Ο κύριος Γκρι στην «Κ» της 15.2 αναφέρθηκε στη σκληρότητα του Στάλιν απέναντι στην κόρη του, Σβετλάνα.
Πρωταγωνιστής και στο παρακάτω ιστορικό συμβάν, ο Στάλιν αναμετριέται, τόσον ανίσως φευ, με τον σπουδαίο συνθέτη Προκόφιεφ (ερήμην και των δύο, ωστόσο).
Ο Ρώσος συνθέτης πέθανε σε ηλικία 61 ετών στις 5 Μαρτίου του 1953, την ίδια ημέρα με τον Στάλιν. Ζούσε δίπλα στην Κόκκινη Πλατεία και, εξαιτίας του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί για να θρηνήσει τον Στάλιν, ήταν αδύνατο να μεταφερθεί η σορός του στα γραφεία της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών για τον αποχαιρετισμό.
Στην κηδεία του χρησιμοποιήθηκαν χάρτινα λουλούδια και για πένθιμο εμβατήριο μια μαγνητοφωνημένη ηχογράφηση του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», καθώς όλα τα λουλούδια και οι μουσικοί είχαν δεσμευτεί για τον αποχαιρετισμό του πατερούλη του έθνους.
Κι ακόμα: Τον κορυφαίο σοβιετικό μουσικό περιοδικό ανέφερε την είδηση του θανάτου του Προκόφιεφ με μια μικρή παράγραφο στη σελίδα 116. Οι προηγούμενες 115 είχαν αφιερωθεί στον θάνατο του Στάλιν (από το βιβλίο του Βικτ. Γεροφέγεφ «Ο καλός Στάλιν», εκδόσεις Ποταμός). Είναι να απορεί κανείς πώς ο εν μέρει υποχρεωτικός και εν μέρει αυθόρμητος προσκυνηματικός παροξυσμός κατίσχυσε τόσο σαρωτικά της περίφημης μουσικής παιδείας και καλλιέργειας ενός σπουδαίου λαού!
Σύμφωνοι, τα διλήμματα της ζωής μας δεν τα επιλέγουμε εμείς, μας έρχονται ουρανοκατέβατα και εμείς υποχρεούμαστε να διαλέγουμε. Αλλά όταν κάποιος βάλει ένα πιστόλι στον κρόταφό του και με ρωτήσει πιεστικά «να αυτοκτονήσω ή όχι», μπορώ κάλλιστα (και έχω κάθε δικαίωμα) να ανασηκώσω τους ώμους και να φύγω
Δημήτρης Ευθυμάκης
Δηλαδή εγώ τώρα ως πολίτης είμαι υποχρεωμένος να πάρω καθαρή θέση πάνω στο ερώτημα «τι προτιμάς, να πεθάνει ο Κουφοντίνας ή να πάει σε φυλακή της επιλογής του;». Και γιατί να πάρω θέση, παρακαλώ;
Στις αρχές της οικονομικής κρίσης, όταν η κυβέρνηση του Γιώργου έβαζε το δίλημμα «μνημόνιο ή χρεοκοπία», η Αριστερά απαντούσε «αυτό είναι ψευτοδίλημμα». Λίγο αργότερα βέβαια, οι «ψευτοδιλημματίες» αντέστρεψαν την εικόνα και έθεσαν το δικό τους δίλημμα «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο», μαζί με όλα τα παρεπόμενα.
Όποιος απαντούσε «μνημόνιο, καθ’ ότι μονόδρομος» ονομαζόταν προδότης και πουλημένος, όποιος απαντούσε «αντιμνημόνιο» έπαιρνε το ψηφοδέλτιο του Τσίπρα κι έτρεχε στην κάλπη. Ο τρίτος που αποτολμούσε να απορρίψει τη βάση του ερωτήματος απαντώντας «αυτό κι αν είναι ψευτοδίλημμα», βρισκόταν αυτομάτως αντιμέτωπος με το κυνικό «πας μη ων μεθ’ ημών, καθ’ ημών». Με όλα τα παρεπόμενα της περιόδου επίσης.
Ε, λοιπόν, συμπαθάτε με, αλλά και επί του σημερινού διλήμματος Κουφοντίνα δεν θα πάρω θέση. Θα μου πείτε ότι δεν είναι στο χέρι μου. Τα διλήμματα της ζωής μας δεν τα επιλέγουμε εμείς, μας έρχονται ουρανοκατέβατα και εμείς υποχρεούμαστε να διαλέγουμε. Ναι, υπάρχει ισχυρή δόση αλήθειας σ’ αυτό, αλλά δεν είναι και καθολικό αξίωμα. Όταν βρεθώ με το αμάξι μπροστά σε ένα άγνωστο σταυροδρόμι και πρέπει υποχρεωτικά να αποφασίσω αν θα στρίψω βόρεια ή νότια, δεν έχει νόημα να πω «αυτό είναι ψευτοδίλημμα».
Αλλά όταν κάποιος βάλει ένα πιστόλι στον κρόταφό του και με ρωτήσει πιεστικά «να αυτοκτονήσω ή όχι», μπορώ κάλλιστα (και έχω κάθε δικαίωμα) να ανασηκώσω τους ώμους και να φύγω, αφήνοντάς τον να κάνει ό,τι τον φωτίσει ο Θεός. Να φύγω δίχως να νιώσω την παραμικρή ενοχή (που δεν τον εμπόδισα ή δεν συνεισέφερα στον «αγώνα» να μην το κάνει) αν τινάξει τα μυαλά του στον αέρα. Συμπαθάτε με, ήταν κάτι δικό του όχι δικό μου. Ο,τι κι αν αποφάσισε, δικός του λογαριασμός. Εγώ τι δουλειά είχα;
Το Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021, κατά την διάρκεια του επανάπλου της Φρεγάτας (Φ/Γ) ΥΔΡΑ από τον λιμένα ABU DHABI των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) και κατόπιν σχεδιασμού και συντονισμού των εμπλεκομένων φορέων από το ΓΕΕΘΑ, διεξήχθη συνεργασία με τη γαλλική Φ/Γ FS GUEPRATTE, στην περιοχή της Αραβικής Θάλασσας, στο πλαίσιο της συμμετοχής του πολεμικού μας πλοίου στην Αποστολή EMASOH/AGENOR (European led Maritime Situation Awareness in the Straight of Hormuz), σε ρόλο ASSOCIATED SUPPORT.
Η ανωτέρω συνεργασία περιλάμβανε προχωρητικούς ελιγμούς καθώς και αντικείμενα επικοινωνιών, συμβάλλοντας στην επαύξηση του επιπέδου της επιχειρησιακής ετοιμότητας και μαχητικής ικανότητας των συμμετεχουσών μονάδων στο πλαίσιο της εν λόγω Αποστολής.
Η EMASOH/AGENOR είναι Αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συμμετέχουν 8 ευρωπαϊκές χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Πορτογαλία), η οποία στο πλαίσιο τους Διεθνούς Δικαίου έχει σκοπό την ασφαλή και ελεύθερη διέλευση των εμπορικών πλοίων στον Κόλπο, στα Στενά του Ορμούζ και στον Κόλπο του Ομάν. Η Ελλάδα συμμετέχει για πρώτη φορά στην εν λόγω Αποστολή με πολεμικό πλοίο, ενώ από τον Φεβρουάριο του 2020 συνεισφέρει έναν Αξιωματικό στο επιτελείο αυτής, το οποίο έχει την έδρα του στα ΗΑΕ.
Εάν κάτι μας δίδαξε η πρόσφατη ελληνοτουρκική κρίσηείναι ότι δεν έχουμε ακόμα καταφέρει να καταλήξουμε σε μία εθνική γραμμή για το πώς θα διαχειριστούμε τις σχέσεις μας με την Τουρκία.
Η επικρατούσα άποψη είναι ότι οι σχέσεις θα εξομαλυνθούν με διαπραγματεύσεις ή/και με παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο. Πράγματι, όταν πρόκειται για διενέξεις, το φάσμα των επιλογών δεν είναι πλατύ. Οι διαπραγματεύσεις είναι ο βασικός τρόπος με τον οποίο τα κράτη επιλύουν τις διαφορές τους.
Ο αντίλογος είναι ότι το χάσμα ανάμεσα στις δύο χώρες είναι τόσο μεγάλο (αφορά κυρίως μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις) που καμία ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να το γεφυρώσει με διάλογο.
Η άποψη αυτή αποτυπώνει την πραγματικότητα, αλλά κανένα κράτος δεν κερδίζει την κατανόηση και τη συμπαράσταση της διεθνούς κοινότητας αρνούμενο να εισέλθει σε διάλογο. Πόσο μάλλον η Ελλάδα, που υποστηρίζει θέσεις νομικά ισχυρές.
Οι περισσότερες ελληνικές κυβερνήσεις έχουν επιλέξει τον διάλογο ως τακτική για να κρατούν τη θερμοκρασία χαμηλά. Το γεγονότα, όμως, έχουν αποδείξει ότι οι συνομιλίες δεν αρκούν για να αποφύγεις την κρίση. Η Τουρκία δεν δέχεται ο διάλογος να γίνει προσχηματικός, αλλά ούτε και η Ελλάδα μπορεί να ικανοποιήσει τις τουρκικές διεκδικήσεις.
Έτσι, οι σχέσεις μας με την Τουρκία πάνε από διάλογο σε κρίση και από κρίση σε διάλογο. Κι αυτό γιατί ο διάλογος δεν υποκαθιστά την ουσία του προβλήματος, που συνίσταται στην αναζήτηση ερεισμάτων ισχύος. Συνομιλίες και ισχύς είναι οι όψεις του ιδίου νομίσματος. Εάν δεν αποκτήσουμε την απαιτούμενη ισχύ και δεν χαράξουμε καθαρές «κόκκινες γραμμές», δεν θα αποφεύγουμε τις κρίσεις με ή χωρίς διάλογο.
Στην παρούσα συγκυρία, οι διερευνητικές προσφέρουν ανάσες ηρεμίας όσο υφίσταται σύγκλιση προθέσεων, αν και η έξοδος του «Τσεσμέ» δείχνει ότι η Αγκυρα διατηρεί την πίεση. Η Τουρκία επιδιώκει την εξομάλυνση των σχέσεών της με τη Δύση και ειδικότερα με τις ΗΠΑ για να αποφύγει τις κυρώσεις. Η ύφεση είναι προσωρινή και θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις.
Με την Τουρκία τα θέματα είναι θεμελιώδη. Το γεγονός ότι δεν έχουμε καταφέρει να τα επιλύσουμε σημαίνει ότι είμαστε υποχρεωμένοι να αντιμετωπίζουμε τις τουρκικές αξιώσεις, που εκδηλώνονται με έμπρακτες πιέσεις, τόσο με διάλογο όσο και με αντίσταση και αποτροπή.
