O ρόλος των νέων είναι απλώς να «επαναστατούν», όπως μας τονίζουν καθημερινά οι επαγγελματίες φίλοι των νέων: πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, καθηγητές.
Η ηλικιακή προκατάληψη έχει πολλές όψεις. Μία από τις λιγότερο προφανείς είναι το να θεωρείς όλους τους νέους ανώριμους και ανεύθυνους -τόσο ανεύθυνους που αν και απολαμβάνουν κοινά δικαιώματα με όλους τους άλλους, στερούνται την ικανότητα να ακολουθούν βασικούς κανόνες, να αντιλαμβάνονται ποιες είναι οι στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους ή ότι είναι ίσοι με τους υπόλοιπους πολίτες απέναντι στο νόμο, ανεξάρτητα από την ηλικία τους.
Συνακόλουθα, αντί να τους ζητάς ρητά να τηρήσουν τα αυτονόητα μέτρα που αποσκοπούν στο να προστατεύουν τους πολίτες από την πανδημία, τους απευθύνεις παράκληση να τα ακολουθήσουν, τους ζητάς με άλλα λόγια να σου κάνουν τη χάρη να μην θέσουν σε κίνδυνο τους εαυτούς τους και τους άλλους (τις γιαγιάδες και τους παππούδες τους, κατά την προσφιλή έκφραση και κάποιων ειδικών), τους ικετεύεις να σεβαστούν τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που δίνουν καθημερινά τη μάχη στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Τους διαχωρίζεις πολύ απλά από τους υπόλοιπους πολίτες με μόνο κριτήριο την ηλικία τους, και με βάση τις πεποιθήσεις ή τις προκαταλήψεις σου για το τι σημαίνει να είναι κανείς νέος. Δικαιολογείς τις εγωκεντρικές πράξεις τους, την απερισκεψία τους, θεωρώντας ότι αν είσαι 20 ή 30 ετών είναι απόλυτα φυσικό να μην έχεις την ικανότητα να συντονίσεις τις επιθυμίες με τη λογική σου, ότι στερείσαι την αυτοσυγκράτηση που έρχεται με το πέρασμα του χρόνου, και ότι είναι απόλυτα φυσικό να εξεγείρεσαι εναντίον των κυβερνητικών μέτρων, οποιονδήποτε κυβερνητικών μέτρων, ανεξαρτήτως του σκοπού που εξυπηρετούν.
Άλλωστε οι ποικίλοι διαχωρισμοί με βάση την ηλικία είναι χαρακτηριστικό κάθε συντηρητικής κοινωνίας που φοβάται την αλλαγή και στηρίζει την εύρυθμη λειτουργία της στις μικρές ανισότητες που έχουμε μάθει να θεωρούμε φυσικές. Οι «εύκολα χειραγωγήσιμοι» νέοι θα δεχθούν να εργαστούν για ελάχιστα χρήματα ή και χωρίς να πληρώνονται, μόνο για την απόκτηση «ανεκτίμητης πείρας», συνεχίζοντας να μένουν στο πατρικό τους και να έχουν ανάγκη την οικονομική ενίσχυση των γονιών τους μέχρι να φτάσουν τα τριανταπέντε ή τα σαράντα. Θα κάνουν υπομονή στις παράλογες απαιτήσεις του εργοδότη τους ή στις σεξουαλικές πιέσεις του -ή τουλάχιστον αυτό συνέβαινε μέχρι πολύ πρόσφατα στην προ metoo εποχή –από φόβο ότι κανείς δεν θα πιστέψει έναν νέο ή μια νέα έναντι του μεσήλικα αφεντικού που φέρει το κύρος της ηλικίας.
Έτσι και αλλιώς, ο δικός τους ρόλος είναι απλώς να «επαναστατούν», όπως μας τονίζουν καθημερινά οι επαγγελματίες φίλοι των νέων: οι πολιτικοί, οι δημοσιογράφοι, οι καλλιτέχνες, οι καθηγητές που εκφράζουν την «κατανόησή» τους για τις συγκεντρώσεις στις πλατείες, για την ανάγκη των νέων να βρεθούν δίπλα στους φίλους τους χωρίς μάσκα και αποστάσεις, αφού «όλοι το ξέρουμε» πως οι νέοι δεν είναι ικανοί για έλλογη σκέψη, και δεν διαθέτουν ψυχική οργάνωση τέτοια που να τους επιτρέπει να προστατεύσουν τον εαυτό τους ή να λάβουν στοιχειωδώς έλλογες αποφάσεις για το μέλλον τους. Ή μήπως όχι;
Είμαι σίγουρη ότι οι περισσότεροι νέοι δεν νιώθουν καμία ικανοποίηση όταν αντιλαμβάνονται ότι τους τσουβαλιάζουν με όλους τους συνομήλικους τους με βάση κοντόφθαλμες και, τελικά, υποτιμητικές αντιλήψεις για τις ανάγκες, τις επιθυμίες, και τις ικανότητές τους.
Οι απόψεις όσων άκριτα και συλλήβδην αντιμετωπίζουν τους νέους με δυσπιστία ή περιφρόνηση είναι βαθιά συντηρητικές, όπως αντίστοιχα και οι απόψεις όλων αυτών που τους κολακεύουν, δικαιολογώντας κάθε πράξη τους, καθώς επιχειρούν να μας πείσουν ότι το κύριο αγαθό που έχει να προσφέρει μια κοινωνία στους νέους της είναι το δικαίωμα στην ανευθυνότητα.
«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/politics/710560_alimono-stoys-neoys»