτόχρονα την τάξη και προστατεύοντας τις περιουσίες των Ελλήνων πολιτών, είτε σας αρέσει είτε όχι, γιατί αυτό επιβάλλει το κράτος δικαίου. Δεν υπάρχει μόνο ο «νόμος των μπαχαλάκηδων». Υπάρχουν και άλλοι σε αυτή τη χώρα, που έχουν δικαιώματα και αρκετά έχουν πληρώσει την «επαναστατική γυμναστική» της αριστεράς όταν σπάζατε τις πόλεις. Αυτά τελείωσαν, κ. Φάμελλε.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Έρχομαι τώρα…. Μήπως εσείς τους φέρατε τους κυρίους που έριξαν τα τρικάκια; Γιατί έτσι συμπεριφέρεστε σήμερα. Δεν καταλαβαίνω αυτή τη νευρικότητα.

Έρχομαι, λοιπόν, στο ζήτημα των Τεμπών.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Γιατί, δικάσατε ήδη; Δικάσατε ήδη; Δικάσατε ήδη.

Έρχομαι, λοιπόν, στην τραγωδία των Τεμπών. Και θέλω να ξεκινήσω, επειδή άκουσα τον κ. Ανδρουλάκη να επαναφέρει το τι έγινε τις ώρες και τις ημέρες μετά από αυτό το τραγικό ατύχημα.

Και εγώ βρέθηκα την επόμενη μέρα στο τόπο του δυστυχήματος, μαζί και με τον τότε Υπουργό Υγείας, τον κ. Πλεύρη. Ήταν ίσως η πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου, σίγουρα της πολιτικής μου διαδρομής.

Και νομίζω ότι όλοι όσοι βρέθηκαν εκεί βίωσαν τα ίδια συναισθήματα, ακόμα πιο έντονα όταν επισκεφθήκαμε τα νοσοκομεία για να προσπαθήσουμε να συνομιλήσουμε και με τους γιατρούς αλλά κυρίως με τους συγγενείς οι οποίοι απελπισμένοι έψαχναν να μάθουν τι έγιναν οι συγγενείς τους.

Βρεθήκατε κι εσείς εκεί, κ. Ανδρουλάκη, έτσι δεν είναι; Βρεθήκατε και εσείς εκεί. Λοιπόν, και διέκρινα στα μάτια σας και στις δηλώσεις σας τον ίδιο αποτροπιασμό, το ίδιο σοκ που αισθάνθηκε οποιοσδήποτε. Και ο κ. Παππάς ήταν εκεί απ’ ό,τι θυμάμαι.

Θυμάμαι, και διορθώστε με αν κάνω λάθος, ότι σας ενημέρωνε τότε η Πυροσβεστική για τις πράξεις της στο πεδίο, έτσι δεν είναι; Σας είπε ο πυροσβέστης ότι πρέπει να σηκωθούν κάποια βαγόνια για να δούμε…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Σε εσάς, ναι, υπάρχει το σχετικό βίντεο. Βεβαίως, κ. Ανδρουλάκη. Να σας φρεσκάρω λίγο τη μνήμη σας. Σας ενημέρωνε, λοιπόν, ο υπεύθυνος της Πυροσβεστικής…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Για να φρεσκάρω λίγο τη μνήμη σας: δήλωση Νίκου Ανδρουλάκη, 1/3/23, την επόμενη μέρα, μετά την ενημέρωση την οποία είχατε: «Θέλω να εκφράσω τα θερμά μου συλλυπητήρια. Η πατρίδα μας βιώνει μία ανείπωτη τραγωδία, υπάρχει ένα τεράστιο γιατί. Γιατί, ενώ υπάρχουν οι τεχνικές, υπήρχαν οι τεχνικές δυνατότητες τώρα και πολλά χρόνια, να κρέμονται τόσες ζωές σε ένα ανθρώπινο χέρι;».

«Να κρέμονται τόσες ζωές σε ένα ανθρώπινο χέρι»… Του σταθμάρχη, προφανώς. Καταθέτω στα πρακτικά για να θυμόμαστε.

Σας ενημέρωσε, λοιπόν, εκεί ο αξιωματικός για το τι συνέβαινε. Για την ανάγκη να σηκωθούν τα τρένα, για το γεγονός ότι γινόταν μία επιχείρηση διάσωσης. Για το γεγονός ότι σε αυτές τις επιχειρήσεις αυτό το οποίο προέχει, πρώτα και πάνω απ’ όλα, είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής, ο εντοπισμός αγνοουμένων, ο εντοπισμός νεκρών.

Δεν ξέραμε πόσοι είναι οι νεκροί. Ο κ. Βελόπουλος ακόμα και τώρα -δεν τον βλέπω στην αίθουσα- ισχυρίζεται ότι δεν ήταν 57. Αυτά είναι τα fake news τα οποία είχαμε να αντιμετωπίσουμε.

Υποθέτω ότι θα σας ενημέρωσε και ο προϊστάμενος για το γεγονός ότι κάτω ακριβώς από το σημείο στο οποίο βρέθηκαν τα τρένα περνούσε ο κεντρικός αγωγός φυσικού αερίου της χώρας.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Καταθέτω τη σχετική ανακοίνωση του ΔΕΣΦΑ, επειδή φανταζόμουν ότι θα μου το λέγατε. Πάρτε τη και διαβάστε τη για να δούμε ποιος λέει ψέματα.

Ψεύτες, ψεύτες, ψεύτες. Πάντα ψεύτες ήσασταν και ψεύτες παραμένετε. Αναρωτιέμαι, λοιπόν… Κύριε Ανδρουλάκη, σε εσάς απευθύνομαι, κοιτάξτε με, αν θέλετε, γιατί είναι νομίζω σημαντικές αυτές οι στιγμές.

Εκεί λοιπόν που σας έκαναν την ενημέρωση, δεν θυμάμαι να σηκώσατε το χέρι σας και να είπατε «στοπ, μην κάνετε τίποτα, είναι τόπος εγκλήματος, πρέπει πρώτα να μείνουν όλα έτσι όπως είναι».

Έτσι είναι, κ. Ανδρουλάκη. Έτσι είναι, γιατί ήταν μία επιχείρηση διάσωσης. Ούτε εσείς, κ. Παππά. Διότι αυτό ακριβώς έγινε. Κύριε Ανδρουλάκη, ήσασταν εκεί, ήμουν εκεί και οι δύο είδαμε ακριβώς τι συνέβαινε.

