Κυρίες και κύριοι βουλευτές, προκάλεσα τη σημερινή συζήτηση με το συγκεκριμένο περιεχόμενο μένοντας πιστός στη δέσμευσή μου να ενημερώνω τη Βουλή των Ελλήνων για όλα τα κρίσιμα ζητήματα. Αλλά και για έναν λόγο ακόμα, διότι αύριο συμπληρώνονται τρία χρόνια από την ημέρα που οι πολίτες εμπιστεύθηκαν στη Νέα Δημοκρατία τη διακυβέρνηση και σε εμένα το τιμόνι της χώρας.
Είναι, συνεπώς, μία ακόμα ευκαιρία απολογισμού αλλά και προγραμματισμού της πορείας μας και δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερο πεδίο όπου αυτή αποτυπώνεται από την πολιτική της κυβέρνησής μας για την κοινωνία. Απ’ την αρχή άλλωστε, από τις προγραμματικές μας δηλώσεις, έχω διακηρύξει ότι στο επίκεντρο όλων των δράσεών μας είναι ο πολίτης. Όχι γενικά και αόριστα «ο λαός» -η λέξη που χρησιμοποιούν συχνά όσοι θέλουν να θολώνουν την κατεύθυνση των επιλογών τους- αλλά κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνας ως ξεχωριστές προσωπικότητες και πιο στοχευμένα η μεσαία τάξη και πρωτίστως οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας.
Όπως εξαρχής έχω διατυπώσει συνοπτικά τη βασική προτεραιότητα της κυβέρνησής μας, που διατρέχει τις πιο πολλές κυβερνητικές πρωτοβουλίες που έχουμε αναλάβει αυτά τα τρία χρόνια: να αναταχθεί γρήγορα η εθνική οικονομία με πολλές επενδύσεις για καλύτερους μισθούς και πολλές νέες δουλειές.
Γιατί ας μην ξεχνάμε τι είχε προηγηθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2019: μια τετραετία ψεύδους και ψευδαισθήσεων που ξεκίνησε με κλειστές τράπεζες κι ένα δημοψήφισμα, φέρνοντας τη χώρα ένα βήμα πριν από τον γκρεμό, σαν χθες, πριν από επτά χρόνια, κ. Τσίπρα, όσο και αν κάποιοι από εσάς θέλετε να το ξεχάσουμε. Συνεχίστηκε με μια διαρκή καταιγίδα φόρων και τελικά έσβησε αφήνοντας πίσω ένα ανεξόφλητο γραμμάτιο 100 δισεκατομμυρίων από το αχρείαστο τρίτο μνημόνιο, το οποίο εσείς προκαλέσατε και εσείς υπογράψατε.
Ευτυχώς, όμως, όλα αυτά ανήκουν σήμερα στο παρελθόν. Σήμερα η Ελλάδα είναι μια άλλη Ελλάδα. Ανήκει στα κράτη με τη δυναμικότερη ανάπτυξη και τη μεγαλύτερη μείωση της ανεργίας στην Ευρώπη. Είναι από τις πρώτες χώρες του ΟΟΣΑ στη μείωση των φόρων. Αποπλήρωσε δύο χρόνια νωρίτερα από ό,τι προβλεπόταν τον δανεισμό της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ενώ σε ένα μήνα -τον Αύγουστο- απελευθερώνεται και από την Ενισχυμένη Εποπτεία, διεκδικώντας πλέον την ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας.
Πρόκειται πράγματι για μία εθνική επιτυχία, πολύ περισσότερο καθώς όσα είπα δεν ήταν ούτε αυτονόητα, ούτε εύκολα αλλά και γιατί δεν επιτεύχθηκαν σε συνθήκες ομαλές. Αντίθετα, εδώ και 36 μήνες η χώρα προχωρά ξεπερνώντας αλλεπάλληλες εισαγόμενες κρίσεις, από την παράνομη μεταναστευτική εισβολή στον Έβρο στις αρχές του 2020 μέχρι τη διετή πανδημία, και από τη διαρκή εθνική απειλή της Τουρκίας έως την πρόσφατη ενεργειακή «έκρηξη» και τις παγκόσμιες ανατιμήσεις.
Κι όμως, όλες αυτές οι δοκιμασίες έγιναν με τον τρόπο τους ευκαιρίες, χωρίς να χαθεί στιγμή ο κυβερνητικός προσανατολισμός στον εργαζόμενο, τον άνεργο, τον συνταξιούχο. Διότι αυτούς αφορούν και τα παράλληλα μέτρα που λαμβάνονται στο οικονομικό επίπεδο, είτε μιλάμε για την αύξηση του αφορολόγητου, είτε μιλάμε για την μείωση του ΕΝΦΙΑ, για τη μείωση των εισφορών, είτε μιλάμε για την αναστολή της Εισφοράς Αλληλεγγύης στους επαγγελματίες και φυσικά τα έκτακτα επιδόματα στους χαμηλοσυνταξιούχους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, κοινωνική θα μπορούσε να ονομαστεί κάθε πολιτική μας, καθώς όλες απευθύνονται τελικά στον πολίτη. Σε αυτόν κατατείνουν και οι προσλήψεις που κάναμε για πρώτη φορά μετά από μία δεκαετία στην εκπαίδευση, η σημαντική στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η στροφή της Παιδείας σε πιο ποιοτικά, αναβαθμισμένα πανεπιστήμια, η στήριξη της τεχνικής κατάρτισης και πάνω από όλα οι επενδύσεις που έφεραν για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια τη χώρα πάνω από το «φράγμα» των 4 εκατομμυρίων εργαζόμενων.
