Κεντρικός δρόμος μεγάλης ελληνικής πόλης. Οι ανώνυμοι έχουν γίνει απρόσωποι και τα βλέμματα χαμένα στην νιρβάνα της ανυπαρξίας και της παρακμής.
Αλήθεια ποιος ενδιαφέρεται να σώσει αυτόν τον τόπο ?
Οι πολιτικοί ενδιαφέρονται για τις καρέκλες τους. Οι ιεράρχες για τα αξιώματα και τα άμφια τους. Οι δικαστές για την προστασία των… δικών τους δικαιωμάτων.
Και ο κόσμος ? Αυτός για τις καφετιέρες, τα μπαράκια, τις διακοπές του, τα γυμναστήρια, (προπαντός η σιλουέτα), την εκκεντρική εμφάνιση καθώς ο καθένας θέλει να δείξει ότι είναι κάτι ξεχωριστό και φυσικά τα φιγουρατζίδικα κινητά και τετράτροχα.
Και παραδίπλα οι διάφοροι πατριδοκάπηλοι, ορθόδοξοκάπηλοι που «καίγοντια» για την τσέπη τους και απέναντι τους οι αμείλικτοι διώκτες κάθε πατριωτικής κίνησης με το «αυτοκόλλητο» του φασίστα και του ρατσιστή, μην τυχόν και μιλησεις για πατρίδα και Ορθοδοξία.
Υπάρχει κάποιος που ενδιαφέρεται να σώσει αυτόν τον τόπο που έγραψε τρισχιλιετή ιστορία, που κάποτε όταν έλεγες στο εξωτερικό ότι είσαι Έλληνας σου έβγαζαν το καπέλο ?
Σήμερα όταν λες ότι είσαι Έλληνας, αποσπάς ειρωνεία και χλευασμό.
Πριν λίγες μέρες κάποιος γνωστός ιεροκήρυκας φώναζε από τον κυριακάτικο άμβωνα με μεγαλόσχημο ύφος ότι ο Θεός επιτρέπει αυτό το κατάντημα μας γιατί δεν ξέρουμε πως μπορεί να μας…βγει σε καλό!
Όχι κύριε! Ο Θεός δεν τα επιτρέπει όλα αυτά. Εμείς τα επιτρέπουμε και η ευθύνη είναι δική μας για το κατάντημα μας και κανενός άλλου!
Η Κωνσταντινούπολη έπεσε από την πολιτική προδοσία και την θρησκευτική αποστασία.
Τα ίδια «μικρόβια» και σήμερα κατατρώγουν την Ρωμιοσύνη!
Δική μας ευθύνη η καταστροφή. Δική μας ευθύνη και η σωτηρία.
Οι υψηλόμισθοι, όσοι είχαν μεγάλες μειώσεις μισθών τα τελευταία χρόνια και οι «υψηλοσυνταξιούχοι» θα σηκώσουν το... βάρος της μεταρρύθμισης του Ασφαλιστικού, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ημερησία». Αυτό προκύπτει από τις βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου για το Ασφαλιστικό που σχεδιάζει να καταθέσει έως τα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας ο υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γιώργος Κατρούγκαλος.
Αν και η διαπραγμάτευση με τους Θεσμούς παραμένει «ανοικτή» για τις επικουρικές συντάξεις - με «επίδικο» την αύξηση της εισφοράς του 6% ως «ισοδύναμο» για να μην πληγούν από τις περικοπές οι συνταξιούχοι με μικρά ή μεσαία εισοδήματα - οι τελικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο θίγουν, σύμφωνα με το ρεπορτάζ:
Όλους τους απασχολούμενους - ασφαλισμένους που θα έχουν (ή θα δηλώνουν, αν είναι ελεύθεροι επαγγελματίες) αποδοχές πάνω από 1.200 ευρώ, αφού θα πληρώνουν υψηλότερες εισφορές και, συνταξιοδοτούμενοι, θα λαμβάνουν κύριες συντάξεις με πολύ μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης, σε σχέση με τους χαμηλόμισθους συναδέλφους τους.
Οι υψηλόμισθοι θα επιβαρυνθούν περισσότερο και από τα νέα ασφάλιστρα στα οποία περιλαμβάνεται και η αύξηση της εισφοράς στην επικουρική ασφάλιση (0,50% για τον εργοδότη και 0,50% για τον ασφαλισμένο σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο, αλλά για έξι χρόνια, αντί του 1,5% για τρία χρόνια).
Τους θεωρούμενους ως «υψηλοσυνταξιούχους», όσους δηλαδή συνταξιούχους με πολλά έτη ασφάλισης και υψηλές αποδοχές έχουν σήμερα, παρά τις μνημονιακές περικοπές, μεικτό εισόδημα από συντάξεις, κύριες και επικουρικές, άνω των 1.300 ευρώ μεικτά (υπολογίζεται ότι είναι 260.000). Σύμφωνα με την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης το 10% των «υψηλοσυνταξιούχων» θα δει νέες περικοπές στις επικουρικές συντάξεις, αφού η πολιτική απόφαση είναι «να μη μειωθεί καμία επικουρική συνταξιούχου με μεσαία ή μικρά εισοδήματα».
Μολονότι οι νέοι συντελεστές υπολογισμού του αναλογικού τμήματος της σύνταξης αυξάνονται όσο περισσότερα είναι τα χρόνια ασφάλισης, δίνοντας την εντύπωση ότι θα υπάρχει σχέση ανταποδοτικότητας εισφορών - παροχών, με την προσθήκη της εθνικής σύνταξης, τα τελικά ποσοστά αναπλήρωσης για τις κύριες συντάξεις που προκύπτουν ευνοούν μόνο τους χαμηλόμισθους.
Οι απώλειες για τις «νέες» (με τον καινούργιο τρόπο υπολογισμού) συντάξεις έναντι των «παλαιών» συντάξεων, ειδικά για τους προερχόμενους από το Δημόσιο, τις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες (όπου ίσχυαν υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης σε σχέση με το ΙΚΑ) φτάνουν έως το 25% και μπορεί να αγγίξουν το 30%. Οχι μόνο εξ αιτίας των νέων ποσοστών αναπλήρωσης, αλλά, και γιατί βάσει υπολογισμού θα αποτελούν από 1/1/2016 οι αποδοχές της τελευταίας 15ετίας που ενσωματώνουν τις μεγάλες μειώσεις αποδοχών από το 2009 και μετά.
Εντός 24 μόλις ωρών η Τουρκική Πολεμική Αεροπορία (THK) πραγματοποίησε ρεκόρ (!) υπερπτήσεων σε κατοικημένα νησιά, καταγράφοντας τέσσερις υπερπτήσεις στις Οινούσσες και μία στην Λέσβο. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχουν σημειωθεί τρεις υπερπτήσεις στις Οινούσσες με χρονική διαφορά δύο περίπου ωρών.
Η ΤHK συμπεριφέρεται σαν να προετοιμάζει την πρόκληση αεροπορικής εμπλοκής καθώς… δίνει χρόνο στα Ελληνικά μαχητικά να προσεγγίσουν στην περιοχή, έχοντας γνωστοποιήσει και επιβεβαιώσει κατ’ επανάληψη τον χώρο της προκλητικής υπέρπτησης.
Η τουρκική στάση δεν εκπλήσσει, καθώς εντάσσεται στην φαρέτρα των ενεργειών των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται όπως άλλωστε και οι ροές προσφύγων και λαθρομεταναστών ως εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.
Ήδη στο ΓΕΕΘΑ αλλά και στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας επικρατεί ένταση, ενώ πληροφορίες από το Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίες (ΑΤΑ) και τις κύριες πολεμικές μοίρες της ΠΑ δίνουν μια εικόνα ετοιμότητας προς αντιμετώπιση κάθε ενδεχομένου.