Θέλω να είμαι σαφής και δίκαιος και ειλικρινής απέναντί στην Εθνική Αντιπροσωπεία: εάν υπήρξαν επιχειρησιακές αστοχίες στη διαχείριση του πεδίου, αυτές θα διερευνηθούν από τη Δικαιοσύνη. Δεν θα δικαστεί κανείς σε «λαϊκά δικαστήρια» και ούτε θα προεξοφληθεί οποιοδήποτε αποτέλεσμα της Δικαιοσύνης, αλλά και της προανακριτικής.

Εμείς δεν προεξοφλούμε τίποτα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αλλά αναρωτιέμαι: μήπως εσείς έχετε ήδη δικάσει; Εσείς έχετε ήδη καταδικάσει; Ναι ή όχι, με αυτά τα οποία λέτε; Εγώ δεν προδικάζω τίποτα, λοιπόν, για την πορεία της προανακριτικής. Όταν συσταθεί η προανακριτική και καλέσει τους μάρτυρες, θα είμαστε εδώ να απαντήσουμε.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Μιλήσατε για τη σύγκρουση και μιλήσαμε για τη σύγκρουση με το βαθύ κράτος. Και πρώτος εγώ ομολόγησα, όχι μία φορά, πολλές, ότι στην τραγωδία των Τεμπών το ανθρώπινο λάθος συγκρούστηκε με το βαθύ κράτος και το βαθύ κράτος δυστυχώς νίκησε. Αυτό αφορά όλους μας.

Αν πιστεύετε ότι δεν αφορά τα κόμματα που κυβέρνησαν, κάνετε μεγάλο λάθος. Και αν πιστεύετε ότι μπορείτε να πείσετε τους πολίτες ότι τα τρένα λειτουργούσαν τέλεια επί ΣΥΡΙΖΑ -γιατί αυτό μας είπατε περίπου, έτσι δεν είναι;- ή ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καμία ευθύνη για το γεγονός ότι οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι πράγματι είχαν βρεθεί σε μία εξαιρετικά δυσχερή κατάσταση, υποδεέστερη των ευρωπαϊκών σιδηροδρόμων, κάνετε μεγάλο λάθος.

Εγώ από την πρώτη στιγμή με θάρρος ανέλαβα την πολιτική ευθύνη που μου αναλογεί. Και, πράγματι, το δυστύχημα αυτό, αυτή η τραγωδία, έγινε επί δικών μας ημερών και σίγουρα εμείς έχουμε ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Αλλά κάνετε μεγάλο λάθος, κ. Φάμελλε και κ. Ανδρουλάκη, αν πιστεύετε ότι αυτό το οποίο συνέβη στα Τέμπη δεν ήταν μία συνολική, διαχρονική αποτυχία του κρατικού μηχανισμού, για την οποία και εσείς και εσείς έχετε το δικό σας μερίδιο ευθύνης.

Και αν πιστεύετε ότι μπορείτε να πείσετε τους πολίτες οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι φταίει μόνο η κυβέρνηση κι ότι εσείς είστε τελείως αμέτοχοι των ευθυνών, γιατί το μόνο που σας νοιάζει είναι να στοχοποιήσετε την κυβέρνηση, ξέρετε ποιο είναι το αποτέλεσμα;

Πράγματι, εγώ θα το δεχτώ, είναι δύσκολη η προσπάθεια να πείσουμε την κοινωνία ότι δεν έγινε συγκάλυψη. Αυτή είναι η άποψή μου, θα εξακολουθώ να τη λέω με όλη τη δύναμη των επιχειρημάτων μου και είναι στην κρίση των πολιτών να με πιστέψουν ή όχι.

Αλλά δεν σας προκαλεί εντύπωση, κ. Ανδρουλάκη, ότι το 85% της κοινωνίας θεωρεί ότι η αντιπολίτευση εργαλειοποιεί το ζήτημα των Τεμπών; Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα, μιας και μου μιλάτε για τις δημοσκοπήσεις. Δεν σας προβληματίζει καθόλου;

Γιατί αυτός ο ακραία καταγγελτικός λόγος, ο οποίος δεν αναγνωρίζει καμία απολύτως ευθύνη στο δικό σας κόμμα -και κυρίως στο δικό σας κόμμα, καλά εκεί δεν νομίζω ότι μπορώ να πω πολλά πράγματα, γιατί μονίμως με αυτόν τον τρόπο λειτουργείτε-, τελικά είναι αυτός ο οποίος γκρεμίζει την εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και επιτρέπει στα διάφορα άκρα, είτε τα άκρα δεξιά είτε τα άκρα αριστερά, να ανεβαίνουν σήμερα και να διεκδικούν παραπάνω πολιτικό ρόλο.

Κοιτάξτε, εγώ εκλέχθηκα βουλευτής για πρώτη φορά σαν σήμερα το 2004, πριν από 21 χρόνια. Έχω, νομίζω, δώσει τα δικά μου διαπιστευτήρια στον αγώνα μου κόντρα στο πελατειακό κράτος και κόντρα σε αντιλήψεις οι οποίες δεν μου ταίριαζαν. Και δεν δίστασα να συγκρουστώ και με τη δική μου παράταξη όταν το έκανα αυτό.

Δεν έχω διστάσει να συγκρουστώ με συνδικαλιστές της Νέας Δημοκρατίας, να διαγράψω συνδικαλιστές της Νέας Δημοκρατίας, επειδή ακριβώς πίστευα και πιστεύω ότι η μεγάλη παθογένεια του τόπου είναι αυτό το βαθύ κράτος του ρουσφετιού και του «ωχαδερφισμού».

Η παράταξή μας έχει και αυτή το δικό της μερίδιο ευθύνης, αλλά για τον Θεό, κ. Ανδρουλάκη, για τον Θεό, εσείς δηλαδή ήσασταν το κόμμα της αξιοκρατίας; Της αξιολόγησης; Της αντικειμενικότητας; Είστε σοβαροί τώρα; Είστε σοβαροί; Και πιστεύετε ότι οι πολίτες με αυτόν τον τρόπο θα σας εμπιστευτούν;

Κοιτάξτε, λοιπόν, μιλήσαμε για μεγάλες αλλαγές, μιλήσαμε για την αξιολόγηση. Εγώ θα δεχθώ, κ. Ανδρουλάκη, ότι πράγματι ο νόμος Πεπονή το 1994 ήταν μια τομή στη δημόσια διοίκηση. Και νομίζω ότι κάνοντας και εμείς ειλικρινά την αυτοκριτική μας, πιστεύω ότι ήμασταν πίσω από τις εξελίξεις όταν τότε δεν τον ψηφίσαμε. Αλλά αυτό αφορούσε το 1994.