Αιχμή, ωστόσο, της πολιτικής μας αποτελούν οι ειδικότερες τολμηρές αλλαγές που συντελούνται στο περιβάλλον της απασχόλησης. Και θα ήθελα σήμερα, εν συντομία, να αξιοποιήσω αυτή την ευκαιρία για να μιλήσω για τέσσερα μεγάλα κεφάλαια της κοινωνικής μας πολιτικής.
Πρώτον, την εργασία, τη φροντίδα δηλαδή για καλύτερες αμοιβές αλλά και καλύτερες συνθήκες δουλειάς όσων ήδη απασχολούνται.
Δεύτερον, την καταπολέμηση της ανεργίας, της πιο στυγνής αδικίας.
Τρίτον, τις παρεμβάσεις που έχουμε κάνει στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, στην αποκατάσταση, επιτέλους, ενός συστήματος που θα παρέχει γρήγορα και δίκαια στον εργαζόμενο τους κόπους του όταν αυτός αποσύρεται.
Και θέλω επίσης να αφιερώσω λίγο χρόνο για να μιλήσω για τις πολιτικές μας, για την προστασία των πιο αδύναμων. Διότι κανείς δεν πρέπει να μένει πίσω.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο κομμάτι, τα ζητήματα που αφορούν την εργασία αυτή καθ’ αυτή: Κομβική τομή είναι η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού στη χώρα. Τον παραλάβαμε στα 650 ευρώ. Είναι σήμερα στα 713 ευρώ κι αν συνυπολογίσουμε μάλιστα την ταυτόχρονη μείωση των εισφορών, το συνολικό ετήσιο όφελος ξεπερνά τα 1.000 ευρώ για κάθε εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Ένας επιπλέον μισθός. Ένας επιπλέον μισθός για κάθε εργαζόμενο. Αυτό δίνει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα στην πατρίδα μας την 9η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πάνω και από την Πορτογαλία, την οποία συχνά προβάλλετε ως πρότυπο.
Και βέβαια η αύξηση αυτή συνεπάγεται και αύξηση στις τριετίες και στα επιδόματα. Το είπαμε και το κάναμε. Δεν πρόκειται μόνο για συνέπεια στις δεσμεύσεις μας, αλλά και για ένα χρήσιμο ανάχωμα στις δυσκολίες της συγκυρίας. Γιατί αυτός ο πρόσθετος μισθός μπορεί να μην αντισταθμίζει πλήρως την ακρίβεια της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, σε συνδυασμό όμως με πολλές άλλες πρωτοβουλίες, όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ -θυμίζω, μείωση του ΕΝΦΙΑ αθροιστικά κατά 35%, πάνω από τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις- σε συνδυασμό λοιπόν με πρωτοβουλίες στήριξης του διαθέσιμου εισοδήματος αυτή η αύξηση προσφέρει μία «ασπίδα» στους χαμηλότερα αμειβόμενους απέναντι στις ανατιμήσεις. Πρώτα και πάνω απ’ όλα όμως δείχνει για ποιους ενδιαφέρεται πρωτίστως αυτή η κυβέρνηση.
Μία άλλη μεγάλη αλλαγή για την οποία θέλω να μιλήσω έρχεται με την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, η οποία ήδη ξεκίνησε από τις αρχές αυτής της εβδομάδος να εφαρμόζεται για 120.000 απασχολούμενους σε τράπεζες και σε σούπερ μάρκετ.
Για όσους μας άσκησαν κριτική, από τον χώρο της Αριστεράς, θέλω να θυμίσω ότι αποτελούσε ένα διαχρονικό αίτημα της ΓΣΕΕ, το οποίο τώρα γίνεται πράξη. Είναι ένα πρόσθετο, χρήσιμο εργαλείο, το οποίο καταπολεμά τη μαύρη εργασία και την εργοδοτική αυθαιρεσία, γιατί στο εξής ο κάθε υπάλληλος θα μπορεί να ελέγχει ο ίδιος το ωράριο και την καταβολή των υπερωριών. Και τα στοιχεία αυτά τίθενται αυτόματα στη διάθεση όλων των ελεγκτικών Αρχών.
Σύντομα το μέτρο αυτό θα επεκταθεί στη βιομηχανία, στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, στις εταιρείες φύλαξης και του χρόνου θα εφαρμοστεί πια και στον τουρισμό και στην εστίαση, διασφαλίζοντας έτσι μια για πάντα ότι ο εργαζόμενος δεν θα δουλεύει ούτε μία ώρα χωρίς να πληρωθεί γι΄ αυτή. Όπως κι ότι το σύνολο των πολιτών δεν θα καλείται πια να πληρώσει τα σπασμένα όσων επιτήδειων εισφοροδιαφεύγουν.
Μιλάμε συνεπώς για μία ριζική μεταβολή που πράγματι, κ. Κουτσούμπα. Eδώ είναι «ο νόμος του εργάτη», όπως λέει και το δικό σας σύνθημα.