Την ίδια χρονική περίοδο εξελίσσεται η «συνεργασία» μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με το ΝΑΤΟ και τον FRONTEX, ενώ η τουρκική πλευρά έχει προχωρήσει και σε άλλες συγχρονισμένες κλιμακώσεις σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας.
Συγκεκριμένα, τουρκική εφημερίδα προέβαλλε με εντυπωσιακό τρόπο την «παράνομη» μετάβαση των ελληνικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών στην Κίναρο, την οποία περιλαμβάνει ως δήθεν τουρκικό νησί που έχει καταληφθεί από την Ελλάδα. Επίσης, εκδόθηκε ΝΟΤΑΜ αμφισβητώντας τα όρια επιχειρησιακής αρμοδιότητας για ανάληψη καθηκόντων έρευνας και διάσωσης στην περιοχή της Σάμου.
Είναι σαφές ότι το νέο-οθωμανικό καθεστώς των Ερντογάν-Νταβούτογλου προωθεί την αναθεωρητική γεωστρατηγική σχεδίαση σε βάρος της αυτοφινλανδοποιημένης χώρας μας. Όμως οφείλουμε να προειδοποιήσουμε για μια εισέτι φορά πως η τακτική «τζαρτζαρίσματος» την οποίαν επιβάλλουν στο Αιγαίο, παρουσιάζει πλέον τέτοια ποιοτικά χαρακτηριστικά σε επίπεδο προκλήσεων, τα οποία δείχνουν πως η Άγκυρα πιθανότατα επιδιώκει ένα συμβάν στο Αιγαίο.
Επίσης, ας μην λησμονούμε πως οι τουρκικές αρχές έχουν πραγματοποιήσει ιδιόμορφες ασκήσεις με τη συμμετοχή μονάδων των ειδικών δυνάμεων, στο πλαίσιο σεναρίου αντιμετωπίσεως περιστατικού έρευνας και διάσωσης ναυαγών, παρέμβασης της Τουρκικής Ακτοφυλακής και ένοπλης περιφρούρησης τους με σκοπό την αποτροπή ή και παρεμπόδιση μιας ξένης δύναμης που θα επιχειρούσε να ενεργήσει στον χώρο.
Η τουρκική ηγεσία έδωσε σήμερα ένα σαφέστατο στίγμα των προθέσεών της, αναμένοντας να καταγράψει τις ελληνικές αντιδράσεις, οι οποίες περιορίζονται σε διπλωματικά διαβήματα και ενημέρωση των συμμαχικών χωρών.
«Εθιμικό δίκαιο υπερπτήσεων» επιβάλλει η Άγκυρα στην Αθήνα
Ωστόσο, η νέα αυτή τακτική των πολλαπλών παραβιάσεων και υπερπτήσεων συγκεκριμένων και επιλεγμένων κατοικημένων νησιών, τα οποία περιλαμβάνονται στην διαβόητη λίστα των διεκδικούμενων από την Τουρκία «γκρίζων ζωνών», εισάγει μια νέα παράμετρο πολύ πιο επικίνδυνη. Η Ελληνική πλευρά θα πρέπει να αναμένει πρόκληση και στο θαλάσσιο χώρο, εστιάζοντας την προσοχή της στην έρευνα και διάσωση, όπου η Άγκυρα δεν θα αργήσει να πραγματοποιήσει ενέργεια.
Συμπερασματικώς, η Ελληνική στάση τις τελευταίες δεκαετίες – ιδιαιτέρως μετά από τα Ίμια – τόσο σε διπλωματικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο, σε συνδυασμό με την συνεχή αποδυνάμωση της εθνικής ισχύος και κυρίως της στρατιωτικής, έχει συντελέσει στη δημιουργία ενός «εθιμικού δικαίου υπερπτήσεων», τις οποίες απλώς υφίσταται και αποδέχεται μη διαθέτουσα την αποτρεπτική ισχύ για να τις εμποδίσει.
