Γράφει : Ο Γιώργος Γκορέζης
web : ggore.wordpress.com
Ο Μουσταή με το αμέτρητο ασκέρι του στα
μέσα Ιουλίου 1823 έφτασε στα Τρίκαλα. Από κει ξεκίνησε να ξεκαθαρίσει τον
Ασπροπόταμο και τα Άγραφα. Ήταν τέλος Ιουλίου όταν έφτασε στο Καρπενήσι. Ο
ίδιος έμεινε με το επιτελείο του σε ένα πύργο που είχε χτίσει εκεί ο Αλής για
να παραθερίζει, ενώ το ασκέρι του απλώθηκε στο Λειβαδάκι, στα Πλατάνια και το
Κεφαλόβρυσο.
Οι Σουλιώτες παρακολουθούσαν με μεγάλη
προσοχή τις κινήσεις του Μουσταή πασά. Ο Μάρκος έπιασε το Μικρό χωριό και οι
Τζαβελαίοι το Μεγάλο. Το σχέδιο με το οποίο αποφάσισαν να κτυπήσουν τους
τουρκαλβανούς ήταν τολμηρό, και το μόνο που θα μπορούσε να πετύχει
ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Θα επιχειρούσαν νυχτερινή έφοδο μέσα στο ορδί των
πασάδων και θα τους ξάφνιαζαν. Το εγχείρημα ήταν δύσκολο και επικίνδυνο. Και
για αυτό χρειάζονταν νωπές πληροφορίες για την κατάσταση στο εχθρικό
στρατόπεδο, που ανέλαβαν να συλλέξουν ο Τούσας Μπότσαρης, ο Θανάσης Κουτσονίκας
και ο Γιάννης Μπαϊρακτάρης. Θαρρετά γύρισαν όλη τη νύχτα της 7ης
Ιουλίου και το πρωινό της 8ης Ιουλίου το εχθρικό στρατόπεδο,
συλλέγοντας πληροφορίες. Την άλλη μέρα οριστικοποιήθηκε το σχέδιο με βάση τις
πληροφορίες αυτές, και προέβλεπε οι ελληνικές δυνάμεις να ριχτούν την ίδια
νύχτα στο τουρκικό ορδί και να προσπαθήσουν να πιάσουν ή να σκοτώσουν τους
αρχηγούς. Ο Τζαβέλας θα χτυπούσε τους εχθρούς στα Πλατάνια και θα δυσκόλευε
κάθε απόπειρα βοήθειας του τουρκικού στρατοπέδου.
Την 9η
Αυγούστου ο Μάρκος με 450 σουλιώτες ενήργησε νυκτερινή καταδρομική επίθεση
στο εχθρικό στρατόπεδο Κεφαλόβρυσου στο Καρπενήσι, όπου πριν από δέκα λεπτά
είχαν στρατοπεδεύσει 5000 πεζοί και ιππείς υπό τον Τζελαλεντίν μπέη. Ταυτόχρονα
άλλοι 800 Σουλιώτες υπό την αρχηγία του Κίτσου Τζαβέλα προσέβαλαν τη θέση
Πλατάνια.
Ατρόμητος ο Μάρκος πηδά στην πρώτη σκηνή
που βρέθηκε μπροστά του. Καθώς την ανοίγει βρίσκεται μπροστά στον τουρκαλβανό
αρχηγό Άγο Βασιάρη που μόλις είχε ξυπνήσει και τον κοιτούσε σαστισμένος. Με τον
Βασιάρη είχε παλιά γνωριμία ο Μάρκος, από τότε που υπηρετούσαν μαζί στην αυλή
του Αλή Πασά. Τον αιχμαλωτίζει και τον παραδίνει στα παλικάρια του.
Μέσα στη σύγχυση και τον πανικό που επακολούθησε
οι τούρκοι έχασαν περί τους 800 μαχητές νεκρούς, αλλά δυστυχώς εφονεύθη από
τούρκικο βόλι ο στρατηγός Μάρκος Μπότσαρης. Νικητές γύρισαν στη βάση τους οι
Σουλιώτες, αλλά και πολύ λυπημένοι για το χαμό του αγαπημένου τους αρχηγού.
Χίλιοι πεντακόσιοι ήταν οι σκοτωμένοι του εχθρού, και πολλές εκατοντάδες οι
πληγωμένοι. Από τους Σουλιώτες σκοτώθηκαν εξήντα, ενώ σαράντα δύο λαβωμένοι
μεταφέρθηκαν στις πλάτες των συντρόφων τους. Αμέτρητα ήταν τα λάφυρα. Χίλια
εξακόσια τυφέκια, χίλιες οκτακόσιες πιστόλες, τέσσερα μπαϊράκια, τριακόσια
σπαθιά, χίλια διακόσια άλογα και πολλές εκατοντάδες μουλάρια
Τίποτε όμως δεν μπορούσε να ισοφαρίσει τη
μεγάλη ζημιά , το χαμό του ηρωικού αρχηγού. Ο χαμός του Μάρκου αποτέλεσε
πραγματική εθνική συμφορά. Το επόμενο πρωινό, στις 10 Αυγούστου 1823, μια
πένθιμη Σουλιώτικη φάλαγγα έφθασε στο Μεσολόγγι. Προηγείτο ο Τούσας
Μπότσαρης,που μετέφερε στις πλάτες το άτυχο σώμα του Μάρκου. Λίγο πριν μπει
στην πόλη, έφτασε απεσταλμένος της αδελφής του Μάρως, για να μεταφερθεί στο
σπίτι της ο νεκρός. Εκεί, τον έπλυναν, τον λαμπροστόλισαν, και τον θρήνησαν με
αυτοσχέδια μοιρολόγια, με τα οποία επαινούσαν την παλικαριά και την ανδρεία
του.