Η μεταρρύθμιση αυτή διευκολύνει το έργο της Επιθεώρησης Εργασίας. Γνωρίζετε ότι, με απόφαση της κυβέρνησης και του αρμόδιου Υπουργείου, αυτή έχει ήδη αναβαθμιστεί σε Ανεξάρτητη Αρχή. Τα στελέχη της θα έχουν πια αυτόματη πρόσβαση στα δεδομένα του ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, ενός καινοτόμου πληροφοριακού συστήματος που δίνει καθημερινά, σε πραγματικό χρόνο, μία «αξονική τομογραφία» της αγοράς εργασίας, προστατεύοντας όχι μόνο τους εργαζόμενους, αλλά και τον ανταγωνισμό, καθώς αυτός συχνά στρεβλώνεται από κακόβουλους εργοδότες οι οποίοι καταπατούν τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων τους.
Ακριβώς γι’ αυτό και με τον νέο νόμο -αυτό αποτελούσε πάγιο αίτημά σας κ. Κουτσούμπα- οι εργατοτεχνίτες απέκτησαν επιτέλους τα ίδια δικαιώματα με τους υπαλλήλους. Έτσι δεν είναι; Έπρεπε να έρθει κεντροδεξιά κυβέρνηση να το κάνει. Τέσσερα χρόνια εσείς τι κάνατε κ. Τσίπρα που γελάτε τώρα στα πρώτα έδρανα; Είδατε κάτι παράδοξα; Πώς τελικά αυτό το περιβόητο μονοπώλιο της κοινωνικής ευαισθησίας άλλοι μπορεί να το έχουν, άλλοι μπορεί να το διαλαλούν και άλλοι μπορεί τελικά να το υπηρετούν στην πράξη.
Και βέβαια, από αυτή την κυβέρνηση καθιερώθηκε η γονική άδεια για τον πατέρα. Αυξήθηκαν οι μέριμνες στις νέες μητέρες. Και δίνονται κίνητρα στις επιχειρήσεις, 120 μεγάλες επιχειρήσεις, μεσαίες επιχειρήσεις, μπορούν πια με χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας να διαμορφώσουν παιδικούς σταθμούς στους χώρους τους. Γιατί δεν τα κάνατε όλα αυτά τέσσερα χρόνια, δεν προφτάσατε; Ή μήπως δεν ενδιαφερόσασταν;
Ενώ σε συμφωνία πια με τους εργοδότες, οι εργαζόμενοι μπορούν να ορίζουν οι ίδιοι τον χρόνο της απασχόλησης και των διακοπών τους. Είναι μια εκδοχή της τετραήμερης δουλειάς την εβδομάδα.
Και το νέο περιβάλλον, τέλος, ρυθμίζει όλα τα νέα δεδομένα τα οποία εμφανίζονται στην απασχόληση. Η χώρα διαθέτει πλέον ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο λειτουργίας αλλά και προστασίας των εργαζόμενων στα delivery, των αυτοαπασχολούμενων ταχυδιανομέων στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Έπρεπε να έρθει μια κεντροδεξιά κυβέρνηση να το κάνει. Τέσσερα χρόνια τι κάνατε για αυτό κύριοι της Αριστεράς; Τίποτα. Μηδέν. Δεν προλάβατε. Ήσασταν πολύ απασχολημένοι με το να βγάλετε τη χώρα από τα μνημόνια.
Το νέο περιβάλλον, τέλος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ρυθμίζει κρίσιμα ζητήματα όπως την τηλεργασία και το δικαίωμα αποσύνδεσης του εργαζόμενου. Αλλά ταυτόχρονα εισάγει και ρήτρες που τιμωρούν την παρενόχληση και τις διακρίσεις. Γι’ αυτό και η Ελλάδα ανέβηκε στις 12 χώρες στον κόσμο όσον αφορά την πλήρη νομική ισότητα ανδρών και γυναικών.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, παρά τις μεγάλες διεθνείς αντιξοότητες προφανώς και δεν μας αρκεί το γεγονός ότι τονώνεται το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζόμενων. Ούτε μόνο μας αρκεί να καλυτερεύουν οι συνθήκες εργασίας στους χώρους δουλειάς. Γνωρίζουμε ότι στην αγορά εργασίας υπάρχουν ακόμα αρκετές στρεβλώσεις, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Θεωρούμε, όμως, ότι τώρα έχουμε πια στη διάθεσή μας εκείνα τα εργαλεία για να μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε πια αποτελεσματικά.
Το μεγάλο στοίχημα, όμως, αυτής της κυβέρνησης, από την πρώτη στιγμή που εξελέγη πριν από τρία χρόνια ήταν ένα: η μείωση της ανεργίας. Γιατί η απουσία από την εργασία είναι ουσιαστικά εξορία από την ίδια την κοινωνική ζωή. Είναι μια μεγάλη απώλεια για το κοινωνικό σύνολο, είναι ένα μεγάλο τραύμα για τον πολίτη, που ζει τον κίνδυνο όχι μόνο της ανέχειας και του περιθωρίου αλλά και της ψυχολογικής αποξένωσης από την ικανοποίηση που παρέχει η αξιοπρέπεια της εργασίας. Ναι, αν για κάτι μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι σε αυτή την κυβέρνηση είναι γιατί μέσα στην πανδημία η Ελλάδα μπόρεσε να μειώσει κατά σχεδόν πέντε μονάδες την ανεργία.
