Βασικά σημεία της ομιλίας του Γιάννη Δραγασάκη, Βουλευτή του Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, στο 4ο διεθνές συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας
Σήμερα, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και διεθνώς, ζούμε σε μια συγκυρία αλλαγής. Η εποχή που ήταν «βεβαιότητα» ότι η αυτορρύθμιση των αγορών, η μεγιστοποίηση του κέρδους και οι ιδιωτικοποιήσεις θα διασφάλιζαν τη συλλογική ευημερία έχει παρέλθει.
Για την Ελλάδα, που μόλις πριν από μία 10ετία βιώσαμε μια χρεοκοπία και μετά τα μνημόνια, από τα οποία βγήκαμε το 2018, η σημερινή συνθήκη θέτει 3 μεγάλες προκλήσεις:
• Δημοκρατία και κράτος δικαίου
• Ανισότητες
• Παραγωγικό μοντέλο
Μετά το 1974 δεν κινδύνεψε ποτέ η Δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Τεθήκαμε σε επιτήρηση για τη χρεοκοπία, αλλά όχι για τους δημοκρατικούς θεσμούς μας. Και είναι ανησυχητικό ότι σήμερα υποχωρούμε σε διεθνείς κατατάξεις ως προς την ποιότητά τους.
Η Δημοκρατία όμως και το κράτος δικαίου είναι προϋποθέσεις και όροι της βιώσιμης ανάπτυξης, είναι πυλώνας της. Δίχως έλεγχο και λογοδοσία, δίχως διαφάνεια και ισχυρούς θεσμούς, η οικονομική μεγέθυνση, ακόμη και αν υπάρχει, θα ναι πρόσκαιρη και άνιση.
Κάποτε χρειαζόταν να επιχειρηματολογήσουμε για τη σημασία καταπολέμησης των ανισοτήτων. Σήμερα η αρνητική επίπτωσή τους είναι κοινός τόπος ακόμη και για το ΔΝΤ.
Και είναι ανησυχητικό ότι ενώ το 2015-19 πετύχαμε μια σημαντική μείωση των ανισοτήτων στην Ελλάδα και μάλιστα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, την 4ετία 2019-23 έχουμε νέα αύξησή τους, σε μια περίοδο μάλιστα που υπήρχαν πολλές δημοσιονομικές ευελιξίες.
Και σε μια χώρα υπερχρεωμένη και με ανισότητες, η προτεραιότητα της απερχόμενης κυβέρνησης ήταν η μείωση του φόρου μερισμάτων στο 5% και η μη φορολόγηση στις γονικές παροχές πολύ μεγάλης περιουσίας.
Και ενώ χρειάζεται να θέσουμε σταθερές βάσεις για συμπεριληπτική ανάπτυξη, την 4ετία 2019-23 έχουμε αύξηση μόνο αύξηση των περιορισμών. Περιορισμών στην πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγεία κ.ά. Αντί να ανοίγουμε δρόμους συμμετοχής, υψώνουμε τείχη αποκλεισμών.
Το 2000 η κυρίαρχη αντίληψη πίστευε ότι η ένταξη στο ευρώ, από μόνη της, θα διασφάλιζε την ελληνική οικονομία. Το 2010 αυτή η ψευδαίσθηση κατέρρευσε μαζί με τη χρεοκοπία του παραγωγικού μοντέλου.
Τι γίνεται όμως σήμερα για το παραγωγικό και επενδυτικό κενό στην ελληνική οικονομία; «Βαφτίζουμε» επενδύσεις τις εξαγορές επιχειρήσεων, αλλά είναι εκείνες που θα καλύψουν το παραγωγικό κενό;
Είναι βιώσιμο το παραγωγικό μοντέλο μας, που παρότι δεν έχει μεγάλη συμμετοχή βαριάς βιομηχανίας, είναι εξαιρετικά ενεργοβόρο;
Τι κάνει η κυβέρνηση με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης; Οδηγούνται σ’ επενδύσεις που αλλάζουν το παραγωγικό υπόδειγμα, αυξάνουν την παραγωγικότητα και ενισχύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας; Ή αναπαράγονται τα παραγωγικά αδιέξοδα με πλουτισμό λίγων και ισχυρών;
Το 2018 φτιάξαμε έναν πρωτοποριακό νόμο για τις ενεργειακές κοινότητες για τόνωση της ενεργειακής δημοκρατίας. Τι έκανε η κυβέρνηση της ΝΔ; Τον εκφύλισε σε πλαίσιο ευνοϊκής υπερσυγκέντρωσης υπέρ λίγων ενεργειακών ομίλων.
Το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να επιτύχει ρύθμιση του χρέους μέχρι το 2030. Αν δεν αξιοποιηθεί ο χρόνος, η χώρα θα ξαναβρεθεί ενώπιον μεγάλων περιπετειών. Και ήδη το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης αυξήθηκε κατά 45 δισ. ευρώ το 2019-23.
Γι’ αυτό η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση θα εφαρμόσει, στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο, ένα σχέδιο που θα εγγυάται τη δημοσιονομική κυριαρχία μακροπρόθεσμα χωρίς λιτότητα, με βιώσιμη και ανθεκτική ανάπτυξη, με αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και αποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής.