Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

Αύγουστος 1964: Η διαταγή του καταδρομέα Ταγματάρχη Καρούσου στη μάχη της Αγίας Τηλλυρίας στην Κύπρο! - "Θα ξεμολύνουμε τα Άγια Χώματα- Θεία Δάφνη αν ως Έλληνες πεθάνουμε"



«Θα ξεμολύνουμε τα Άγια Χώματα- Θεία Δάφνη αν ως Έλληνες πεθάνουμε»… «Χαράξαμε του εθνικού δρόμου το μήκος, δε γυρίζουμε πίσω στρατιώτες!»
Η  «Εστία» δεν ξεχνά. Σαν σήμερα πριν 56 ολόκληρα χρόνια διεξήχθη στην Μεγαλόνησο η μάχη της Αγίας Τηλλυρίας μεταξύ δυνάμεων της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς και των τουρκικών δυνάμεων που μεταστάθμευαν στην Κύπρο.
Η Εθνική Φρουρά ενισχύθηκε την τελευταία στιγμή από τα τάγματα 501 και 508 του Ελληνικού Στρατού της Βέροιας οι άνδρες των οποίων αναχώρησαν μυστικά από το Μεγάλο Πεύκο με το πλοίο «Ήπειρος» του Ποταμιάνου για την Λεμεσό. Προηγουμένως παρέλαβαν ένα μικρό βαλιτσάκι που περιείχε μια κυπριακή ταυτότητα, πολιτικά ρούχα και ένα όπλο M1.
Μεταξύ αυτών οι νεαροί εικοσάχρονοι φαντάροι Γιώργος Μαδούρος από την Αρκαδία με το ψευδώνυμο Σίμος Τοπαρίδης από το Δίκωμο, Κώστας Μπερτζελέτος από τα Λιόσια με το ψευδώνυμο  Λέανδρος Κυριακίδης φοιτητής  Μονής Κύκου, Στέλιος Κοττάκης από την Αίγινα με το ψευδώνυμο Φροίξος Κοτσάρας από την Λευκωσία, Μενέλαος ΑλαίσκαςΓιώργος Ρούτσης και δεκάδες άλλοι. Με την άφιξη τους αφού βοήθησαν στην φόρτωση των πυρομαχικών και με περιπολίες στον Πενταδάκτυλο προωθήθηκαν στην πρώτη γραμμή στα Κόκκινα όπου οι μάχες ήδη μαίνονταν.
Η Εθνική Φρουρά  και οι Καταδρομείς υπό τις διαταγές του ταγματάρχη Καρούσου  είχαν αναλάβει δράση και κατατρόπωναν ήδη τους Τούρκους στην μάχη της Μανσουράς . Τα τάγματα 501-508 περιορίστηκαν έτσι σε υποστηρικτικό ρόλο.  Ωστόσο, οι άνδρες τους κινδύνευσαν από φωτιά που προκάλεσαν στο σημείο που στρατοπέδευσαν και σώθηκαν από βέβαιο θάνατο μετά από ειδοποίηση του Κυπρίου στρατιωτικού Υφικράτη Ταρασίδη. Παρέμειναν στο νησί για 18 μήνες .
Την άγνωστη αυτή νίκη της Εθνικής Φρουράς θυμηθήκαμε από διηγήσεις των πρωταγωνιστών και από την απόφαση της ελληνικής πολιτείας να τιμήσει με σύνταξη όλους όσοι μετείχαν στις μάχες του 1964 και 1974 στην Κύπρο. Διότι οι ίδιοι δεν διεκδίκησαν ποτέ εύσημα. Την θυμηθήκαμε επίσης διότι ο αδερφός μας από την Κύπρο Αντώνης Αντωνάς συνέταξε ένα ωραίο κείμενο, στο οποίο θυμίζει πως οι Έλληνες και οι Κύπριοι μαζί κατατρόπωσαν τις τουρκικές δυνάμεις εκείνο τον Αύγουστο.
Το δημοσιεύουμε για να θυμόμαστε όλοι από που ερχόμαστε και τι υποχρεώσεις έχουμε στην Κύπρο μας:
«1964. 1η Αυγούστου: Η Εθνική Φρουρά στέλνει τάγμα στην περιοχή, για να περιορίσει την περαιτέρω προώθηση των Τούρκων στα ιερά χώματα της Αγίας Τηλλυρίας…. Οι εθνοφρουροί μας με ηγήτορες Έλληνες αξιωματικούς, με Ελληνικές σημαίες, εμβατήρια και με εφ όπλου λόγχη είναι έτοιμοι να πετάξουν τους βαρβάρους στη θάλασσα…
Οι Τούρκοι εξτρεμιστές ενισχυμένοι με βαρύ οπλισμό και εκατοντάδες γιουρούκηδες και Τούρκους αξιωματικούς, με ιταμές προκλήσεις και επιθέσεις κατά Ελληνοκυπρίων αμάχων, επεδίωκαν πλέον την κατάληψη ολόκληρης της Αγίας Τηλλυρίας… και συνέχισαν τις προκλήσεις… Η αρχή του τέλους των…Με κόκκινο οι Τουρκοκυπριακοί θύλακες, οι οποίοι ήταν ενισχυμένοι με βαρύτατο σύγχρονο οπλισμό και εκατοντάδες Τούρκους στρατιώτες. Ο ατομικός οπλισμός των εθνοφρουρών μας ήταν του Β ΠΠ ….