Για να είναι επιτυχής αυτή η πολιτική, που υπηρετεί το εθνικό συμφέρον, προϋπόθεση είναι μια ευέλικτη, αλλά και επί της ουσίας αμετακίνητη διπλωματία, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος και τη σύναψη συμμαχιών στην ευρύτερη περιοχή μας. Αυτή είναι η πραγματικότητα και με αυτήν θα πρέπει να ζήσουμε.
Είναι συνεπώς θετική εξέλιξη ότι η κυβέρνηση συνδυάζει τις διερευνητικές με την υπέρτατη ανάγκη να ενισχυθεί η ένοπλη αποτρεπτική ισχύς μας.
Μερικές ακόμα παρατηρήσεις:
• Η κυβέρνηση επιδίωξε να επιβληθούν κυρώσεις από την Ε.Ε. στην Τουρκία. Το εγχείρημα ήταν ναρκοθετημένο εξαρχής και όσο κρατούν οι διερευνητικές καθίσταται ανέφικτο. Είναι πιο εφικτό να εστιάσουμε τη διπλωματική πίεσή μας για τουρκικές θέσεις, όπως το casus belli και οι «γκρίζες ζώνες». Τον Μάρτιο ας θέσουμε ως προϋπόθεση για τη βελτίωση των σχέσεων Ε.Ε. – Τουρκίας την εκ μέρους της Αγκυρας επίσημη εγκατάλειψη αυτών των δύο θέσεων. Είναι επίσης σκόπιμο να τεθεί ως προϋπόθεση ενίσχυσης των σχέσεων της Ε.Ε. με τη Λιβύη η ματαίωση του μνημονίου Αγκυρας – Τρίπολης.
• Το βέτο στους κόλπους της Ε.Ε. έχει θεσμοθετηθεί για να ασκείται, αλλιώς δεν θα υπήρχε. Προφανώς δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση, αλλά ούτε και να απορρίπτεται σαν κάτι εξ υπαρχής αντιευρωπαϊκό.
• Η Ελλάδα κέρδισε τη μάχη των εντυπώσεων με μια εξωστρεφή εξωτερική πολιτική, και αυτό πιστώνεται στον υπουργό Εξωτερικών κ. Δένδια. Η περίοδος ύφεσης, έστω και προσωρινής, επιτρέπει τη συγκεκριμενοποίηση στρατηγικών στόχων και τη συγκρότηση συμμαχιών για να ενισχυθεί η αποτρεπτική ισχύ μας.
• Η γεωστρατηγική συγκυρία προσφέρει ευκαιρίες και άνοιξε τον δρόμο για τη σύναψη ελληνογαλλικής αμυντικής συμφωνίας. Θα είναι λάθος να χάσουμε την ευκαιρία.
• Όταν εναποθέτουμε τη μοίρα μας σε μεσολαβητές είναι σκόπιμο να τίθενται αυστηροί όροι. Κυρίως εάν δεν είμαστε πεπεισμένοι ότι διαθέτουν εχέγγυα αμεροληψίας.
• Καίριος παράγοντας της εθνικής μας ασφάλειας είναι η ένοπλη ισχύς. Η Ελλάδα δεν οπλίζεται με στόχο να προωθήσει επεκτατικές διεκδικήσεις έναντι της Τουρκίας. Το πρόβλημά μας είναι αμυντικό. Αυτό σημαίνει ότι η αγορά όπλων πρέπει να εστιαστεί σε επιλογές που λύνουν το πρόβλημα. Η σύγχρονη τεχνολογία με έξυπνες επιλογές και σχετικά μικρό κόστος προσφέρει δυνατότητες να δημιουργήσουμε ισχυρή αποτρεπτική ισχύ που θα βασίζεται σε δόγμα «μαζικής ανταπόδοσης». Η επιλογή αυτή προϋποθέτει ότι θα προχωρήσουμε σε μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση των Ενόπλων Δυνάμεων και σε εκτίμηση για το ποια οπλικά συστήματα εξυπηρετούν αυτό τον σκοπό. Θα συνέδραμε και στην ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας μας, ώστε η δαπάνη να μετατραπεί σε επένδυση. Στα ζητήματα αυτά έχουμε να διδαχθούμε πολλά από το Ισραήλ.
Στα Ελληνοτουρκικά, η Άγκυρα διατηρεί τους υψηλούς τόνους, ενώ φρόντισε να στείλει το ωκεανογραφικό πλοίο «Τσεσμέ» στο κεντρικό Αιγαίο για επιστημονικές έρευνες ισχυριζόμενη –μέσω του υπουργού Αμυνας Χουλουσί Ακάρ– ότι τα ελληνικά μαχητικά παρενόχλησαν το τουρκικό πλοίο! Ο Ακάρ για μία ακόμη φορά επανέλαβε τη θεωρία της «Γαλάζιας Πατρίδας» και δήλωσε πως «εμείς δεν έχουμε βλέψεις στα δικαιώματα, στα εδάφη και στα ύδατα κανενός. Όμως δεν θα απαρνηθούμε τα δικαιώματά μας. Είμαστε αποφασισμένοι, ικανοί για να υπερασπιστούμε τα δικαιώματά μας στη “Γαλάζια Πατρίδα”, όπως και στην Κύπρο».
Μέσα σε αυτό το κλίμα η Αθήνα περιμένει την απάντηση της Αγκυρας στην πρόσκληση για τη διεξαγωγή του επόμενου γύρου των διερευνητικών επαφών. Πολιτικοί αναλυτές παρατηρούν πως η τουρκική κυβέρνηση, με τα βήματα που κάνει, δεν δείχνει σημάδια προσέγγισης με τη Δύση.
