Μετά τη σύντομη απολογία της στην ανακρίτρια, η Ειρήνη Μουρτζούκου οδηγείται στις φυλακές Κορυδαλλού. Η ίδια ομολόγησε ότι δολοφόνησε τα δύο δικά της μωρά, το μωρό της φίλης της αλλά και την αδελφή της πριν από 11 χρόνια. Σχετικά με την υπόθεση του μικρού Παναγιώτη, η Μουρτζούκου φαίνεται να αρνείται την όποια εμπλοκή στον θάνατό του, ο οποίος έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2024. Λίγους μήνες μετά τον θάνατο του Παναγιώτη, η υπόθεση των νεκρών βρεφών είδε το φως της δημοσιότητας και φτάσαμε έτσι στην έκβαση των προηγούμενων ημερών. Τα παραπάνω θα μπορούσαν να είναι μερικές σειρές αστυνομικού ρεπορτάζ, οι οποίες, υπό άλλες συνθήκες, θα περνούσαν αθόρυβα στις σελίδες των ειδησεογραφικών σάιτ και διάφορων ιστοσελίδων, καθώς και στις εκφωνήσεις των βραδινών δελτίων ειδήσεων. Μόνο που, υπό τις παρούσες συνθήκες, ο επίλογος αυτός έρχεται να προστεθεί ως το τελευταίο επεισόδιο ενός «σίριαλ», που περισσότερο έφτασε να μοιάζει με true crime ντοκιμαντέρ σε πραγματικό χρόνο και λιγότερο με υπό διερεύνηση υπόθεση ανθρωποκτονίας, που κανονικά χρήζει λεπτών χειρισμών.
Τις τελευταίες μέρες η Ειρήνη Μουρτζούκου έχει μετονομαστεί για τα πάνελ των περισσότερων εκπομπών σε «κατηγορούμενη», «δράστις» κ.λπ. Αφότου ομολόγησε τους 4 φόνους, η υπόθεσή της αντιμετωπίζεται με κλινικό ενδιαφέρον από τηλεπαρουσιαστές και ρεπόρτερ, με αποστειρωμένες εκφράσεις και αποκλειστική εστίαση στην αλληλουχία και την εξέλιξη των γεγονότων του δικαστικού ρεπορτάζ. Θα νόμιζε κανείς με αυτή την εικόνα ότι οι ίδιες αυτές εκπομπές δεν είχαν απασχοληθεί με την υπόθεση στο παρελθόν και μόνο τώρα που έχουμε την ομολογία αποφάσισαν να τη συμπεριλάβουν στη θεματική τους σκαλέτα. Σκέψη που πόρρω απέχει από την πραγματικότητα. Διότι η πραγματικότητα είναι πως τους προηγούμενους μήνες, η Ειρήνη Μουρτζούκου είχε σταθερά μια θέση στα «σοβαρά» ενημερωτικά τηλεοπτικά πάνελ, μπόλικο χρόνο για αλλεπάλληλες, εκτενείς συνεντεύξεις με αφιερωματικό χαρακτήρα και γενικώς διέθετε όλα τα μέσα για να προβάλλει και να δικαιολογεί τον εαυτό της όπως ήθελε.
Η «δραματοποίηση» από μεριάς των εκπομπών έδινε ακόμη περισσότερη τροφή στον αδηφάγο τηλεοπτικό χρόνο: κοντινά πλάνα σε αργή κίνηση, μοντάζ με τις εικόνες των νεκρών βρεφών, λυπητερή μουσική κλεμμένη από soundtrack κάποιας αξιοπρεπούς ταινίας και έτοιμο για σερβίρισμα το προϊόν «αστυνομικής κλειδαρότρυπας». Θα είχε ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον κάποιος ειδικός να αξιολογήσει τι επίδραση έχει η τόση έκθεση και η τόση ελευθερία λόγου σε έναν άνθρωπο ο οποίος οπωσδήποτε πάσχει από ψυχοπαθολογικές διαταραχές. Το απολαμβάνει, φτάνει σε σημείο να πιστεύει αυτά που υποστηρίζει, νιώθει κάποιου είδους δικαίωση με τη συνεχή προβολή της θυματοποίησής του; Πιθανότατα και να μη μάθουμε ποτέ.