Έχουμε σήμερα τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας που είχαμε εδώ και 12 χρόνια. Παραπάνω από 4.123.000 εργαζόμενους. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα και των 13 δισεκατομμυρίων ευρώ που δαπάνησε η πολιτεία στοχευμένα κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να θωρακίσει τις υφιστάμενες θέσεις εργασίας, αλλά και να εντάξει σε νέες θέσεις πάνω από 200.000 άνεργους συμπολίτες μας. Είναι ένα παράδειγμα θετικής απάντησης σε αρνητική πρόκληση.
Να μην θυμίσω εδώ τις προβλέψεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την εκτόξευση της ανεργίας όταν η πανδημία χτύπησε και την πόρτα της πατρίδας μας. Ευτυχώς αυτές οι δυσοίωνες προβλέψεις, αυτές οι «Κασσάνδρες», δεν επιβεβαιώθηκαν. Και χαιρόμαστε που σήμερα μπορούμε να κάνουμε μία θετική αξιολόγηση των σημαντικών παρεμβάσεων που κάναμε στην αγορά εργασίας καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, έχοντας πια δρομολογήσει μία αποκλιμάκωση της ανεργίας που εκτιμώ ότι θα συνεχιστεί με γρήγορους ρυθμούς και τα επόμενα χρόνια.
Ο μοχλός της ενεργητικής πολιτικής, τώρα, κατά της ανεργίας παραμένει ο τέως Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, μετονομασθείς πια σε Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης, με τα πολύπλευρα προγράμματά του. Ήταν αυτά μέσα από τα οποία σε τρία χρόνια άνοιξαν και ανοίγουν 136.000 νέες θέσεις εργασίας, έναντι των μόλις 42.000 ολόκληρης της προηγούμενης τετραετίας, και μάλιστα με πόρους που δεν γίνονται όπως στο παρελθόν παθητικά επιδόματα που κάνουν τον πολίτη διπλά όμηρο της ανεργίας από τη μία και της εκάστοτε κυβέρνησης από την άλλη.
Οι πόροι πρέπει να αξιοποιούνται για να χρηματοδοτήσουν την κατάρτιση και την εξειδίκευση. Δικός μας στόχος είναι ο άνεργος να μπορεί να αποκτά δεξιότητες που θα τον κρατήσουν μόνιμα στην εργασία, σε θέσεις που θα ζητά η αγορά. Μισό εκατομμύριο άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας θα παρακολουθούν στο εξής κύκλους ψηφιακών μαθημάτων και ειδικοτήτων που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, ένα από τα εμβληματικά προγράμματα κατάρτισης που θα χρηματοδοτήσει το Ταμείο Ανάκαμψης. Και αυτές τις δεξιότητες θα τις πιστοποιούν πια πανεπιστήμια, επιχειρήσεις όπως η Google, η Microsoft που συμπράττουν σε αυτήν την προσπάθεια. Δεν αρκεί κάποιος να έχει απλά καταρτιστεί, πρέπει να μπορεί να αποδεικνύει και τις γνώσεις τις οποίες έχει αποκτήσει στον μελλοντικό του εργοδότη.
Και δύο ξεχωριστά κεφάλαια, τέλος, αποτελούν η ενεργοποίηση των ιδίων των ανέργων για να βρουν δουλειά, αλλά και η απασχόληση των συμπολιτών μας άνω των 55 ετών. Μία εξαιρετικά δύσκολη άσκηση.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο, πώς θα ενθαρρύνουμε τους ανέργους οι ίδιοι να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να βρουν δουλειά: η Πολιτεία επιδοτεί ήδη με 300 ευρώ τον κάθε άνεργο ο οποίος θα καταρτίσει το ατομικό του σχέδιο για την κατάρτισή του και τον χώρο στον οποίο θα μπορούσε να βρει απασχόληση. Και με το ξεκίνημα στην αμοιβή του θα προστίθεται το μισό του επιδόματος ανεργίας για όσο θα το λάμβανε.
Τέλος, για τους μεγαλύτερους συμπολίτες μας, είχα την ευκαιρία την περασμένη Παρασκευή μαζί με τον Υπουργό, ο οποίος δυστυχώς δεν είναι μαζί μας -νοσεί, του ευχόμαστε περαστικά- να συναντήσω συμπολίτες μας οι οποίοι συμμετέχουν σε ένα πρόγραμμα κατάρτισης της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης για συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας, στοχευμένο σε άνεργους συμπολίτες άνω των 55 ετών.
Τα αποτελέσματα είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά, τόσο ενθαρρυντικά που πρόθεσή μας είναι να επεκτείνουμε το πρόγραμμα, από τις 8.500 θέσεις σε 15.000 συμπολίτες μας άνω των 55 ετών, οι οποίοι μπορούν να απασχοληθούν σε δημόσιες υπηρεσίες, σε δημόσιους φορείς στους οποίους μπορούν να μεταλαμπαδεύσουν την εμπειρία τους από τον ιδιωτικό τομέα, ταυτόχρονα να συμπληρώσουν πολύτιμα χρόνια για τα ένσημά τους, αλλά να μπορέσουν να δημιουργήσουν και το υπόβαθρο για να ενταχθούν και πάλι -με την ολοκλήρωση του προγράμματος αυτού- στην αγορά εργασίας, καθώς πολλοί απ’ αυτούς θέλουν να συνεχίσουν να δουλεύουν, αισθάνονται χρήσιμοι, δημιουργικοί, νέοι, ως προς τη δυνατότητά τους να συμμετέχουν στην αγορά εργασίας.