Εγώ θέλω να ρωτήσω και εσάς και τον κ. Φάμελλο: τους δύο νόμους για την αξιολόγηση στο Δημόσιο και τον τρόπο επιλογής των διοικήσεων στους Οργανισμούς του Δημοσίου, γιατί δεν τους ψηφίσατε το 2020 και το 2023 και μου γυρνάτε πίσω στο 1994; Εγώ, ξέρετε, έχω δώσει μάχη για την αξιολόγηση…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Α ναι, πράγματι, εγώ όταν ήμουν Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης δρομολόγησα ένα σύστημα αξιολόγησης το οποίο κατέτασσε τους υπαλλήλους σε «πολύ καλούς», «ικανοποιητικούς» και «λιγότερο ικανοποιητικούς». Και με πολεμήσατε όλοι λυσσαλέα. Εσείς που τώρα είστε «υπέρμαχοι» της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας.

Μιλήσατε για μεγάλες…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Ναι, εσείς τώρα θα μιλήσετε για αξιολόγηση και αξιοκρατία. Εσείς στον ΣΥΡΙΖΑ, ναι.

Λοιπόν, μιλήσατε, κ. Ανδρουλάκη, για μεγάλες συνταγματικές αλλαγές. Και επειδή έχουμε μπροστά μας και μία συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία, όπως ξέρετε, επιβάλλει την ανάγκη να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε κάποιες ευρύτερες συναινέσεις, τουλάχιστον σε μία από τις δύο Βουλές, είτε την προτείνουσα είτε αυτή την οποία θα διαμορφώσει το τελικό κείμενο του Συντάγματος, έχω, λοιπόν, κ. Ανδρουλάκη, σήμερα να σας κάνω μία πρόταση: να συμφωνήσουμε τώρα, κ. Ανδρουλάκη, σε τέσσερα θέματα. Δύο θα τα έχετε θέσει εσείς και δύο θα τα θέσουμε εμείς.

Μιλήσατε, λοιπόν, για την ηγεσία της Δικαιοσύνης και τον τρόπο επιλογής της. Αυτή η κυβέρνηση έκανε ήδη ένα σημαντικό βήμα, το οποίο, όπως σας είπα, μου δώσατε την εντύπωση -μπορεί να κάνω λάθος- ότι ούτε καν γνωρίζατε ότι το είχαμε ψηφίσει. Δηλαδή τη δυνατότητα να μπορούν οι ολομέλειες των δικαστηρίων να προτείνουν, όχι δεσμευτικά, αλλά καταλαβαίνετε ότι δεν είναι εύκολο για μία κυβέρνηση να μη λάβει υπόψη της αυτή την πρόταση, να κάνουν τις προτάσεις τους με ψήφο για τις ηγεσίες των ανώτατων δικαστηρίων.

Εγώ, λοιπόν, κ. Ανδρουλάκη, είμαι έτοιμος να θέσω προς αναθεώρηση το άρθρο για τον τρόπο επιλογής της Δικαιοσύνης.

Είμαι, επίσης, έτοιμος να θέσω προς αναθεώρηση το άρθρο 86 του Συντάγματος που αφορά την ποινική μεταχείριση Υπουργών.

Γιατί, πράγματι, αν θέλουμε να γεφυρώσουμε σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος, θα πρέπει να μην δίνουμε την εντύπωση ότι το πολιτικό σύστημα, δια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, έχει τη δυνατότητα να προστατεύει πολιτικούς οι οποίοι προέρχονται από την οικογένεια της εκάστοτε πλειοψηφίας.

Και ναι, μετά από πολλή σκέψη, πιστεύω ότι ο ρόλος της Βουλής, έτσι όπως καθορίζεται από το υφιστάμενο Σύνταγμα, και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούν οι προανακριτικές επιτροπές, δεν εξυπηρετεί τελικά τα συμφέροντα απόδοσης της δικαιοσύνης. Διότι σήμερα εσείς έχετε ήδη δικάσει τον κ. Τριαντόπουλο, ή θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι μια πλειοψηφία έχει ήδη αποφασίσει να τον αθωώσει, για να δούμε και τις δύο όψεις του νομίσματος.

Λοιπόν, δύο άρθρα αναθεωρητέα, σε πρώτη φάση, από πλευράς Νέας Δημοκρατίας. Και αναθεώρηση του άρθρου 86, θέλω να θυμίσω στους φωνασκούντες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ότι έχει ήδη γίνει μια φορά.

Και ξέρετε, εσείς που φωνάζετε, τα δικά σας στελέχη είναι προστατευμένα. Διότι την αποσβεστική προθεσμία εμείς την αλλάξαμε και αφορά τα δικά μας στελέχη. Εσείς είστε καλυμμένοι, όλοι σας, από το προηγούμενο Σύνταγμα. Κανείς δεν μπορεί να σας δικάσει και να ήθελε. Κανείς δεν μπορεί να σας δικάσει.

Έρχομαι, τώρα, κ. Ανδρουλάκη…

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Ο πραγματικός αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ μιλάει τώρα; Ο πραγματικός αρχηγός. Χρειάστηκε λίγο για να σας αναγνωρίσουμε. Δεν αμφιβάλλαμε ποτέ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πήρε «διαζύγιο» από τον κ. Πολάκη. Είστε εδώ παρών και καθορίζετε πάντα το ύφος του κόμματος. Δεν είχαμε καμία αμφιβολία.

