H Δευτερολογία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου
Νομίζω ότι αυτή η συνεδρίαση έπρεπε να είχε γίνει πριν από καιρό. Διότι η συζήτηση που κάνουμε σήμερα εδώ δεν αφορά μόνο το μέλλον της Ελλάδας, αφορά το μέλλον της Ευρωζώνης. Και πράγματι, δεν μπορεί να διεξάγεται αυτή η συζήτηση σε αίθουσες με κλειστές πόρτες. Και δεν είναι δικιά μας αυτή η ευθύνη.
Επί πέντε μήνες η διαπραγμάτευση διεξήχθη σε αίθουσες με κλειστές πόρτες. Όμως είναι ένα εξόχως πολιτικό ζήτημα το πώς θα προχωρήσει και πού θα καταλήξει και πώς θα καταλήξει. Και το συνειδητοποιήσαμε σήμερα από την πολύ γόνιμη συζήτηση εδώ. Και από τις αντιπαραθέσεις, οι οποίες δεν είχαν ένα χαρακτήρα αντιπαράθεσης κρατών εναντίον κρατών μες στην Ευρωζώνη, αλλά είχαν βαθύ πολιτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο. Και σέβομαι, πραγματικά, όλες τις απόψεις που ακούστηκαν, ακόμη και αυτές που είχαν μια ιδιαίτερα πολεμική ρητορική.
Θέλω, επίσης, να πω ότι συμφωνώ απόλυτα με την άποψη που ακούστηκε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να παίξει πιο ενεργό ρόλο. Διερωτώμαι, πώς είναι δυνατόν να έχουμε εξουσιοδοτήσει τρεις θεσμούς, την Τρόικα και βεβαίως ευλόγως την Κομισιόν, ευλόγως την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, διότι πληρώνει, αλλά πώς είναι δυνατόν να έχουμε εξουσιοδοτήσει εντός της Τρόικα υπεύθυνοι να λαμβάνουν αποφάσεις να είναι το ΔΝΤ και να μην είναι ο κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκός θεσμός της δημοκρατίας, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Και θα ήθελα να πω με απόλυτη ειλικρίνεια: Εάν σε αυτή την ευρωπαϊκή υπόθεση η συζήτηση και η διαπραγμάτευση διεξάγονταν αποκλειστικά ανάμεσα στην ελληνική πλευρά και την Κομισιόν, θα είχε βρεθεί λύση και συμφωνία εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Δυστυχώς ή ευτυχώς είχαμε να διεξάγουμε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης –παρακαλώ ακούστε επιχειρήματα και έχετε το λόγο να τα αντικρούσετε - είχαμε την υποχρέωση να συζητάμε από την μια πλευρά η ελληνική κυβέρνηση και από την άλλη πλευρά, τρεις διαφορετικοί θεσμοί με πολλές φορές με διαφορετικές και αντικρουόμενες θέσεις και προτάσεις. Και αυτή είναι η πραγματικότητα.
Θέλω να έρθω στην ουσία και να απαντήσω σε ορισμένα ζητήματα που τέθηκαν στη συζήτησή μας. Πρώτο ζήτημα: Εάν η ελληνική πλευρά έχει καταθέσει προτάσεις, αξιόπιστες ή μη θα τις κρίνετε εσείς. Η ελληνική πλευρά έχει καταθέσει προτάσεις. Κατέθεσε ένα κείμενο 47 σελίδων που ήταν το αποτέλεσμα κατά τη δική μας εκτίμηση - όχι δικές μας θέσεις – το αποτέλεσμα μιας δύσκολης και επίπονης διαδικασίας διαπραγμάτευσης. Δυστυχώς, η εικόνα που έχει δημιουργηθεί είναι ότι δεν έχει καταθέσει προτάσεις.
Την προηγούμενη Δευτέρα επανήλθε η ελληνική πλευρά με ένα νέο κείμενο αξιόπιστων προτάσεων, το οποίο έγινε δεκτό ως βάση συζήτησης και από τους τρεις θεσμούς. Την προηγούμενη Δευτέρα. Σε αυτές τις προτάσεις, προφανώς και έχουμε αναλάβει την ισχυρή μας δέσμευση να πιάσουμε τους δημοσιονομικούς στόχους που απαιτούνται με βάση τους κανόνες, γιατί αναγνωρίζουμε και σεβόμαστε ότι η Ευρωζώνη έχει κανόνες. Όμως, διατηρούμε το δικαίωμα της επιλογής, να επιλέξουμε εμείς ως κυρίαρχη κυβέρνηση, πού θα εντοπίσουμε, πού θα προσθέσουμε τα φορολογικά βάρη, προκειμένου να πιάσουμε τους απαιτούμενους δημοσιονομικούς στόχους.