Η Άγκυρα επιτυγχάνει μια αξιοσημείωτη «νίκη» παρουσία του ΝΑΤΟ, την οποία τα ελληνικά ΜΜΕ επικοινωνιακώς την αναδεικνύουν παράλληλα με την έμπρακτη αδυναμία της Αθήνας να αντιδράσει, σε μια συγκυρία όπου η κοινή γνώμη ασχολείται με την οικονομική κρίση και το προσφυγικό ζήτημα. Η κάθετη αυτή αύξηση της εντάσεως πραγματοποιείται ολίγες μόνον ημέρες μετά από την έκτακτη σύγκλιση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της γείτονος, μετά από την επιστροφή Ερντογάν από τις ΗΠΑ.
Ενδεχόμενη συνέχιση, ή ακόμη και εντατικοποίηση αυτής της τακτικής της ασκήσεως πιέσεως στην Ελλάδα, θα δημιουργήσει έντονη δυσφορία στην ελληνική κοινή γνώμη αλλά και στην κυβέρνηση.
Φαίνεται ότι οι νέο-οθωμανοί μάλλον εμφανώς ενοχλημένοι από την Αμερικανική στάση έναντι του θεόσταλτου ηγέτη τους και την συνεπακόλουθη διάψευση της γεωστρατηγικών προσδοκιών τους στην Συρία, την υποστήριξη των ΗΠΑ και Ισραήλ προς τους Κούρδους της Συρίας και την σύσφιξη των στρατιωτικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος-ΗΠΑ-Ισραήλ (σ.σ. βλ πρόσφατη άσκηση «Ηνίοχος 2016» της ΠΑ), επιχειρούν να διευρύνουν το πεδίο των διαπραγματεύσεων με την υπερδύναμη, εντάσσοντας στο επίπεδο των δυνητικών απειλών και την πιθανότητα ενός «ατυχούς» συμβάντος.
Εκτός βεβαίως κι αν η προηγούμενη αναφορά αποτελεί απλώς μια αισιόδοξη και μετριοπαθή ανάλυση της αναβαθμισμένης υπό το πρίσμα των σοβαρών γεωστρατηγικών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, τουρκικής στρατηγικής…
Η Τουρκία αναβαθμίζει το επίπεδο των προκλητικών της ενεργειών στο Αιγαίο και κλιμακώνει τις κινήσεις αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας. Η κατάσταση είναι άκρως επικίνδυνη και σοβαρή. Η Τουρκία αναζητά μία διέξοδο στα δικά της προβλήματα και ταυτόχρονα επιδιώκει να κερδίσει σε βάρος μας και μάλιστα τώρα που εμείς βρισκόμαστε σε προφανή αδυναμία.
Τις τελευταίες ημέρες το θερμόμετρο της έντασης στο Αιγαίο ανεβαίνει διαρκώς, με τα τουρκικά αεροσκάφη να πετούν διαρκώς πάνω από τα κεφάλια των ανθρώπων στις Οινούσσες. Κάτι το οποίο συμβαίνει καθημερινά δεν είναι «λάθος», ούτε προϊόν κάποιας μεμονωμένης ενέργειας ακραίων κύκλων. Είναι σαφές ότι πρόκειται για επιτελικό σχέδιο. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι τους στόχους αυτού του σχεδίου.
Πληροφορίες μας αναφέρουν ότι η προκλητικότητα των Τούρκων δεν περιορίζεται μόνο στον αέρα κι αυτό είναι το γεγονός που ανησυχεί την Ελληνική πλευρά. Το αντικειμενικό πρόβλημα είναι ότι τα έχουμε καταφέρει να τα κάνουμε μπάχαλο και σε αυτό τον τομέα.