Κύριε Ανδρουλάκη, αυτά είναι δύο άρθρα, ανάμεσα στα υπόλοιπα, τα οποία εμείς θα προτείνουμε προς αναθεώρηση. Ελάτε και δεσμευτείτε, λοιπόν, ότι θα συμφωνήσετε και εσείς στη συνταγματική κατοχύρωση της αξιολόγησης και την αλλαγή του άρθρου 16.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα αναμένω, επειδή δεν μας δίνεται η δυνατότητα σήμερα, κ. Ανδρουλάκη, να απαντήσετε, αλλά θα αναμένω την απάντησή σας με μεγάλο ενδιαφέρον.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μία πρόταση δυσπιστίας ουσιαστικά αφορά το σύνολο του κυβερνητικού έργου και προφανώς θέτει σε αμφισβήτηση όλη την κυβερνητική πολιτική. Προφανώς δεν είναι πρόθεσή μου σήμερα να μιλήσω για όλους τους άξονες πολιτικής της κυβέρνησης. Επιτρέψτε μου να σταθώ σύντομα, κ. Πρόεδρε, σε δύο τομείς οι οποίοι πιστεύω ότι στην παρούσα συγκυρία έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Ο πρώτος αφορά την εθνική άμυνα. Εντός των επόμενων εβδομάδων θα προκαλέσω συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων, προκειμένου η κυβέρνηση, δια εμού και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, να παρουσιάσει το νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας για την επόμενη δωδεκαετία. Και να περιγράψει όχι μόνο τους εξοπλισμούς, τους οποίους προκρίνουμε κατόπιν εισηγήσεων από τα Γενικά Επιτελεία, αλλά και τη συνολική φιλοσοφία της αμυντικής μας πολιτικής, καθώς και την ανάγκη να μπορέσουμε, επιτέλους, να κάνουμε κάτι το οποίο η αλήθεια είναι επί δεκαετίες δεν μπορέσαμε να το πετύχουμε, και αυτό είναι να τονώσουμε το σύστημα καινοτομίας της χώρας και να μπορούμε να έχουμε περισσότερη ελληνική προστιθέμενη αξία στις αμυντικές επενδύσεις τις οποίες κάνουμε.

Θα τοποθετηθούμε, λοιπόν, μπροστά στην Εθνική Αντιπροσωπεία, θα εξειδικεύσει στη συνέχεια ο Υπουργός Άμυνας στην κλειστή Επιτροπή Εξοπλισμών τις λεπτομέρειες του προγράμματος που δεν είναι εύκολο να συζητηθούν δημόσια, και θα αναμένω την τοποθέτηση όλων των κομμάτων γι’ αυτό το εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα, το οποίο, όπως είπα και στην εισαγωγή μου, έχει και εθνική αλλά και ευρωπαϊκή διάσταση.

Δυο κουβέντες, γιατί αναφερθήκατε και σε αυτά, κ. Ανδρουλάκη και κ. Φάμελλε, για την οικονομία. Επειδή αναφέρετε συνέχεια ότι «η Ελλάδα αποκλίνει από την Ευρώπη», μας είπατε μάλιστα ότι «οι μισθοί καταρρέουν», αν άκουσα καλά, κ. Ανδρουλάκη, θέλω να σας θέσω υπόψη σας τα στοιχεία της ανάπτυξης για το έτος 2024: ανάπτυξη 2,3%, με μέσο ευρωπαϊκό όρο 0,9%.

Ανάπτυξη, δηλαδή, η οποία είναι υπερδιπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου και μία ανάπτυξη η οποία δεν στηρίζεται, όπως στο παρελθόν, στην κατανάλωση και στα δανεικά, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό στις εξαγωγές, στις επενδύσεις, στην εξωστρέφεια.

Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας συνετής οικονομικής πολιτικής, η οποία έχει αποτύπωμα για τους πολίτες. Το αποτύπωμα εκφράζεται μέσω της αύξησης των μισθών, εκφράζεται μέσω της αύξησης του κατώτατου μισθού.

Εντός των επόμενων εβδομάδων θα ανακοινώσουμε τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού και θα είμαστε απολύτως συνεπείς στη δέσμευσή μας για κατώτατο μισθό 950 ευρώ στο τέλος της τετραετίας.

Μια ανάπτυξη η οποία προφανώς χρησιμοποιεί τους ευρωπαϊκούς πόρους που αυτή η κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε. Κύριε Ανδρουλάκη, κατάλαβα καλά; Μας είπατε ότι 1,5 δισ. τουλάχιστον από τα προγράμματα τα οποία ανακοινώσαμε είναι ουσιαστικά δικά σας, εσείς τα σκεφτήκατε, τα ψηφίσατε, τα επεξεργαστήκατε.

Έχω μια πρόταση, λοιπόν. Θα εισηγηθώ στο Υπουργείο Οικονομικών το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, ΤΑΑ, να μετονομαστεί σε ΤΑΑΑ, «Ταμείο Ανάπτυξης, Ανθεκτικότητας Ανδρουλάκη». Για να είμαστε και λίγο σοβαροί, κ. Ανδρουλάκη.

Το Ταμείο Ανάκαμψης το διαπραγματεύτηκα προσωπικά εγώ. Το διαπραγματεύτηκα προσωπικά εγώ και έφερα στη χώρα 36 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε μια εξαιρετικά δύσκολη, επίπονη, πενθήμερη, όχι 17ωρη, πενθήμερη διαπραγμάτευση. Και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης διοχετεύονται σήμερα σε όλο το φάσμα της οικονομίας, στην κοινωνική πολιτική, στα νοσοκομεία μας.

Δεν θα μιλήσω αναλυτικά σήμερα για την υγεία, αλλά σε 82 νοσοκομεία και παραπάνω από 160 κέντρα υγείας κατασκευάζονται έργα με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Για να μην λέμε ότι δεν έχει κοινωνικό αποτύπωμα το Ταμείο Ανάκαμψης.

Και η οικονομική μας πολιτική είναι αυτή η οποία μας επιτρέπει σήμερα να μπορούμε να μειώνουμε το κόστος δανεισμού, να μπορέσουμε να υλοποιούμε τις σημαντικές επενδύσεις στην άμυνα, διατηρώντας τη δημοσιονομική ισορροπία.

Να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τη φοροδιαφυγή και να επιστρέφουμε τα πρόσθετα έσοδα, πίσω στους πολίτες. Διότι μιλήσαμε πολύ για την κακή πλευρά του βαθέος κράτους. Υπάρχει και μια άλλη πλευρά, όμως.

(Ομιλίες εκτός μικροφώνου)

Υπάρχει και μια άλλη πλευρά… Αυτά θα τα βρει η Δικαιοσύνη, κ. Ανδρουλάκη. Δεν είμαστε εδώ ούτε ανακριτές, ούτε εισαγγελείς, εκτός αν έχετε μπλέξει τους ρόλους.

