Δώστε άμεσα τα Δώρα για τα έτη 2015-2019 σε όλους τους συνταξιούχους! ΚΑΙ χωρίς αγωγή αποφάνθηκε το Ανώτατο Ακυρωτικό!
8.000 ευρώ οφείλει η κυβέρνηση σε κάθε συνταξιούχο ή στους κληρονόμους του!
Ιδού η απόφαση
Ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και κυρίως τους συνταξιούχους παραπλανά και εμπαίζει η κυβέρνηση και τα φιλικά προς αυτήν ΜΜΕ, διαστρεβλώνοντας το περιεχόμενο της υπ’αριθ. Ζ15/2019 απόφασης (όμοια και η Ζ16/2019) που εκδόθηκε μετά από αίτηση (άρθρου 2 ν. 3068/2002) Συνδικαλιστικής Οργάνωσης περί συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις υπ’αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεις τής Ολομέλειας του ΣτΕ.
Υπενθυμίζουμε ότι οι αποφάσεις αυτές (2287-2290/2015) του ΣτΕ είχαν κρίνει αντισυνταγματικές τις περικοπές των συντάξεων που έγιναν βάσει των μνημονιακών νόμων 4051/2012 και 4093/2012 καθώς και την κατάργηση των τριών Δώρων-Επιδομάτων (Δώρο Χριστουγέννων, Δώρο Πάσχα και Επίδομα Αδείας).
Είναι αλήθεια ότι οι προσφυγές απορρίφθηκαν για τυπικούς λόγους, επειδή (όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της ανωτέρω απόφασης), η Συνδικαλιστική Οργάνωση που προσέφυγε δεν ήταν διάδικος στις αιτήσεις-προσφυγές για την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων των ανωτέρω μνημονιακών νόμων.
Όμως, είναι σημαντικό ότι η Τριμελής Επιτροπή Συμμόρφωσης του Συμβουλίου Επικρατείας, με Προεδρεύοντα τον Αντιπρόεδρο κ.Γράβαρη, επανέλαβε το σκεπτικό των υπ’αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ και διατάσσει την κυβέρνηση άμεσα:
- Να χορηγήσει τα αναδρομικά σε όσους είχαν προσφύγει μέχρι την 10/6/2015 (ημερομηνία δημοσίευσης των ανωτέρω αποφάσεων) και
-Να χορηγήσει τα αναδρομικά των Δώρων, ήτοι 800 ευρώ ανά έτος (400 Δώρο Χριστουγέννων + 200 Δώρο Πάσχα + 200 Επίδομα Αδείας) για τα έτη 2015 έως το 2019.
Με άλλα λόγια, το Ανώτατο Ακυρωτικό με τις πολύ σημαντικές αυτές Ζ15 και Ζ16/2019 αποφάσεις τής Επιτροπής Συμμόρφωσης, διατάσσει αμετάκλητα την κυβέρνηση να συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις του 2015, να χορηγήσει τα αναδρομικά των ετών 2015-2019 και να αναπροσαρμόσει τις συντάξεις ΧΩΡΙΣ να υπολογίζει τις αμετακλήτως αντισυνταγματικές περικοπές του 2012!!
Συνεπώς η κυβέρνηση σήμερα οφείλει σε κάθε συνταξιούχο, που δεν είναι υποχρεωμένος να προσφύγει στη Δικαιοσύνη 4.800 ευρώ από την αναδρομική καταβολή Δώρων-Επιδομάτων των ετών 2015-2019 και 3.000 ευρώ περίπου (κατά μέσο όρο) ανά συνταξιούχο από την αποκατάσταση των συντάξεων και την επαναφορά τους στα επίπεδα του 2012, χωρίς δηλαδή τις περικοπές που έχουν κριθεί αντισυνταγματικές!
Η ΕΝΥΠΕΚΚ καλεί την κυβέρνηση να συμμορφωθεί άμεσα αφού το Ανώτατο Ακυρωτικό, μετά και τη νέα εξέλιξη, αμετάκλητα έχει αποφανθεί ότι οι περικοπές των συντάξεων (κύριων και επικουρικών) του 2012 έχουν κριθεί αντισυνταγματικές καθώς και η κατάργηση των Δώρων (800 ευρώ ανά έτος).