Οι Ελληνικές κυβερνήσεις δέχτηκαν από την πρώτη ημέρα των μνημονίων την μείωση των στρατιωτικών δαπανών, ελπίζοντας ότι η Ευρώπη θα προστατεύσει τα ελληνικά σύνορα, θεωρώντας τα και ευρωπαϊκά σύνορα. Ήταν μία λαθεμένη απόφαση.
Όπως και λαθεμένη ήταν η πρόσφατη απόφαση να εμπιστευτούμε την ασφάλειά μας στο ΝΑΤΟ. Σε αντίθεση με ό,τι ήλπιζαν Έλληνες αξιωματούχοι, το ΝΑΤΟ δεν μπορεί ή δεν θέλει να σταματήσει την τουρκική επιθετικότητα.
Αλλά και οι Τούρκοι βρίσκουν και τα κάνουν. Τους έχουμε δώσει κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ότι εδώ μπορούν να εκτονώσουν τα δικά τους εσωτερικά προβλήματα, αφού δεν μπορούν να το κάνουν με τους Ρώσους ή με τους Κούρδους. Ας μην ξεχνάμε ότι μόλις πρόσφατα ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει ότι στην θάλασσα δεν υπάρχουν σύνορα. Και μέχρι πρότινος πολλά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος έλεγαν ότι δεν μας χρειάζονται οι στρατιωτικές δαπάνες. Μπορεί ο κ. Καμμένος να είχε τελικά άλλη άποψη, αλλά κι αυτός ξόδεψε πόρους σε αεροπλάνα αντίκες. Αλλά ας μην ανοίξουμε κι αυτή την συζήτηση και μάλιστα σε αυτή την κρίσιμη φάση.
Η ουσία είναι ότι η Τουρκία δείχνει να έχει κάνει κάποιες επιλογές που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με την λογική. Δεν ξεκινάει κανείς να αμφισβητεί ευθέως και κάθε μέρα τα κυριαρχικά δικαιώματα ενός άλλου κράτους απλά και μόνο για να σκοτώσει την ώρα του ή για να μετρήσει τις αντιδράσεις των αντιπάλων. Κι είναι βέβαιο ότι τα λάθη, ακόμη και τα πιο μικρά, κοστίζουν σε αυτές τις περιπτώσεις. Χρειάζεται προσοχή, σοβαρότητα και ενότητα.
Προηγείται η αποδοχή του ότι η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει, πως η πολιτική της υποτέλειας δεν αποδίδει, ότι τα μνημόνια δεν είναι η λύση και πως πρέπει να υποστούμε σήμερα τις συνέπειες, αφού αύριο θα είναι πολύ πιο επώδυνες – ηχητικό
.
«Κανένας δεν μπορεί να καταλάβει γιατί αυτή η κυβέρνηση συνηθίζει πρώτα να υπογράφει μνημόνια και στη συνέχεια να διαπραγματεύεται – όταν όλοι οι υπόλοιποι στον πλανήτη κάνουν ακριβώς το αντίθετο.Εκτός αυτού, γιατί συνεχίζει το «παιχνίδι της όρνιθας», τη θεωρία των παιγνίων, αφού δεν έχει απολύτως κανένα όπλο στη διάθεση της, οπότε είναι καταδικασμένη να χάσει – επειδή σπάνια εκβιάζεις απειλώντας με τη δική σου αυτοκτονία» (πηγή).
.
Άποψη
Δυστυχώς συνηθίζουμε κάθε φορά, μετά από σωρεία λαθών που μας οδηγούν σε νέα αδιέξοδα, να ισχυριζόμαστε πως τη δεδομένη στιγμή δεν υπάρχουν άλλες λύσεις – άρα αυτό που μας απομένει είναι η πιστή εφαρμογή των μνημονίων των δανειστών, τα οποία όμως ανέκαθεν διαστρεβλώνουμε.
