Σάββατο 25 Μαρτίου 2017

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΚΟΥΦΑΣ: Ο ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟΣ ΕΜΠΟΡΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΧΛΕΥΑΖΑΝ ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΡΥΤΕΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ





Γεννήθηκε στο Κομπότι της Άρτας το 1779. Εκεί έμαθε και τα πρώτα γράμματα. Μπήκε στη βιοπάλη από μικρός. Κατάφερε να ανοίξει ένα μικρό μαγαζί στην Άρτα και κατασκεύαζε σκούφους. Απ΄ αυτή του την τέχνη απέκτησε και το προσωνύμιο Σκουφάς.  

Μην αντέχοντας την καταπίεση του Αλή πασά, έκλεισε το μαγαζί και ξενιτεύτηκε στην Οδησσό. Η ρωσική πόλη αποτελούσε το «Ελ Ντοράντο» των δαιμόνιων Ελλήνων εμπόρων. Εκεί έρχονταν πάμφτωχοι και αναδεικνύονταν οικονομικά και κοινωνικά. Ο Σκουφάς όμως δεν πρόκοψε. Συνήθως εργαζόταν ως υπάλληλος σε εμπορικά καταστήματα. Μπορεί το όνειρο της καταξίωσης να μην ευοδώθηκε, κανένας όμως δεν μπορούσε να του πάρει το όνειρο της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό. Όλη του την ενεργητικότητα τη διοχέτευσε σε αυτόν τον σκοπό. Έστω και αν φαινόταν ουτοπικός, ειδικά για έναν ασήμαντο υπάλληλο. 

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1814 ίδρυσε στην Οδησσό μαζί με τον Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον Εμμανουήλ Ξάνθο, τη Φιλική Εταιρεία. Τα πρώτα χρόνια οι απογοητεύσεις ήταν πολλές. Η Εταιρεία δεν μπορούσε να προσελκύσει σημαίνοντα μέλη της ελληνικής παροικίας. Οι Έλληνες μεγαλέμποροι έβλεπαν τον Σκουφά ως έναν υπαλληλάκο και χρεωκοπημένο έμπορο. Τον χλεύαζαν μάλιστα γι’ αυτό. Εκείνος όμως δεν παραιτήθηκε από το όνειρο. Ήταν αποφασισμένος. Αυτό τον ιερό σκοπό θα τον πετύχαινε. Το φθινόπωρο του 1817 η Εταιρεία σημείωσε τις πρώτες της επιτυχίες με τη μύηση των καπεταναίων Αναγνωσταρά, Χρυσοσπάθη κ.α. 

Τον Απρίλιο του 1818 τόλμησε και μετέφερε την έδρα της Εταιρείας στην «καρδιά του εχθρού», στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να μυήσει σημαντικούς Φαναριώτες και να έχει άμεση επαφή με τη σκλαβωμένη πατρίδα. Ο Σκουφάς ήταν ακαταπόνητος. Παρά τις απογοητεύσεις, ακόμη και από στενούς συνεργάτες, εργαζόταν νυχθημερόν. Όμως, η υγεία του κλονίστηκε και σύντομα υπέστη την πρώτη καρδιακή προσβολή. Μα και από το κρεβάτι ακόμη εργαζόταν. Δημιούργησε το νέο οργανωτικό συνωμοτικό σχήμα της Φιλικής και τους συνωμοτικούς κανόνες, που την καθιστούσαν σχεδόν απρόσβλητη από αυτούς που ήθελαν να μάθουν τα μυστικά της. Η κατάσταση της υγείας του όμως χειροτέρεψε. 

Στις 31 Ιουλίου 1818 πέθανε, συνέπεια της αδύναμης καρδιάς του. Ήταν περιτριγυρισμένος από στενούς του συνεργάτες. Το χτύπημα ήταν μεγάλο για την Εταιρεία. Αλλά ο Σκουφάς είχε προνοήσει, ώστε η οργάνωση να μη βασίζεται σε ένα πρόσωπο. Σύντομα το δημιούργημα του γιγαντώθηκε και εξελίχθηκε σε μια από τις πλέον ισχυρές συνωμοτικές απελευθερωτικές οργανώσεις της παγκόσμιας ιστορίας, η οποία πυροδότησε την Επανάσταση του 1821. Δύσκολα μπορεί κάποιος να βρει παρόμοιο ιστορικό παράδειγμα. Το ίδιο ραγδαία βέβαια ήταν και η διάλυσή της, λίγο μετά την έναρξη του Αγώνα. Ο σκοπός όμως του Σκουφά είχε επιτευχθεί. Δεν κατάφερε ποτέ να στήσει μια μεγάλη επιχείρηση, αλλά δημιούργησε μια μεγάλη επανάσταση. Την ελληνική… 

Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός

mixanitouxronou.gr





Ημερήσια Διαταγή του Υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Πάνου Καμμένου για την Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821



Ο Όρκος της Αγίας Λαύρας, πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη (1851)




Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, Στρατιώτες, Ναύτες, Σμηνίτες, Εθνοφύλακες και Πολιτικό Προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων,

Εορτάζουμε ως Έθνος το πιο σημαντικό ορόσημο της σύγχρονης ιστορίας μας, την 25η Μαρτίου 1821, η οποία οδήγησε στην εγκαθίδρυση του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους. 

Ο λαός μας επέλεξε να συνδέσει την επέτειο της εθνικής του παλιγγενεσίας με την εορτή του Ευαγγελισμού, ταυτίζοντας τη μέρα που επιλέχθηκε για να εξαγγελθεί στην ανθρωπότητα το μήνυμα της έλευσης του θεανθρώπου, με την ημέρα που η ελευθερία έκανε τα πρώτα αποφασιστικά βήματα για να επιστρέψει στην Ελλάδα.

Η Εθνεγερσία του 1821 ήταν μια «έκρηξη» πίστης του έθνους για εκπλήρωση χρέους προς την ιστορία μας και μια ξεχωριστή στιγμή στα παγκόσμια χρονικά, διαχρονικό δίδαγμα για τους λαούς όλου του κόσμου. 

Πολλές γενιές Ελλήνων πριν την 25η Μαρτίου 1821 γεννήθηκαν και πέθαναν με το όνειρο της ελευθερίας. «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή», διακηρύσσει ο Ρήγας Φεραίος. Ο ελληνικός λαός κράτησε ακλόνητη την εθνική του συνείδηση και την ορθόδοξη πίστη του, αγωνίστηκε, πάλεψε σκληρά και τελικά νίκησε. 

Η επανάσταση του 1821 υπήρξε μια πανεθνική εξέγερση, ένας αγώνας στον όποιο πήραν μέρος όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, επαγγέλματος, μορφώσεως και κοινωνικής θέσεως. Όλοι οι Έλληνες έδωσαν τον «υπέρ πάντων αγώνα». 

Κολοκοτρώνης, Καραϊσκάκης Διάκος, Ανδρούτσος, Παπαφλέσσας, Μπότσαρης, Νικηταράς, Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Μιαούλης, Κανάρης και πολλοί επώνυμοι και ανώνυμοι ήρωες και ηρωίδες, πρωτοστατούν στις μάχες. Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου επιχειρούν ηρωική έξοδο, ενώ τα Δερβενάκια, η Αλαμάνα, η Γραβιά, το Μανιάκι και άλλες περιοχές, έγιναν βωμοί θυσιών για να μαρτυρούν πως ο λαός μας γνωρίζει την έννοια της ελευθερίας. 

Γυναίκες και Άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων, 

Η σημερινή ημέρα είναι ημέρα εθνικής ανάτασης και υπερηφάνειας, αλλά ταυτοχρόνως και σταθμός μνήμης και περισυλλογής. Τιμούμε αυτούς που θυσιάστηκαν και μας παρέδωσαν την Πατρίδα ελεύθερη, με την ιερή υποχρέωση να τη διαφυλάξουμε και με τη σειρά μας να την παραδώσουμε από γενιά σε γενιά σαν ιερή παρακαταθήκη. 