Και πιστεύω πραγματικά ότι είναι κυρίαρχο δικαίωμα μιας κυβέρνησης να επιλέγει να αυξήσει τη φορολογία των κερδοφόρων επιχειρήσεων και να μην κόψει το επίδομα των χαμηλότερων συντάξεων, το ΕΚΑΣ, προκειμένου να πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους. Αν δεν είναι δικαίωμα μιας κυρίαρχης κυβέρνησης να επιλέξει με ποιον τρόπο θα βρει ισοδύναμα μέτρα για να καλύψει τους απαιτούμενους στόχους, τότε θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια αντίληψη ακραία και αντιδημοκρατική, ότι στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα δεν θα πρέπει να γίνονται εκλογές, θα πρέπει να διορίζονται κυβερνήσεις, να διορίζονται τεχνοκράτες και αυτοί να αναλαμβάνουν την ευθύνη των αποφάσεων.
Και θέλω να ενημερώσω το Σώμα ότι πράγματι έχετε δίκιο, στην Ελλάδα υπάρχουν από το παρελθόν στρεβλώσεις που πρέπει να καταργηθούν, όπως η στρέβλωση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Και εμείς ήμασταν πρώτοι που πήραμε την πρωτοβουλία να πούμε ότι εμείς θέλουμε, χωρίς να μας το πει κάποιος, να καταργήσουμε τις πρόωρες συντάξεις σε μια χώρα που βρίσκεται σε μια τόσο δεινή οικονομική θέση.
Οι μεταρρυθμίσεις, λοιπόν, είναι αναγκαίες και οι δεσμεύσεις μας για την αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή, προκειμένου να έχουμε πλεονάσματα και όχι ελλείμματα, οι δεσμεύσεις αυτές είναι δεδομένες. Διατηρούμε, όμως, το δικαίωμα της επιλογής της αναδιανομής των βαρών, κάτι το οποίο πιστεύω θα μπορούσε και θα πρέπει και είμαι βέβαιος ότι θα βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους από εσάς.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ακούστηκε το ερώτημα: «Έχετε ένα κρυφό σχέδιο να βγάλετε την Ελλάδα από την Ευρωζώνη;». Θέλω να σας απαντήσω με ειλικρίνεια: Όλη την προηγούμενη εβδομάδα η συντριπτική πλειοψηφία των δηλώσεων ευρωπαίων πολιτικών και αξιωματούχων ήταν ότι το «όχι» στο δημοψήφισμα σημαίνει αυτόματα έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ. Αυτό το γνώριζαν οι πολίτες όταν κλήθηκαν να ψηφίσουν, όταν πήγαν στην κάλπη. Και έφεραν, παρόλα αυτά, ένα αποτέλεσμα που κάποιους εξέπληξε. Εάν είχα στόχο να βγάλω την Ελλάδα από τον ευρώ, δεν θα πήγαινα αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης να κάνω τις δηλώσεις που έκανα και να ερμηνεύσω το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, όχι ως εντολή ρήξης με την Ευρώπη, αλλά ως εντολή ενίσχυσης της διαπραγματευτικής προσπάθειας για να φθάσουμε σε μια καλύτερη συμφωνία. Σε μια πιο αξιόπιστη συμφωνία. Σε μια συμφωνία οικονομικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη. Αυτός είναι ο στόχος. Δεν έχω κανένα άλλο κρυφό σχέδιο. Και μιλάω με ανοιχτά χαρτιά.
Θα ήθελα, τέλος, να σας πω: Άκουσα από πολλούς και κυρίως από αυτούς που άσκησαν την εντονότερη ρητορική, πολεμική ρητορική, να μιλούν για την αδυναμία μας να ανταποκριθούμε στην αλληλεγγύη των ευρωπαίων εταίρων. Και θα ήθελα να πω ότι βεβαίως ο δανεισμός είναι μια μορφή αλληλεγγύης. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό. Εμείς, όμως, θέλουμε ένα βιώσιμο πρόγραμμα, ακριβώς για να είμαστε σε θέση να επιστρέψουμε τα δανεικά που πήραμε. Και όταν ζητάμε απομείωση του χρέους, τη ζητάμε αυτή την απομείωση ακριβώς για να είμαστε σε θέση να επιστρέψουμε αυτά τα δανεικά και να μην είμαστε υποχρεωμένοι διαρκώς σε νέα δάνεια για να ξεπληρώνουμε τα παλιότερα.
Και θέλω να σας θυμίσω κ. Βέμπερ, ότι ισχυρότερη στιγμή αλληλεγγύης της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας ήταν το 1953, όταν η χώρας σας έβγαινε καταχρεωμένη και λεηλατημένη από δύο παγκόσμιους πολέμους και η Ευρώπη και οι ευρωπαϊκοί λαοί έδειξαν τη μέγιστη αλληλεγγύη στη Σύνοδο του Λονδίνου το 1953. όταν αποφάσισαν τη διαγραφή του 60% του χρέους της Γερμανίας, καθώς και ρήτρα ανάπτυξης. Αυτή ήταν η σημαντικότερη στιγμή αλληλεγγύης της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας.