Ιδού τo κείμενo της Ζ15/2019 απόφασης
της Επιτροπής Συμμόρφωσης
Αριθμός 15/2019
Το Τριμελές Συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας
(άρθρο 2 του Ν. 3068/2002)
Συνεδρίασε σε συμβούλιο στις 23 Ιανουαρίου 2019, με την εξής σύνθεση: Ι. Γράβαρης, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Π. Καρλή, Σ. Βιτάλη, Σύμβουλοι. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η Ελ. Γκίκα.
Για να εξετάσει την από 29ης Νοεμβρίου 2018 αίτηση του σωματείου με την επωνυμία «Μικτό Ενωτικό Ταξικό Συνταξιουχικό Κίνημα “Η ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ”», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (Αριστοτέλους 32), με την οποία ζητείται η συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις υπ’ αριθ. 2287/2015, 2288/2015, 2289/2015 και 2290/2015 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Κατά τη συνεδρίασή του το Συμβούλιο άκουσε την εισηγήτρια, Σύμβουλο Σ. Βιτάλη.
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, όπως αναπτύχθηκε με το από 22.1.2019 υπόμνημα, και συνάγεται από το περιεχόμενό της, το αιτούν «Σωματείο με την επωνυμία Ενωτικό Ταξικό Συνταξιουχικό Κίνημα “Η Συσπείρωση”» παραπονείται για τη μη συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Επειδή, από τις πιο πάνω αποφάσεις, η 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε επί αγωγής, η οποία είχε ασκηθεί από την Π. Σ. ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, εισήχθη δε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά από αίτηση της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3990/2010, προκειμένου να κριθεί το γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζήτημα της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων:
i) του άρθρου τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010,
ii) του άρθρου 44 παρ. 13 του ν. 3986/2011,
iii) του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 4024/2011, iv) του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και v) του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, καθώς και της συμφωνίας των διατάξεων αυτών προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.).
Με την προαναφερθείσα αγωγή η ενάγουσα Π. Σ., συνταξιούχος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Τ.Ε.Α.), είχε ζητήσει να της καταβληθεί νομιμοτόκως συγκεκριμένο χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο ποσό, κατά το οποίο, με τις ανωτέρω νομοθετικές διατάξεις, περιορίσθηκαν οι απονεμηθείσες σ’ αυτήν από τους εν λόγω ασφαλιστικούς οργανισμούς συντάξεις (κύρια και επικουρική).
Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές και μειώσεις των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνημονευθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Περαιτέρω, η 2288/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε επί αγωγής, η οποία είχε ασκηθεί από έντεκα φυσικά πρόσωπα ( … ), συνταξιούχους λόγω γήρατος του Τομέα Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ και του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., εισήχθη δε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ομοίως μετά από αίτηση της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3990/2010, προκειμένου να κριθεί το γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων των άρθρων τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010, 38 του ν. 3863/2010, 44 του ν. 3986/2011, 2 του ν. 4024/2011, 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 και πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, καθώς και της συμφωνίας των διατάξεων αυτών προς την Ε.Σ.Δ.Α.
Με την αγωγή αυτή οι ενάγοντες είχαν ζητήσει να τους καταβληθούν νομιμοτόκως συγκεκριμένα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούν στις περικοπές με τις ως άνω διατάξεις των κύριων συντάξεών τους. Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3863/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνημονευθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
i) του άρθρου τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010,
ii) του άρθρου 44 παρ. 13 του ν. 3986/2011,
iii) του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 4024/2011, iv) του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και v) του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, καθώς και της συμφωνίας των διατάξεων αυτών προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.).
Με την προαναφερθείσα αγωγή η ενάγουσα Π. Σ., συνταξιούχος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Τ.Ε.Α.), είχε ζητήσει να της καταβληθεί νομιμοτόκως συγκεκριμένο χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο ποσό, κατά το οποίο, με τις ανωτέρω νομοθετικές διατάξεις, περιορίσθηκαν οι απονεμηθείσες σ’ αυτήν από τους εν λόγω ασφαλιστικούς οργανισμούς συντάξεις (κύρια και επικουρική).
Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές και μειώσεις των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνημονευθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Περαιτέρω, η 2288/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε επί αγωγής, η οποία είχε ασκηθεί από έντεκα φυσικά πρόσωπα ( … ), συνταξιούχους λόγω γήρατος του Τομέα Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ και του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., εισήχθη δε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ομοίως μετά από αίτηση της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3990/2010, προκειμένου να κριθεί το γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων των άρθρων τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010, 38 του ν. 3863/2010, 44 του ν. 3986/2011, 2 του ν. 4024/2011, 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 και πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, καθώς και της συμφωνίας των διατάξεων αυτών προς την Ε.Σ.Δ.Α.
Με την αγωγή αυτή οι ενάγοντες είχαν ζητήσει να τους καταβληθούν νομιμοτόκως συγκεκριμένα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούν στις περικοπές με τις ως άνω διατάξεις των κύριων συντάξεών τους. Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3863/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνημονευθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
Εξάλλου, με τις ίδιες ως άνω 2287/2015 και 2288/2015 αποφάσεις, το Δικαστήριο, κατ’ εκτίμηση του ότι η διάγνωση της αντισυνταγματικότητας των εν λόγω διατάξεων «θα συνεπήγετο υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών που περιεκόπησαν, βάσει των αντισυνταγματικών αυτών διατάξεων, όχι μόνον στους ενάγοντες, αλλά και σε ιδιαιτέρως ευρύ κύκλο προσώπων που αφορά η παρούσα πρότυπη δίκη», και ύστερα από στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, «αναφερομένου στην οξυμένη δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους», θεωρώντας δε ως εφαρμοστέα «αναλογικώς» τα ισχύοντα σχετικώς επί ακυρωτικών διαφορών και «επί αγωγών και άλλων διαφορών ουσίας που άγονται προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας μέσω του νέου δικονομικού θεσμού της πρότυπης δίκης», όρισε ότι «οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επιμάχων διατάξεων θα επέλθουν μετά τη δημοσίευση» των αποφάσεων (10.6.2015)· ότι «οίκοθεν νοείται ότι για τους ενάγοντες και όσους άλλους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι τον χρόνο δημοσιεύσεως» των αποφάσεων «η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα»· και ότι «κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων, που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, συνταξιοδοτικές παροχές τους, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως» των αποφάσεων.
Κατόπιν αυτών, μετά την επίλυση των ανωτέρω γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζητημάτων, οι εκκρεμείς αγωγές παραπέμφθηκαν προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτών, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
Κατόπιν αυτών, μετά την επίλυση των ανωτέρω γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζητημάτων, οι εκκρεμείς αγωγές παραπέμφθηκαν προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτών, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
3. Επειδή, σύμφωνα και με παγιωμένη νομολογία του Συμβουλίου Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας (Συμβ. Συμμ. 1, 2/2019, 11, 18, 20-25/2018, 17/2017, 9-12/2016, 14/2016, 22, 23, 34/2016, 22/2015, 27/2015, 17, 52, 105/2010, 129/2009, 28, 33/2007), κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του εφαρμοστέου ν. 3068/2002 (Α΄ 274) για τη συμμόρφωση της Διοίκησης προς δικαστικές αποφάσεις, ως «ενδιαφερόμενος», ο οποίος νομιμοποιείται να επιδιώξει τη διαπίστωση καθυστερήσεως, παραλείψεως ή αρνήσεως ή πλημμελούς συμμορφώσεως προς τα κριθέντα με δικαστική απόφαση, νοείται μόνον εκείνος που διετέλεσε διάδικος στη δίκη, κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση αυτή. Τρίτοι, αντίθετα, που δεν υπήρξαν διάδικοι στην οικεία δίκη, δεν νομιμοποιούνται σχετικώς· έστω και αν, τελούντες σε όμοιες συνθήκες, επιδιώκουν να «συμμορφωθεί» και ως προς αυτούς η Διοίκηση, με την έννοια του να εφαρμόσει και στην περίπτωσή τους την απόφαση ως νομολογιακό προηγούμενο.