Λοιπόν, επανέρχομαι στα ζητήματα της οικονομίας. Αυτή η οικονομική πολιτική είναι η οικονομική πολιτική η οποία μας επιτρέπει να είμαστε αισιόδοξοι ότι έχουμε καλύτερες μέρες μπροστά μας.

Και μιας και μιλάμε για το βαθύ κράτος, ναι, αυτό το βαθύ κράτος ήταν το κράτος το οποίο ανεχόταν τη φοροδιαφυγή τόσα χρόνια. Πόσες και πόσες κυβερνήσεις πέρασαν και είπαν «θα καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή»; Και ήρθε αυτή η κυβέρνηση και πέτυχε τον στόχο που έθεσε, εκεί που οι υπόλοιποι είχαν αποτύχει. Και ναι, κάποιοι δυσαρεστήθηκαν από αυτή την πολιτική επιλογή, αλλά κάναμε το κοινωνικά δίκαιο και το οικονομικά ορθό.

Αυτή η οικονομική πολιτική είναι που μας επιτρέπει 1η Ιουλίου να δώσουμε αύξηση 100 ευρώ σε όλους τους ένστολους, συμπληρωματική, πέραν των υπόλοιπων αυξήσεων οι οποίες θα τεθούν σε εφαρμογή με την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Αυτή η οικονομική πολιτική είναι η πολιτική η οποία δημιουργεί θέσεις εργασίας και έχει φέρει την ανεργία κάτω του 9%, όταν την παραλάβαμε στο 17%.

Αυτή η οικονομική πολιτική, που σε συνδυασμό με την ευαισθησία μας για τους εργαζόμενους, μας επιτρέπει να εφαρμόζουμε την κάρτα εργασίας και για πρώτη φορά να αποκαλύπτονται «κρυφές» υπερωρίες και να προστατεύουμε τα δικαιώματα των εργαζόμενων, δίνοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα να μπορούν οι εργοδότες στις υπερωρίες να πληρώνουν μειωμένες εργοδοτικές εισφορές, για να έχουν αυξημένο κίνητρο να τις δηλώνουν.

Αυτή η οικονομική πολιτική, κυρίες και κύριοι, και θα κλείσω με αυτό κ. Πρόεδρε, αυτή η οικονομική πολιτική, είτε το θέλετε είτε όχι, θα συνεχιστεί για την επόμενη διετία. Θα ολοκληρωθεί το 2027, θα τεθεί στην κρίση του ελληνικού λαού, ο οποίος θα επιβεβαιώσει και πάλι την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνησή μας, όπως η Κοινοβουλευτική Ομάδα θα επιβεβαιώσει σήμερα την εμπιστοσύνη της σε αυτή την κυβέρνηση, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης και καταψηφίζοντας την πρόταση δυσπιστίας της πρόθυμης συμμαχίας των μηδενιστών.

Σας ευχαριστώ.

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

ΕΦΚΑ: - Ημερομηνίες πληρωμής συντάξεων μηνός Απριλίου 2025


 Αθήνα, 07-3-2025

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ημερομηνίες πληρωμής των συντάξεων μηνός Απριλίου 2025

Οι ημερομηνίες πληρωμής ακολουθούν τον κανόνα του διαχωρισμού μεταξύ Μισθωτών και Μη Μισθωτών και διαμορφώνονται ως ακολούθως:

  • Την Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025 θα καταβληθούν οι κύριες συντάξεις από τα τέως ταμεία Μη Μισθωτών ΟΑΕΕ, ΟΓΑ και ΕΤΑΑ, οι κύριες συντάξεις που απονεμήθηκαν από τη σύσταση του ΕΦΚΑ και μετά, με τον ν.4387/2016, μέσω του ΟΠΣ-ΕΦΚΑ (συνταξιούχοι Μισθωτοί & Μη Μισθωτοί από 1.1.2017 και έπειτα) και όλες οι επικουρικές συντάξεις του ιδιωτικού τομέα (Μη Μισθωτών και Μισθωτών).
  • Την Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025 θα καταβληθούν οι κύριες συντάξεις των τέως Ταμείων Μισθωτών [ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, τραπεζών, ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΛΟΙΠΩΝ ΕΝΤΑΣΣΟΜΕΝΩΝ (ΤΣΕΑΠΓΣΟ, ΤΣΠ-ΗΣΑΠ), ΝΑΤ, ΕΤΑΤ και ΕΤΑΠ-ΜΜΕ] καθώς και οι κύριες και οι επικουρικές συντάξεις του Δημοσίου.

 

Από τη Διοίκηση του e-Ε.Φ.Κ.Α.

Ε.Α.Α.Σ: - Υγειονομική περίθαλψη στο ΝΙΜΤΣ - Οι δικαιούχοι


 Γνωρίζεται στα μέλη μας ότι με την Φ. 959.1/78/1488661/Σ. 5812/ 23 Νοε 24/ ΓΕΣ/ ΔΟΙ/ καθορίζονται ως δικαιούχοι νοσηλείας στο ΝΙΜΤΣ επιπλέον των ε.ε συναδέλφων ,  οι εξής κατηγορίες:

1. Τα εν αποστρατεία Στελέχη, Αξκοι και Υπαξκοι,  του Στρατού Ξηράς, της Πολεμικής Αεροπορίας, των Κοινών Σωμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων και της Ελληνικής Αστυνομίας, υπό την προϋπόθεση της διατήρησης της ιδιότητας του μερισματούχου των Μετοχικών Ταμείων Στρατού (ΜΤΣ) και Αεροπορίας (ΜΤΑ), κατά περίπτωση, καθώς και της καταβολής της μηνιαίας εισφοράς. 

2. Τα παρακάτω μέλη των οικογενειών των δικαιούχων, των παραπάνω κατηγοριών:

    α. Σύζυγοι ή συμβιούντες του ν. 4356/2015

    β. Εξαρτώμενα μέλη.

    γ. Γονείς

  δ. Τα μέλη των ορφανικών οικογενειών των μετόχων του ΜΤΣ, στα οποία απονεμήθηκε σύνταξη και για όσο διάστημα τη λαμβάνουν.