Έρχομαι τώρα στα ζητήματα των συντάξεων. Τέτοιες μέρες το 2015 ο κόσμος συνωστιζόταν έξω από τις τράπεζες για να σηκώσει τα λίγα ευρώ που μπορούσε. Μιλώντας λοιπόν για τους συνταξιούχους θα μπορούσα απλά να ξεκινήσω θυμίζοντας τις εικόνες των ηλικιωμένων να κλαίνε στα πεζοδρόμια. Ευτυχώς όμως, εκείνες οι σκηνές είναι πλέον μνήμες. Προσοχή, λέω μνήμες, όχι αναμνήσεις, γιατί οι δεύτερες είναι παθητικές και ίσως πιο ανώδυνες, οι πρώτες όμως μένουν ζωντανές και γίνονται δράσεις αφύπνισης όταν τώρα ο κ. Τσακαλώτος ζητά μαζί με τον κ. Βαρουφάκη να επιστρέψουν μαζί στο προσκήνιο.
Ειδικά στον τομέα αυτόν λοιπόν, το έργο που έπρεπε να γίνει ήταν πράγματι τιτάνιο. Έτσι, στην αρχή και με συνετά βήματα ακυρώθηκε το αντισυνταγματικό σύστημα Κατρούγκαλου, που δήμευε το εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών. Ταυτόχρονα η πτώση του πρώτου, του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 9% αύξησε το διαθέσιμο εισόδημα πολλών συνταξιούχων.
Καθιερώσαμε στη συνέχεια μόνιμες αυξήσεις έως 7,2% στις κύριες συντάξεις για τουλάχιστον 225.000 συνταξιούχους οι οποίοι είχαν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης. Ακυρώσαμε τις περικοπές για άλλους 250.000 που λάμβαναν άνω των 1.300 ευρώ σε κύρια και επικουρική ασφάλιση. Ελαττώσαμε επίσης αισθητά την προσωπική διαφορά για περισσότερους από 500.000 δικαιούχους και 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ επιστράφηκαν αναδρομικά σε πάνω από 1.200.000 συνταξιούχους, τους οποίους εσείς είχατε στοχοποιήσει. Στον ίδιο χρόνο λύσαμε εκκρεμότητες όπως συντάξεις χηρείας, συντάξεις που λαμβάνουν ορφανά τέκνα, ενώ μειώθηκε δραστικά η περικοπή που είχε επιβληθεί στις συντάξεις όσων εξακολουθούν να εργάζονται.
Με λίγα λόγια, και παρά τις μεγάλες δυσκολίες που υπήρξαν, ο απόμαχος της δουλειάς ξεκίνησε και πάλι να ανακτά την αξιοπρέπειά του. Προφανώς δεν έλυσε όλα του τα προβλήματα. Βλέπει όμως ένα κράτος το οποίο τον νοιάζεται και βρίσκεται δίπλα του σε όλα τα μέτωπα. Και απ‘ αυτό ξεχωρίζω ένα, τις εκκρεμείς συντάξεις, για τις οποίες νομίζω ότι αρκεί ένα μόνο στοιχείο: μέσα στους πρώτους πέντε μήνες του 2022 εκδόθηκαν όσες συντάξεις είχαν βγει ολόκληρο το 2019. Αυτό λέγεται, κ. Τσίπρα, αύξηση 140%, και μάλιστα με λιγότερους υπαλλήλους, 900 για την ακρίβεια, για να αποδειχθεί έτσι ότι η γραφειοκρατία δεν ταλαιπωρεί μόνο τους πολίτες αλλά συχνά και τη διοίκηση.
Στόχος τώρα είναι, μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού, να έχουν επεξεργαστεί όλες οι αιτήσεις που κατατέθηκαν το 2021, ώστε σύντομα να εκλείψει οριστικά αυτή η απαράδεκτη ομηρία των συνταξιούχων. Δώσαμε έμφαση σε αυτή την παθογένεια γιατί, πράγματι, αποτελούσε μια ντροπή δεκαετιών για το σύγχρονο κράτος. Δεν νοείται να περιμένει κάποιος δύο, τρία, πέντε -πολλές φορές- χρόνια για τη σύνταξή του. Είναι ένα ζήτημα δικαιοσύνης και πολιτισμού, ένα ζήτημα το οποίο αυτή η Κυβέρνηση κατάφερε επιτέλους να λύσει.
Κάναμε σημαντικές παρεμβάσεις στον ΕΦΚΑ, ο οποίος προσφέρει πια πολλές ψηφιακές υπηρεσίες, έχει διεκπεραιώσει παραπάνω από 126 εκατομμύρια επαφές, συναλλαγές με τους πολίτες μέσω Internet, έχει δρομολογήσει 4 εκατομμύρια ηλεκτρονικά ραντεβού με ασφαλισμένους οι οποίοι κατοικούν σε απομακρυσμένες περιοχές.
Και όσο για τους συνταξιούχους του μέλλοντος, η χώρα μας συντονίζεται επιτέλους με την Ευρώπη, καθιερώνοντας ένα καινοτόμο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, σύμφωνα με το οποίο η πολιτεία εγγυάται στο ακέραιο την επιστροφή των εισφορών των ασφαλισμένων μετά την ολοκλήρωση του εργασιακού τους βίου.