Ο πολιτικός επιστήμονας Λάρι Σάμπατο παρομοιάζει στο βιβλίο του «Feeding Frenzy» τους Αμερικανούς δημοσιογράφους με αγέλες από πεινασμένα πιράνχας ή καρχαρίες. Ο στόχος του κιτρινισμού και της εντυπωσιοθηρίας –πρακτικής με αμερικανική κυρίως προέλευση– είναι μια είδηση να «καταβροχθισθεί» από τους μιντιακούς δρώντες ως εκεί που δεν πάει, να αποστραγγιστούν όλες οι πτυχές της, μέχρι την πιο σκοτεινή. Η είδηση δεν μεταδίδεται απλώς· φτάνει να γίνει ένα πλήρες «ριάλιτι», στο οποίο το κοινό μόνο για πρακτικούς λόγους δεν είναι σε θέση να ψηφίζει κάθε εβδομάδα για την ενοχή ή την αθώωση του εκάστοτε κατηγορουμένου.
Βέβαια, πλέον γίνεται και αυτό έμμεσα – μια ματιά στις ζωντανές συζητήσεις στο X κατά τη διάρκεια των εν λόγω εκπομπών αρκεί για να πείσει. Οι διάφορες ετυμηγορίες υπάρχουν, με τους χρήστες να συναγωνίζονται μεταξύ τους για τα like και τις κοινοποιήσεις. Άλλωστε, και η «πανταχού παρούσα δημοσιογραφία» κατά τον όρο του Σάμπατο (omnipresent journalism), που δεν υπαγορεύεται πλέον από τα χρονικά όρια του Τύπου, τροφοδοτεί συνεχώς την ψηφιακή σφαίρα με νέο υλικό.
Οι παραπάνω πρακτικές δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ήδη από τα 90s, το αστυνομικό δελτίο γινόταν με σκηνοθεσία και όρους ψυχολογικού θρίλερ: ο τηλεθεατής έπρεπε να νιώθει τουλάχιστον φόβο και ανησυχία, αν όχι και ανημποριά για το τι μπορεί να φέρει η επόμενη μέρα. Η διαφορά είναι πως πλέον μπήκε ο παράγοντας lifestyle στην εξίσωση και, από τα συμβάντα και τα γεγονότα, περάσαμε στα πρόσωπα και τη στρεβλή ανάδειξή τους. Οι φερόμενοι ως δράστες, οι κατηγορούμενοι, αποτελούν πλέον δυνητικούς τηλεστάρ βραχείας διάρκειας, είναι εκκολαπτόμενες γκροτέσκες περσόνες, που εσωκλείουν στην ψυχικά διαταραγμένη φύση τους την υπόσχεση υψηλής τηλεθέασης
Οι περσόνες αυτές συμβαδίζουν άλλωστε και με την εσωτερικευμένη κανονιστική επιθυμία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης: την εμμονή να υπάρχει πάντα ένα πρόσωπο-σύμβολο για να μισηθεί, να λατρευτεί κ.ο.κ.
Το τι συνέπειες έχει αυτό για την εξέλιξη μιας υπόθεσης, το τι εμπόδια μπορεί να μπαίνουν για τη Δικαιοσύνη, λίγο ενδιαφέρει. Μοναδική λύση θα ήταν η ρύθμιση του τηλεοπτικού περιεχομένου, όχι με ηθικοπλαστικά νουνεχή κηρύγματα, αλλά με τσουχτερά πρόστιμα προς τους τηλεοπτικούς σταθμούς, που ανενόχλητοι κανονικοποιούν την παραχώρηση δημόσιου βήματος σε –τελικά– καθ’ ομολογίαν κατά συρροή δολοφόνους. Μόνο έτσι ενδέχεται να σταματήσουν οι χυδαίες δημοσιογραφικές πρακτικές. Εάν εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στο ηθικό και αισθητικό κριτήριο όσων είναι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων στους τηλεοπτικούς σταθμούς, το πιο πιθανό είναι να χάσουμε.
πηγή: https://www.athensvoice.gr/epikairotita/koinonia/914885/i-vromiki-elliniki-tileorasi-pou-kaneis-den-timorei/