3. Η μηνιαία εισφορά για τα εν αποστρατεία Στελέχη της παρ. 1 καθορίζεται  σε ποσοστό 3% επί του καταβαλλόμενου μερίσματος. Για τις ορφανικές οικογένειες, το ανωτέρω ποσοστό μειώνεται στο μισό.

4. Η επέκταση του δικαιώματος νοσηλείας στο ΝΙΜΤΣ και στους Υπαξκους ε.α συναδέλφους μας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και η ΕΑΑΣ χαιρετίζει αυτή την καινοτομία την οποία στήριξε με την ψήφο της στο ΔΣ/ΝΙΜΤΣ.

Αγαπητοί συνάδελφοι

Με την ΥΑ Φ.700/4/132914/Σ.3317/25 Μαι 2005 /ΦΕΚ 827 Β' και συγκεκριμένα στο άρθρο 1, παρ. 3 καθορίστηκε η ΑΠΟΛΥΤΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ παροχής περίθαλψης των ε.α Στελεχών και των μελών των οικογενειών των έναντι όλων των άλλων κατηγοριών τρίτων.

Διεκδικήστε το δικαίωμα σας αυτό, ειδικά στο ΝΙΜΤΣ, όπου ο κύριος όγκος ασθενών και νοσηλευομένων είναι μέλη μας.

 

Συνέβη σαν Σήμερα το 1947 - Τα Δωδεκάνησα ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα - Η απρόσμενη στροφή της Σοβιετικής Ένωσης --Η αποστρατικοποίηση των νησιών

 


Τα Δωδεκάνησα (για την ακρίβεια είναι 14) ήταν από αρχαιοτάτων χρόνων δεμένα με τις τύχες του Ελληνισμού. Εν τούτοις, μόλις το 1947 ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος.

Εξαιτίας της γεωγραφικής τους θέσης δέχθηκαν καταστρεπτικές επιδρομές από τους Πέρσες, τους Σαρακηνούς, τους Βενετούς, τους Γενουάτες, τους Σταυροφόρους και τους Τούρκους (Σελτζούκους και Οθωμανούς). Από το 1309 περιήλθαν στην εξουσία των Ιωαννιτών Ιπποτών και έμειναν υπό την κυριαρχία τους έως το 1522, οπότε καταλήφθηκαν από τους Οθωμανούς Τούρκους. Με την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, τα Δωδεκάνησα επαναστάτησαν, αλλά το 1830 επιστράφηκαν μαζί με τη Σάμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με αντάλλαγμα την Εύβοια, η οποία ενσωματώθηκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος.

Η κατάληψη των Δωδεκανήσων από τους Ιταλούς το 1912 αναπτέρωσε τις ελπίδες των κατοίκων τους ότι σύντομα τα νησιά θα ενταχθούν στον εθνικό κορμό. Πράγματι, με τη συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) τα Δωδεκάνησα παραχωρούνταν στην Ελλάδα, με εξαίρεση τη Ρόδο, που θα παρέμενε για ένα διάστημα υπό ιταλική διοίκηση. Όμως, η ατυχής έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας έδωσε την ευκαιρία στους Ιταλούς να υπαναχωρήσουν και με την άνοδο του Μουσολίνι προσπάθησαν να τα εξιταλίσουν. Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών (1943), κύριοι των Δωδεκανήσων έγιναν οι Γερμανοί και μετά την παράδοση της Χιτλερικής Γερμανίας (Μάιος 1945), η Μεγάλη Βρετανία.

Ήταν η χρυσή ευκαιρία για την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στο ελληνικό κράτος, την οποία η ελληνική διπλωματία δεν έπρεπε να αφήσει να πάει χαμένη. Ήταν απαίτηση του ελληνικού λαού και είχε χυθεί άφθονο ελληνικό αίμα για την εκδίωξη των Γερμανών από τα Δωδεκάνησα. Το θέμα θα λυνόταν οριστικά από τη Διάσκεψη Ειρήνης των νικητριών δυνάμεων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που θα συνερχόταν στο Παρίσι.

Η Ελλάδα δια του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Τσαλδάρη διαμήνυσε ότι θα έθετε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως εθνικές διεκδικήσεις την πρόσκτηση της Βορείου Ηπείρου και των Δωδεκανήσων, τη διευθέτηση των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, ενώ σκόπευε να θέσει και το ζήτημα της Κύπρου στη Μεγάλη Βρετανία. Από τις τέσσερις αυτές εθνικές διεκδικήσεις, μόνο το θέμα των Δωδεκανήσων ευοδώθηκε, χωρίς δυσκολίες και περιπλοκές.

Είναι γνωστό ότι ο Στάλιν και ο Τσόρτσιλ, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, προσπάθησαν να δελεάσουν την Τουρκία, προσφέροντάς της ορισμένα παράκτια νησιά του Αιγαίου, προκειμένου να την πείσουν να βγει στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων ή τουλάχιστον να παραμείνει αυστηρά ουδέτερη. Επιπροσθέτως, ο Στάλιν είχε συνδέσει το θέμα των Δωδεκανήσων με την Τριπολίτιδα (σημερινή Λιβύη), για την οποία η Σοβιετική Ένωση είχε διατυπώσει το αίτημα να της ανατεθεί η εντολή.

Όμως, σε μια απρόσμενη στροφή της πολιτικής της, η Σοβιετική Ένωση συγκατατέθηκε να αποδοθούν τα Δωδεκάνησα στη Ελλάδα, στη συνεδρίαση των Υπουργών Εξωτερικών που προετοίμαζε τη Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων. Η δήλωση έγινε στις 27 Ιουνίου 1946 από τον Υπουργό Εξωτερικών Βιατσεσλάβ Σκριάμπιν, γνωστότερο ως Μολότοφ, με μοναδικό όρο την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Έτσι, προτού καν συνέλθει η Διάσκεψη Ειρήνης, το θέμα των Δωδεκανήσων είχε λάβει ευνοϊκή τροπή για την Ελλάδα.

Η είδηση για την απόδοση των Δωδεκανήσων στη Ελλάδα χαιρετίστηκε με μεγάλο ενθουσιασμό, σε μια περίοδο που η χώρα βρισκόταν στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου. Η Διάσκεψη της Ειρήνης συνήλθε στο Παρίσι από τις 29 Ιουλίου έως τις 11 Οκτωβρίου 1946, όπου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς και τα θέματα της Βορείου Ηπείρου και της διευθέτησης των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, χωρίς επιτυχία, αφού οι ΗΠΑ δεν θέλησαν να δυσαρεστήσουν τη σύμμαχό τους Σοβιετική Ένωση και τους δορυφόρους της Αλβανία και Βουλγαρία. Η προσπάθεια της Τουρκίας να διεκδικήσει το Καστελόριζο και τη Σύμη έπεσαν στο κενό.

