Του Κώστα Στούπα
Μετά από αρκετές εβδομάδες προκλητικών πλεύσεων και ερευνών πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα το ερευνητικό σκάφος Oruc Reis τα ξημερώματα της περασμένης Δευτέρας επέστρεψε στο λιμάνι της Αττάλειας.
Πολλοί συνδυάζουν αυτήν την κίνηση με την έλευση της ημερομηνίας του επόμενου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο οποίο θα συζητηθεί το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας.
Το ίδιο είχε κάνει το τουρκικό ερευνητικό σκάφος κατά τη διάρκεια της προηγούμενης συνόδου κορυφής προκειμένου να αποφύγει τις κυρώσεις.
Αν και το κλίμα εναντίον της Τουρκίας έχει επιβαρυνθεί περαιτέρω στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν πρέπει να περιμένουμε δραστική αλλαγή της στάσης απέναντι στην Τουρκία. Το πιθανότερο είναι πως στην Ε.Ε. θα περιμένουν την ανάληψη των καθηκόντων από τον Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ και τη στάση που θα υιοθετήσουν οι ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία προκειμένου να ευθυγραμμιστούν μαζί τους...
Ανάλογη στάση επιλέγει και το καθεστώς Ερντογάν στην Τουρκία καθώς φαίνεται να προσπαθεί να ανιχνεύσει τις προθέσεις της επόμενης Προεδρίας και τα περιθώρια των κινήσεων που θα είναι ανεκτά...
Δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Η Δύση δύσκολα θα επιλέξει να χάσει και την Τουρκία από πυλώνα στην ευρύτερη περιοχή από τη Ν.Α. Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τις μουσουλμανικές νότιες επαρχίες της πρώην ΕΣΣΔ, μετά τις απώλειες του Ιράν και του Ιράκ.
Θα εξαντλήσουν τις προσπάθειες με τακτικές "καρότου" και "μαστίγιου" να την κρατήσουν σε τροχιά γύρω από τη Δύση.
Τούτο σημαίνει πως οι χώρες όπως η Ελλάδα που απειλούνται από τις φιλοδοξίες ανάδειξης της Τουρκίας σε περιφερειακή υπερδύναμη που κατά περίσταση συνεργάζεται με τη Δύση αλλά και με τη Ρωσία ή την Κίνα, θα πρέπει να στηριχτούν κυρίως στη δική τους αποτρεπτική ισχύ και τον πολλαπλασιασμό της μέσω περιφερειακών αμυντικών συμμαχιών.
Χώρες όπως η Ελλάδα, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα Η.Α.Ε. πέραν του συντονισμού και της αναβάθμισης της αμυντικής τους ισχύος θα πρέπει να εξαντλήσουν την επιρροή τους προς τα δυτικά κέντρα αποφάσεων για την ανοχή που πρέπει να δείξει η Δύση προς την Τουρκία.
Το δίλημμα...
Το μεγαλύτερο δίλημμα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας είναι τα κριτήρια με τα οποία θα πρέπει να πραγματοποιήσει τις αμυντικές δαπάνες στο πλαίσιο του προγράμματος ταχείας αναβάθμισης της ισχύος των ενόπλων δυνάμεων, μετά από πολλά χρόνια αδράνειας.
Π.χ. το δίλημμα τούτο έχει προκύψει με κυνικό τρόπο στις επιλογές αναβάθμισης του γερασμένου στόλου επιφανείας.
Η Ελλάδα καλείται να επιλέξει τις ακριβές αλλά πολλαπλάσιας ισχύος γαλλικές φρεγάτες "Belh@rra" ή τις αμερικανικές φρεγάτες "MMSC".
Η αμερικανική πρόταση είναι οικονομικά δελεαστική γιατί αφορά τέσσερις νέες φρεγάτες και εκσυγχρονισμό άλλων 3-4 με παρόμοια συστήματα, με σημαντικό μέρος των εργασιών να γίνονται σε ελληνικά ναυπηγεία.