Το απαράμιλλο παράδειγμα των προγόνων μας αγωνιστών του 1821, πρέπει να μας εμπνέει και να μας καθοδηγεί. Ιδίως δε κατά την τρέχουσα συγκυρία, που με ανιστόρητες και προκλητικές διεκδικήσεις, γείτονες αμφισβητούν τις κατακτήσεις του Έθνους μας και τις Διεθνείς Συνθήκες που τις περιβάλλουν.

Οφείλουμε σήμερα, περισσότερο από ποτέ, να ορθώσουμε αρραγές μέτωπο, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσουμε επιτυχώς τις μεγάλες προκλήσεις των καιρών και να εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον για την Ελλάδα και τις νεότερες γενιές των Ελλήνων. 

Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας, με πλήρη συνείδηση της αποστολής τους, στέκουν αταλάντευτοι φρουροί των υπέρτατων αγαθών, της ακεραιότητας της χώρας σε ξηρά, θάλασσα και αέρα και της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Εσείς στέλνετε καθημερινά σε εχθρούς και φίλους, μήνυμα ενότητας, εθνικής ομοψυχίας, αποφασιστικότητας, ψυχραιμίας και ετοιμότητας, το οποίο αναγνωρίζει ο ελληνικός λαός. 

Παρακολουθώντας από κοντά τις δραστηριότητες σας στις Μονάδες, στα Τάγματα Εθνοφυλακής, στα Πολεμικά Πλοία, στις Πολεμικές Μοίρες και στα Επιτελεία,  γνωρίζω το υψηλό σας φρόνημα, την πειθαρχία, την αποτελεσματικότητα και το ήθος σας.  Εκ μέρους όλης της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού, θέλω να σας ευχαριστήσω λοιπόν για άλλη μια φορά, για την άριστη εκτέλεση της αποστολής σας, καθώς και την αρωγή και συμπαράσταση που ολόψυχα προσφέρετε στο κοινωνικό σύνολο, όπου και όποτε αυτό απαιτηθεί. 

Αποτελεί επίσης διαρκές χρέος μας, ιδίως δε όταν τιμάμε τον Ελληνισμό και τους αγώνες του, να μην ξεχνάμε την Κύπρο, για την οποία εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι σήμερα η ξένη στρατιωτική κατοχή. Ελπίζουμε ότι το Διεθνές Δίκαιο θα επικρατήσει και θα υπάρξει δίκαιη και βιώσιμη λύση, με ταυτόχρονη κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων. 

Γυναίκες και Άνδρες των Ενόπλων Δυνάμεων, 

Ειδικά σήμερα, που η ιστορία γράφεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, το μήνυμα της 25ης Μαρτίου 1821 είναι  πιο επίκαιρο από ποτέ.

Το χρέος μας δεν είναι παρά να διδαχθούμε από τις αρετές των προγόνων μας και ως ελεύθεροι πολίτες να κλείσουμε στις καρδιές μας τους στίχους του Ανδρέα Κάλβου: «όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας ας έχωσιν».
     
Σας καλώ όλους με τη βοήθεια του Θεού και της Υπερμάχου Στρατηγού, να συνεχίσετε με τον ίδιο ζήλο την αποστολή σας, εξασφαλίζοντας στην χώρα μας το πολύτιμο αγαθό της ελευθερίας.

Ζήτω η 25η Μαρτίου 1821. 
Ζήτω οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Ζήτω το Έθνος.