Στις 10 Φεβρουαρίου 1947 υπογράφηκε στο Παρίσι η Συνθήκη Ειρήνης με την Ιταλία, σύμφωνα με την οποία τα Δωδεκάνησα αποδίδονταν στην Ελλάδα, ενώ η Ιταλία υποχρεωνόταν σε αποζημίωση ύψους 105 εκατομμυρίων δολαρίων προς τη χώρα μας. Με επιμονή της σοβιετικής πλευράς, οριζόταν στο κείμενο ότι τα νησιά θα παρέμεναν αποστρατιωτικοποιημένα, πρόβλεψη που θα επικαλεστεί η Τουρκία κατά τρόπο καταχρηστικό μετά το 1974. Από την τουρκική ερμηνεία του κειμένου της ελληνοϊταλικής συνθήκης του 1947, σε συνδυασμό με τις ιταλοτουρκικές συμφωνίες του 1932, θα προκύψει και το ζήτημα των «γκρίζων ζωνών», που έθεσε η Άγκυρα μετά την Κρίση των Ιμίων το 1996.

Η τελετή παράδοσης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα από τις βρετανικές αρχές έγινε στις 31 Μαρτίου 1947 στη Ρόδο μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα. Πρώτος διοικητής των Δωδεκανήσων ανέλαβε ο αντιναύαρχος Περικλής Ιωαννίδης, με πολιτικό σύμβουλο τον πανεπιστημιακό και δικαστικό Μιχαήλ Στασινόπουλο, μετέπειτα πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η επίσημη τελετή της ενσωμάτωσης έγινε στις 7 Μαρτίου 1948 και το 1955 τα Δωδεκάνησα έγιναν νομός με πρωτεύουσα τη Ρόδο.






Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/405?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2023-03-07

Ποιος κρατάει τα κλειδιά του Αιγαίου;


 Το Αιγαίο και το ελληνικό αρχιπέλαγος είναι ένα από τα πιο θαυμαστά φυσικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα του πλανήτη μας. Τα πολλά νησιά του καθιστούν εύκολη την επικοινωνία της μίας ηπειρωτικής ακτής με την άλλη, λειτουργώντας ως γέφυρα από την Αττική και την Πελοπόννησο ως την Μικρά Ασία, μέσω Κυκλάδων, Κρήτης και Δωδεκανήσων. Η Τρωική εκστρατεία, ο πρώτος και ο δεύτερος ελληνικός αποικισμός και οι Περσικοί πόλεμοι μαρτυρούν την κίνηση του Ελληνισμού προς την μικρασιατική ακτή, αλλά και τις δυσκολίες στην άμυνα των ιωνικών πόλεων και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου από την Ασία.

Μάριος Νοβακόπουλος – 18/02/2025 – SLpress

Ο χώρος του Αιγαίου κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, πέρασε στο Βυζάντιο και στη συνέχεια κατακερματίστηκε από τους Βενετούς και τις δυνάμεις της Δ’ Σταυροφορίας. Τούτη η χαοτική διάσπαση δεν κράτησε πολύ, καθώς οι Οθωμανοί Τούρκοι αργά αλλά σταθερά κατέκτησαν όλες τις ιταλικές κτήσεις (Εύβοια 1470, Ρόδος 1522, Χϊος 1566, Κρήτη 1669 κλπ). Τούτη η ομοιομορφία “έσπασε” με την Ελληνική επανάσταση και την δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στην Πελοπόννησο, την Στερεά και τις Κυκλάδες.

Οι Έλληνες ήταν αναγκασμένοι να διεκδικήσουν την εθνική τους ολοκλήρωση βήμα προς βήμα, ξεκινώντας από ένα μικρό και ασθενές κράτος. Για πρώτη φορά μετά από πολλούς αιώνες, ο ενιαίος συγκοινωνιακά, οικονομικά και γεωφυσικά χώρος του Αιγαίου διαλύθηκε. Αυτό προκάλεσε αναταραχή στο διεθνές σύστημα της εποχής, καθώς το Αιγαίο αποτελούσε τμήμα του θαλασσίου συστήματος Μεσογείου και Ευξείνου Πόντου, με τα άλλα τρία σκέλη να είναι ο Ελλήσποντος (Δαρδανέλια), η Προποντίδα (Μαρμαράς) και ο Βόσπορος.

Η μεγάλη Βρετανία ειδικά, εξαρτιόταν από την οθωμανική κατοχή των Στενών ώστε να παρεμποδίσει την κάθοδο της Ρωσίας στις “θερμές θάλασσες”. Το δόγμα περί εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ερχόταν σε αντίθεση με την ελληνική Μεγάλη Ιδέα. Για αυτό άλλωστε παλιότερα σχέδια διαμελισμού της Οθωμανικής αυτοκρατοράις, όπως το “ελληνικό σχέδιο” της Μεγάλης Αικατερίνης (τέλη 18ου αι.) και το σχέδιο του Γάλλου πρωθυπουργού Πολινιάκ (1829), προέβλεπαν μία Ελληνική αυτοκρατορία με έδρα την Κωνσταντινούπολη, κυρίαρχο και των δύο πλευρών της θάλασσας. Το 1820, σε υπόμνημά του προς τις Μεγάλες Δυνάμεις, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος προέβλεπε ως αναπόφευκτη την πτώση των Τούρκων, και πρότεινε ένα νέο Ελληνικό κράτος στα Βαλκάνια και την Μικρά Ασία το οποίο θα αναλάμβανε την ανάσχεση της ρωσικής επέκτασης προς την Μεσόγειο.

