«Όταν ο Ιησούς εγεννήθηκε εις την Βηθλεέμ της Ιουδαίας κατά τας ημέρας του Ηρώδη του βασιλέως, έφτασαν μάγοι από την Ανατολήν εις τα Ιεροσόλυμα και ερωτούσαν, «Που είναι εκείνος που εγεννήθηκε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι είδαμε το άστρον του να ανατέλλη και ήλθαμε να τον προσκυνήσωμεν (…). Και να, το άστρον, το οποίον είχαν ιδή να ανατέλλη, προηγείτο, έως ότου ήλθε και εστάθηκε επάνω εις το μέρος, όπου ευρίσκετο το παιδί. Μόλις είδαν το άστρον, αισθάνθηκαν μεγάλην χαράν».
Ευαγγέλιο του Ματθαίου (Ματθ. Β’, 1-12).
Το Άστρο της Βηθλεέμ, ή Άστρο των Χριστουγέννων, αποτελεί το σύμβολο της γέννησης του Ιησού και φυσικά της νέας θρησκείας, που καθιερώθηκε στη συνέχεια ως επικρατούσα στον δυτικό και όχι μόνο κόσμο. Σύμφωνα με την παράδοση και τις γραφές, ήταν ένα ουράνιο φαινόμενο το οποίο κατέδειξε στους τρεις Μάγους τον τόπο γέννησης του Ιησού, και σηματοδότησε έτσι με αυτόν τον υπερφυσικό (;) τρόπο την εποχή του Χριστιανισμού.
Έκτοτε, πολλές αναλύσεις και ιστορικές έρευνες έχουν ασχοληθεί με το φαινόμενο αυτό, η επαρκής εξήγηση του οποίου θα μπορούσε να νοηματοδοτήσει –ή, για άλλους, να αποδείξει- κρίσιμες λεπτομέρειες και πτυχές των γεγονότων εκείνων που σημάδεψαν την ανθρωπότητα για τους επόμενους αιώνες.
Ήταν ένα πραγματικό αλλά ανεξήγητο, δηλαδή υπερβατικό, ουράνιο γεγονός, ορατό από τους ανθρώπους, που συνέπεσε και προανήγγειλε τη Γέννηση του Ιησού; Ή μήπως ήταν ένα αστρονομικό φαινόμενο που μπορούμε να το εξηγήσουμε με τους σύγχρονους επιστημονικούς όρους; Ή μήπως τελικά… δεν συνέβη ποτέ, παρά έχει περάσει στις παραδόσεις μας από τις γραφές;
Οι επιφανείς και ιδιαίτερα γνωστοί στο ελληνικό κοινό από τις τηλεοπτικές εκπομπές, τις διαλέξεις και τα βιβλία τους, αστροφυσικοί και καθηγητές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Στράτος Θεοδοσίου και Μάνος Δανέζης πριν από μερικά χρόνια εκπόνησαν μια ολοκληρωμένη μελέτη γύρω από το ζήτημα, την οποία ενέταξαν στο βιβλίο τους με τίτλο «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.» (Εκδόσεις Δίαυλος).
Οι επιστήμονες προσέγγισαν το ζήτημα μελετώντας όλες τις διαθέσιμες πρωτότυπες πηγές, συμβουλευόμενοι και εκατοντάδες άλλα κείμενα και αναλύσεις, όλων των θεωρητικών τάσεων (θεολογικών, φιλοσοφικών, επιστημονικών).
Η έρευνα τους διήρκεσε επτά χρόνια, και περιλάμβανε ακόμα και αποστολές σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού.
Το zougla.gr συνάντησε τον Στράτο Θεοδοσίου σε ομιλία του στο Μουσείο Μετεωριτών στην Αθήνα, με θέμα ακριβώς αυτό το ζήτημα, και είχαμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση!
Οι θεωρίες για το Άστρο της Βηθλεέμ
Όπως ξεκαθαρίζουν στο βιβλίο τους οι αστροφυσικοί, επισήμως το Άστρο της Βηθλεέμ αναφέρεται μόνο στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Για τους πιστούς, το Άστρο είναι ένα καθαρά υπερβατικό γεγονός που εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της ενσάρκωσης επί της Γης του Υιού και Λόγου του Θεού – στην Ορθοδοξία δεν τίθεται καν ζήτημα εξήγησης του φαινομένου. Τον 16ο αιώνα, οι θεολόγοι της Δύσης ξεκίνησαν τις πρώτες προσπάθειες απόδειξης της ύπαρξης του, με βάση το γενικό αστρολογικό πλαίσιο της εποχής, που θα αποδείκνυε επίσης περίτρανα και την ιστορική ύπαρξη του Ιησού. Με αυτούς τους όρους αποπειράθηκε να το εξηγήσει και ο μεγάλος αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ.
Η πρόσφατη άποψη Έλληνα αστρονόμου δε, είναι αυτή του Κ. Χασάπη (1914-1972) ο οποίος υποστήριξε ότι: «Ο αστήρ του βασιλέως των Ιουδαίνω είναι αστρονομικόν φαινόμενον, ερμηνευόμενον όμως αστρολογικώς».
Γενικά οι απόψεις που έχουν υποστηριχθεί είναι πολλές και αντικρουόμενες. Οι Πατέρες της Εκκλησίας όπως αναφέραμε υποστηρίζουν την υπερβατικότητά του και δεδομένη την ύπαρξη του. Κάποιοι ερευνητές από την άλλη, θεωρούν ότι πρόκειται για έναν καλοστημένο μύθο χωρίς καμία ιστορική ή αστρονομική σημασία, ενώ επικαλούνται το γεγονός ότι δεν υπάρχει καμία άλλη ιστορική ή αστρονομική πηγή που να καταγράφει το φαινόμενο, πλην του Ευαγγελιστή Ματθαίου. Δεν υπάρχει επίσης καμία αναφορά για παρατήρηση από τον κόσμο ενός τέτοιου γεγονότος, αφού εάν επρόκειτο για ένα λαμπερό άστρο, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να το δει.
Άλλοι πάλι αντιτάσσουν ότι δεν επρόκειτο για άστρο, αλλά για κομήτη ή πλανήτη, ουράνια σώματα δηλαδή που συχνά εμφανίζουν «στάσεις» στον ουρανό, ενώ έχουν ακουστεί και απόψεις ότι επρόκειτο για ένα είδος ακτίνας φωτός, ή άλλο άγνωστο «σώμα». Φυσικά, έχει ειπωθεί και η άποψη ότι επρόκειτο για… ΑΤΙΑ και συγκεκριμένα για ιπτάμενο δίσκο. Αυτή η εκδοχή, βεβαίως, θα εξηγούσε και τη μετακίνηση του «άστρου» στον ουρανό!
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, δε, αποδέχονται την ύπαρξή του, αλλά το θεωρούν ως μια… διαβολική επινόηση, καθώς το άστρο οδήγησε τους Μάγους αρχικά όχι στη Βηθλεέμ, αλλά στην Ιερουσαλήμ και στον βασιλιά Ηρώδη, που ήθελε να εξοντώσει τον Ιησού. Θεωρούν, λοιπόν, ότι το άστρο ήταν έργο του διαβόλου ώστε να προδωθεί η Γέννηση του Θεανθρώπου στους εχθρούς του…
Η επικρατούσα εκδοχή πάντως, δηλαδή αυτή με τις περισσότερες αναφορές, είναι αυτή που καταγράφεται από τη δεκαετία του 1970 στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, σύμφωνα με την οποία πρόκειται για αστρικό φαινόμενο που συνέβη τη χρονική περίοδο από το 11 π.Χ. έως το 1 μ.Χ. Οι περισσότερες μελέτες εστιάζουν στη σύνοδο των πλανητών Δία και Κρόνου του έτους 7 π.Χ.
Η πολυετής έρευνα των Θεοδοσίου-Δανέζη
Οι Θεοδοσίου και Δανέζης, έπειτα από την ενδελεχή μελέτη τους, καταλήγουν στο ότι δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία από ιστορικές, θεολογικές ή αστρονομικές πηγές για τη φύση του άστρου και ανέτρεξαν στις αστρονομικές πληροφορίες που σχετίζονται με ουράνια σώματα και φαινόμενα. «Ως θετικοί επιστήμονες, νομιμοποιούμαστε να γράψουμε τι δεν ήταν και όχι να πλάθουμε σενάρια για το τι πιθανώς να ήταν», ξεκαθαρίζουν στο βιβλίο τους.