Πρόσφατο παράδειγμα αυτής της στάσης είναι οι δηλώσεις που έκανε ο Τούρκος πρόεδρος, ο οποίος κατηγόρησε Ε.Ε. και ΗΠΑ πως «στηρίζουν τις τρομοκρατικές οργανώσεις», ενώ παρά τις διερευνητικές επαφές που ξεκίνησαν με την Ελλάδα, κατέκρινε την Αθήνα «για προβοκάτσιες στο Αιγαίο και στην Ανατ. Μεσόγειο». Μίλησε για τον μακελάρη του τρομοκρατικού χτυπήματος σε τέμενος στη Νέα Ζηλανδία και υποστήριξε πως η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήταν μια απάντηση «σε αυτούς που δήλωναν πως θα λυτρώσουν την Αγία Σοφία από τους μιναρέδες».
Την ίδια ώρα, η τουρκική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει πως τις πρώτες ημέρες του Μαρτίου, ο ίδιος ο Ερντογάν θα δώσει στη δημοσιότητα τον «οδικό χάρτη» για τις μεταρρυθμίσεις στα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό θεωρείται μία ένδειξη της προσπάθειας της Τουρκίας να ικανοποιήσει τις Βρυξέλλες. Την ημέρα όμως που δημοσιεύθηκε αυτή η πληροφορία, ανακοινώθηκε πως η εισαγγελία της Αγκυρας έστειλε αίτημα στο Κοινοβούλιο για την άρση της ασυλίας εννέα βουλευτών του φιλοκουρδικού κόμματος ΗDP, καθώς κατηγορούνται για σχέσεις με τρομοκρατική οργάνωση του PKK, πρόκληση μίσους κτλ.
Η εφημερίδα Cumhuriyet υποστηρίζει πως η εισαγγελία θα ετοιμάσει κατηγορητήριο και θα ζητήσει την άρση της ασυλίας 56 βουλευτών του HDP! Οι βoυλευτές του τονίζουν πως στόχος της κυβέρνησης είναι να τους οδηγήσει στη φυλακή, όπως έκανε με τον πρόεδρο του κόμματος, Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι αυτές οι πράξεις δεν έχουν σχέση με τον «εκδημοκρατισμό» και τον «εξευρωπαϊσμό» που τάζει ο Ερντογάν στις Βρυξέλλες.
Ακριβώς ένα χρόνο μετά την αποτυχημένη επιχείρηση παραβίασης των Ελληνοτουρκικών συνόρων στην Ορεστιάδα από χιλιάδες καθοδηγούμενους από την Τουρκία παράτυπους μετανάστες, o Έβρος μοιάζει σήμερα με αδιαπέραστο ευρωπαϊκό οχυρό. Η ηρωική αντίσταση ελάχιστων φρουρών τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου, στο τελωνείο των Καστανιών, ανέτρεψε τα σχέδια του Ερντογάν να διεμβολίσει επί του πεδίου, με όπλο τους πρόσφυγες, τα χερσαία σύνορα της Ελλάδας και ταυτόχρονα αφύπνισε την Ευρώπη, η ηγεσία της οποίας έσπευσε στο σημείο, με πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού, λίγες ώρες αφότου είχε αναχαιτιστεί η επιχειρούμενη «υβριδική» εισβολή.
Ο Έβρος από τα γεγονότα των Απόκρεων του 2020 δεν είναι πια ο ίδιος. Η αμυντική του θωράκιση χαλυβδώθηκε. Δεν χρειάζεται να παρατεθούν λεπτομέρειες για τους αμυντικούς σχεδιασμούς, που υποστηρίζονται από υπερσύγχρονα τεχνικά μέσα (ατσάλινοι φράχτες, ηλεκτρονικά συστήματα, κ.ά.) και άριστα εκπαιδευμένο, ελληνικό και ευρωπαϊκό, προσωπικό. Η επιλογή από Αμερικανούς και Ευρωπαίους του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης προς στρατιωτική χρήση από το ΝΑΤΟ, ως εναλλακτική των στενών του Βοσπόρου (χερσαίος Ελλήσποντος) αλλά και για μεταφορά φορτίων σιδηροδρομικώς στη Μαύρη Θάλασσα και η κατασκευή στο έδαφός του αγωγού καυσίμων για την τροφοδοσία των δυνάμεων της Ατλαντικής Συμμαχίας στη ΝΑ Ευρώπη, καθιστούν και για γεωπολιτικούς λόγους «αδιάβατο» το ποτάμι, απέναντι σε κάθε απειλή από την απέναντι όχθη.
Με αφορμή τη διέλευση από την Τετάρτη, και φέτος, αμερικανο-ΝΑΤΟϊκής στρατιωτικής αρμάδας με προορισμό τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία για τη γιγαντιαία άσκηση «Defender 21», ο τουρκικός Τύπος, απηχώντας την αγωνία της Άγκυρας, εξέφρασε ανοιχτά την ενόχληση του καθεστώτος για την αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης και της περιοχής του Έβρου γενικότερα.
Τι θα γινόταν αν…
Ίσως, όμως, σήμερα να μιλούσαμε για άλλα πράγματα αν τις κρίσιμες εκείνες ώρες στις Καστανιές, οι σε ρόλο «υβριδικού στρατού» του Ερντογάν παράτυποι μετανάστες είχαν καταφέρει να σπάσουν το οδόφραγμα στο «σημείο μηδέν» και να ξεχυθούν στην πεδιάδα της Ορεστιάδας. Η Ελλάδα θα είχε υποστεί επικοινωνιακή ήττα, δίνοντας διεθνώς την εικόνα μια χώρας ανίκανης να προστατεύσει τα σύνορά της από μερικές εκατοντάδες άοπλους, ο Ερντογάν θα πανηγύριζε και η πολιτική αποσταθεροποίηση θα βύθιζε τη χώρα σε κρίση, με εθνικά χαρακτηριστικά.
Δύο από τους «αφανείς ήρωες», που υπερασπίστηκαν εκείνες τις πρώτες στιγμές το «σημείο μηδέν» στις Καστανιές, ο αρχιφύλακας Παναγιώτης Χαρέλας και ο συνάδελφός του Δημήτρης Δερβεντλής, αφηγούνται στην «Κ» πώς οι ελάχιστοι συνοριοφύλακες και στρατιώτες του φυλακίου απέτρεψαν την απρόσμενη έξωθεν βίαιη εισβολή. «Έγιναν μάχες σώμα με σώμα, δώσαμε και φάγαμε πολύ ξύλο, αλλά αντέξαμε και η άμυνά μας τις πρώτες ώρες άλλαξε τον ρουν των πραγμάτων», λέει ο κ. Δερβεντλής.
Ήταν Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου, παραμονές Αποκριάς, το τελωνείο στις Καστανιές λειτουργούσε κανονικά και οι καταστηματάρχες στο χωριό και στην Ορεστιάδα ετοιμάζονταν να υποδεχθούν τους «λευκούς» (κοσμικούς) Τούρκους από την Αδριανούπολη, που κατά πάγια συνήθεια τα Σαββατοκύριακα περνούσαν στην «από εδώ» πλευρά για διασκέδαση, μακριά από τα βλοσυρά βλέμματα των ισλαμιστών.
Στις 5.30 το πρωί ο Παναγιώτης Χαρέλας ανέλαβε υπηρεσία στο αστυνομικό τμήμα Διδυμοτείχου, όπου ο αξιωματικός τον οποίο θα «άλλαζε» τον ενημέρωσε ότι τη νύχτα οι θερμικές κάμερες είχαν καταγράψει περίεργη κινητικότητα από την τουρκική πλευρά, στην περιοχή των Καστανιών. Δύο ώρες μετά θα δεχθεί ένα τηλεφώνημα από την Ορεστιάδα που τον καλούσε να «τα κλειδώσει» και να πάει «σφαίρα» στις Καστανιές. Έφυγε αμέσως για να ενταχθεί στη δύναμη φρούρησης στο «σημείο μηδέν».
«Το πρώτο κύμα από την τουρκική πλευρά επιχειρούσε ήδη να περάσει από τον χώρο μπροστά στο φυλάκιο το οποίο υπερασπίζονταν καμιά δεκαριά συνάδελφοι και άλλοι τόσοι φαντάροι, που είχαν τοποθετήσει στην είσοδο ένα λεωφορείο για να εμποδίζει τη διέλευση», θυμάται ο κ. Χαρέλας. Η «μάχη» ήταν άνιση, από αριθμητικής πλευράς τουλάχιστον, ενώ πολλοί από τους νεαρούς επιχειρούσαν να περάσουν από το πυκνό γειτονικό δάσος της Καστανιάς όπου έσπευσαν από την πρώτη στιγμή να πάρουν θέση για να το φρουρήσουν τέσσερις-πέντε αστυνομικοί και στρατιώτες.
«Γύρω στις 9 το πρωί εμφανίστηκαν αρκετοί νεαροί στη “νεκρή ζώνη”, κινήθηκαν προς το μέρος μας χωρίς να τους εμποδίσουν οι Τούρκοι φρουροί, άνετοι και στο χαλαρό λες και έκαναν βόλτα. Ο επικεφαλής αξιωματικός μας τους εξήγησε πως δεν μπορούν να μπουν σε ξένο κράτος εάν δεν έχουν νόμιμα έγγραφα και τους κάλεσε να απομακρυνθούν. Οχι μόνο δεν έφυγαν αλλά σε λίγα λεπτά άρχισαν να εμφανίζονται και άλλοι… και άλλοι, μέχρι που έγιναν πολλές εκατοντάδες», αφηγείται ο κ. Δερβεντλής.
«Άρχισαν οι συμπλοκές που ήταν σκληρές. Μάχες σώμα με σώμα, πετροπόλεμος, έπεσε άγριο ξύλο και από τις δύο μεριές αλλά “κρατήσαμε” όσο χρειαζόταν μέχρι να φτάσουν ενισχύσεις. Εκείνες τις δύσκολες στιγμές μας εμψύχωνε η αίσθηση του καθήκοντος αλλά και η γενναία στάση των διοικητών μας διευθυντών, που όρθιοι στην πρώτη γραμμή έδιναν κατευθύνσεις “τρώγοντας” και αυτοί πέτρες», συνεχίζει.
«Αντιδράσαμε γρήγορα»
«Στα πρώτα λεπτά είναι αλήθεια ότι αιφνιδιαστήκαμε κάπως, σαν να πιαστήκαμε στον ύπνο, και καμιά τριανταριά από αυτούς κατάφεραν και πέρασαν από το δάσος, αλλά οι περισσότεροι συνελήφθησαν από περιπολίες πιο μέσα. Αντιδράσαμε όμως γρήγορα και σε κάποια ανάπαυλα επενέβησαν οι άνδρες του στρατιωτικού φυλακίου μας και άπλωσαν αγκαθωτά συρματοπλέγματα στη διάβαση, οπότε η άμυνά μας ενισχύθηκε σημαντικά. Κατά τις 3 το μεσημέρι, έγινε το δεύτερο και μεγαλύτερο “ντου” από χίλιους και περισσότερους νεαρούς οι οποίοι έχοντας μπροστά τους τουρκικά και ξένα τηλεοπτικά συνεργεία επιτέθηκαν με σφοδρότητα εναντίον μας. Προφανώς οι Τούρκοι επέτρεψαν στα κανάλια να προπορευθούν ώστε να μεταδώσουν ζωντανά το πώς θα έπεφταν τα ελληνικά σύνορα», λέει ο κ. Χαρέλας.
Όλα έδειχναν ότι βρισκόταν στην αρχή της μια ελληνοτουρκική συνοριακή κρίση που θα μπορούσε να κλιμακωθεί, ανάλογα με τους τουρκικούς σχεδιασμούς και να εξελιχθεί σε «χερσαία Ιμια». Δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού κινήθηκαν προς τις Καστανιές από όλη τη Βόρεια Ελλάδα, και από την Αθήνα έσπευσαν δυνάμεις των ΜΑΤ. «Γενικά ό,τι υπήρχε διαθέσιμο στην περιοχή έσπευσε αμέσως στις Καστανιές, ακόμα και συνάδελφοι εκτός υπηρεσίας έτρεξαν να μας βοηθήσουν», προσθέτει ο κ. Δερβεντλής.
Μέχρι να φτάσουν οι πρώτες ενισχύσεις, από τον στρατό ετέθη σε εφαρμογή η «επιχείρηση επιρροής», ή αλλιώς, «ψυχολογικός πόλεμος». Ένας εκπαιδευμένος διαπραγματευτής έσπευσε στην «καυτή ζώνη» και προσπάθησε να «χαλαρώσει» τους εξαγριωμένους διαδηλωτές καλώντας τους να ηρεμήσουν ώστε να βρεθεί λύση και να περάσουν λίγοι λίγοι, ειρηνικά στο ελληνικό έδαφος. Στην πραγματικότητα η «διαπραγμάτευση» είχε ως σκοπό να προλάβουν να φτάσουν από τα ενδότερα οι δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. και του στρατού, όπως και έγινε.
Κατά τις δώδεκα το μεσημέρι του Σαββάτου, είχαν φτάσει και αναπτυχθεί στο «σημείο μηδέν» αλλά και πίσω από τον φράχτη ισχυρές δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. και του στρατού. Χάρη στη γενναία αντίσταση των λίγων αστυνομικών και στρατιωτών, ο μεγάλος κίνδυνος, η μαζική, δηλαδή, παραβίαση των συνόρων αλλά και η εισβολή στο ελληνικό έδαφος χιλιάδων ανεπιθύμητων είχε περάσει, μα δεν είχε εκλείψει.
Κατά ομάδες οι μετανάστες από την τουρκική πλευρά άρχισαν να κινούνται δυτικά προς τον φράχτη της Νέας Βύσσας, και βόρεια προς το δάσος του χωριού Μαράσια, για να παρακάμψουν το οχυρωμένο πλέον οδόφραγμα του τελωνείου και να περάσουν. «Εκεί άρχισε ένας άλλος πόλεμος. Στα αριστερά μας εν τω μεταξύ είχε προλάβει να αναπτυχθεί, με βάση τον σχεδιασμό, δύναμη καταδρομέων που ήρθαν από τη Δράμα για να βοηθήσουν και πίσω από τον φράχτη αυξήθηκαν τα στρατιωτικά περίπολα και επιχειρούσαν άνδρες των ΜΑΤ για να εμποδίσουν ενδεχόμενη παραβίασή του».
Όλη τη νύχτα του Σαββάτου οι συμπλοκές στο οδόφραγμα του τελωνείου συνεχίζονταν αλλά πλέον η άμυνα των Ελλήνων φρουρών είχε καταστεί αδιαπέραστη και ο αιφνιδιασμός είχε αποτύχει.
«Την επομένη άλλαξαν τακτική. Έβαζαν μπροστά γυναικόπαιδα, πίσω έρχονταν τα τηλεοπτικά κανάλια, και παραπίσω με πέτρες, ξύλα και καπνογόνα με τα οποία τους εφοδίαζαν οι τουρκικές αρχές, μπουλούκια νεαρών, που επιχειρούσαν “γιουρούσια” σε όλο το μέτωπο, στο τελωνείο και στον φράχτη και νοτιότερα. Στο οδόφραγμα, πίσω από εμάς, επιχειρούσε ο γιγαντιαίος “Αίας”, η αντλία της πυροσβεστικής που εκσφενδόνιζε εναντίον των συγκεντρωμένων τόνους νερό και τους έκανε μούσκεμα. Ηταν ο φόβος και ο τρόμος τους γιατί όταν η θερμοκρασία είναι κάτω από το μηδέν και γίνεσαι μούσκεμα, το μόνο που σκέφτεσαι είναι πώς θα αποφύγεις το βρέξιμο. Εκανε σπουδαία δουλειά αυτή η αντλία».
Ψεκασμός με χρώμα
Λίγο παρακάτω, και κατά μήκος του φράχτη, άλλη αυτοκινούμενη αντλία του στρατού ψέκαζε όσους πλησίαζαν το συρματόπλεγμα με υγρό χρώμα, σε μια κίνηση ενταγμένη επίσης στην «επιχείρηση επιρροής» και η οποία, όπως εξηγούσε στην «Κ» ο απόστρατος στρατηγός, εκπαιδευμένος σε τακτικές ψυχολογικού πολέμου Χρήστος Δρίβας, «προκαλεί πανικό στον αντίπαλο που δεν ξέρει τι συνέπειες θα έχει όταν το υγρό πέσει πάνω του, αλλά και φόβο αφού θα είναι σημαδεμένος ότι ενεπλάκη στα επεισόδια».
Από τη στιγμή κατά την οποία ο αιφνιδιασμός των πρώτων ωρών, λεπτών για την ακρίβεια, στο οδόφραγμα του τελωνείου είχε αποτραπεί, χάρη στη γενναία άμυνα των φρουρών της «προκάλυψης», και τα σχέδια θωράκισης του Έβρου ετέθησαν ακαριαία σε εφαρμογή, η μάχη «επί του πεδίου» είχε κριθεί, αν και για αρκετές νύχτες οι «ναυμαχίες» στο ποτάμι συνεχίζονταν.
Η καθοριστική κινητοποίηση της τοπικής κοινωνίας
Πίσω από την προκάλυψη στο ποτάμι, μια «αόρατη», ισχυρή αποτρεπτική δύναμη, χωρίς στολή και όπλα, αυτή της κοινωνίας ενεργοποιήθηκε ενστικτωδώς. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, υπερήλικες, προσέτρεξαν σε βοήθεια επιδεικνύοντας απαράμιλλο θάρρος και αίσθημα πατριωτισμού, παράγοντας αποφασιστικός στις κρίσιμες ώρες για την άμυνα στα σύνορα. Αγρότες με τρακτέρ περιπολούσαν τις νύχτες στο ποτάμι, ενημερώνοντας τις Αρχές για τις κινήσεις στην απέναντι όχθη.
Στο Δέλτα του Έβρου, ψαράδες και κυνηγοί με τις βάρκες (πλάβες) έλεγχαν τα γνωστά σε εκείνους περάσματα, γυναίκες μοίραζαν φαγητό σε στρατιώτες και συνοριοφύλακες, έραβαν και διένειμαν μάσκες, υπερήλικες συγκέντρωναν χρήματα για τις ανάγκες της θωράκισης των συνόρων, βοήθεια κατέφθανε από όλες τις γωνιές της Ελλάδας. Σε αυτή την έξαρση πατριωτικού ενθουσιασμού, δεν έλειψαν και κάποιες ακραίες συμπεριφορές μεμονωμένων ατόμων, που όμως δεν μπορεί να χαρακτηρίσουν το σύνολο.
Ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα
Ένα χρόνο μετά, η κοινωνία στον Έβρο βρίσκεται και πάλι στο «πόδι», για διαφορετικούς όμως, τώρα, λόγους. Η σχεδιαζόμενη επέκταση του κέντρου υποδοχής και ταυτοποίησης στο Φυλάκιο της Ορεστιάδας και η προσωρινή μεταφορά σε αυτό μερικών χιλιάδων παράτυπων μεταναστών, έχει δυναμιτίσει την ατμόσφαιρα. Από άκρη σε άκρη στον νομό οι κάτοικοι αντιδρούν, απειλώντας ότι θα εμποδίσουν την υλοποίηση του σχεδίου με κάθε μέσο.
Ο υπουργός Μετανάστευσης Νότης Μηταράκης έγινε αποδέκτης ακραίων αποδοκιμασιών, κατά την πρόσφατη επίσκεψη στην Ορεστιάδα, αντίδραση που αντανακλά το κλίμα μιας κοχλάζουσας κοινωνίας. «Δεν είμαστε όλοι που φωνάζουμε ακροδεξιοί, πρόκειται για ζήτημα εθνικής ασφάλειας, δεν το καταλαβαίνουν στην Αθήνα;», είπε στην «Κ» μια γυναίκα από τη Νέα Βύσσα της Ορεστιάδας, η κ. Φανή Μπαχαρίδου.
Η τουρκική προπαγάνδα
Ο επικοινωνιακός πόλεμος μαινόταν ταυτόχρονα με τις επίγειες συγκρούσεις στην όχθη του ποταμού. Η τουρκική προπαγάνδα που από την πρώτη στιγμή επιχείρησε να εμφανίσει τα ελληνικά σύνορα ως «ξέφραγο αμπέλι», όταν απέτυχε η εισβολή στο τελωνείο άλλαξε τακτική. Διοχέτευε σωρηδόν στο ψηφιακό σύμπαν, αλλά και στους ξένους δημοσιογράφους στα σύνορα, «ειδήσεις» και πληροφορίες που εμφάνιζαν τους Έλληνες περίπου ως δολοφόνους αμάχων. Στόχος ήταν να στραφεί εναντίον της Ελλάδας η διεθνής κοινή γνώμη, και ταυτόχρονα να εμφανιστεί η εισβολή ως μια αθώα προσπάθεια διέλευσης του Έβρου από κάποιους κατατρεγμένους, χωρίς να αναδειχθεί η εργαλειοποίηση των μεταναστών από το τουρκικό καθεστώς, κάτι που αντιλήφθηκαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες όταν τους πήγε ο κ. Μητσοτάκης στα σύνορα. Από ελληνικής πλευράς, όχημα του στρατού μετέδιδε μηνύματα με τηλεβόες κατά μήκος του φράχτη σε τέσσερις-πέντε γλώσσες, με τα οποία ενημερώνονταν οι μετανάστες ότι δεν μπορούν να περάσουν στο ελληνικό έδαφος και αν το επιχειρήσουν θα υποστούν τις συνέπειες. Στόχος ήταν να φτάσει το μήνυμα και στους χιλιάδες άλλους στα μετόπισθεν που πληροφορούνταν την κατάσταση από όσους είχαν καθηλωθεί στα σύνορα. Η Ελλάδα κέρδισε τη «μάχη του Έβρου» επί του εδάφους και η Τουρκία έχασε στο επίπεδο του γοήτρου. Τον γύρο του κόσμου έκαναν ρεπορτάζ, φορτισμένα περισσότερο με συναίσθημα και χωρίς τη συνολική εικόνα, αλλά και καταγγελίες ΜΚΟ με όχι κολακευτικά για την Ελλάδα σχόλια. Ωστόσο, κάποιοι υποστηρίζουν ότι έστω και αυτές οι σκληρές και ενδεχομένως άδικες εικόνες, ωφέλησαν την ελληνική πλευρά από την άποψη ότι στον κόσμο των παράτυπων μεταναστών σχηματίστηκε η πεποίθηση ότι οι Έλληνες δεν αστειεύονται.
Την άποψη πως η σκληρή ρητορική Ερντογάν έναντι της Ελλάδας οφείλεται στην ενόχληση της Άγκυρας λόγω της προσπάθειας της Αθήνας να απομονώσει την Τουρκία διεθνώς, εκφράζει ο Χακάν Τσελίκ, πολιτικός αναλυτής του CNN Turk και ανταποκριτής της εφημερίδας Posta στην Άγκυρα, ο οποίος έχει επισκεφθεί πολλές φορές την Ελλάδα και θεωρεί πως οι δύο χώρες αναπτύσσοντας τις εμπορικές, τουριστικές, πολιτιστικές σχέσεις θα μπορέσουν να ξεπεράσουν ή έστω να παρακάμψουν κάποια από τα προβλήματα και να βελτιώσουν τις σχέσεις τους.
«Υπάρχει η άποψη στην Τουρκία πως ο Τζο Μπάιντεν δεν θα είναι αντικειμενικός στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι φιλέλληνας, και πολιτικά και πολιτιστικά. Υπάρχει μια αμφιβολία στην Άγκυρα πως οι ΗΠΑ θα χάσουν την ουδέτερη στάση τους. Αυτό το βλέπουν ως παράγοντα που μπορεί να επιβαρύνει τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα. Οι ανακοινώσεις των ΗΠΑ για την Ανατολική Μεσόγειο, οι κινήσεις τους με την παρουσία τους στην Αλεξανδρούπολη προκαλούν εντύπωση. Αυτά έχουν ξυπνήσει αντανακλαστικά στην Άγκυρα και στα τουρκικά ΜΜΕ», σημειώνει.
Στην ερώτησή μας για τους στόχους της έντονης ρητορικής της τουρκικής κυβέρνησης, αλλά και για τη σκληρή πολιτική που ασκεί η Άγκυρα έναντι της Αθήνας το τελευταίο διάστημα, ο κ. Τσελίκ υποστηρίζει πως «στην Τουρκία υπάρχει ενόχληση, καθώς επικρατεί η άποψη πως η Ελλάδα εμφανίζεται με μαξιμαλιστικές θέσεις. Η άποψη της Τουρκίας είναι πως “είμαι μια μεγάλη χώρα που έχω ακτές στο Αιγαίο, στη Μεσόγειο, έχω τη μεγαλύτερη ακτογραμμή. Όμως, η προσπάθεια και η πολιτική της Ελλάδας δεν μου αναγνωρίζουν χώρο επιβίωσης. Η Ελλάδα κάνει προσπάθειες και ενέργειες που αγνοεί τα δικαιώματά μου στους υδρογονάνθρακες, αλλά και την έξοδο της Τουρκίας στις θάλασσες”.
Από την άλλη, ωστόσο, η Άγκυρα βλέπει πως η Ελλάδα ξεκίνησε συνεργασίες με όλες τις χώρες που έχουν διαφορές με την Τουρκία, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ. Θεωρεί πως η Αθήνα προσπαθεί να απομονώσει την Τουρκία και ότι αυτό δεν αρμόζει σε σχέση καλής γειτονίας. Στην πραγματικότητα, τώρα πια τα ελληνοτουρκικά προβλήματα δεν είναι το Αιγαίο, η Μεσόγειος, αλλά και η προσπάθεια της ελληνικής διπλωματίας να εκμεταλλευθεί τη γεωστρατηγική συγκυρία. Αυτή είναι η εικόνα στην Άγκυρα».
Παράλληλα, με έμφαση αναφέρει πως «η θεωρία του φόβου της πολιορκίας της Τουρκίας δεν είναι μόνο στο μυαλό των ακραίων στοιχείων της χώρας. Τώρα πια και σοβαροί αναλυτές έχουν αυτήν την άποψη. Διότι πράγματι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ έχει αρχίσει να είναι διαφορετική με αυτή της Τουρκίας. Στο Ιράκ, στο PKK, στη Συρία. Μέσα σε αυτά προστέθηκε και η Ελλάδα, κι έτσι η θεωρία της πολιορκίας ενισχύθηκε περισσότερο».
Το Πατριαρχείο
Ο Χακάν Τσελίκ, ο οποίος επισκέπτεται συχνά το Φανάρι, έχει μόνο θετικά λόγια για τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. «Το Πατριαρχείο είναι ένας αξιόλογος θεσμός, που πρέπει να είναι κορωνίδα μας. Η παρουσία του κ.κ. Βαρθολομαίου είναι πρόσθετη αξία, είναι τύχη η παρουσία του. Στην Τουρκία, η αξία του Πατριαρχείου δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή, λόγω των προκαταλήψεων του παρελθόντος. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος εκπροσωπεί έναν θεσμό που υπάρχει για πολλούς αιώνες και προσπαθεί να σεβαστεί τις ευαισθησίες όλων των χωρών», υπογραμμίζει.