Το όνειρο της ελληνικής Αιγηίδος

Με τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο (1912-13), οι άθλοι του Βασιλικού Ναυτικού υπό το θωρηκτό “Αβέρωφ” οδήγησαν στις νικηφόρες ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου και την απελευθέρωση όλων σχεδόν των νησιών του Αιγαίου. Η πολιορκία των Στενών του Ελλησπόντου (που είχαν επιχειρήσει το 1911-12 οι Ιταλοί και θα επαναλάμβαναν ατυχώς το 1915 οι Αγγλογάλλοι) απειλούσε την ίδια την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι Οθωμανοί αμέσως σκέφθηκαν πως τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Σάμος κλπ) θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως εφαλτήρια μεταγενέστερης ελληνικής επέκτασης στην Μικρά Ασία.

Για αυτό, και μετά το τέλος των Βαλκανικών πόλεμων, οι Τούρκοι αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την μεταβίβαση των νησιών στην Ελλάδα και ξεκίνησαν πρόγραμμα ναυτικών εξοπλισμών για να ανατρέψουν την ελληνική θαλάσσια κυριαρχία. Τους πρόλαβε όμως ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος.

Πρέπει να θυμόμαστε, βέβαια, ότι η δυτική μικρασιατική ακτή του Αιγαίου εξακολουθούσε να κατοικείται σε μεγάλο βαθμό από Έλληνες, ενώ ανθούσαν πόλεις όπως η Σμύρνη και το Αϊβαλί. Εκτός από εθνολογικά και ιστορικά επιχειρήματα, οι Έλληνες επικαλούνταν και την βοήθεια της γεωγραφίας για τις διεκδικήσεις τους. Πολύ χρήσιμη στάθηκε η έννοια της “Αιγηίδος”, όρου του Γερμανού επιστήμονα Alfred Philippson, ο οποίος τόνισε το γεωλογικό και περιβαλλοντικό συνεχές μεταξύ των δύο ακτών του Αιγαίου.

Σε βιβλία της εποχής, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου θεωρούνταν κομμάτι της “Νησιωτικής Μικράς Ασίας”. Όταν, μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, ήρθε η ώρα της Συνθήκης των Σεβρών, η ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία χρησιμοποίησε το γεωγραφικό αυτό σχήμα προς όφελός της. Επειδή ο ελληνικός πληθυσμός δεν αποτελούσε την πλειονότητα στην όλη περιφέρεια της Σμύρνης, προστέθηκε στους σχετικούς πίνακες ο πληθυσμός των παραπλήσιων νησιών (Λέσβος, Χίος), καθώς θεωρήθηκε πως τα νησιά ήταν ηπειρωτική προέκταση της Μικράς Ασίας, ενώ ήταν και οικονομικά συνδεδεμένα με την απέναντι ακτή.

Το Αιγαίο σε θέση άμυνας

Τι ειρωνεία! Τότε η Ελλάδα ήταν αναθεωρητική δύναμη, και η Τουρκία προσπαθούσε να διατηρήσει τα κεκτημένα (status quo). Αργότερα, με την ήττα στην Μικρασιατική εκστρατεία, την κατάπτωση της Μεγάλης Ιδέας, των ξεριζωμό του Ελληνισμού από την Ιωνία και εσχάτως την κατεχόμενη Κύπρο, οι ρόλοι άλλαξαν. Χρησιμοποιώντας το αυτό γεωλογικό επιχείρημα, πως οι νήσοι του ανατολικού Αιγαίου είναι γεωλογικές προεκτάσεις της μικρασιατικής υφαλοκρηπίδας, από την δεκαετία του 1970 και ύστερα η Τουρκία προσπάθησε να θεμελιώσει κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο, με στόχο την διχοτόμηση της ελληνικής θάλασσας.

Από την άλλη, την θέση κυματοθραύστη έναντι της ρωσικής κυριαρχίας στον Εύξεινο Πόντο, που κάλυπτε το Οθωμανικό κράτος και που ευελπιστούσε να υποκαταστήσει η Ελληνική αυτοκρατορία του Μαυροκορδάτου, καλύπτει η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και έπειτα οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αντικαταστήσει την Βρετανία ως ωκεάνια ναυτική δύναμη. Η απολύτως κομβική θέση του συστήματος Αιγαίο-Στενά, μαζί με τις δύσκολες σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας, καθιστούν τόσο σοβαρά ζητήματα όπως το εύρος των χωρικών υδάτων, η χάραξη ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, οι τουρκικές απαιτήσεις για αποστρατικοποίηση κλπ. Η ιστορική ατυχία του Ελληνισμού, να μην μπορέσει να ενώσει τις δύο ακτές του αρχαίου ελληνικού κόσμου, άφησε την γεωγραφία του Αιγαίου μετέωρη.

Είναι εύστοχη η παρομοίωση του Δημήτρη Σταθακόπουλου, που δείχνει την Ελλάδα και την Τουρκία ως τα δύο μισά μίας κλειδαριάς: “Ο μηχανισμός της κλειδαριάς είναι η Τουρκία. Ο αφαλός της κλειδαριάς, η Ελλάδα/ Κύπρος. Το ένα δεν λειτουργεί χωρίς το άλλο” [1]. Όσο όμως η Τουρκία συνεχίζει την επεκτατική και αναθεωρητική πολιτική της, η αντίφαση δεν μπορεί να αρθεί, ούτε το Αιγαίο να βρει την φυσική του ενότητα. Πρόκληση λοιπόν και καθήκον την ελληνικής άμυνας είναι να εξουδετερώσει τις αδυναμίες αυτής ακριβώς της εκκρεμότητας. Η γεωγραφία προκαθορίζει πολλά στην διεθνή πολιτική, αλλά εν τέλει η ανθρώπινη προσαρμογή σε αυτήν είναι που κινεί την ιστορία

Παραπομπές

[1] “Βίλνιους-Νέα Υόρκη-Θεσσαλονίκη και πολύ μακριά η Χάγη;”, Δικηγορική Επικαιρότητα, τ. 158, Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2023, σελ. 36.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

– Ιωάννης Κωτούλας, Ιστορία της Ελληνικής Γεωπολιτικής, Λειμών, Αθήνα 2021.
– Σπύρος Πλουμίδης, Μυστήρια της Αιγηίδος, Εστία, Αθήνα 2016.
– Άγγελος Συρίγος, Ελληνοτουρκικές σχέσεις, Πατάκης, Αθήνα 2015.
– Γεώργιος Κ. Θεοδωρίδης, Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και η δράση του: Από την Ανατολή στη Δύση και από τη Δύση στην Επανάσταση (1791-1821), διδακτορική διατριβήΠάντειο, Αθήνα 1998.