Ας υποθέσουμε ότι ένας δημόσιος οργανισμός καλείται να εφαρμόσει μια νομοθετική ρύθμιση, η οποία περιλαμβάνει την υποχρεωτική καταβολή ετήσιου τέλους από μια κατηγορία μελών του. Ο υπόχρεος έχει δύο επιλογές – να το πληρώσει ή να μην το πληρώσει. Ο οργανισμός έχει επίσης δύο επιλογές: να επιβάλλει κυρώσεις στους αρνητές ή όχι.
Ο υπόχρεος, σκεπτόμενος καιροσκοπικά, ίσως μπει στον πειρασμό να μην καταβάλλει το τέλος, με την ελπίδα ότι θα του χαρισθεί μελλοντικά. Τι θα τον αποτρέψει; Η ύπαρξη αξιόπιστης απειλής κυρώσεων. Αν ο οργανισμός επιλέξει τη στρατηγική του κατευνασμού –αν, δηλαδή, δεν επιβάλλει κυρώσεις– ο υπόχρεος θα έχει κίνητρο να ενεργεί συμφεροντολογικά – να μην πληρώνει, απολαμβάνοντας τον επιπλέον πλούτο που το μη καταβληθέν τέλος του αποφέρει. Αν, αντιθέτως, ο δημόσιος οργανισμός επιδείξει τη δέουσα στιβαρότητα στην εφαρμογή της ρύθμισης, θα καταστήσει οδυνηρή τη μη καταβολή του τέλους για τον καιροσκόπο υπόχρεο. Κάπως έτσι, σε τελική ανάλυση, πείθονται οι πολίτες να τηρούν τον νόμο. Κάπως έτσι λειτουργούν οι ορθολογικές κοινωνίες που διαθέτουν σοβαρό κράτος.
Ιστορικά, δεν έχουμε την τύχη να ζούμε σε τέτοια κοινωνία, ούτε να έχουμε αντίστοιχης ποιότητας κράτος. Μπορείς να αποφύγεις την υποχρεωτική στράτευση, να χτίζεις αυθαίρετα και να καταλαμβάνεις πανεπιστημιακά κτίρια, χωρίς ή με ελάχιστες κυρώσεις. Υπό τέτοιες συνθήκες, είναι πολύ λογικό ότι ένας στους τέσσερις δεν υπηρετεί τη θητεία του, ότι υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες αυθαίρετα κτίσματα στη χώρα, ότι οι καταλήψεις (και οι καταστροφές δημόσιας περιουσίας) είναι υπόθεση ρουτίνας στα ελληνικά πανεπιστήμια. Το «κάνω ό,τι γουστάρω» συνιστά λειτουργική αρχή συμπεριφοράς για τον Νεοέλληνα όσο το «κλείνω επιλεκτικά τα μάτια στην παρανομία» αποτελεί αρχή λειτουργίας του ελληνικού κράτους.
Σε αυτό το μοτίβο εντάσσεται η πρόσφατη διαγραφή χρεών καθηγητών προς τα πανεπιστήμιά τους, από το υπουργείο Παιδείας, για την περίοδο 1999-2009. Οσοι καθηγητές ασκούσαν, παράλληλα με τα καθήκοντά τους, ελεύθερο επάγγελμα, είχαν την υποχρέωση να αποδίδουν ένα ποσοστό των εσόδων τους στο πανεπιστήμιο (το ΣτΕ αποφάνθηκε θετικά για τη συνταγματικότητα του τέλους). Οι νομοταγείς το έκαναν, οι καιροσκόποι όχι. Είναι ενδιαφέρον ότι κανένα πανεπιστήμιο δεν ανακοίνωσε πόσοι είναι οι μεν και οι δε, όπως δεν εξήγησε γιατί δεν εισέπραξε τα οφειλόμενα, τι νομικές ενέργειες έκανε για να τα εισπράξει, και τι κυρώσεις επέβαλε στους παρανομούντες. Ιδρύματα που υποτίθεται ότι πιστεύουν στην αυτοδιοίκηση, αποδείχθηκαν εξόχως φειδωλά ως προς τον τρόπο που, εν προκειμένω, την άσκησαν. Προτιμούν να μιλάει το υπουργείο Παιδείας για λογαριασμό τους.
Δεν είναι η πρώτη φορά που χαρίζονται χρέη σε πανεπιστημιακούς. Η «δεξιά» κ. Κεραμέως ακολούθησε την πεπατημένη του «αριστερού» κ. Γαβρόγλου, ο οποίος, με ρύθμισή του, το 2018, χάρισε τα 2/3 των οφειλόμενων ποσών. Η διάδοχός του, υπό την πίεση, πιθανώς, «γαλάζιων» παρανομούντων πανεπιστημιακών, τα χάρισε όλα! Σε άρθρο στην «Καθημερινή» με τον ακαδημαϊκό Χ. Μουτσόπουλο (11/9/18), είχαμε επικρίνει την απόφαση του κ. Γαβρόγλου. Η δήθεν ριζοσπαστική αριστερά, γράψαμε, συντηρεί το χειρότερο ιστορικό γνώρισμα του ελληνικού κράτους – το ρουσφέτι.
Πώς δικαιολόγησε το υπουργείο Παιδείας την τωρινή διαγραφή χρεών; «Η πρακτική εφαρμογή της διαδικασίας είσπραξης απεδείχθη ιδιαίτερα δύσκολη τόσο για τα ίδια τα πανεπιστήμια όσο και για τους υπόχρεους», αποφάνθηκε το υπουργείο. Πρόκειται για γελοία εξήγηση. Αν το κράτος δυσκολεύεται τεχνικά να εισπράξει τον ΦΠΑ ή τον ΕΝΦΙΑ, τον χαρίζει; Η γελοιότητα κορυφώνεται όταν το ίδιο το κράτος συμπονετικά υιοθετεί την οπτική γωνία των παρανομούντων – ήταν «ιδιαιτέρως δύσκολο» γι’ αυτούς τους καημένους να αποδώσουν το τέλος· ας τους απαλλάξουμε από το άχθος της συμμόρφωσης!
Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι η θέσπιση του τέλους είναι μια ακόμα ένδειξη του ελληνικού κρατισμού. Ακόμα κι αν έτσι είναι, δεν τηρούμε τους νόμους ανάλογα με τις ιδεολογικές μας απόψεις γι’ αυτούς. Πάντως, αντίστοιχο τέλος υπάρχει και σε χώρες απαλλαγμένες από κάθε υποψία κρατισμού (π.χ. Αμερική).
Αν είσαι ένας από τους νομοταγείς που συμμορφώθηκαν με τον νόμο, πώς αισθάνεσαι σήμερα; Ο Χαράλαμπος Μουτσόπουλος ήταν ένας από αυτούς. Σε γλαφυρό άρθρο του στα «Νέα» (16/1/21) μας είπε πώς αισθάνεται – «κορόιδο».
Το ΕΚΠΑ τον ενημέρωσε ότι του χρωστούσε ένα σεβαστό ποσό χρημάτων. «Οι υπολογισμοί περιλάμβαναν», γράφει ο κ. Μουτσόπουλος, «το ποσόν που είχα αποδώσει στο Πανεπιστήμιο το έτος 1999 από τις εισπράξεις του ιατρείου μου, τι έπρεπε να είχα αποδώσει με βάση τις επανειλημμένες τροποποιήσεις του νόμου, και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι είχα αποδώσει δεκαπλάσιο ποσό αυτού που όφειλα».
Επικοινώνησε με τον αρμόδιο αντιπρύτανη. Η απάντηση τον ξάφνιασε. «Δεν πρόκειται να σας επιστραφούν τα επιπλέον χρήματα που αποδώσατε στο Πανεπιστήμιο», του είπε ο αντιπρύτανης. «Ο νόμος δεν το προβλέπει. Ο νόμος έγινε για να διευκολύνει αυτούς που δεν πληρώσανε τα οφειλόμενα». Προσέξτε: όχι μόνο το πανεπιστήμιο ανέχθηκε επί μακρόν την παρανομία, αλλά δεν θα επιστρέψει ούτε τα χρήματα που ομολογεί ότι οφείλει στους νομοταγείς!
Γιατί να επωμισθείς το κόστος τήρησης του νόμου όταν άλλοι τον παραβιάζουν ατιμωρητί; Το ερώτημα είναι τόσο παλιό όσο οι δύο αιώνες ύπαρξης του ελληνικού κράτους.
* Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.
πηγή:https://www.kathimerini.gr/opinion/561461188/den-plironeis-s-ta-charizoyme/