                                                                                                                                                                                                   -Ο-

                                                                                                                                                                                 Υπουργός Εθνικής Άμυνας
                                                                                                                                                                                         Πάνος Καμμένος 






Στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης. ΒΙντεο

  







  Από τούς αρχηγούς του '21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ' όλους για την ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ορεσίβιος και αδρός, άνθρωπος που έζησε μέχρι τέλους της ζωής του τη φτηνή ειρωνεία όσων ήθελαν να θυμούνται πως ήταν «ο μούλος» «γιος της καλογριάς», βρήκε διέξοδο, για να ξεπεράσει την οργή του και να επιβληθεί σ' ένα δύσκολο γι' αυτόν κοινωνικό περιβάλλον, στον παραληρηματικό Βωμολοχικό λόγο. Η Βωμολοχία του ήταν τόσο συνεχής και έντονη που οι συναγωνιστές του χρειάστηκε να αποδεχθούν το ελάττωμα του αυτό ως «χούι», προκειμένου να μπορέσουν να συνυπάρχουν και να συμπολεμούν μαζί του.

    Η αυτοσυγκράτηση αυτή δεν επιτυγχανόταν, πάντως, απ' όλους τούς συμπολεμιστές του και σ' όλες τις περιστάσεις. Να πώς απαντά ο Καραϊσκάκης στην πρόταση συμφιλίωσης που του στέλνει στα 1824 με επιστολή ο οπλαρχηγός της Ρούμελης Ν. Στορνάρης: «Γενναιότατε αδελφέ καπ. Νικόλα, ...είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια [τουρκικά όργανα του ιππικού] ο πούτζος μου, έχει και τρουμπέτες [ελληνικά όργανα]. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...». Η ανταπάντηση ήρθε στο ίδιο κλίμα: «Επειδή έχεις και τουμπλέκια και τρουμπέτες βάστα, λοιπόν, διότι ο πούτζος μας και με τουμπλέκια και με τρουμπέτες θέλει σε κυνηγήσει...».

    Πραγματικό, όμως, ρεσιτάλ ύβρεων απίστευτης σύλληψης και γλαφυρότητας περίμενε τους Οθωμανούς συνομιλητές του, όταν αυτοί έρχονταν σε επαφές μαζί του σε περιόδους που ο Καραϊσκάκης δεν βρισκόταν στις συνηθισμένες μέχρι το 1825 γι' αυτόν συνδιαλλαγές μαζί τους για να κρατήσει το αρματολίκι των Αγράφων. Έτσι, στα 1823 ο Καραϊσκάκης λέει απευθυνόμενος στον απεσταλμένο του αρχηγού του τουρκικού στρατεύματος των Τρικάλων Σιλιχτάρ Μπόδα: «Έλα, σκατότουρκε... έλα Εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους· έλα ν' ακούσεις τα κερατά σας, -γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Τι θαρεύσετε κερατάδες... Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε "από ημάς" συνθήκην με "έναν" κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα!».

    Οι ύβρεις του Καραϊσκάκη, διαλεγμένες μία μία, επιδιώκουν να καταδείξουν στον άτυχο Τούρκο συνομιλητή του τη νέα τάξη πραγμάτων, τις και νούργιες κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες που η Επανάσταση έφερε, και τη θέση, πια, που έχει ο Καραϊσκάκης μεταξύ των Ελλήνων· των Ελλήνων που, λίγο παρακάτω, προσδιορίζονται και πάλι από τον Καραϊσκάκη με το γνωστό του τρόπο ποιοι είναι: «Ιδού οι Έλληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα».


Όταν γυρίσω θα τους γ....ω (Στρατηγός Γεώργιος Καραϊσκάκης )



Από YouTube

6 Δημοτικά Τραγούδια για την Επανάσταση και τις Θυσίες των Ελλήνων

Του Φλέσσα η μάνα


Σαν πας πουλί μου στο Μωριά 


Η Τζαβέλαινα




Τρια μπαϊράκια (Της Λένως του Μπότσαρη)




ΖΑΛΟΓΓΟ- Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΘΥΣΙΑ ΣΤΟ ΒΩΜΟ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ




Τ' Ανδρούτσου η μάνα χαίρεται




Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Ποιος ήταν στην πραγματικότητα ο Παπαφλέσσας

Κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, με αφορμή τον εορτασμό της επετείου της απελευθέρωσης του ελληνικού κράτους από τον τουρκικό ζυγό, τα τηλεοπτικά κανάλια προβάλλουν ταινίες αφιερωματικές στην επανάσταση του 1821. «Μαντώ Μαυρογένους», με τη μοναδική Τζένη Καρέζη στον ομώνυμο ρόλο, οι «Σουλιώτισσες», αλλά και ο «Παπαφλέσσας» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, που πρόκειται για μία ταινία υπερπαραγωγή. Ποιος ήταν, όμως, στην πραγματικότητα ο Παπαφλέσσας;



Ο Γεώργιος Δικαίος, γνωστότερος ως Παπαφλέσσας, ήταν κληρικός, πολιτικός και αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο Παπαφλέσσας γεννήθηκε το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Το επίθετο Δικαίος είναι το πραγματικό της εν λόγω οικογένειας και ακόμη και σήμερα το συναντά κανείς στο χωριό του την Πολιανή Μεσσηνίας. Το επίθετο Φλέσσας δόθηκε στην οικογένεια αργότερα, γι’ αυτό και ο Παπα-Φλέσσας ονομάστηκε έτσι. Φοίτησε στην ονομαστή Σχολή της Δημητσάνας και το 1816 εκάρη μοναχός στο μοναστήρι της Βαλανιδιάς στην Καλαμάτα κι έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Ζωηρός και εριστικός ως χαρακτήρας, γρήγορα ήλθε σε ρήξη με τον ηγούμενό του και πήγε να μονάσει στο μοναστήρι της Ρεκίτσας, μεταξύ Μυστρά και Λεονταρίου.
Επέλεξε να αυτόεξοριστεί στην Κωνσταντινούπολη, αλλά πριν φύγει, φέρεται να υποσχέθηκε ότι θα γυρίσει «ή Δεσπότης ή Πασάς». Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον κατήχησε και τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου του 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Την ίδια περίοδο χειροτονήθηκε Αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’.
Όταν πλέον επέστρεψε στην Πελοπόννησο κατείχε ήδη το πνεύμα του αγωνιστή. Με δεκάδες έγγραφα της Φιλικής Εταιρείας στα χέρια του ξεκίνησε μια σειρά ομιλίες ευαγγελιζόμενος την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον ζυγό των Τούρκων. Ο ηγετικός του χαρακτήρας και οι πρωτοβουλίες του αυτές ανησύχησαν πολλούς προύχοντες, οι οποίοι δεν ήθελαν να διαταραχθεί η τάξη και οι Τούρκοι να προβούν σε αντίποινα. Πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι σκέφθηκαν να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στα χέρια του εχθρού. Ο Παπαφλέσσας όμως διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και φρόντισε να περιορίσει τη δράση του στους απλούς χωρικούς, οι οποίοι τον προστάτευαν, γοητευμένοι από τον χαρισματικό ηγέτη τους.
 Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΙΑΚΙ
Τον Δεκέμβριο του 1821 ο Παπαφλέσσας έγινε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έλαβε μέρος στην Α’ Γενική Συνέλευση της Επιδαύρου, στη Β’ Εθνική Συνέλευση του Άστρους και την 1η Ιουλίου 1823 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών. Στον εμφύλιο πόλεμο βρέθηκε αντίπαλος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, παρ’ ότι στο παρελθόν είχε πολεμήσει μαζί του. Όταν ο Ιμπραήμ απείλησε σοβαρά την έκβαση της Επανάστασης, ο ίδιος ο Παπαφλέσσας πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών. Η απελευθέρωσή τους όμως δεν έγινε εγκαίρως. Ο Παπαφλέσσας έσπευσε στο Μανιάκι, το οποίο μετά την πτώση του Νεοκάστρου αποτελούσε στόχο των Αιγυπτίων, όπου συγκέντρωσε αρχικά 1.500 άνδρες, από τους οποίους τελικά έμειναν μόνο 500. Κυκλωμένος από 3.000 ιππείς και πεζούς απέρριψε την πρόταση άλλων οπλαρχηγών να μετακινηθεί σε πιο ασφαλή θέση. Στην οκτάωρη αυτή μάχη ο Παπαφλέσσας έπεσε νεκρός μαζί με τους περισσότερους άνδρες του.
Ο Παπαφλέσσας προσέφερε τις μεγαλύτερες υπηρεσίες στην ιερή υπόθεση πριν το ξέσπασμα της επανάστασης σαν μπουρλοτιέρης των ψυχών. Χωρίς αυτόν – λένε μερικοί– ίσως να μην άναβε η επαναστατική φλόγα. Ξετρέλαινε τους ενθουσιασμένους, έπειθε τους διστακτικούς, πολεμούσε τους αντίθετους. Διαλαλούσε ότι μια μεγάλη δύναμη κρύβεται πίσω από τους Φιλικούς, εννοώντας τη Ρωσία. Ήταν έξυπνος, ενθουσιώδης, τολμηρός. Αυτές οι αρετές καθώς και το σχήμα του τον έκαναν ανεπανάληπτο για την προεπαναστατική του δράση.