Στη συνέχεια αναλύουν με αστροφυσικούς όρους τα ουράνια σώματα ή φαινόμενα που κατά κάποιον τρόπο θα μπορούσαν να θεωρηθούν από τους αστρονόμους ότι αποτελούν το άστρο της Βηθλεέμ. Όμως, καταλήγουν ότι τίποτα από αυτά δεν θα μπορούσε να εξηγήσει το φαινόμενο.
Τα συμπεράσματα τους συνοπτικά για το κάθε φαινόμενο και το αν θα μπορούσε να είναι το αστέρι της Βηθλεέμ είναι τα εξής:
Οι κομήτες αστέρες: Όχι, διότι οι αρχαίοι αστρονόμοι τους παρατηρούσαν ενδελεχώς, και εάν επρόκειτο για συγκεκριμένο κομήτη, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος. Επίσης, η όψη του κομήτη από τη Γη δεν ταιριάζει με τις περιγραφές.
Οι διάττοντες αστέρες, τα μετέωρα ή οι μετεωρίτες: Όχι, διότι επίσης θα είχε καταγραφεί μια τέτοια πτώση, κι επίσης έχουν στιγμιαία λάμψη και αποτελούν εφήμερα αστρικά γεγονότα. Και μάλιστα, δεν είναι τόσο σπάνια φαινόμενα.
Οι απλανείς αστέρες: Όχι, διότι αν και στην πραγματικότητα μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτεροι από τον Ήλιο, λόγω της τεράστιας απόστασης τους από τη Γη φαίνονται ως αμυδρές πηγές φωτός στο νυχτερινό στερέωμα,
Αστρική γέννηση: Όχι, διότι ένα άστρο που γεννάται δεν είναι εν γένει άμεσα ορατό, αντίθετα με τον αστρικό του θάνατο, που πολλές φορές είναι φαντασμαγορικός.
Οι καινοφανείς ή υπερκαινοφανείς αστέρες: Όχι, διότι αν και μια τέτοια κοσμική καταστροφή είναι πολύ θεαματική και θα μπορούσε να ταιριάζει με φως στον ουρανό της Βηθλεέμ, τα υπολείμματα του υπερκαινοφανούς παραμένουν στον χώρο της έκρηξης σαν νεφέλωμα για εκατοντάδες χρόνια. Δεν υπάρχει όμως κανένα τέτοιο στοιχείο. Επίσης, το φως τους, φτάνει στη Γη χιλιάδες χρόνια μετά την έκρηξή τους. Άρα δεν θα μπορούσαμε να μιλάμε για ένα «ιερό» άστρο το οποίο… στην πραγματικότητα δεν υπήρχε όταν ήλθε ο Μεσσίας!
Οι πλανήτες: Έχουν διατυπωθεί θεωρίες για τον Δία και την Αφροδίτη, που σε ορισμένες φάσεις τους λάμπουν ιδιαίτερα. Είναι απίθανο όμως οι Μάγοι να μην μπορούσαν να διακρίνουν αυτούς τους πλανήτες. Το άστρο της Βηθλεέμ θα πρέπει να σχετίζεται με κάτι νέο, φωτεινό, σπάνιο αστρονομικά ή άγνωστο ως τότε φαινόμενο στους Ανατολίτες σοφούς.
Οι διπλές ή τριπλές σύνοδοι πλανητών: Το βράδυ της 17ης Ιουνίου του 2 π.Χ. σημειώθηκε το σπάνιο φαινόμενο που η Αφροδίτη βρέθηκε μπροστά από τον Δία (από τότε συνέβη πάλι το 1818 και το 1999 και θα ξανασυμβεί το 2065). Το 1999 το φαινόμενο έγινε ορατό την Τρίτη 23 Φεβρουαρίου στις 20:00 από την Ελλάδα, αλλά δεν παρατηρήθηκε κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί όπως το άστρο της Βηθλεέμ. Αντίστοιχα, οι υπόλοιπες σύνοδοι πλανητών που σημειώθηκαν εκείνη τη δεκαετία (π.χ. σύνοδος του Δία και την Αφροδίτης τον Αύγουστο του 3 π.Χ.) , δεν θα μπορούσαν τελικά να αποτελούν το επίμαχο φαινόμενο, αν και αρκετοί αναλυτές στο παρελθόν έχουν υποστηρίξει αυτή τη θέση. Επίσης, στις γραφές αναφέρεται ξεκάθαρα για ένα μοναδικό φωτεινό σημείο στον ουρανό.