7 Αυγούστου 1964: Η διαταγή του Γρίβα με την σύμφωνο γνώμη και του Μακαρίου, για εξουδετέρωση του θύλακα Μανσούρας – Κοκκίνων και ο βάρβαρος βομβαρδισμός της Τηλλυρίας με εμπρηστικές βόμβες ναπάλμ, από τους Τούρκους….
1964. 7 Αυγούστου: Ισχυρά πυρά των Τούρκων επικρατούν στην περιοχή της Τηλλυρίας (Μανσούρακαι Μοσφίλι).  Η Εθνική Φρουρά επιχειρεί με επιτυχία, την κατάληψη του «Λωρόβουνου».
1964. 8 Αυγούστου: Αιματηρή μέρα.  Η Εθνική Φρουρά  πετυχαίνει  τα σχέδια της και η τοποθεσία «Λωρόβουνος» καταλαμβάνεται  ενώ ο τουρκικός στρατός τράπηκε σε φυγή.  Δημοσιογραφικές στήλες έκαναν λόγο για εικοσιτέσσερις νεκρούς και πέραν των διακοσίων τραυματιών.  Οι Τούρκοι είχαν δεκάδες νεκρούς και τραυματίες χωρίς να είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός.  Επίσης, οι δημοσιογραφικές στήλες ανέφεραν ότι στις 11.30π.μ δόθηκε διαταγή για έφοδο προς Αλέβγαν, Σελάϊν τ’ Άππι, Άγιο Θεόδωρο και Μανσούρα.  Οι λοφοσειρές κάηκαν στην κυριολεξία από τα σφοδρά πυρά από τις αλλεπάλληλες εκρήξεις βλημάτων των βαρεών τηλεβόλων.  Το μεσημέρι η περιοχή Παχυάμμου-Κοκκίνων δέχθηκε πυρά.  Ο Παχύαμμος δέχθηκε πυρά από όλμους των Τούρκων.  Από τις εκρήξεις το χωριό εκκενώθηκε και τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν για να είναι ασφαλή.
1964. 9 Αυγούστου: Στις 10.40π.μ. τουρκικά πυρά στρέφονται προς τον άμαχο πληθυσμό.  Σε αυτή την τουρκική βαρβαρότητα χρησιμοποιήθηκαν ρουκέτες, πολυβόλα και εμπρηστικές αμερικάνικες βόμβες ναπάλμ.  Η τουρκική αεροπορία κτύπησε την Πόλη Χρυσοχούς, τα χωριά Γιαλιά, Λίμνη, και Πωμό.  Στην 1.00μ.μ η τουρκική αεροπορία επιτίθεται εναντίον των χωριών Πύργου και Γουδίου.  Το αποκορύφωμα της βαρβαρότητας σημειώθηκε με βομβαρδισμούς στο κινητό νοσοκομείο κοντά στον Παχύαμμο, το οποίο έφερε τα διακριτικά σημεία του Ερυθρού Σταυρού.  Σε αυτή την επίθεση σκοτώθηκε ο γιατρός την μονάδας, πέντε νοσοκόμοι και έξι τραυματίες.  Η τουρκική βαρβαρότητα δεν σταμάτησε εδώ αφού συνέχισαν με την καταστροφή σχολείων και εκκλησιών.
ΟΙ προκλήσεις των Τούρκων εντάθηκαν στις 4 και 5 Αυγούστου και επεκτάθηκαν περαιτέρω στις 6 του μηνός, όταν το στρατηγικής σημασίας ύψωμα «Ακόνι» καταλήφθηκε από την Εθνική Φρουρά μετά από την εκεί αποχώρηση μελών της Ειρηνευτικής Δύναμης.
Όταν το αντελήφθησαν αυτό οι τρομοκράτες Τούρκοι προσπάθησαν να καταλάβουν το ύψωμα, χωρίς όμως αποτέλεσμα χάρη στην ηρωική αντίσταση των εθνοφρουρών που το υπεράσπιζαν.
Οι τρεις πρόχειροι σταυροί που στήθηκαν στον «Λωρόβουνο» για τους ισάριθμους ήρωες της 31ης Μοίρας Καταδρομών, η οποία κατέλαβε το τουρκικό οχυρό που βρισκόταν στο ύψωμα αυτό.