Πηγή: dogma.gr

Πρόσκληση στη βράβευση αθλητών του νομού Άρτας




ΣΤΟΛΗ ΑΦΘΑΡΣΙΑΣ η Ελληνική Επανάσταση του 1821.




Για του Χριστού την πίστιν την αγίαν,
για της πατρίδος την ελευθερίαν,
γι’ αυτά τα δύο πολεμώ,
γι’ αυτά να ζήσω επιθυμώ,
κι αν δεν τα αποκτήσω
τι μ’ ωφελεί να ζήσω;
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ του 1821 έχει μια πνοή Αγιασμένη, κι η ιστορία της είναι σαν συναξάρι. Η Ελλάδα μπορεί να παρασταθεί σαν τη μητέρα των Μακκαβαίων που είδε να βασανίζονται και να σφάζονται μπροστά της τα παιδιά της ένα-ένα. Από τον καιρό που χάθηκε η Κωνσταντινούπολη, η πατρίδα μας μαυροφόρεσε σαν χαροκαμένη χήρα» οι άνδρες ήτανε σαν ασκητές, οι γυναίκες σαν καλογριές, τα τραγούδια μας γεμάτα πόνο και ελπίδα, τη λεγόμενη «χαρμολύπη», σαν χερουβικά, σαν τροπάρια. 
Μια αγιοσύνη τα τύλιγε όλα. Οι καρδιές ήτανε, με όλη την παλληκαριά τους, συντετριμμένες και ταπεινωμένες. Γι’ αυτό κι η θρησκεία μας ήτανε αληθινή, επειδή η πίστη του Χριστού δεν ταιριάζει σε ανθρώπους απίκραντους και καλοπερασμένους, κατά τα λόγια του Χριστού που λέγει: «εν τω κόσμω θλίψιν έξετε», και στενή και τεθλιμμένη η οδός».
Μα όσα χάνει ο άνθρωπος σε καλοπέραση, τα κερδίζει «εκατονταπλασίονα» σε βάθος πνευματικό. Και το έθνος μας που στάθηκε κακότυχο και βασανισμένο, από την άλλη μεριά στάθηκε ευλογημένο, κατά τον λόγο που λέγει ο Σολομών για όσους μαρτυρούνε για την αλήθεια: «και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης» και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται». Και ποια είνε αυτή η αντάμειψη; Η αντάμειψη ήτανε πως ντυθήκανε με κάποια στολή αφθαρσίας αυτοί που ζούσανε «υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, εν ερημίαις πλανώμενοι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης».
Για τούτο, όποιος άνθρωπος έχει καρδιά καθαρή, και νιώσει την Ελληνική Επανάσταση, σαν να τραβιέται από κάποιον μαγνήτη, ας είναι κι άλλης φυλής άνθρωπος, χωρίς να γνωρίζει καλά- καλά από πού βγαίνει αυτή η γλυκύτητα και η κατανυκτική αγάπη, μ’ όλο που ακούει σκοτωμούς, μαρτύρια και μοιρολόγια, που σε άλλη περίσταση αγριεύουνε τον άνθρωπο. Θαρρεί πως δεν γινήκανε στ’ αληθινά αυτά που ακούει, αλλά πως είναι κάποιο έμορφο παραμύθι.