Στο μεταξύ, όμως, οι ίδιοι θα μπορούν να επιλέγουν πώς θα επενδύσουν αυτές τις αποταμιεύσεις, διαχειριζόμενοι οι ίδιοι τον ατομικό τους κουμπαρά. Είναι ένα σύστημα το οποίο παντού στην Ευρώπη έχει δείξει ότι, υπό τη σωστή εποπτεία του κράτους, μπορεί να οδηγήσει σταθερά σε καλύτερες, σε υψηλότερες συντάξεις.
Κοινωνική πολιτική, όμως, σημαίνει και πολιτική της καθημερινότητας. Απλές αλλά απολύτως καθοριστικές παρεμβάσεις, όπως το 1555, ο αριθμός του ΕΦΚΑ, που επιτέλους ξεκίνησε τη δουλειά του, λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο, επτά μέρες την εβδομάδα, λύνει γρήγορα προβλήματα, απαντώνται με ακρίβεια τα ερωτήματα των ενδιαφερόμενων. Οκτώ στους δέκα που τηλεφώνησαν δηλώνουν μεγάλη ικανοποίηση από την εξυπηρέτηση και από την αντιμετώπιση των υπαλλήλων που χειρίστηκαν τα αιτήματά τους.
Θέλω να θυμίσω ότι, σταθερά, στον Συνήγορο του Πολίτη, ένα στα δύο παράπονα ως προς τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης συνολικά αφορούσε τον ΕΦΚΑ. Σκύψαμε, λοιπόν, πάνω σε αυτό το πρόβλημα και έχουμε σήμερα ένα εργαλείο το οποίο μπορεί να δίνει γρήγορες απαντήσεις στους πολίτες και να μειώνει σημαντικά την ταλαιπωρία την οποία δυστυχώς είχαν συνηθίσει, που αποτελούσε τον κανόνα πριν αυτή η κυβέρνηση παρέμβει δραστικά για να λύσει το πρόβλημα.
Αυτά μέχρι τώρα, διότι ελαφρύνσεις των πολιτών προφανώς και θα συνεχιστούν.
Τις επόμενες εβδομάδες όσοι οφείλουν στον ΕΦΚΑ θα ενταχθούν -όπου αυτό δεν έχει συμβεί ακόμα- στο ευνοϊκότερο καθεστώς περισσότερων δόσεων του Υπουργείου Οικονομικών. Παράλληλα εξορθολογίζεται και η διαδικασία παραγραφής. Αυτή θα γίνεται στη δεκαετία, στη συνέχεια στην πενταετία, με συμμόρφωση στις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, που έκρινε αντισυνταγματικές και αυτές τις ρυθμίσεις του νόμου Κατρούγκαλου.
Σήμερα, τέλος, και με βάση το ιδιαίτερο θέμα της συζήτησης, μπορούμε πια να πούμε με πολύ μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι αυτή η κυβέρνηση την 1/1/2023, θα καταργήσει την Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης για όλους, για συνταξιούχους και για δημόσιους υπαλλήλους. Ενώ την ίδια μέρα θα ξεπαγώσουν και οι συντάξεις για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια και τίθενται επιτέλους σε μία τροχιά τακτικών και μόνιμων αυξήσεων. Πρόκειται για ένα διπλό ηχηρό σήμα ότι η ανάπτυξη της χώρας πρέπει τελικά να ωφελεί όλους, χωρίς όμως ταυτόχρονα να απειλείται η δημοσιονομική ισορροπία, ούτε προφανώς και η ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, μετά τους εργαζόμενους, τους παλιούς και νέους συνταξιούχους, τους ανέργους, θα ήθελα να ολοκληρώσω αυτή τη συνοπτική περιγραφή της κοινωνικής μας πολιτικής μιλώντας για τον τέταρτο και ίσως τον πιο σημαντικό πυλώνα της. Αναφέρομαι στην προστασία των πιο ευάλωτων. Γιατί η πρόοδος μιας χώρας δεν κρίνεται μόνο από τον κοινό βηματισμό της κοινωνίας και της οικονομίας. Κρίνεται κυρίως από τη συλλογική μας δύναμη, να μην αφήσουμε πίσω κανένα μέλος της. Και στο πεδίο αυτό, παρά τις αλλεπάλληλες δυσκολίες, έχει γίνει σημαντική δουλειά.
Αναφέρθηκα ήδη στους χαμηλοσυνταξιούχους, τα επιδόματα των οποίων απλώθηκαν σε ανασφάλιστους υπερήλικες, σε ΑμεΑ συμπολίτες μας. Θέλω να θυμίσω ότι μόνο εντός του 2021 δαπανήθηκαν 4,8 δισεκατομμύρια -επαναλαμβάνω 4,8 δισεκατομμύρια- σε επιδόματα, με πρώτη κίνηση το διπλό εγγυημένο εισόδημα, το οποίο καταβλήθηκε τον Δεκέμβριο του 2021. Υπήρξε μία σειρά από έκτακτες ενισχύσεις ως άμυνα απέναντι στην ακρίβεια. Θυμίζω τα επιπλέον 250 ευρώ σε σχεδόν 650.000 χαμηλοσυνταξιούχους, τα 200 ευρώ σε 677.000 πιο ευάλωτους που δώσαμε τον Απρίλιο του 2022 και φυσικά το αυξημένο επίδομα τέκνων.
Βεβαίως δεν θα πάψω να λέω πως ό,τι και να κάνουμε θα μοιάζει πάντα μικρό, θα μοιάζει «λίγο», καθώς οι ανάγκες είναι μεγάλες και δυστυχώς αυξάνονται. Αυτό όμως δεν αλλάζει ούτε την ένταση, ούτε την πορεία αυτής της προσπάθειας.