Άκουσα από τον φίλο μου τον Γκι Φερχόφστατ – ήμασταν συνυποψήφιοι πέρυσι για την Προεδρία της Κομισιόν και γνωριζόμαστε καλά και έχουμε καλές σχέσεις - να διερωτάται «πώς θα γίνει να αντιμετωπίσετε, με ποιες μεταρρυθμίσεις, δεν προτείνατε μεταρρυθμίσεις, τι έχετε κάνει». Θέλω να απαντήσω: Πράγματι αυτούς τους πέντε μήνες περισσότερο διαπραγματευόμαστε παρά κυβερνάμε. Σε συνθήκες χρηματοπιστωτικής ασφυξίας η μέριμνά μας, η έγνοια μας, η σκέψη μας είναι περισσότερο πώς θα καταφέρουμε να κρατήσουμε ζωντανή την ελληνική οικονομία. Παρόλα αυτά, κάναμε πράγματα, αγαπητέ μου φίλε Γκι.
Ήμασταν εμείς που μετά από τρία χρόνια ανοίξαμε την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ, τη λίστα που κάποιοι υπουργοί των προηγούμενων κυβερνήσεων την έβαλαν στο συρτάρι τους.
Και ήμασταν εμείς αυτοί που προσπαθήσαμε και φέραμε στο σκαμνί της δικαιοσύνης πολλούς από τους οποίους είχαν φοροδιαφύγει. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν το έκαναν.
Ήμασταν εμείς αυτοί που προχωρήσαμε σε συμφωνία με την Ελβετία, προκειμένου να πληρώσουν οι Έλληνες φόρους που έβγαλαν τα λεφτά τους στο εξωτερικό.
Ήμασταν εμείς αυτοί που προχωρήσαμε σε νόμο για να περιορίσουμε τις τριγωνικές συναλλαγές. Δεν το είχε κάνει καμία προηγούμενη κυβέρνηση.
Ήμασταν εμείς αυτοί που ζητήσαμε από τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ στην Ελλάδα να πληρώσουν τους φόρους τους. Δεν το είχε κάνει καμία προηγούμενη κυβέρνηση.
Ήμασταν εμείς αυτοί που ενισχύσαμε τους τελωνειακούς ελέγχους, προκειμένου να χτυπήσουμε το λαθρεμπόριο.
Βεβαίως, οφείλουμε και έχουμε μπροστά μας την υποχρέωση να κάνουμε πολύ περισσότερα. Δεν προλάβαμε να κάνουμε πολλά. Και ζητάμε την υποστήριξή σας για να αλλάξουμε την Ελλάδα. Είναι κοινή μας ευθύνη να αλλάξουμε την Ελλάδα και από αυτό θα κριθούμε.
Θέλω, κλείνοντας, να σας πω: Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η συζήτηση δεν αφορά αποκλειστικά μια χώρα. Αποκλειστικά μια χώρα δεν την αφορά. Αφορά το μέλλον του κοινού μας οικοδομήματος της Ευρωζώνης και της Ευρώπης. Και εδώ συγκρούονται δύο εκ διαμέτρου αντίθετες στρατηγικές για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ας αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας.
Η ελληνική κυβέρνηση – και θέλω να το πω αυτό - παρά τις ιδεολογικές μας διαφορές, παρά τα όσα μας χωρίζουν στο εσωτερικό, μια κρίσιμη εθνική στιγμή έχουμε τη δυνατότητα να ενώνουμε δυνάμεις. Και προχθές, όλες οι πολιτικές δυνάμεις υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας βρέθηκαν στο ίδιο τραπέζι και συμφωνήσαμε σε ένα πλαίσιο θέσεων. Και στη βάση αυτού του πλαισίου, αύριο θα καταθέσουμε εκ νέου συγκεκριμένες προτάσεις για μια βιώσιμη και δίκαιη συμφωνία, προτάσεις μεταρρυθμίσεων, αξιόπιστων μεταρρυθμίσεων.
Θέλω να σας πω, κλείνοντας όμως, το εξής: Αναφέρθηκαν πολλοί στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Σέβομαι απόλυτα τους νόμους που διέπουν την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. Χωρίς νόμους κανείς δεν μπορεί να προχωρά. Μιας και αναφερθήκατε όμως εσείς στην αρχαία ελληνική τραγωδία, να σας πω ότι ένας από τους σημαντικότερους αρχαίους τραγωδούς, ο Σοφοκλής, με το αριστούργημά του την «Αντιγόνη», μας έμαθε πως υπάρχουν στιγμές που υπέρτατος νόμος από τους νόμους των ανθρώπων είναι το δίκαιο των ανθρώπων. Και νομίζω πως τώρα είναι μια τέτοια στιγμή.
πηγή:protothema.gr