Τα πιο σκληρά πράγματα χάνουνε τη σκληρότητά τους, καν φονικά, καν αγωνίες κάθε λογής, φτώχεια, κρύο, πείνα, αρρώστια, ορφάνια. Κάποιος μυστικός πλούτος τα χρυσώνει όλα, ο της αφθαρσίας ο Παράκλητος (ο Παρηγορητής), το Πνεύμα το Άγιον. Αυτή είναι που λέγω στολή Αφθαρσίας κι ελπίδα Αθανασίας.
Η Ελληνική Επανάσταση είναι σαν το χάλκινο μοσχάρι που έκανε ένας τεχνίτης για τον τύραννο Φάλαρη και που το πύρωνε με φωτιά και σφαλούσε στην κοιλιά του όσους ήθελε να βασανίσει για να ψηθούνε ζωντανοί. Μα αντί ν’ ακούγονται βογκητά και φρικτοί θρήνοι από το στόμα του βοδιού, έβγαιναν τραγούδια χαρούμενα, επειδή ο τεχνίτης είχε βάλει επιτήδεια στο λαρύγγι του βοδιού κάποιο όργανο που άλλαζε τους θρήνους σε χαρούμενη μουσική. Ο Αθανάσιος Διάκος τραγουδούσε περασμένος στη σούβλα, κι οι γυναίκες του Ζαλόγγου χορεύανε και πέφτανε στον γκρεμνό. Κι όλοι οι Έλληνες, άνδρες, γυναίκες, μικροί, μεγάλοι, δεσποτάδες, παπάδες, λαϊκοί, ψέλνανε σαν να τραγουδούσανε και τραγουδούσανε σαν να ψέλνανε, όπως οι τρεις Παίδες της καμίνου που δοξολογούσανε τον Θεό χορεύοντας μέσα στη φωτιά σαν να δροσολογιότανε.
Απ’ όλη την αιματοβαμμένη Ελλάδα ακουγότανε «ήχος καθαρός εορταζόντων», κι οι Έλληνες τρέχανε στον θάνατο «αγαλλομένω ποδί, Πάσχα κροτούντες αιώνιον». Γι’ αυτό μαγεύτηκε ο κόσμος, χωρίς να ξέρει γιατί. Εκείνο που τους μάγευε ήτανε η Ελπίδα της Αθανασίας που βγαίνει από την Ορθοδοξία και που τα σκεπάζει όλα με την χαρούμενη πνοή της.
Η χαρά του Χριστού είναι ένα άνθος που φυτρώνει μοναχά στις καρδιές που πονούν. Για τούτο ο Δαυΐδ έλεγε: «Κύριε εν θλίψει επλάτυνάς με». Κι οι ασκηταί της Ορθοδοξίας τη λέγανε «Χαρμολύπη» ή «Χαροποιόν πένθος», αυτή τη χαρά που βγαίνει από τη συντριμμένη καρδιά. Η Ελληνική Επανάσταση ήτανε τα χαρούμενα ορμήματα του Ποταμού της Ορθοδοξίας. Γι’ αυτό τη μισήσανε και την πολεμήσανε οι «ψευδάδελφοι», εκείνοι που ιδρύσανε στ’ όνομα του Χριστού ένα σύστημα εγκόσμιας ευδαιμονίας, κάποιον «αριστοκρατικό χριστιανισμό» που τραβά τις ματαιόδοξες ψυχές, και τις ξεραίνει από τη χαρά του Χριστού, από τη «χαρμολύπη»[1].