Και τούτο, διότι η υπό την έννοια αυτή «συμμόρφωση», τουτέστιν ο θεσμικός σεβασμός της Διοίκησης προς τη νομολογία των δικαστηρίων -και δη των ανωτάτων-, αν και ανάγεται σε προϋπόθεση ουσιώδη για την εμπέδωση του Κράτους Δικαίου, δεν αποτελεί ωστόσο, καθ’ εαυτήν, αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Τα ανωτέρω, εξάλλου, δεν μεταβάλλονται στην περίπτωση της κατ’ άρθρο 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) [άρθρο 40 παρ. 1 ν. 4055/2012, Α΄ 51] «πρότυπης» ή «πιλοτικής» δίκης (βλ. και Συμβ. Συμμ. 1, 2/2019, 17/2017, 14/2016).
Διότι, και στην περίπτωση αυτή, κατά το γράμμα και τον σκοπό των σχετικών ρυθμίσεων, η απόφαση επί της εν λόγω δίκης δεσμεύει, όπως ρητώς ορίζεται στον νόμο, μόνον τους διαδίκους της συγκεκριμένης δίκης -τους αρχικούς και τους παρεμβάντες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 1 παρ. 1)· κατά τα λοιπά δε, η σχετική απόφαση, έχοντας εκδοθεί με τον τρόπο και στον χρόνο που προβλέπεται, συμβάλλει κατά τούτο στην επιδιωκόμενη ασφάλεια δικαίου, όχι επεκτείνοντας τη δικονομική της δεσμευτικότητα στις όμοιες εν γένει περιπτώσεις, αλλά συνιστώντας γι’ αυτές, ως προς το γενικότερο ζήτημα που επιλύθηκε, επίκαιρη νομολογία του ανωτάτου δικαστηρίου (βλ. χαρακτηριστικά από την αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω ν. 3900 την αντίληψη του νόμου για τη «χάραξη» από το Συμβούλιο της Επικρατείας «μια ώρα αρχύτερα, μιας νομολογιακής γραμμής»).
Και τούτο, διότι η υπό την έννοια αυτή «συμμόρφωση», τουτέστιν ο θεσμικός σεβασμός της Διοίκησης προς τη νομολογία των δικαστηρίων -και δη των ανωτάτων-, αν και ανάγεται σε προϋπόθεση ουσιώδη για την εμπέδωση του Κράτους Δικαίου, δεν αποτελεί ωστόσο, καθ’ εαυτήν, αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Τα ανωτέρω, εξάλλου, δεν μεταβάλλονται στην περίπτωση της κατ’ άρθρο 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) [άρθρο 40 παρ. 1 ν. 4055/2012, Α΄ 51] «πρότυπης» ή «πιλοτικής» δίκης (βλ. και Συμβ. Συμμ. 1, 2/2019, 17/2017, 14/2016).
Διότι, και στην περίπτωση αυτή, κατά το γράμμα και τον σκοπό των σχετικών ρυθμίσεων, η απόφαση επί της εν λόγω δίκης δεσμεύει, όπως ρητώς ορίζεται στον νόμο, μόνον τους διαδίκους της συγκεκριμένης δίκης -τους αρχικούς και τους παρεμβάντες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 1 παρ. 1)· κατά τα λοιπά δε, η σχετική απόφαση, έχοντας εκδοθεί με τον τρόπο και στον χρόνο που προβλέπεται, συμβάλλει κατά τούτο στην επιδιωκόμενη ασφάλεια δικαίου, όχι επεκτείνοντας τη δικονομική της δεσμευτικότητα στις όμοιες εν γένει περιπτώσεις, αλλά συνιστώντας γι’ αυτές, ως προς το γενικότερο ζήτημα που επιλύθηκε, επίκαιρη νομολογία του ανωτάτου δικαστηρίου (βλ. χαρακτηριστικά από την αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω ν. 3900 την αντίληψη του νόμου για τη «χάραξη» από το Συμβούλιο της Επικρατείας «μια ώρα αρχύτερα, μιας νομολογιακής γραμμής»).