Όσο μακριά λοιπόν πρέπει να μένουμε από πανηγυρισμούς, άλλο τόσο πρέπει να αποφεύγουμε τους ανέξοδους μηδενισμούς. Και αυτό ισχύει πολύ περισσότερο όταν η μέριμνα για τους πιο αδύναμους συνδυάζεται με τη διαρκή διεύρυνση των ατομικών δικαιωμάτων. Η Ελλάδα ξεδιπλώνει σήμερα μία εθνική στρατηγική για την ένταξη των Ρομά, ένα πρόγραμμα στέγασης και εργασίας ειδικά για τους αστέγους. Αυξήσαμε κατά 40.000 τα γεύματα σε 276 σχολεία, ενώ η Κάρτα Αναπηρίας θα διευκολύνει 180.000 συνανθρώπους μας. Και ο θεσμός του Προσωπικού Βοηθού -ένα προσωπικό μου στοίχημα τολμώ να πω- θα επιτρέψει σε 2.000 δικαιούχους να βγουν επιτέλους από το σπίτι.
Αναρωτιέμαι γιατί χαμογελάτε έτσι, το θεωρείτε αδιάφορο μάλλον αυτό, έτσι δεν είναι; Το θεωρείτε αδιάφορο ένας τετραπληγικός άνθρωπος να έχει έναν προσωπικό βοηθό, να μην επιβαρύνει την οικογένειά του, να μπορεί ο ίδιος να ανακτήσει την αυτονομία του και να μπορέσει το κράτος να του παρέχει αυτή την ελάχιστη στήριξη, σε αυτόν και στην οικογένειά του. Αν όλα αυτά θεωρείτε ότι σας είναι αδιάφορα, είστε πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.
Και μιας και μιλάμε και για τα δικαιώματα, στα οποία τόσο συχνά θέλετε να αναφέρεστε, αυτή η κυβέρνηση αυστηροποίησε τις ποινές για τον βιασμό, την κακοποίηση και την παρενόχληση. Αυτή η κυβέρνηση λειτουργεί 43 κέντρα και 19 ξενώνες για κακοποιημένες γυναίκες. Αυτή η κυβέρνηση, η «ανάλγητη κυβέρνηση χωρίς κοινωνικές ευαισθησίες», εγκαινιάζει καινοτόμα συστήματα όπως το «panic button». Και βέβαια έπρεπε να έρθει αυτή η κυβέρνηση για να καταργήσει τη ρατσιστική απαγόρευση της αιμοδοσίας από ομοφυλόφιλους. Ούτε αυτό προφτάσατε να το κάνετε φαντάζομαι. Έπρεπε να έρθει αυτή η κυβέρνηση για να δώσει πρόσβαση στους διεμφυλικούς στα προγράμματα εργασίας του ΟΑΕΔ.
Βλέποντας και τον χρόνο, κ. Πρόεδρε, δεν έχω το περιθώριο να αναπτύξω τα πολλά ειδικά ή οριζόντια μέτρα που διαπερνούν τις κυβερνητικές μας επιλογές. Όπως είπα στην αρχή, όλες επί της ουσίας έχουν ένα κοινωνικό πρόσημο. Οι «Νταντάδες της γειτονιάς» για τις εργαζόμενες μητέρες, τα μεγάλα έργα που δίνουν δουλειά στους ανέργους, οι δωρεάν προληπτικές εξετάσεις που θωρακίζουν την υγεία μας, για πρώτη φορά γυναίκες άνω των 50 θα λάβουν όλες ένα μήνυμα οι ίδιες για να πάνε να κάνουν μαστογραφία. Και πολλές από αυτές, για πρώτη φορά, θα βρεθούν σε μια ιδιωτική δομή στην οποία δεν είχαν ποτέ πρόσβαση.
Γελάτε και με αυτά. Ε, γιατί δεν τα κάνατε αντί να γελάτε και να ειρωνεύεστε; Γιατί δεν τα κάνατε;
Όχι, δεν το κάνατε. Είναι άλλο να παρέχετε τη δυνατότητα της δωρεάν μαστογραφίας και άλλο να κάνετε ένα μαζικό πρόγραμμα μαστογραφιών με πρωτοβουλία του κράτους. Μιλάμε για δυο τελείως διαφορετικά πράγματα. Και αν δεν το καταλαβαίνετε, λυπάμαι πραγματικά. Λυπάμαι πραγματικά. Λυπάμαι.
Λυπάμαι για ένα λόγο ακόμα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Λυπάμαι πραγματικά διότι πολλές από αυτές τις αλλαγές που περιέγραψα τις θεωρώ αυτονόητες. Θα μπορούσαμε πάρα πολύ εύκολα να συμφωνήσουμε σε αυτή την αίθουσα και να υπάρχει μια διακομματική στήριξη η οποία θα έστελνε και ένα μήνυμα ενότητας του κοινοβουλίου σε πολιτικές οι οποίες τελικά έχουν όλες ένα κοινωνικό πρόσημο.
Αναρωτιέμαι όμως γιατί ουσιαστικά καμία από τις αλλαγές τις οποίες περιέγραψα, κυρίες και κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, δεν τις ψηφίσατε. Άρα οι συγκρίσεις ανάμεσα στο χθες και ανάμεσα στο σήμερα, ναι, είναι συντριπτικές σε κάθε επίπεδο. Από την πτώση της ανεργίας, μέχρι τις αξιοπρεπείς συντάξεις και από τις νέες δουλειές, μέχρι ένα πιο σύγχρονο πλαίσιο εργασίας.