Το ζωδιακό φως: Πρόκειται για το διάχυτο λευκό συνήθως φως που παρατηρείται στον δυτικό ορίζοντα μετά το λυκόφως και στον αντίστοιχο ανατολικό πριν από το λυκαυγές (τον Φεβρουάριο και τον Οκτώβριο στην Ελλάδα, αντίστοιχα). Και αυτή η περίπτωση αποκλείεται, διότι αρκεί μόνο το τρεμάμενο φως της χλωμής Σελήνης για να εξαφανίσει το περιορισμένης λαμπρότητας ζωδιακό φως.
Που καταλήγουν λοιπόν οι επιστήμονες;
Οι προσωπικές τους απόψεις για το ζήτημα συνοψίζονται στα ακόλουθα:
1) Η φαινόμενη κίνηση των ουρανίων σωμάτων (ανατολή-δύση) δεν συμπίπτει με την αναφερόμενη κίνηση του άστρου, έτσι όπως αυτή περιγράφεται.
2) Η φαινόμενη λαμπρότητα του αστέρα γράφεται στα απόκρυφα κείμενα ότι σκίαζε ακόμα και το φως του Ήλιου. Όμως κανείς άλλος εκτός των Μάγων δεν το είχε αντιληφθεί.
3) Το αστέρι ανέλαμπε και εξαφανιζόταν, ή στεκόταν και κινιόταν «κατά το δοκούν», αναίτια ή αναλόγως των αναγκών και της περιοχής που βρίσκονταν οι Μάγοι. Ένα αστρονομικό αντικείμενο δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να παρουσιάζει μια τέτοια συμπεριφορά. Πάντως η εμφάνιση, εξαφάνιση, στάση ή κίνηση ερμηνεύεται από τη σύνοδο των πλανητών – τότε όμως δεν πρόκειται για άστρο αλλά για σύνοδο (συνάντηση-ευθυγράμμιση) πλανητών.
Το αστέρι έδειξε όμως έναν συγκεκριμένο μικρό τόπο όπου γεννήθηκε ο Ιησούς. Ένα αστρονομικό αντικείμενο λόγω της μακρινής απόστασης στην οποία βρίσκεται, δεν μπορεί να υποδείξει κάποιο συγκεκριμένο τόπο στην επιφάνεια της Γης, παρά μόνο κατεύθυνση (προσανατολισμό).
Έτσι, σύμφωνα με τους δύο αστροφυσικούς, θα πρέπει κάποιος να επιλέξει μεταξύ των παρακάτω εκδοχών:
Α) Ο αστέρας της Βηθλεέμ δεν υπήρξε ποτέ, αλλά ήταν ένας μύθος, μια επινόηση των συγγραφέων του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου.
Β) Ήταν ένα φαινόμενο υπερβατικό και υπέρλογο, πέρα και έξω από τα όρια της γνωστής στον σημερινό άνθρωπο επιστήμης. Δηλαδή το εν λόγω φαινόμενο εξελισσόταν εντός των πλαισίων κάποιων φυσικών νόμων, άγνωστων ακόμα στην ανθρώπινη επιστήμη.
Γ) Ήταν ένα μετεωρολογικό φαινόμενο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να υλοποιείται και να μορφοποιείται στα όρια της κατώτατης ατμόσφαιρας. Στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε οπότε για αστρονομικό φαινόμενο.
Η θεωρία των σφαιρικών κεραυνών
Οι συγγραφείς στο βιβλίο τους θεωρούν τελικά, εάν απαλείψουμε την εκδοχή της υπερβατικότητας του φαινομένου, πώς ίσως πρόκειται για μια «συμπτωματική αλληλουχία σφαιρικών κεραυνών».
