Μετά την Συρία, η Λιβύη. Ένα πρότυπο διεθνούς συμπεριφοράς της Τουρκίας μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Να επιβραβεύεται. Και να αλλάζει την θέση της Τουρκίας στην διεθνή σκηνή - ή τουλάχιστον την ιδέα που η Τουρκία έχει για τον εαυτό της.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Δέκα μήνες τώρα, η Ευρώπη εκδήλωνε ένα άγονο, άκαρπο ενδιαφέρον για μια ειρηνευτική παρέμβαση στην σύγκρουση μεταξύ Τρίπολης και Τομπρούκ, στην Λιβύη. Αμήχανη, επειδή οι δύο ευρωπαϊκές χώρες που έχουν ιστορικά ενεργότερη εμπλοκή στην περιοχή, η Γαλλία και η Ιταλία, ακολουθούν αποκλίνουσες στρατηγικές και υποστηρίζουν διαφορετικές παρατάξεις. Και κάπως ανήμπορη, επειδή για πρώτη φορά είναι υποχρεωμένη να χειριστεί μια τέτοια κρίση μόνη της, με τον παραδοσιακό μεγάλο εταίρο της, τις ΗΠΑ, να ακολουθεί μια ακατάληπτη και αντιφατική πολιτική στην περιοχή.
Υποστήριξη και ανταλλάγματα
Και ξαφνικά ένας νέος παράγοντας εμφανίζεται στο προσκήνιο. Η Τουρκία του Ερντογάν κάνει μια παρακινδυνευμενη κίνηση. Δίνει ανοιχτή στρατιωτική υποστήριξη στην Τρίπολη, την ώρα που η Ρωσία εμπλέκεται στρατιωτικά με την αντίπαλη πλευρά, την κυβέρνηση του Τομπρούκ.
Το πρώτο αντάλλαγμα που επιδιώκει, είναι η πολυσυζητημένη συμφωνία που εφευρίσκει θαλάσσια σύνορα μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, εξαφανίζοντας την επιρροή των Δωδεκανήσων και της Κρήτης στις θαλάσσιες ζωνες. Το δεύτερο, η συμμετοχή της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την επόμενη μέρα στην Λιβύη.
Κι έπειτα, οι εξελίξεις αποκτούν ρυθμό καταιγιστικό.
Στις 2 Ιανουαρίου η τουρκική εθνοσυνέλευση εγκρίνει την (παράνομη) αποστολή τουρκικών δυνάμεων στην Λιβύη, με τον Ερντογάν να επικαλείται το οθωμανικό παρελθόν. Στις 8 Ιανουαρίου, η Ιταλία, αποικιακή δύναμη που είχε από το 1913 ως το 1945 τον έλεγχο της χώρας, επιχειρεί μια φιλόδοξη, τελευταία προσπάθεια πρέμβασης καλώντας στην Ρώμη τους δύο αντιμαχόμενους Λίβυους πολέμαρχους.
Η προσπάθεια ναυαγεί. Αλλά εκείνη την ίδια ημέρα, στην Κωνσταντινούπολη, ο Ερντογάν συναντά τον Πούτιν. Κι ενώ οι δύο τους υποστηρίζουν αντίπαλες δυνάμεις στην Λιβυη, σχεδιάζουν μια κοινή έκκληση ανακωχής, επιβάλοντας στους «πελάτες» τους να σπεύσουν στην Μόσχα να την υπογράψουν.
Στις 10 Ιανουαρίου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επικυρώνει την ευρωπαϊκή αμηχανία. Και στις 11 η Μέρκελ πηγαίνει στην Μόσχα για να αναγνωρίσει στον Πούτιν τον ρόλο του στην περιοχή.