Ανακεφαλαιώνω, λοιπόν. Παραδώσατε την ανεργία στο 17,2% και τη ρίξαμε στο 12,5%. Παραδώσατε κατώτατο μισθό 650 ευρώ και σήμερα είναι 713 ευρώ. Στην εποχή σας, ο ΟΑΕΔ άνοιγε με το ζόρι 10.000 θέσεις ετησίως. Σήμερα δημιουργεί πάνω από 30.000 νέες δουλειές κάθε χρόνο. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη, για να καταργήσουμε ή να μειώσουμε εμείς μετά πάνω από 30 φόρους. Και μέχρι το τέλος του 2019 -επειδή τώρα ανακαλύψατε και το ενδιαφέρον σας για τους συνταξιούχους- είχαμε 17 περικοπές συντάξεων. Μετά το καλοκαίρι του 2019, όμως, είχαμε μόνο αυξήσεις.
Και κάτι ακόμα. Ποιος νομοθέτησε τις επιπλέον γονικές άδειες; Ποιος νομοθέτησε τα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα; Ποιος εισήγαγε την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας; Ποιος επενδύει παραπάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ συνολικά σε προγράμματα κατάρτισης; Ποιος μας γνώρισε, τελικά, με όρους όπως οι «Νταντάδες της γειτονιάς» και ο «Προσωπικός Βοηθός» των ΑμεΑ; Όλα αυτά τα έχετε αποκαλέσει -αν δεν κάνω λάθος- «κοινωνικό οδοστρωτήρα».
Φαντάζομαι τα ίδια θα μας πείτε και σήμερα. «Κοινωνικό οδοστρωτήρα» για τους εργαζόμενους. Τους εργαζόμενους που μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να τους επικαλείται συνεχώς, όμως δεν τον ενδιέφεραν ποτέ πραγματικά. Όπως δεν τον ενδιέφεραν ούτε οι απόμαχοι της δουλειάς, αφού επιμένετε να ζείτε ακόμα στον αστερισμό των «συντάξεων Κατρούγκαλου». Δεν περιμένω, συνεπώς, ούτε και ετεροχρονισμένα κάποια αυτοκριτική από τον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, όποιος προβάλλει στο παρόν το παρελθόν του, δεσμεύει και το μέλλον του, αδυνατεί παντελώς να εξελιχθεί.
Αγαπητοί συνάδελφοι, κλείνω λέγοντας ότι τα όσα περιέγραψα δίνουν -νομίζω- μία ανάγλυφη εικόνα της σημαντικής δουλειάς που έχει κάνει η κυβέρνηση σε πολλά επίπεδα της κοινωνικής πολιτικής για την εργασία, για την ασφάλιση, για την απασχόληση, για την προστασία των πιο αδύναμων.
Είναι μία αντίληψη η οποία θα εξακολουθήσει να μεταφράζεται σε καθημερινά μέτρα με επίκεντρο τον πολίτη, γιατί αυτά αποδεικνύουν τελικά στην πράξη ποιος είναι αληθινά προοδευτικός και ποιος απλά δηλώνει στα λόγια κοινωνικά ευαίσθητος. Εκεί, εξάλλου, δοκιμαζόμαστε όλοι.
Και σε έναν κόσμο διαρκών αλλαγών, αλλεπάλληλων και πολλαπλών κρίσεων, προϋπόθεση για την κοινωνική ευημερία είναι πάντα η οικονομική ανάπτυξη, ενώ θεμέλιο της οικονομικής προόδου είναι η σταθερότητα. Θα το ξαναπώ: στις μέρες μας ισχυρό κράτος είναι το σταθερό κράτος. Αυτό που εξασφαλίζει σιγουριά και συνέχεια στις επιλογές του και το οποίο μπορεί να αποδεικνύει ότι δεν στηρίζει τον πολίτη ευκαιριακά, περιστασιακά, αλλά με τη δράση του μετατρέπει την αλληλεγγύη σε έναν διαχρονικό, σταθερό κανόνα που διέπει τις κοινωνικές σχέσεις.
Μια σημαντική Αμερικανίδα κοινωνιολόγος έλεγε πως: «η αλληλεγγύη διαφέρει από την απλή υποστήριξη. Η πρώτη αναπτύσσεται», η αλληλεγγύη δηλαδή, «σε μία κοινότητα κοινών συμφερόντων, πεποιθήσεων και στόχων που μας ενώνουν σε μία μόνιμη βάση. Η υποστήριξη ενδέχεται να είναι περιστασιακή, να μπορεί να χορηγείται εύκολα και το ίδιο εύκολα μετά να αποσυρθεί. Η κοινωνική αλληλεγγύη όμως απαιτεί μια διαρκή και διαχρονική δέσμευση».
Αυτήν τη διαχρονική, διαρκή δέσμευση εμείς την αναλαμβάνουμε, την αναλαμβάνω προσωπικά και η Νέα Δημοκρατία θα εξακολουθεί, ως μεγάλο λαϊκό κόμμα, να στέκεται πρώτα και πάνω απ’ όλα με το μέρος αυτών που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη από τη κρατική αρωγή.
Σας ευχαριστώ.