Πηγή: Defencenet.gr (
εδώ)
ΓΕΝΕΤΙΚΗ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ, ΚΑΙ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΨΕΥΔΟΥΝ
Το δεύτερο ήμισυ του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. αναπτύχθηκε από τον Γάλλο Coeurdoux (1767), τον Άγγλο William Jones (1786) και από τους Γερμανούς Fr. Schlegex (1772-1829) και Fr. Bopp (1791-1867) η θεωρία των Ινδοευρωπαίων, η οποία εξυπηρετούσε τις αποικιοκρατικές χώρες.
Κατά την θεωρία αυτή άνθρωποι από την Ινδία προχώρησαν προς την Ευρώπη και την 3η π.Χ. χιλιετία έφθασαν στα Ουράλια όρη και άλλοι προχώρησαν προς την Δ. Ευρώπη και άλλοι από το 2000 π.Χ. άρχισαν να κατεβαίνουν στο νότιο τμήμα της Βαλκανικής χερσονήσου ως Ίωνες, το 1800 π.Χ. ως Αχαιοί και το 1100 π.Χ. ως Δωριείς
.Αργότερα θεωρήθηκε ως κοιτίδα των Ινδοευρωπαϊκών ή Ιαπετικών λαών (συμπεριλαμβάνονται εκτός από τους Ευρωπαίους και τους Ινδούς και οι Αρμένιοι, Πέρσες και Αφγανοί) η βόρεια ή κεντρική Ευρώπη και άλλοι προχώρησαν προς ανατολάς έως την Ινδία και άλλοι διά της κοιλάδας του Αξιού έως τον ελλαδικό χώρο.
Γι’ αυτό υπάρχουν κοινές λέξεις. Π.χ. μήτηρ (δωρ. μάτηρ) λατιν. mater ινδ, mata πατήρ pater pita ναυς, αιτ. vaFa (νήα) navis, naven naus, navan δύο duo dua τρία tria tri επτά septen sapta βους bos gaiis
Πάρα πολλές όμως αρχαίες ελληνικές λέξεις δεν έχουν αντίστοιχες στις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και πολλοί επιστήμονες, και επειδή δεν βρέθηκαν αρχαιολογικά ευρήματα κοινής ινδοευρωπαϊκής τεχνοτροπίας, δεν αποδέχθηκαν ποτέ την ινδοευρωπαϊκή θεωρία. Π.χ. ο J. Mucke δέχεται ότι οι Έλληνες είναι αυτόχθονες, θεωρεί παράλογη την θεωρία αυτή, αφού κανείς δεν γνωρίζει την αρχική κοιτίδα των Ινδοευρωπαίων και «λαός ούτινος αγνοούμεν τον τόπο οικήσεως, αποτελεί διά την γεωγραφίαν ακατάληπιον εμφάνισιν1».
Πιστεύει ότι οι Έλληνες γεννήθηκαν βραδέως στην Ελλάδα, όπως και η γλώσσα τους. Από την επίδραση των μικρών αρχικώς ομάδων και των γλωσσών τους, έπειτα από τις μεγαλύτερες ομάδες και τις διαλέκτους τους εμφανίζεται λαός συμπαγής και ενιαία εθνική γλώσσα.
Από τις διαλέκτους γεννάται εθνική γλώσσα, ουδέποτε από την εθνική γλώσσα γεννώνται διάλεκτοι. Την ινδοευρωπαϊκή θεωρία απορρίπτουν και πρόσφατες έρευνες του DNA, που έγιναν από πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής, στις οποίες συμμετείχε και το Αριστοτέλειο2 Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και είχαν απώτερο σκοπό να διερευνηθούν οι βιολογικές ρίζες των ευρωπαϊκών πληθυσμών.
Οι έρευνες απέδειξαν ότι οι Έλληνες κατά 75-80% έχουν παλαιολοθική προέλευση έως 80.000 έτη πριν και κατά 20-25% νεολιθική 9.000-3.000 π.Χ. και η γενετική σύσταση και των Μακεδόνων κατά 99.6% είναι καυκάσια (λευκή) και μόνον 0.04% μη λευκή.