4. Επειδή, εν προκειμένω, στις δίκες επί των οποίων εκδόθηκαν οι ως άνω αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας προς τις οποίες ζητείται ήδη η συμμόρφωση, το αιτούν σωματείο δεν ήταν διάδικος (βλ. ανωτ. σκέψη 2), και, ως εκ τούτου, δεν νομιμοποιείται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στην άσκηση της κρινόμενης αίτησης· και τούτο, ανεξαρτήτως του ότι πρόκειται για αποφάσεις επί πιλοτικών δικών, καθώς και του εάν οι περιπτώσεις των συνταξιούχων-μελών του αιτούντος είναι όμοιες προς εκείνες των διαδίκων των συγκεκριμένων δικών και επιδιώκεται, όπως προβάλλεται, η «συμμόρφωση» της Διοίκησης και στις περιπτώσεις αυτές προς τα κριθέντα με τις εν λόγω αποφάσεις· τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση και, ιδίως, το επ’ αυτής ως άνω υπόμνημα, είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
5. Επειδή, κατόπιν αυτών, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
Δια ταύτ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Ιανουαρίου 2019 και η απόφαση εκδόθηκε στις 11 Απριλίου του ιδίου έτους.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας
Ιδού τo κείμενo της Ζ15/2019 απόφασης
της Επιτροπής Συμμόρφωσης
Αριθμός 16/2019
Το Τριμελές Συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας
(άρθρο 2 του Ν. 3068/2002)
______________________
Συνεδρίασε σε συμβούλιο στις 23 Ιανουαρίου 2019, με την εξής σύνθεση: Ι. Γράβαρης, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Π. Καρλή, Σ. Βιτάλη, Σύμβουλοι. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η Ελ. Γκίκα.
Για να εξετάσει την από 10ης Οκτωβρίου 2018 αίτηση της Α. Ι. του Ν., κατοίκου …, με την οποία ζητείται η συμμόρφωση της Διοίκησης προς την υπ’ αριθμ. 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Κατά τη συνεδρίασή του το Συμβούλιο άκουσε την εισηγήτρια, Σύμβουλο Σ. Βιτάλη.
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα, ως συνταξιούχος του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), τ. Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.), παραπονείται για τη μη συμμόρφωση του Ε.Φ.Κ.Α. προς την 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Επειδή, η προαναφερθείσα 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε επί αγωγής, η οποία είχε ασκηθεί από την Π. Σ. ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, εισήχθη δε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, μετά από αίτηση της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, προκειμένου να κριθεί το γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων: i) του άρθρου τρίτου παρ. 10 του ν. 3845/2010, ii) του άρθρου 44 παρ. 13 του ν. 3986/2011, iii) του άρθρου 2 παρ. 3 του ν. 4024/2011, iv) του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 4051/2012 και v) του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 και υποπαρ. ΙΑ.6 περ. 3 του ν. 4093/2012, καθώς και της συμφωνίας των ανωτέρω νομοθετικών διατάξεων προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.).
Με την προαναφερθείσα αγωγή η ενάγουσα Π. Σ., συνταξιούχος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Τ.Ε.Α.), είχε ζητήσει να της καταβληθεί νομιμοτόκως συγκεκριμένο χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο ποσό, κατά το οποίο, με τις ανωτέρω νομοθετικές διατάξεις, περιορίσθηκαν οι απονεμηθείσες σ’ αυτήν από τους ανωτέρω ασφαλιστικούς οργανισμούς συντάξεις (κύρια και επικουρική). Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές και μειώσεις των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνησθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση το Δικαστήριο, ύστερα από στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξεία δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, όρισε ως χρόνο για την επέλευση των συνεπειών της αντισυνταγματικότητας των προαναφερθεισών διατάξεων των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 τη δημοσίευση της ανωτέρω αποφάσεως, με συνέπεια να μην μπορούν να επικαλεσθούν την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων αυτών για την θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων, για περικοπείσες συνταξιοδοτικές παροχές βάσει των διατάξεων τούτων για χρονικά διαστήματα προγενέστερα της δημοσιεύσεως της εν λόγω αποφάσεως, άλλοι συνταξιούχοι, πέραν της εναγούσης και όσων άλλων είχαν τυχόν ασκήσει σχετικά ένδικα βοηθήματα ή μέσα μέχρι τον χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως. Περαιτέρω δε, μετά την επίλυση του ανωτέρω γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζητήματος, η υπό κρίση αγωγή της ενάγουσας Π. Σ. παραπέμφθηκε προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτής, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
