Γράφει ο Γιάννης Τσακπίνης, Συνταγματάρχης (Π.Β.) ε.α.
Μετά τη δημιουργία του ανθρώπου από τον παντοδύναμο Θεό επάνω στη γη, ο άνθρωπος ήτανε απαραίτητο να εργαστεί για να εξασφαλίσει τη διατροφή του και στη συνέχεια να αποκτήσει πρόοδο στην οικογένεια που θα δημιουργούσε.
Στα εδάφη που είχε στην κατοχή του ενδιαφερότανε να αποκτά αυτά που είχε απόλυτη ανάγκη για να διαβιώνει. Γι’ αυτό αμέσως προχώρησε στην καλλιέργεια των απαραίτητων σιτηρών για να εξασφαλίζει το ψωμί, το λάδι και όλα τα όσπρια για να τα έχει στην καθημερινή του διάθεση. Ακόμα και για τον ίδιο σκοπό διατηρούσε και ορισμένα ζώα.
Στην αρχή συνάντησε πολλές δυσκολίες ο άνθρωπος γιατί δεν γνώριζε τίποτα για την καλλιέργεια και την συγκομιδή τους, αλλά με την πείρα που αποκτούσε όσο περνούσανε τα χρόνια και με την νοημοσύνη που είχε πάρει ως δώρο από τη θεία δύναμη έφθασε σύντομα να τα εξασφαλίζει όλα.
Όμως για να έχει μεγαλύτερη παραγωγή χρειάστηκε να κατασκευάσει ορισμένα αυτοσχέδια μέσα που θα τον βοηθούσανε με τα αποτελέσματά τους να εξασφαλίζει τα αγαθά που είχε ανάγκη και ακόμα για τη βελτίωση στην πρόοδό του. Ένα από αυτά ήτανε το ξύλινο αλέτρι και αργότερα το μεταλλικό για να οργώνει και μετά να σπέρνει τα χωράφια με σιτηρά και όσπρια και να φυτεύει λαχανικά.
Για την περισυλλογή και για την επεξεργασία των σιτηρών για να είναι έτοιμα να χρησιμοποιηθούν για την διατροφή τους είχε κατασκευάσει και τα παρακάτω αυτοσχέδια εργαλεία: τα δρεπάνια για το θέρος, τον βολόσυρο για το αλώνισμα μέσα σε ειδικό διαμορφωμένο χώρο (αλώνι), το θρινάκι για το λίχνισμα και τα κόσκινα. Το ίδιο κάνανε και για τις ελιές που τις μαζεύανε και τις πηγαίνανε στο λιοτρίβι για να έχουν στη διάθεσή τους το λάδι.
Μετά ήτανε απαραίτητο να γνωρίζουν και την ποσότητα της παραγωγής τους σε οκάδες που ήτανε τότε. Γι’ αυτό προχωρήσανε και στην κατασκευή εργαλείων μετρήσεως του βάρους όλων αυτών σε οκάδες όπως: για τις μικρές ποσότητες μικρά κανταράκια μικρές ζυγαριές και για τις μεγάλες τον καμπανό ή καντάρι όπως τον λέγανε οι περισσότεροι. Από αυτά κρατούσε η κάθε οικογένεια όσα είχε ανάγκη για ένα χρόνο μέχρι να έρθουν της νέας εσοδείας και τα υπόλοιπα τα πουλούσανε σε όσους δεν είχανε χρήματα να αγοράσουν όλα τα εργαλεία για να εργάζονται.
Στη συνέχεια θα αναφερθούμε για τον καμπανό γιατί ήτανε το μοναδικό εργαλείο της παλιάς εποχής που εξυπηρετούσε τον αγρότη και τον κτηνοτρόφο να ζυγιάζουν τα προϊόντα τους για όλες τις ανάγκες τους. Μετά από χρόνια το ένα διαδεχότανε το άλλο και υπήρχανε πολλά παρόμοια εργαλεία στη διάθεση του αγρότη και αποφεύγανε τον κόπο και τον χρόνο που απαιτούσε ο καμπανός.
Το εργαλείο αυτό αποτελείτο από μια μεταλλική ράβδο που είχε χαραγμένη αρίθμηση από τη μια πλευρά της από το 1-100 οκάδες για τα πολύ βαριά είδη και από την άλλη από το 1-25 οκάδες για τα ελαφριά. Στο δεξιό της ράβδου είχε ένα γάντζο για να γαντζώνεται ο καμπανός την ώρα του ζυγίσματος σε σταθερό μέρος.
Επίσης εκεί κοντά είχε δυο αλυσίδες και στο άκρο τους είχανε από ένα γάντζο για το δέσιμο του είδους που ζυγίζανε και τέλος εις το δεξιό της ράβδου ένα στρογγυλό βόλι το οποίο κινούμενο σιγά – σιγά επάνω στην αρίθμηση έως ότου η ράβδος πάρει την οριζόντια θέση. Στο σημείο αυτό έδειχνε τις οκάδες «βαριές ή ελαφρές» που ήτανε το προς ζύγιση προϊόν ή οτιδήποτε ζυγιάζανε.
Ένας ηλικιωμένος αγρότης που κάναμε πρόσφατα παρέα στο σπίτι του και φέραμε στη συζήτηση για τον καμπανό μας είπε ορισμένα που τα θυμότανε όπως ακριβώς τα είχε δει όταν ο πατέρας του τα ζύγιαζε στο αλώνι τους και στο σπίτι: τους καρπούς, τα όσπρια όταν έβγαζε τις πατάτες στο περιβόλι, όταν άρμεγε τα πρόβατα, το γάλα, τα μαλλιά όταν κούρευε και πολλά άλλα.
Συνέχεια είπε: πρέπει να ήτανε το 1945, ή 46 το καλοκαίρι που αλωνίσαμε στο αλώνι μας το κριθάρι που είχανε θερίσει οι γονείς μου στην περιοχή του Βρύσινα. Την άλλη ημέρα φυσούσε σιγανός αέρας και μέχρι το μεσημέρι το είχε λιχνίσει ο πατέρας μου. Τον βοήθησα όσο μπορούσε και βάλαμε τον καρπό στα τσουβάλια και περιμέναμε να έρθει ο αντιπρόσωπος της κοινότητας να τα ζυγίσουν μαζί με τον πατέρα μου για να πάρει τον φόρο που της αναλογούσε.
Μόλις έφθασε με τον γάιδαρό του πήρε τον καμπανό και την καμπανόβεργα και μπήκε στο αλώνι κοντά στα τσουβάλια. Πέρνανε ένα ένα τσουβάλι μαζί με τον πατέρα μου, το δένανε με τους δυο γάντζους που είχανε οι αλυσίδες, βάζανε την καμπανόβεργα στους ώμους τους, καμπουρίζανε λίγο και γάντζωνε ο άλλος γάντζος στη βέργα. Μετά σηκώνανε το σώμα τους όρθιο και συγχρόνως σηκωνότανε και το τσουβάλι. Ο κοινοτικός με το χέρι του κινούσε το βόλι επάνω στην αρίθμηση της ράβδου μέχρι να έρθει η ράβδος στην οριζόντια θέση. Εκεί σταματούσαν το ζύγισμα και μετά η βέργα και ο καμπανός κάτω και συνεχίσανε το ίδιο σε όλα τα τσουβάλια.
Έγραφε συγχρόνως και τις οκάδες από όλα τα τσουβάλια. Έβγαλε το σύνολο των οκάδων, πήρε το φόρο και τα εργαλεία του και αναχώρησε για την κοινότητά του.
Μετά και εμείς μεταφέραμε τον καρπό μας εις το σπίτι μας. Απίστευτο είναι ότι εκείνες τις ημέρες είχε τελειώσει το ψωμί και αμέσως η μάνα μου ετοίμασε καρπό για τον μύλο να τον αλέσει για να ζυμώσει.
Εκτός από τα σιτηρά που εισέπραττε φόρο η κοινότητα ήτανε και από τα περβολικά κυρίως: από τις πατάτες, κρεμμύδια κ.λπ. θυμάμαι είπε ο ηλικιωμένος μετά τις 15 Αυγούστου βγάλαμε επτά τσουβάλια πατάτες και ένα μισό κρεμμύδια. Η κοινότητα πήρε το ένα τσουβάλι πατάτες φόρο και κρεμμύδια δεν πήρε γιατί ήτανε λίγα.
Και ο κτηνοτρόφος χρησιμοποιούσε τον καμπανό. Το βραδινό και το πρωινό γάλα το έβαζε στο δοχείο του και το ζύγιαζε μόνος του. Είχε καρφώσει ένα ξύλο σε μια τρύπα ενός βράχου και εκεί κρεμούσε τον καμπανό για να το ζυγιάζει μας πληροφόρησε ο ηλικιωμένος και μετά έφευγε για τον γαλατά.
Υπόψιν ότι καμπανό είχανε μόνο οι καλοί νοικοκύρηδες αγρότες και κτηνοτρόφοι γιατί ήτανε ακριβός για να τον αγοράσουν όλοι. Αυτοί που δεν είχανε ζητούσανε από τους συγγενείς και γειτόνους. Ο πατέρας μου είπε τον είχε δώσει στον θείο μου και όταν μας τον γύρισε ήτανε χωρίς το βόλι (βαρίδι). Από τότε δεν τον έδινε σε κανέναν. Σήμερα αυτό το πολύτιμο εργαλείο της παλιάς εποχής είναι άγνωστο για όλους τους νέους εκτός ορισμένων που οι πρόγονοί τους τους έχουν κρεμάσει στα σπίτια των χωριών τους και από αυτούς έχουν ενημερωθεί από την επίσκεψη που τους κάνουν.
Τελειώνοντας πρόσθεσε: και σε πολλά μουσεία του τόπου μας είναι τοποθετημένος στην πρώτη θέση μεταξύ όλων των εργαλείων που είχε κατασκευάσει ο άνθρωπος την παλιά εποχή. Αν μπορούσε να μιλήσει θα έλεγε στους σημερινούς νέους τα όσα έχει προσφέρει όταν υπηρετούσε κοντά στους παππούδες και στους γονείς τους και τότε μόνο θα σεβότανε την αξία που έχουν οι πρόγονοί τους από τα βιώματα που είχανε ζήσει..