Η διαφορά ισχύος μεταξύ των δυο μοντέλων κατά τους αναλυτές αμυντικών εξοπλισμών είναι εμφανής. Οι πύραυλοι Επιφανείας – Αέρος "ESSM block 2” που φέρουν οι αμερικάνικες φρεγάτες έχουν βεληνεκές περί τα 50 χλμ., τη στιγμή που οι SM – 1, που εξόπλιζαν τα παλαιά αντιτορπιλικά τύπου "Charles F. Adams” του Π.Ν. στη δεκαετία του 90, υπερέβαιναν τα 70 χλμ.
Οι αντίστοιχοι "Aster 30" της γαλλικής πρότασης έχουν βεληνεκές πάνω από 120 χλμ., αρκετό για μια φρεγάτα να καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου. Επίσης οι γαλλικές θα φέρουν πυραύλους Scalp Naval (MdCN) με ικανότητες προσβολής χερσαίων στόχων σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 1.000 χλμ και ακρίβεια πλήγματος εκατοστών.
Από την άλλη πλευρά δεν διαφαίνεται καμμιά εγγύηση αποδέσμευσης αμερικανικών πυραύλων Tomahawk για τις ελληνικές ένοπλές δυνάμεις.
Στην καθομιλουμένη το δίλημμα είναι περίπου: Δύο "μερσεντές" ή επτά "ντάτσουν" λοιπόν...
Το δίλημμα για την Ελλάδα είναι περισσότερο περίπλοκο καθώς έγκειται στο κατά πόσο η επιλογή της αμερικανικής πρότασης εγγυάται και την ανάληψη ευθύνης από μέρους τους για την προστασία των ελληνικών συμφερόντων σε περίπτωση αμφισβήτησής τους από την Τουρκία.
Η επιλογή της γαλλικής πρότασης φέρεται να έχει περισσότερες πιθανότητες να συνοδεύεται από τη σύναψη μιας αμυντικής συμφωνίας μεταξύ των δυο χωρών, αλλά η Γαλλία είναι μια χώρα μικρότερης στρατιωτικής ισχύος και γεωπολιτικής επιρροής σε σύγκριση με τις ΗΠΑ.
Η απάντηση δεν είναι εύκολη.
Η ανάδειξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη θίγει άμεσα τα γαλλικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, της Βορείου Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Από τη σκοπιά αυτή τα ελληνικά συμφέροντα ταυτίζονται πλήρως.
Για τις ΗΠΑ το ζητούμενο πρωτίστως είναι η σταθερότητα και η εξασφάλιση της επιρροής τους στη Ν.Α. Μεσόγειο και δευτερευόντως αν αυτή εξασφαλίζεται με μικρότερο ή μεγαλύτερο ισοζύγιο ισχύος μεταξύ των συμμάχων τους στην περιοχή.
Επιπλέον οι ΗΠΑ βρίσκονται σε φάση επαναπροσδιορισμού των γεωπολιτικών ενδιαφερόντων τους στην Υδρόγειο. Η μείωση της παρουσίας τους στην ευρύτερη περιοχή την περίοδο Τραμπ, την οποία οι Κούρδοι της Βόρειας Συρίας πλήρωσαν ακριβά, εκφράζει την επιθυμία μια μεγάλης μερίδας της αμερικάνικης κοινωνίας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το μικρό, σε σχέση με παλαιότερα, εξοπλιστικό πρόγραμμα που σχεδιάζει η Ελλάδα, ενδέχεται να έχει καταλυτική επίδραση στις σχέσεις της με την Τουρκία και τους συμμάχους αλλά και τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις στην ίδια τη χώρα.
Τούτο γιατί μια "ατυχής" ή έστω λιγότερο αποτελεσματική επιλογή μπορεί να σημαίνει απώλειες έναντι της Τουρκίας ή μια ανάφλεξη με απρόβλεπτες συνέπειες.
Δεν είναι κακό κάθε χώρα να στηρίζεται σε συμμάχους και συμφωνίες. Πρωτίστως όμως οφείλει να ενισχύει τη δική της ικανότητα αποτροπής...
πηγή:https://www.capital.gr/o-kostas-stoupas-grafei/3499481/-mersentes-i-ntatsoun