Με την προαναφερθείσα αγωγή η ενάγουσα Π. Σ., συνταξιούχος του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (Ε.Τ.Ε.Α.), είχε ζητήσει να της καταβληθεί νομιμοτόκως συγκεκριμένο χρηματικό ποσό που αντιστοιχεί στο ποσό, κατά το οποίο, με τις ανωτέρω νομοθετικές διατάξεις, περιορίσθηκαν οι απονεμηθείσες σ’ αυτήν από τους ανωτέρω ασφαλιστικούς οργανισμούς συντάξεις (κύρια και επικουρική). Κατά τις ειδικότερες κρίσεις της ως άνω αποφάσεως του ΣτΕ, ήταν συμβατές προς το Σύνταγμα και την Ε.Σ.Δ.Α. οι περικοπές και μειώσεις των συνταξιοδοτικών παροχών που είχαν επιβληθεί με τις ως άνω διατάξεις των νόμων 3845/2010, 3986/2011 και 4024/2011, όχι, όμως, και εκείνες που είχαν επιβληθεί με τις προμνησθείσες διατάξεις των μεταγενεστέρων νόμων 4051/2012 και 4093/2012, οι οποίες, όπως ειδικότερα κρίθηκε, προσέκρουαν τόσο στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4 παρ. 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 και 4 του Συντάγματος όσο και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση το Δικαστήριο, ύστερα από στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, αναφερομένου στην οξεία δημοσιονομική κρίση και στην κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού Κράτους, όρισε ως χρόνο για την επέλευση των συνεπειών της αντισυνταγματικότητας των προαναφερθεισών διατάξεων των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 τη δημοσίευση της ανωτέρω αποφάσεως, με συνέπεια να μην μπορούν να επικαλεσθούν την αντισυνταγματικότητα των διατάξεων αυτών για την θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων, για περικοπείσες συνταξιοδοτικές παροχές βάσει των διατάξεων τούτων για χρονικά διαστήματα προγενέστερα της δημοσιεύσεως της εν λόγω αποφάσεως, άλλοι συνταξιούχοι, πέραν της εναγούσης και όσων άλλων είχαν τυχόν ασκήσει σχετικά ένδικα βοηθήματα ή μέσα μέχρι τον χρόνο δημοσιεύσεως της αποφάσεως. Περαιτέρω δε, μετά την επίλυση του ανωτέρω γενικοτέρου ενδιαφέροντος ζητήματος, η υπό κρίση αγωγή της ενάγουσας Π. Σ. παραπέμφθηκε προς εκδίκαση, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο αυτής, στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
3. Επειδή, σύμφωνα και με παγιωμένη νομολογία του Συμβουλίου Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. αντί άλλων Συμβ. Συμμ. 15/2019, 1, 2/2019, 11, 18, 20-25/2018, 17/2017, 9-12/2016, 14/2016, 22, 23, 34/2016, 22/2015, 27/2015, 17, 52, 105/2010, 129/2009, 28, 33/2007) κατά το άρθρο 3 παρ. 1 και 3 του ν. 3068/2002 (Α΄ 274) ως «ενδιαφερόμενος», ο οποίος νομιμοποιείται να επιδιώξει τη διαπίστωση καθυστερήσεως, παραλείψεως ή αρνήσεως συμμορφώσεως ή πλημμελούς συμμορφώσεως προς τα κριθέντα με δικαστική απόφαση, νοείται μόνον εκείνος που διετέλεσε διάδικος στη δίκη, κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση αυτή, όχι δε και οποιοσδήποτε τρίτος που ενδιαφέρεται για τη συμμόρφωση της Διοικήσεως προς την εν λόγω απόφαση.
Εν όψει των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση για τη διαπίστωση της μη συμμορφώσεως της Διοικήσεως προς την ανωτέρω υπ’ αριθμ. 2287/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι η αιτούσα δεν νομιμοποιείται στην άσκησή της, αφού δεν διετέλεσε διάδικος στη δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την αίτηση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Ιανουαρίου 2019 και η απόφαση εκδόθηκε στις 11 Απριλίου του ίδιου έτους.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας
Η ΕΝΥΠΕΚΚ αναμένει την άμεση συμμόρφωση της κυβέρνησης ως προς ΟΛΟΥΣ τους συνταξιούχους χωρίς αγωγές και χωρίς περαιτέρω υλική και ηθική ταλαιπωρία των περήφανων γηρατειών μας.