Εν προκειμένω με την έννοια πως αποφεύγουμε συστηματικά τις σωστές διαρθρωτικές αλλαγές (εξυγίανση των Θεσμών, καταπολέμηση της πολιτικής διαφθοράς, της διαπλοκής και του πελατειακού κράτους, κατάργηση της γραφειοκρατίας, σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα, φιλικό επιχειρηματικό πλαίσιο κοκ.),επικεντρωνόμενοι στην υπερβολική άνοδο των φόρων – με αποτέλεσμα να αυξάνονται συνεχώς τα δημόσια χρέη, καθώς επίσης τα ιδιωτικά (έχουν υπερβεί ήδη τα 330 δις € από σχεδόν αμελητέα πριν την κρίση), λόγω των οποίων δεν πρόκειται ποτέ να διενεργηθούν επενδύσεις, οπότε να ακολουθήσει η ανάπτυξη.
Εάν αναρωτιόμαστε τώρα γιατί δεν επενδύουν οι ξένοι, τότε αγνοούμε το βασικότερο επιχειρηματικό κανόνα – σύμφωνα με τον οποίο κανένας δεν τοποθετεί τα χρήματα του εκεί που προβλέπει με ασφάλεια ότι θα ζημιωθεί. Ειδικότερα, σε μία χώρα που δεν είναι πλέον ανταγωνιστική, οπότε δεν μπορεί να εξάγει, ενώ ταυτόχρονα η ζήτηση στο εσωτερικό της καταρρέει – αφού μειώνονται συνεχώς τα εισοδήματα, καθώς επίσης η αγοραστική τους αξία λόγω των φόρων. Πόσο μάλλον όταν προβλέπονται εσωτερικές αναταραχές και εξεγέρσεις, αλλαγή του νομίσματος, πολιτικό χάος, χρεοκοπία κοκ.
Σε μία τέτοια περίπτωση, ακόμη και όταν μπορεί κάποιος να αγοράσει σε εξευτελιστικές τιμές επιχειρήσεις, ακίνητα ή οικόπεδα δεν το κάνει – αφενός μεν επειδή υπολογίζει πως θα συνεχιστεί η καθοδική πορεία των τιμών, αφετέρου λόγω του ότι δεν προβλέπει κέρδη από την επένδυση του, αλλά ζημίες.
Όταν βέβαια οι τιμές φτάσουν στο ναδίρ, ενώ η χώρα θα έχει μετατραπεί σε μία ειδική οικονομική ζώνη χαμηλού εργατικού κόστους, χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα ανάκτησης της εθνικής της κυριαρχίας,τότε οι ξένοι θα επενδύσουν – εκμεταλλευόμενοι το φυσικό, υπόγειο, ιστορικό και λοιπό πλούτο της πατρίδας μας, τον οποίο δεν μπορέσαμε ποτέ να εκτιμήσουμε.
Εάν το είχαμε κάνει, τότε δεν θα εκλέγαμε το 2009 αυτόν που μας υποσχέθηκε ότι «λεφτά υπάρχουν» – αλλά είτε θα μηδενίζαμε μόνοι μας το χρέος μας (ανάλυση), είτε θα επιλέγαμε τη χρεοκοπία, αντί να οδηγηθούμε στο ΔΝΤ. Το ίδιο ισχύει επίσης για τη σημερινή κυβερνητική επιλογή μας – για αυτούς που ενώ υποσχέθηκαν την εύρεση μίας ριζικής λύσης ή τη ρήξη, μας οδήγησαν στην παγίδα του δημοψηφίσματος, στο κλείσιμο των τραπεζών, στο χειρότερο μνημόνιο όλων των εποχών, καθώς επίσης στο ξεπούλημαολόκληρου του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσω του οποίου θα λεηλατηθεί τελικά η ιδιωτική περιουσίατων Ελλήνων.
Περαιτέρω, πάντοτε υπήρχαν και υπάρχουν λύσεις για την Ελλάδα, αρκεί να εκπονηθεί ένα δικό της πρόγραμμα. Οι λύσεις βέβαια αυτές, όταν καθυστερούν και δεν υιοθετούνται έγκαιρα, είναι συνεχώς πιο επώδυνες – έχουν δηλαδή μεγαλύτερο υλικό και ανθρώπινο κόστος. Στα πλαίσια αυτά, η λιγότερο οδυνηρή λύση σήμερα για την Ελλάδα είναι εν πρώτοις η επίσημη αποδοχή της χρεοκοπίας της – η οποία είναι πλέον πέραν κάθε αμφιβολίας.
Ειδικότερα, τόσο το δημόσιο, όσο και το ιδιωτικό χρέος της πλησιάζουν έκαστο στο 200% του ΑΕΠ. Εάν δε συνυπολογίσει κανείς το ασφαλιστικό, το οποίο το 2012 υπολογιζόταν στο 475% του ΑΕΠ (πηγή), τις χρεοκοπημένες τράπεζες, την απώλεια των περιουσιακών μας στοιχείων (καταθέσεις, τιμές ακινήτων), καθώς επίσης την καταστροφή του παραγωγικού μας ιστού, τότε έχουμε καταρρίψει κάθε προηγούμενο ρεκόρ υπερχρέωσης και κυλιόμενης πτώχευσης στην παγκόσμια ιστορία.
Στη συνέχεια, αφού η χώρα μας αποδεχθεί επίσημα τη χρεοκοπία της, οφείλει να προβεί σε στάση πληρωμών εντός της Ευρωζώνης (ανάλυση) – αφενός μεν επειδή δεν μπορεί να την εγκαταλείψει μονομερώς (η συμμετοχή στο ευρώ είναι αμετάκλητη, οπότε προϋποθέτει την έξοδο από την ΕΕ που θεωρείται πως διαρκεί δύο χρόνια), αφετέρου λόγω του ότι, αποκλεισμένη εντελώς από τις αγορές, θα αντιμετώπιζε θανατηφόρα προβλήματα (άρθρο μας).
Σε μία τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα πιθανότατα θα εκβιαζόταν από την ΕΚΤ, με το σταμάτημα της παροχής ρευστότητας στο τραπεζικό της σύστημα – παρά το ότι πρόκειται για μία άκρως παράνομη ενέργεια (άρθρο), όπως είχαμε τονίσει όταν έκλεισε τις τράπεζες μας. Εν τούτοις, δεν έχουμε άλλη λύση, από το να αναλάβουμε το ρίσκο, ειδικά αφού η ρευστότητα στη χώρα μας είναι ελάχιστη και οι καταθέσεις ανύπαρκτες – ενώ υπάρχει η δυνατότητα εθνικοποίησης των τραπεζών, για να είναι λιγότερο καταστροφικές οι συνέπειες του εκβιασμού της ΕΚΤ.
Η επόμενη ενέργεια μας είναι η διαπραγμάτευση μίας μεγάλης διαγραφής του δημοσίου χρέους με την ευρωπαϊκή Τρόικα – κάτι που είναι δυνατόν να συμβεί «αναίμακτα» μέσω της ΕΚΤ, εάν αγόραζε και πάγωνετα ομόλογα μας σταδιακά, κάθε φορά που κάποια θα καθίσταντο ληξιπρόθεσμα.
Αμέσως μετά η διαγραφή ή το πάγωμα μέσω κάποιας «κακής τράπεζας» (bad Bank) ενός αντίστοιχα μεγάλου μέρους εκείνου του ιδιωτικού χρέους που είναι αδύνατον να πληρωθεί – με την ταυτόχρονη μεταφορά των ενυπόθηκων κόκκινων δανείων στην ίδια ή σε κάποια άλλη επίσης κρατική τράπεζα, για να διακανονισθούν ορθολογικά, χωρίς να γίνουν βορά των κερδοσκόπων οι Έλληνες.
Έτσι θα μπορούσε να αποκατασταθεί η πιστοληπτική ικανότητα του δημοσίου και ιδιωτικού μας τομέα – οπότε να μπορούν να δανείζονται και οι δύο τομείς, να ακολουθήσει η ανάπτυξη, καθώς επίσης να εξυπηρετούνται τα εναπομείναντα χρέη.
Εάν βέβαια παραμείνει ανένδοτη η Τρόικα, παρά το ότι πλέον ακόμη και το ΔΝΤ τάσσεται υπέρ της γενναίας διαγραφής χρέους (εμείς εννοούμε πάντοτε ονομαστική), τότε δεν μπορούμε παρά να υποστούμε τις όποιες συνέπειες, μένοντας σταθεροί στη θέση μας – έχοντας τη βεβαιότητα ότι κάνουμε το σωστό, πως δεν υπάρχει άλλη λύση, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των χρεών μας, ειδικά τα ιδιωτικά, δεν οφείλονται σε εμάς, αλλά στην λανθασμένη (εάν όχι σκόπιμα) πολιτική των μνημονίων που μας επιβλήθηκε (ανάλυση).
Φυσικά θα πρέπει προετοιμασθεί άμεσα ένα αναλυτικό σχέδιο εκτάκτου ανάγκης, για το χρονικό διάστημα μετά τη στάση πληρωμών – όπου με τα όποια πρωτογενή πλεονάσματα μας θα διενεργούνταν δημόσιες επενδύσεις, αφού δεν θα πληρώναμε καθόλου τόκους και χρεολύσια, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μας θα διατηρούταν θετικό, οι τράπεζες θα λειτουργούσαν μόνο με τα χρήματα που ήδη κυκλοφορούν, θα επιταχυνόντουσαν οι πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία μας κοκ.
Παράλληλα, απαιτείται επίσης ένα σχέδιο επιστροφής στο εθνικό μας νόμισμα, εάν μας αναγκάσουν με κάποιο τρόπο να το υιοθετήσουμε – σε καμία περίπτωση όμως η κυκλοφορία ενός παράλληλου νομίσματος ή υποσχετικών πληρωμής (IOU), παρά το ότι είναι η κρυφή επιθυμία της Γερμανίας (θέλει να διεξάγει το πείραμα), αφού αυτό θα σήμαινε πως θα συνεχίζαμε τα ίδια λάθη, επιλέγοντας «μεσοβέζικες» λύσεις που απλά καθυστερούν την καταστροφή επιδεινώνοντας την.
Ολοκληρώνοντας, φυσικά δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί ένα αναλυτικό σχέδιο στη μικρή έκταση ενός άρθρου. Εν τούτοις, σε γενικές γραμμές αυτό θα όφειλε να είναι το εθνικό μας πρόγραμμα, κυρίως όμως να βρούμε κάποια στιγμή το θάρρος να παραδεχτούμε το αυτονόητο: το ότι η Ελλάδα έχει ήδη χρεοκοπήσει, πως η πολιτική των υποκλίσεων και της υποτέλειας δεν αποδίδει, ότι τα μνημόνια δεν είναι η λύση αλλά το πρόβλημα, καθώς επίσης πως πρέπει να υποστούμε σήμερα τις οδυνηρές συνέπειες της πτώχευσης – αφού αύριο θα είναι πολύ πιο επώδυνες.
Μοναδική εξαίρεση θα ήταν ίσως ο μονεταρισμός των χρεών ολόκληρης της Ευρωζώνης από την ΕΚΤ, έτσι ώστε να ακολουθήσει η δημοσιονομική και πολιτική ένωση της – κάτι που δεν είναι απίθανο, οπότε δεν θα έπρεπε να λείπουμε, αλλά εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί. Ακολουθεί η σημερινή συζήτηση του κ. Βιλιάρδου με τον κ. Σαχίνη, σχετικά με την επικαιρότητα – σε συνθήκες έντασης όμως, αφού η κυβέρνηση κάνει ξανά τα ίδια λάθη με το 2015, προσπαθώντας να εκβιάσει την Ευρώπη με την αυτοκτονία της χώρας και με το μεταναστευτικό.