Το ρίσκο του Ερντογάν
Δεν ξέρουμε ακόμη αν η ανακωχή θα λειτουργήσει ή αν θα οδηγήσει σε μια πολιτική λύση στην διάσκεψη του Βερολίνου. Ξέρουμε όμως πως το ρίσκο του Ερντογάν, η επικίνδυνη εμπλοκή του στην λιβυκή διένεξη, φαίνεται να του δίνει τον ρόλο που ζητούσε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το μέλλον της Λιβύης. Όπως είχε συμβεί, λίγο πριν, και στην Συρία με την αυθαίρετη στρατιωτική παρέμβαση εκεί. Και με τις ίδιες, τρεις προϋποθέσεις: Η Αμερική απέχει, η Ευρώπη παρακολουθεί αμήχανη και, εν τέλει, η Ρωσία του προσφέρει συνεννόηση και συμμετοχή.
Από τους τρεις αυτούς παράγοντες, ο κρισιμότερος είναι η στάση της Ουάσιγκτον. Όταν, τον περασμένο Νοεμβριο, ο Ερντογάν εφθασε στην Ουάσιγκτον, αφού πρώτα είχε «πετάξει στα σκουπίδια» μιαν επιστολή Τραμπ, πολλοί αναλυτές αναρωτήθηκαν τι εξηγεί την υποστήριξη Τραμπ στον Ερντογάν. Η Τουρκία είχε πάντοτε μια μεγάλη στρατηγική σημασία για την Αμερική- ως ανάχωμα στην ρωσική επιρροή και τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και ως πρότυπο συμβίωσης του ισλαμ με την δυτικού τύπου «κοσμικότητα». Αλλά ο Ερντογάν έχει υπονομεύσει και τους τρεις αυτούς ρόλους.
Γιατί ο Λευκός Οίκος τον υποστηρίζει με τόσο ζήλο;
Η μία εξήγηση που δινόταν από Αμερικανούς αναλυτές ήταν η ψυχολογική. Η φυσική έλξη που ασκούν στον Τραμπ οι ισχυροί, αυταρχικοί ηγέτες- ο Πούτιν, ο Κιμ, ο Ταγίπ.
Μια δεύτερη ήταν η θεωρία των ισχυρών προσωπικών συμφερόντων που δένουν τον Τραμπ με την την Τουρκία- το περίφημο σύμπλεγμα των «γαμπρών», Κούσνερ, Αλμπαϋρακ και Ντογκάν.
Αλλά η τρίτη και πιο ενδιαφέρουσα εξήγηση ήταν πως ο Τραμπ βλέπει τον «τερματισμό της αμερικανικής εμπλοκής σε άχρηστους πολέμους» ως μέρος της στρατηγικής για την επανεκλογή του. Και βλέπει στην Τουρκία του Ερντογάν την περιφερειακή δύναμη, που θα καλύψει το κενό από την αμερικανική απόσυρση, στην Συρία πρώτα, στην Λιβύη τώρα.
Δεν ξέρω αν η θεωρία είναι σωστή. Είναι πάντως αληθοφανής. Και είναι βέβαιο ότι ο Ερντογάν την αξιοποιεί ως πραγματική. Μετά την Συρία, η Λιβύη γίνεται το πεδίο, όπου επιβεβαιώνει την φιλοδοξία του, με περιτύλιγμα οθωμανικής νοσταλγίας και εξορκισμού της παλιάς κατάρας, των συνθηκών των Σεβρών ή της Λωζάνης. Άλλωστε και η Λιβύη, το 1913, με μια συνθήκη που υπεγράφη στην Λωζάνη παραχωρήθηκε στους Ιταλούς.
Μέσα από όλα αυτά, προβάλει μια Τουρκία αρκετά διαφορετική από εκείνην που ως πρόσφατα γνωρίζαμε. Μια Τουρκία που διεκδικεί άλλη θέση στην διεθνή σκηνή. Και, οπωσδήποτε, βλέπει αλλιώς τον εαυτό της. Ανάγκη να το αναγνωρίσουμε στις άχαρες εσωτερικές μας συζητήσεις.