Επομένως όλα τα γενετικά στοιχεία συνηγορούν για την γενετική συνέχεια των κατοίκων της Ελλάδος με ελάχιστες επιμιξίες από τους γειτονικούς πληθυσμούς και καμία επίδραση από μογγολικούς και νέγρικους λαούς.
Κατά την νεολιθική εποχή μετακινήθηκαν άνθρωποι από την Ασία προς την Ευρώπη αλλά από τις περιοχές έως και την Περσία, όπως μετακινήθηκαν και από την Ελλάδα και την Μ. Ασία περίπου 5-20% προς το εσωτερικό της Ασίας. Από την Ινδία προς την Ευρώπη μετακινήθηκαν μόνον το 1,000 μ.Χ. και αυτοί είναι οι Αθίγγανοι.
Οι έρευνες του DNA απέδειξαν ότι και οι άλλοι Ευρωπαίοι κατά 80% έχουν παλαιολιθική προέλευση και έχουμε τρία διαφορετικά κύματα μετακινήσεων, που αντιστοιχούν στις παγετωνικές περιόδους από 50.000-9.000 έτη π.Χ. Δηλαδή κατά τις παγετωνικές περιόδους ο ανθρώπινος πληθυσμός είχε μεγάλες απώλειες και για. να επιβιώσει κατέφευγε σε τρεις περιοχές, σε τρία κέντρα, στην Βαλκανική, στην Ουκρανία και στην Ιβηρική χερσόνησο στην χώρα των Βάσκων.
Στην Ιταλία δεν κατέφευγε, επειδή έπρεπε να περάσει τις Αλπεις.
Όταν βελτιωνόταν το κλίμα μετακινούνταν εκ νέου προς την Κεντρική Ευρώπη. Το υπόλοιπο 20% και των άλλων Ευρωπαίων έχει νεολιθική προέλευση 9.000-3.000 έτη π.Χ, και προέρχεται από την Εγγύς Ανατολή και την Ν. Βαλκανική. Επομένως οι πεδιάδες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας πρέπει να ήταν η κοιτίδα εξαπλώσεως των κατοίκων της Ευρώπης την νεολιθική εποχή και οι γυναίκες μετακινήθηκαν κυρίως μέσω της κοιλάδας του Αξιού, ενώ οι άνδρες μετακινήθηκαν κυρίως με πλοία στα παράλια της Ιταλίας, Γαλλίας και Ισπανίας και μετέφεραν τον τότε πολιτισμό τους.
Γι’ αυτό έως την 8η π.Χ. χιλιετία το DNA των Ιταλών ήταν όμοιο με των Ελλήνων, ο ένας στους τέσσερις κατοίκους της Ν. Ιταλίας (Μεγάλης Ελλάδος) σήμερα έχει την σφραγίδα του DNA των Ελλήνων. Και οι Βάσκοι θεωρούν τους Έλληνες πολύ μακρινούς συγγενείς.
Οι έρευνες του DNA επιβεβαιώνουν και τις αρχαιολογικές έρευνες, οι οποίες απέδειξαν ότι στον ελλαδικό χώρο υπάρχει συνεχής ανθρώπινη παρουσία, διότι περίπου πριν 100.000 έτη έχουμε κατοίκηση ανθρώπων στην Θεσσαλία3, πριν 50.000-45.000 έτη στην Θεόπετρα Τρικάλων, πριν 35.000 έτη στον Κοκκινόπηλο της Ηπείρου και μετά το 30.000 έτη έχουμε πολύ περισσότερα αρχαιολογικά ευρήματα κατοικήσεως ανθρώπων στον ελλαδικό χώρο.