Σε λίγη ώρα ξεκινούσε η κηδεία από το
σπίτι της Μάρως για την εκκλησία της Μητρόπολης. Η διάταξη της νεκρικής πομπής
θύμιζε εικόνες από τα ηρωικά έπη του Ομήρου. Μπροστά πήγαιναν οι αιχμάλωτοι τούρκοι
με δεμένα τα χέρια. Ύστερα τα άλογα των μπέηδων και των πασάδων με τα
χρυσοπλουμισμένα χράμια, και πίσω τους σκυμμένα προς τη Γη τα τούρκικα
μπαϊράκια. Ακολουθούσε ο κλήρος της περιοχής με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο.
Ύστερα θλιμμένοι οι σύντροφοι του έφεραν στους ώμους το φέρετρο, και δίπλα του
η αδελφή, οι συγγενείς, οι επίσημοι, και χιλιάδες ο λαός. Και η θλιβερή κηδεία
έκλινε με δύο χιλιάδες αλογομούλαρα φορτωμένα με τα όπλα και τα άλλα λάφυρα που
είχαν αποκομίσει από το τουρκικό στρατόπεδο. Πραγματική εικόνα θριάμβου. Μόνο
που ο θριαμβευτής ήρωας δεν έμπαινε στην πόλη για να δοξαστεί, αλλά για να
ταφεί.
Τάφηκε δίπλα στον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη,
εκεί που σήμερα βρίσκεται «ο κήπος των ηρώων». Και όταν τον κατέβαζαν στον
τάφο, τα κανόνια από τις ντάπιες του Μεσολογγίου τον αποχαιρετούσαν με τριάντα
τρεις κανονιές, όσα και τα χρόνια της ζωής του.
Μετά τον θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη
αρχηγός ανέλαβε ο Ζυγούρης Λάμπρου Τζαβέλας, που παρά την ηλικία του ήθελε να
δείξει ανάλογη μ’ αυτόν ευψυχία. Μετά τη μάχη του Κεφαλόβρυσου, έπιασε θέσεις
και περίμενε τον εχθρό στο ύψ Καλιακούδα, 4 ώρες νότια του Καρπενησίου. Οι
Σουλιώτες ενισχύθηκαν και με άλλους έλληνες μαχητές, και η συνολική δύναμη
ανήρχετο στους 2500 άνδρες. Η αμυντική θέση Καλιακούδα ήταν ισχυρότατη και
απόρθητη, και άντεξε σε επανειλημμένες επιθέσεις των τούρκων. Δυστυχώς 400
τούρκοι διάβηκαν στο νότιο μέρος της διάταξης αφύλακτο μονοπάτι και βρέθηκαν
στα νώτα των Ελλήνων. Την 28-8-1823 έγινε άγρια συμπλοκή σώμα με σώμα, στην
οποία έπεσε ενδόξως ο Ζυγούρης Λάμπρου Τζαβέλας με 150 παλικάρια.
Ο δρόμος για το Μεσολόγγι ήταν πλέον
ανοικτός για τον εχθρό, που επιχειρεί την Β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου ( Μέσα
Σεπτεμβρίου - τέλη Νοεμβρίου 1823 ). Το Μεσολόγγι όμως άντεξε και πάλι τις
επιθέσεις, που τώρα γινόταν με ενωμένες τις δυνάμεις του Μουσταφά πασά με αυτές
του Ομέρ Βρυώνη, που είχε εν τω μεταξύ καταφθάσει από την Άρτα.
Τις
σοβαρότατες δυσχέρειες που αντιμετώπιζαν οι Σουλιώτες του Μεσολογγίου από την
έλλειψη τροφών και χρημάτων ήλθε να μετριάσει η παρέμβαση του Λόρδου Βύρωνα,
που άφησε την τελευταία του πνοή την άνοιξη του 1824, βαθιά θλιμμένος από τις
κομματικές διαιρέσεις των αγωνιστών, τις υπερβολικές οικονομικές απαιτήσεις,
τις αταξίες των Σουλιωτών και την εν γένει χαλαρότητα. Τα γεγονότα αυτά δεν
επέτρεψαν την υποκίνηση νέας επαναστατικής αναταραχής στην Ήπειρο, όπως
επεδίωκε ο Αθαν. Ψαλίδας.
* Ο Γιώργος Γκορέζης είναι υποστράτηγος ε.α.,
αρθρογράφος,
συγγραφέας.
Διετέλεσε πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Στρατιωτικής Ιστορίας.-