Οι «σφαιρικοί κεραυνοί» δημιουργούνται από συμπυκνώσεις πλάσματος στην ατμόσφαιρα. Τις περισσότερες φορές έχουν σχήμα ωοειδές ή σφαιρικό, χρώμα σκούρο κόκκινο, δημιουργούν, όταν κινούνται, έναν έντονο συριστικό ήχο, ενώ έχουν τη δυνατότητα είτε να παραμένουν ακίνητοι, είτε να κινούνται με μεγάλη ταχύτητα αλλάζοντας απότομα την κατεύθυνση της κίνησής τους. Το φαινόμενο μπορεί να συσχετισθεί και να συγκριθεί με τα αντίστοιχα φαινόμενα που προκαλούνται από αντιδράσεις ατμοσφαιρικών μορίων με μόρια ή άτομα αντιύλης, τα οποία πιθανόν να εισδύουν στη γήινη ατμόσφαιρα με τη μορφή μετεώρων.
Οι ίδιοι χαρακτηρίζουν αυτή τη θέση «ακραία», όμως την παρουσιάζουν σαν πρόταση μεταξύ των υπολοίπων που έχουν διατυπωθεί ανά τους αιώνες...
Μήπως τελικά... δεν έχει σημασία η εξήγησή του;
Σύμφωνα με τις προσωπικές θέσεις των Θεοδοσίου-Δανέζη επίσης, το αστέρι της Βηθλεέμ ΔΕΝ είναι αστρονομικό φαινόμενο (πρόκειται για μια θέση με την οποία αρκετοί αστρονόμοι διαφωνούν), ούτε και ατμοσφαιρικό φαινόμενο. Στο βιβλίο τους αναφέρουν ότι «αρνούνται να μπουν στη λογική κατασκευής δογματικών, προσωπικών σεναρίων και τη διατύπωση κάποιων απόψεων που ως στόχο τους θα είχαν όχι τη διερεύνηση της αλήθειας, αλλά την ψευδοεπιβεβαίωση προσωπικών μεταφυσικών ή κοινωνικών δογμάτων, καθώς και την εξυπηρέτηση προσωπικών τακτικών μεθοδεύσεων και επιδιώξεων».
Και προσθέτουν με έμφαση: «Εφόσον ο Θεός δημιούργησε τον φυσικό νόμο, δεν είναι δυνατόν να γίνεται συγχρόνως και ο μεγάλος παραβάτης του, καταστρατηγώντας κατά το δοκούν, έστω και σε έκτακτες περιστάσεις, όπως είναι η περίπτωση του αστέρα της Βηθλεέμ». Άρα, αν όντως υπήρξε το αστέρι, τότε το φαινόμενο κινείται εντός των πλαισίων του γενικότερου φυσικού νόμου, πιθανότατα όμως έξω από το σύστημα της μέχρι σήμερα γνωστής στον άνθρωπο επιστημονικής γνώσης. Οπότε το άστρο που εμφανίστηκε στους Μάγους ήταν μάλλον μια προσωπική σε αυτούς αποκάλυψη»…
«Υπό την έννοια αυτή, περιγράφοντας το αστέρι της γέννησης, μπορούμε να δεχθούμε τους όρους υπερβατικό και μεταφυσικό ως προς τη φύση του», σημειώνουν. «Εξάλλου, η γέννηση και η διδασκαλία του Ιησού Χριστού, μεγαλειώδης στο περιεχόμενό της, δεν χρειάζεται αστρική επιβεβαίωση»...
«Μια τέτοια αντίληψη ασφαλώς συμφιλιώνει τις απόψεις της Αστρονομίας με αυτές της Θεολογίας. Συγχρόνως, όμως, διαχωρίζει απολύτως τα πεδία δραστηριοτήτων τους», θεωρούν.
Και καταλήγουν: «Η πραγματική απάντηση στα ερωτήματα για τη φύση του άστρου της Βηθλεέμ μπορεί να μην βρεθεί ποτέ. Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό στην όλη υπόθεση δεν είναι αν το αστέρι της Βηθλεέμ υπήρξε ή δεν υπήρξε, αλλά το τι ακριβώς συμβολίζει»...
Δείτε την παλαιότερη συνέντευξη του Στράτου Θεοδοσίου στο zougla.gr:
Δείτε την παλαιότερη συνέντευξη του Μάνου Δανέζη στο zougla.gr: