Παρά τις εξαγγελίες των ευρωπαϊκών κρατών για απεξάρτηση από τους ρωσικούς υδρογονάνθρακες, η Ρωσία παραμένει κύριος προμηθευτής πετρελαίου της Ε.Ε., που αυξάνει τις εισαγωγές της σε ρωσικό αργό όσο ακόμη δεν έχει ενεργοποιηθεί η πρόσφατη απόφαση για απαγόρευση. Την ίδια στιγμή, κι ενώ τα ταμεία της Ρωσίας γεμίζουν με δισεκατομμύρια δολάρια χάρη στις πωλήσεις ενέργειας στις μεγάλες ασιατικές οικονομίες, προκύπτει πως για μία ακόμη φορά απεδείχθησαν υπερβολικές οι προβλέψεις για ύφεση στη ρωσική οικονομία.
Σύμφωνα με την εταιρεία διαχείρισης θαλάσσιων μεταφορών Banchero Costa, το πρώτο εξάμηνο του έτους η Ε.Ε. εισήγαγε διά θαλάσσης 223 εκατ. τόνους ρωσικού αργού, ποσότητα κατά 15,3% αυξημένη σε σύγκριση με τις εισαγωγές το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του περασμένου έτους. Εχει προηγηθεί η απόφαση που έλαβαν στις αρχές Ιουνίου οι Ευρωπαίοι ηγέτες να απαγορεύσουν τις διά θαλάσσης εισαγωγές ρωσικού αργού, η οποία τίθεται όμως σε ισχύ από τις 5 Δεκεμβρίου 2022. Μέχρι τότε, όμως, ελλείψει νομικά δεσμευτικής απαγόρευσης και επαρκών εναλλακτικών, οι ευρωπαϊκές χώρες σπεύδουν να αγοράσουν μεγάλο όγκο ρωσικού αργού και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, οι φορτώσεις από τη Ρωσία προς την Ευρώπη δεν πρόκειται να μειωθούν σημαντικά. Την ίδια στιγμή, βέβαια, η Ε.Ε. αύξησε κατά πολύ τις εισαγωγές πετρελαίου από κάθε εναλλακτικό προμηθευτή της, με τις φορτώσεις από τη Βόρεια Θάλασσα να αυξάνονται κατά 27,1% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους, φτάνοντας τα 38,2 εκατ. τόνους, ενώ οι εισαγωγές από τη Βόρεια Αφρική αυξήθηκαν κατά 6,1% στα 32,6 εκατ. τόνους και από τη Δυτική Αφρική κατά 33,3% στα 24 εκατ. τόνους. Η πλέον δραματική αύξηση κατεγράφη όμως στις εισαγωγές πετρελαίου από τις ΗΠΑ, που αυξήθηκαν κατά 57,5% στο ιστορικό ρεκόρ των 24,6 εκατ. τόνων.