Οι Έλληνες του καιρού εκείνου ήτανε «πτωχοί τω πνεύματι», κατά τους έξυπνους του κόσμου. Ήτανε απλοί και φυσικοί, κι η όψη τους, τα λόγια τους, οι συνήθειές τους, τα φερσίματά τους ήτανε αληθινά, δηλαδή Ελληνικά. Η ψυχή τους ήτανε δεμένη με τη φύση και τη θρησκεία τους. Λεοντόκορμοι άνδρες που βαστούσανε από αρχαία αίματα, ζούσανε στον ανοιχτόν αγέρα όπως τους έπλασε ο Θεός, με γένια, με μουστάκια, με μακριά μαλλιά σαν το Χριστό, γοργοπόδαροι, λιγόφαγοι, θρήσκοι, ταπεινοί μπροστά στους γεροντότερους και στους παπάδες, με ψυχή γεμάτη κρυφά πλούτη.
Απάνω απ’ όλα ήτανε η Θρησκεία, η Πίστις των Πατέρων μας. Κι οι λειτουργοί της ήτανε οι πνευματικοί τους, οι δάσκαλοί τους, οι προστάτες τους, οι παρηγορητές τους, οι δικαστές τους, οι εξομολόγοι τους. Ο πιο αγαπημένος αρματωλός για το λαό, ο πιο αγνός πολεμιστής, ο καινούριος άγιος Γιώργης, στάθηκε ένας παπάς, ο Αθανάσιος Διάκος, που σουβλίσθηκε για την Πίστη του Χριστού.
Άλλοι τέτοιοι αγιασμένοι που αγωνισθήκανε για την Πίστη, είναι ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’, ο Ησαΐας Σαλώνων, ο Ρωγών Ιωσήφ, ο Κυπριανός στην Κύπρο» τι λέγω; Νέφος ολόκληρο ρασοφορεμένοι, Ορθόδοξον Ιεράτευμα. Πριν να γίνει η Επανάσταση, χιλιάδες Νεομάρτυρες μαρτυρήσανε για την Πίστη, κι ύστερα ήρθανε οι αρματωλοί. Οι δεσποτάδες, οι παπάδες κι οι καλόγεροι είχανε γίνει σαν τους προφήτες που οδηγούσανε τον νέον Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας.
Οι αρματωλοί γινήκανε σαν ασκητές και ψέλνανε απάνω στο μετερίζι, και ξεστηθίζανε το Ψαλτήρι για παρηγοριά, με τα χαϊμαλιά στο στήθος που παριστάνανε τον Χριστό, την Παναγία, τον άη Γιώργη, τον άη Δημήτρη. Για φυλαχτό είχανε ή τίμιο ξύλο, ή άγιο λείψανο, ή ένα κομμάτι από το παλιόρασο του άγιου Κοσμά. Πολλοί αρματωλοί ήτανε ζωγραφισμένοι στα ερημοκκλήσια μαζί με τους αγίους. Η ζωγραφιά του Μεϊντάνη βρισκότανε στην εκκλησιά της Κατούνας, του Ανδρούτσου στο Μεγάλο Μετέωρο, του Διαμαντή Σπατούλη στην εκκλησιά στ’ Αλεποχώρι Μπότσαρη. Και τους σκοτωμένους τους θάβανε κοντά στην εκκλησιά.
Λοιπόν, δεν είναι αγιασμένη η Επανάστασή μας, δεν είναι η Ορθοδοξία ματωμένη για να φυλάξει την πίστη μας; Η Ορθοδοξία έγινε ένας λόγος άδειος στα στόματα των σημερινών φραγκοδασκαλευμένων δασκάλων. Μα η αληθινή Ορθοδοξία που είναι πλούτος και ρίζα αθανασίας, είναι φυτρωμένη βαθειά στην καρδιά του ορθοδοξώτατου λαού μας, που όσο δεν ήθελε να τουρκέψει, άλλο τόσο δεν θέλει να φραγκέψει.
Φώτης Κόντογλου