Στον Κοκκινόπηλο της Ηπείρου βρέθηκε και η αρχαιότερη έως σήμερα λιθοτεχνία και η τεχνική των λεπίδων ήταν μεγάλη τεχνολογική ανακάλυψη, διότι οι άνθρωποι είχαν καλά βέλη, με τα οποία σκότωναν εκ του μακρόθεν τα άγρια ζώα και δεν κινδύνευαν, οστέινες βελόνες με οπή για την συρραφή των δερμάτων, οστέινα περιδέραια, βραχιόλια, γλυπτά αντικείμενα, ζωγραφιές. Η αρχαιολογική σκαπάνη ανακάλυψε στο Ρομανέλι της Απουλίας στην Ιταλία όμοια λιθοτεχνία περίπου πριν 25.000 έτη και οι αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι δημιουργήθηκε από ανθρώπους που κινήθηκαν από τον ελλαδικό χώρο προς την Δύση, το οποίο επιβεβαίωσαν και οι πρόσφατες έρευνες του DNA.
Αφού μετέφεραν τον πολιτισμό τους, δεν θα μετέφεραν στην Δύση και την γλώσσα τους; Την ίδια εποχή έχουμε και την ανάπτυξη δύο πολιτισμών, του Aurignaciam (35.000 έτη πριν) και του Gravetian (25.000 έτη πριν). Οι πολιτισμοί αυτοί πιστεύουν οι ειδικοί ότι αναπτύχθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη και αργότερα και στην Δυτική. Οι άνθρωποι της εποχής αυτής ήταν κυνηγοί, αλλά τα καλλιτεχνικά δημιουργήματά τους, ζωγραφιές ζώων στα σπήλαια και αγάλματα, ήταν εξαιρετικά.
Και η μυθολογία, η οποία συνεχώς αποδεικνύεται ιστορία, όπως απέδειξαν οι ανασκαφές του Σλήμαν στην Τροία και τις Μυκήνες, του Έβανς στην Κρήτη κ.ά., αναφέρεται στην πανάρχαια μετακίνηση των Ελλήνων προς την Δύση.
Μετά τον 3° κατακλυσμό, τον του Δευκαλίωνος, ο οποίος έγινε γύρω στο 10.000 π.Χ., ο Δευκαλίων με την Πύρρα για να σωθούν κατέφυγαν στην Όρθυ ή τον Παρνασσό ή τον Αθω ή την Αίτνα. Και ο Πλάτων αναφέρει κυρίως στο έργο του Τίμαιος ότι οι Έλληνες είχαν σημαντικό πολιτισμό, ο οποίος καταστράφηκε εξαιτίας του κατακλυσμού αυτού. Αναφέρεται και με τους άθλους του Ηρακλέους, ο οποίος όταν βρισκόταν στην Ευρώπη απέκτησε δύο υιούς, τον Κέλτο ή Κελτό και τον Γαλάτη, τους μετέπειτα γενάρχες των ευρωπαϊκών λαών. Αναφέρεται και με άλλους μύθους.
Η μυθολογία αναφέρεται και στην μετακίνηση ανθρώπων από την Ελλάδα και την Μ, Ασία προς την Ασία κατά την νεολιθική εποχή.
Κατά έναν μύθο ο Δίας μετέφερε τον Διόνυσο στην Ινδία για να τον σώσει από την ζήλεια της Ήρας και εκεί τον ανέθρεψαν, νύμφες. Ο Δίας φόνευσε και τον Ινδό, τον ήρωα των Ινδών. Αργότερα ο θεός Διόνυσος έκανε εκστρατεία στην Ινδία, την οποία υπέταξε με την δύναμη των όπλων αλλά και την μυστική δύναμή του και υπήρχε πόλη Νύσα στην Ινδία (περιοχή της σημερινής επαρχίας Καμντές του Αφγανιστάν), η οποία κατά την παράδοση των κατοίκων της κτίσθηκε από τον Διόνυσο προς τιμή της τροφού του νύμφης Νύσας και «εις μνημόσυνον της αυτού πλάνης τε και νίκης»4.
Και το γειτονικό βουνό το ονόμασε Μηρό εις ανάμνηση του γεγονότος ότι ο πατέρας του Δίας, μετά τον θάνατο της μητέρας του Σεμέλης, τον έκρυψε στον μηρό του έως ότου έγινε εννέα μηνών. Απόδειξη ότι η πόλη κτίσθηκε από τον Διόνυσο ήταν η δάφνη και ο κισσός που φύτρωνε στον Μηρό5, ενώ δεν φύτρωνε σε άλλο σημείο της Ινδίας.
Γι’ αυτό όταν έφθασε εκεί ο Μ. Αλέξανδρος την μεν πόλη σεβάσθηκε, τους δε κατοίκους της κατέστησε φίλους και συμμάχους. Ο δε Στέφανος Βυζάντιος γράφει: «Νύσαι πόλεις πολλαί… Εβδόμη εν Ινδοίς».
Ο Αρριανός επίσης αναφέρει ότι όταν ο Μ. Αλέξανδρος θα εξεστράτευε στην Αραβία πληροφορήθηκε ότι εκεί τιμούσαν δύο θεούς, τον Ουρανό και τον Διόνυσο, τους οποίους θα γνώρισαν από τους μετακινηθέντες Έλληνες προς την Ασία. Η μυθολογία αναφέρει επίσης ότι ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγεύς, ο πατέρας του Θησέως, όταν η Μήδεια μετά τον θάνατο των παιδιών της κατέφυγε στην Αθήνα την παντρεύθηκε και απέκτησαν έναν υιό, τον Μήδο.
Επειδή η Μήδεια επιβουλευόταν τον Θησέα αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει με τον Μήδο την Αθήνα. Ο Μήδος νίκησε πολλούς βαρβάρους και την χώρα που κατέκτησε την ονόμασε Μηδία6, σκοτώθηκε όμως κατά την εκστρατεία στην Ινδία: «Μήδεια δε ήκεν εις Αθήνας κακεί… Αιγεί παίδα γεννά Μήδον.
Επιβουλεύουσα δε ύστερον Θησεί φυγάς εξ Αθηνών μετά του παιδός εκβάλλεται. Αλλ’ ούτος μεν πολλών κρατήσας βαρβάρων την υφ’ εαυτόν χώραν άπασαν Μηδίαν εκάλεσε, και στρατευόμενος επί Ινδούς απέθανε7».
Η Μηδία έγινε τμήμα της Περσίας και ο Ηρόδοτος8 γράφει ότι ο Ξέρξης, πριν εκστρατεύσει εναντίον της Ελλάδος, έστειλε κήρυκα να πείσει τους Αργείους να μείνουν ουδέτεροι, επειδή οι Πέρσες ήταν απόγονοι των Αργείων, αφού ο Πέρσης (Περσεύς) ο γενάρχης τους ήταν υιός του ομώνυμου ήρωα των Αργείων Περσέως και της Ανδρομέδας, της κόρης του Κηφέως.
Επομένως ισχύει η ρήση του Πλουτάρχου: «Ψαύει της αληθείας το μυθώδες», αφού και οι έρευνες του DNA βεβαιώνουν ότι από την Ελλάδα και την Μ. Ασία μετακινήθηκαν άνθρωποι έως την Περσία. Και στην Μ. Ασία από παλαιότατους χρόνους κατοικούσαν Έλληνες, γι’ αυτό υπάρχουν πολλά ελληνικά τοπωνύμια, όπως Όλυμπος9, Παρνασσός, Πίνδος, Πήδασος, Λάρισα κ.ά.
Γι’ αυτό και τώρα, παρά την φυγή των Ελλήνων πριν και μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως την 29η Μαΐου 1453, παρά τα δεινά των Ελλήνων κατά την τουρκοκρατία, παρά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών, 5-20% των κατοίκων είναι Έλληνες ή Φρύγες. Και οι Φρύγες όμως έφυγαν από την Θράκη ίσως την 3η π.Χ. χιλιετία και εγκαταστάθηκαν στην Μ. Ασία, γι’ αυτό και ο Ορφεύς ήταν Θράξ, ο Πέλοψ ήταν Φρύξ, και οι δύο όμως ήταν Έλληνες.
Και η ιστορία, συνεπικουρούμενη και από τα αρχαιολογικά ευρήματα, διαψεύδει την ινδοευρωπαϊκή θεωρία.
Ο Ισοκράτης (436-338 π.Χ.) γράφει: «Την πάλιν ημών αρχαιοτάτην είναι … και παρά πάσιν ανθρώποις ονομαστοτάτην … Ταύτην γαρ οικούμεν ουχ ετέρους εκβαλόντες, ουδ’ ερήμην καταλαβόντες, οκ εκ πολλών εθνών μιγάδες συλλεγέντες, αλλ’ ούτω καλώς και γνησίως γεγόναμεν ώστ’ εξ ήσπερ έφυμεν, ταύτην άπαντα τον χρόνον διατελούμεν, αυτόχθονες όντες»10. Και ο Διογένης Λαέρτιος (30ς ; αι. μ,Χ.) συμπληρώνει: «Λανθάνουσα δ’ αυτούς τα των Ελλήνων κατορθώματα, αφ’ ων μη ότι γε φιλοσοφία, αλλά και γένος ανθρώπων ήρξε, βαρβάρους προσάπτοντες».
Και ο Ηρόδοτος (484-410 π.Χ.) γράφει ότι οι Δωριείς είναι οι Μακεδόνες: «Εί μεν γαρ Δευκαλίωνος βασιλέως οίκεε γην την Φθιώτιν, επί δε Δώρου του Έλληνος την υπό Όσσαν τε και τον Όλυμπον χώρην, καλεομένην δε Ιστιαιώτιν. Εκ δε Ιστιαιώτιδος ως εξανέστη υπό Καδμίων οίκεε εν Πίνδω Μακεδνόν καλεόμενον. Εντεύθεν δε αύτις ες την Δρυόπιδα μετέβη και εκ της Δρυόπιδος ούτως ες Πελοπόννησον ελθόν Δωρικόν εκλήθη»12.
Και η γενετική σύσταση των Μακεδόνων, όπως αναφέραμε, δεν έχει καμία σχέση με τους Ινδούς, αφού 99.6% είναι λευκή. Επομένως καταρρίπτεται ο μύθος της αφίξεως στον ελλαδικό χώρο τουλάχιστον των Δωριέων-Ινδοευρωπαίων. Αλλά οι κάτοικοι του ελλαδικού χώρου μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος, από την νεολιθική εποχή, είχαν αναπτύξει πολιτισμό στο Διμήνι, Σέσκλο, Κρήτη, Κύπρο κ.λ,π.
Στην Χοιροκοιτία13 της Κύπρου βρέθηκε μία μικρή πόλη (6.020-5800 π.Χ.) με χίλια περίπου θολωτά οικήματα. Οικισμός με όμοια θολωτά οικήματα βρέθηκε στην περιοχή της Πέτρας της Παλαιστίνης, από όπου περνούσε ο δρόμος προς την Ανατολή. Μήπως κάτοικοι της Κύπρου, αφού οι Έλληνες από την 9η ή 8η π.Χ. χιλιετία μετακινούνταν με πλοία στο Αιγαίο Πέλαγος, έφθασαν έως την περιοχή αυτή της Παλαιστίνης;
Από την αρχή της 3ης π.Χ. χιλιετίας η ανάπτυξη είναι μεγαλύτερη στον ελλαδικό χώρο, διότι αρχίζει και η χρήση των μετάλλων. Έχουμε τον Πρωτοελλαδικό πολιτισμό, που αναπτύσσεται από την Θράκη έως την Πελοπόννησο, τον Κυκλαδικό και τον Μινωικό. Η ανάπτυξη ιδίως της Κρήτης14 είναι πολύ μεγάλη, όπως αποδεικνύουν τα ανάκτορα, οι πολυώροφες ιδιωτικές κατοικίες, οι προσόψεις των οποίων απεικονίζονται σε πλακίδια από φαγεντιανή, και τα άλλα αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι Κρήτες με τα ποντοπόρα πλοία τους κυριαρχούσαν σε όλη την Μεσόγειο. Απόδειξη το ειδικό λιμάνι που κατασκεύασαν στην νήσο Φάρο έξω από το Δέλτα του Νείλου, ένα γιγαντιαίο τεχνικό έργο, με μικρές προβλήτες, κυματοθραύστες κ.λ.π. Είχαν όμως εμπορικές και πολιτιστικές σχέσεις και με τα μεγάλα κέντρα της Ανατολής (Βαβυλώνα κ.ά.). Επομένως δεν ήταν ακατόρθωτο για τους Κρήτες ή άλλους κατοίκους του σημερινού ελλαδικού χώρου ή της Μ. Ασίας να προχωρήσουν έως την Ινδία.