Ο Ταγματάρχης Καρούσος, στην ημερήσια διαταγή του στις 2 Αυγούστου 1964, αναφέρει προφητικά: «Στρατιώτες, χαράξαμε του Εθνικού μας δρόμου το μήκος. Θα τον βαδίσουμε τώρα κι ας στέκει σκληρός. Δεν θα γυρίσουμε πίσω στρατιώτες. Οι Έλληνες ποτέ δεν γυρίζουν. Έλληνες είμαστε κι ενωμένοι σαν Έλληνες θα κερδίσουμε τη ζωή, ξεμολύνοντας τα άγια μας χώματα. Κι αν τύχει στην πορεία μας αυτή να χαθούμε, θεία η Δάφνη, ως Έλληνες θα πεθάνουμε». Το τίμημα της μάχης που θα ακολουθήσει στις 7 Αυγούστου 1964, θα είναι βαρύ.
Η Μοίρα, χάνει τρία παλικάρια της. Στην ημερήσια διαταγή του Διοικητή στις 10 Αυγούστου 1964, αναφέρεται: « Διαγράφονται σήμερα της δυνάμεως της Μονάδας, οι πεσόντες επί του υψώματος Λωρόβουνου της Τηλλυρίας Κύπρου, κάτωθι Αξιωματικοί και οπλίτες: 
Υπολοχαγός Παπαγεωργίου ΝικόλαοςΔιοικητής του 33ου Λόχου Ορεινών Καταδρομών. 
Στρατιώτης ΑπλητσιώτηςΓεώργιος. Διαβιβαστής καταδρομών του τμήματος υποστηρίξεως. Στρατιώτης Κουσουλίδης Μιχάλης. 
Οπλοπολυβολητής του 33ου Λόχου Ορεινών Καταδρομών. Νεκροί της Μονάδας μας. Σβήσατε θεληματικά την πνοήσας στο άνθισμα μιας πανέμορφης νιότης, προσφέροντας στο βωμό της πατρίδας μας τη ζωή σας. Δεν έχετε εσείς την ανάγκη των λόγων μας και ούτε προσμένετε κλάματα. Όμως εμείς, θαμπωμένοι από το μεγαλείο και εκστατικοί μπροστά στο τόλμημα, παίρνουμε θάρρος, για να μιλήσουμε πρόσημα στον καθένα σας και να προσφέρουμε ένα φόρο τιμής στις παραδεισένιες ψυχές σας ».
Σημειωτέον ότι η 31 Μοίρα Καταδρομών ιδρύθηκε στις 9 Ιουλίου 1964 και εγκαταστάθηκε στο χωριό Ευρύχου, στους πρόποδες του Τροόδους. 
Πρώτος Διοικητής της Μοίρας διετέλεσε ο Ταγματάρχης Γεώργιος Καρούσος. Στις 7 Αυγούστου 1964, η 31 Μοίρα Καταδρομών έλαβε μέρος στις επιχειρήσειςΤηλλυρίας. Κατάφερε να εκκαθαρίσει το χωριό Αλεύκα και να καταλάβει το ΒΔ μέρος του υψώματος Λωρόβουνος. 
Στις 21 Σεπτεμβρίου, η Μοίρα μεταφέρθηκε στο Μιτσερό. Στην συνέχεια, στις 7 Οκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε στηνΛεμεσό η τελετή παραδόσεως της πρώτης πολεμικής σημαίας από τον τότε Αρχηγό ΑΣΔΑΚ Στρατηγό Γεώργιο Γρίβα Διγενή. Στις 15 Νοεμβρίου 1967, ο 1ος Λόχος Κρούσεως της 31 Μοίρας Καταδρομών έλαβε μέρος στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις Κοφίνου. Η Μοίρα κατόρθωσε να εξουδετερώσει κάθε αντίσταση και να αποκαταστήσει την συγκοινωνιακή επαφή, εισερχόμενη στα χωριά Κοφίνου και Άγιος Θεόδωρος. 
Η Μοίρα είχε σύνθεση τριών Λόχων Κρούσεως (ΛΚ) και ενός Λόχου Υποστήριξης – Διοικητικής Μέριμνας (ΛΥ-ΔΜ). Κάθε Λόχος είχε δύναμη 80 ανδρών περίπου. Η δύναμις ανερχόταν σε 365 άνδρες: 10 μόνιμοι αξιωματικοί, 2 έφεδροι αξιωματικοί, 3 μόνιμοι λοχίες και 350 οπλίτες. Διοικητής ορίστηκε ο Ταγματάρχης Γεώργιος Ν. Καρούσος, μπαρουτοκαπνισμένος αξιωματικός από την εποχή της Εθνικής Αντίστασης, υποδιοικητής ο Λοχαγός Μιλτιάδης Λάσκαρης, διοικητές των λόχων κρούσης οι Λοχαγός Κωνσταντίνος Μπεκιάρης (1ος ΛΚ), Λοχαγός Ορέστης Μαρινάκης (2ος ΛΚ), Υπολοχαγός Νικόλαος Παπαγεωργίου (3ος ΛΚ) και Λοχαγός Παναγιώτης Καρατζάς (ΛΥ-ΔΜ).»