Πάντως θεωρείται ιστορικό γεγονός ότι το 2000 π.Χ. έχουμε κάθοδο προς την Ινδία «λαών συγγενών κατά την γλώσσαν προς τους λαούς του Ιράν, τους Αρμενίους, Έλληνας και Κελτούς.
Οι βεδικοί ύμνοι δεικνύουν ότι οι Αριοί ούτοι καθυπέταξαν τας φυλάς των ιθαγενών και οργάνωσαν μικρά κράτη ακμάσαντα ιδίως εις τας μεγάλος κοιλάδας του Ινδού και του Γάγγου»15 γράφει ο καθηγητής Γεωγραφίας Σαρρής Ι.Σ. Και ο Θεόφιλος Μπάγιερ γράφει: «Όλες οι χαρακτηρισθείσες «Ινδοευρωπαϊκές» γλώσσες κατάγονται από την ελληνική». Και πράγματι οι Έλληνες πιθανόν να δημιούργησαν γραφή από το 5.500 π.Χ., όπως αποδεικνύουν και οι πινακίδες του Δισπηλιού Καστοριάς, η πινακίδα – σφραγίδα των Γιαννιτσών, η της 3ης π.Χ. χιλιετίας πινακίδα της Λήμνου και της Αλονήσου, στην οποία αναγράφεται η λέξη ΑΥΔΗ (φωνή) κ.ά.
Η γενετική επιστήμη, αρχαιολογικά ευρήματα και ιστορικοί μας πριν 2500 π.Χ. περίπου έτη βεβαιώνουν ότι είμεθα γηγενείς και ότι μετακινηθήκαμε στην Δύση και την Ανατολή έως την Περσία πριν χιλιάδες έτη.
Στην Ινδία δεν έγινε έρευνα DNA για να επιβεβαιωθεί και από την γενετική η εκεί παρουσία των Ελλήνων. Οι βεδικοί όμως ύμνοι, τα ιερά βιβλία των Ινδών, αναφέρουν μετακίνηση και Ελλήνων το 2000 π.Χ., όπως και η μυθολογία μας. Επομένως γιατί δεν αποδεχόμεθα ότι οι Έλληνες μετέδωσαν την γλώσσα τους στην Ανατολή, όπως την μετέδωσαν και στην Δύση, έτσι ώστε να σταματήσουμε να διδάσκουμε στα πανεπιστήμια και στα σχολεία μας μία θεωρία την οποία δημιούργησαν πριν 200 περίπου έτη κάποιοι ξένοι γλωσσολόγοι και δεν αποδέχθηκαν ποτέ πολλοί επιστήμονες.
Αγνοούμε την προσπάθεια που γινόταν (πριν 200 περίπου έτη έδρασε και ο Φαλλμεράυερ) και γίνεται για να υποβιβασθεί η ελληνική προσφορά στην ανθρωπότητας. Αγνοούμε ότι οι περισσότερες λέξεις των επιστημών παγκοσμίως είναι ελληνικές;
Αγνοούμε ότι και σήμερα σε νέες ανακαλύψεις των επιστημών αναγκάζονται να χρησιμοποιούν ελληνικές λέξεις: cosmonaute, astronaute, dermatologue και πάρα πολλές άλλες; Αγνοούμε ότι η ιστορία της ανθρωπότητας είναι κυρίως η ιστορία του ελληνικού πολιτισμού;
Συντάκτης: Δρ. Ερατώ Ζέλλιου – Μαστοροκώστα, τ. Προϊσταμένη Δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως
©ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ/visaltis.blogspot