ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΛΙΣΤΑΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

Ευρωπαϊκή Έναση: Τα καλά και (τουρκικά) συμφέροντα


 


Γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφεύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι τις κυρώσεις σε βάρος του Ταγίπ Ερντογάν; Τα όσα συνέβησαν στη Σύνοδο Κορυφής είναι αποκαλυπτικά του πλέγματος συμφερόντων συγκεκριμένων χωρών-μελών στην Άγκυρα

Νίκος Μαρτίνος

Τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να μετακυλήσει την ευθύνη για την στάση που θα τηρήσει έναντι της Τουρκίας στην κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν, μετά την ορκωμοσία του στην προεδρία των ΗΠΑ, στις 20 Ιανουαρίου 2021. Έως τότε οι Ευρωπαίοι θα αναμένουν γενικότερα τι θα συμβεί στην Ουάσινγκτον, προκειμένου να προσαρμοστούν στη νέα πέραν του Ατλαντικού κατάσταση. Πρόκειται για στάση που χαρακτηρίστηκε από πολλούς και επανειλημμένως ως παθητική, ωστόσο αυτή είναι η Ε.Ε., ιδιαίτερα όσον αφορά τα ζητήματα ασφάλειας και πολιτικής σε ζητήματα διεθνούς βαρύτητας, όπως είναι κατά κύριο λόγο η Τουρκία. 

Τι έγινε όμως πίσω από τις κλειστές πόρτες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το βράδυ της περασμένης Πέμπτης; Είναι βέβαιο ότι η Ανγκελα Μέρκελ επιθυμούσε ηπιότερες διατυπώσεις. 

Εκείνοι που όμως έμοιαζαν πραγματικά να «καίγονται» ώστε να αποφευχθεί οποιοσδήποτε υπαινιγμός περί κυρώσεων ήταν ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ και ο ιταλός ομόλογός του Τζουζέπε Κόντε. 

Η συνέντευξη Τύπου της Μέρκελ, η οποία αναγνώρισε το πρόβλημα που συνθέτει η Τουρκία και, απρόσμενα κατά πολλούς, αναφέρθηκε στην ανάγκη να εξεταστεί η πιθανότητα εμπάργκο όπλων σε άλλο επίπεδο και εν καιρώ, υποδηλώνει αφενός την πολιτική ευελιξία της καθώς και τις δεύτερες σκέψεις της για τους επόμενους μήνες. Άλλωστε – και αυτό δεν πρέπει να λησμονείται ποτέ – η καγκελάριος είναι σε τροχιά αναχώρησης από την ενεργό πολιτική. Εκείνο που την ενδιαφέρει κατά κύριο λόγο είναι η υστεροφημία της. Τους επόμενους μήνες, μετά το αναβληθέν συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών, η γερμανική Κεντροδεξιά θα οδεύσει προς νέες περιπέτειες. 

Η γερμανική διστακτικότητα για σκληρή στάση απέναντι στην Τουρκία δεν αιτιολογείται από τις οικονομικές σχέσεις και μόνο, αν και η ύφεση που προκαλεί η πανδημία είναι ένας συνήγορος υπέρ της διατήρησης όσων περισσοτέρων εναλλακτικών λύσεων γίνεται. Η Τουρκία άλλωστε είναι μια αγορά 83 εκατομμυρίων ανθρώπων, με φθηνό εργατικό δυναμικό. Το 2019 ο όγκος των διμερών συναλλαγών Γερμανίας -Τουρκίας κυμαινόταν κοντά στα 30 δισ. ευρώ, ενώ το 2020 εκτιμάται ότι θα μειωθεί. Την ίδια στιγμή η Γερμανία έχει προμηθεύσει στην Τουρκία με σειρά σημαντικών οπλικών συστημάτων. Κάποιες συμβάσεις βρίσκονται, μάλιστα, σε εξέλιξη, όπως αυτή των stealth υποβρυχίων τύπου 214, που έχουν ξεσηκώσει και αντιδράσεις από την Αθήνα. 

Οι ουσίες που συγκολλούν τη γερμανοτουρκική σχέση είναι, τουλάχιστον αυτή την περίοδο, δύο. Η πρώτη αφορά την γερμανική βούληση να μεσολαβεί ανάμεσα στην «δύσκολη» Τουρκία και την υπόλοιπη Δύση. Και η δεύτερη τις συζητήσεις στους βιομηχανικούς κύκλους της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, για την απομάκρυνση σημαντικού μεριδίου των δραστηριοτήτων τους από την Κίνα με κατεύθυνση την Τουρκία. 

Για την Ιταλία ο όγκος συναλλαγών είναι μικρότερος και σημαντικά μειωμένος σε σχέση με το παρελθόν, κυμαίνεται, ωστόσο, σταθερά πάνω από τα 10 δισ. Οι Ιταλοί έχουν εξαγάγει πατέντες για επιθετικά ελικόπτερα και στρατιωτικά οχήματα στους Τούρκους, οι οποίοι δεν κατόρθωσαν πολλά στην αξιοποίηση της συγκεκριμένης τεχνογνωσίας, ωστόσο η σχέση τους είναι δεδομένη. Μάλιστα, ο τουρκικός δορυφόρος «Γκιοκτούρκ», αποτελεί γαλλοϊταλική τεχνολογία, ως προίκα στους Τούρκους. 

Και στην περίπτωση των Ιταλών η Τουρκία είναι μια μεγάλη αγορά, έχει όμως και τεράστια γεωπολιτική σημασία άμεσου ενδιαφέροντος. Από τη στιγμή που η Άγκυρα κατόρθωσε να «πιάσει στον ύπνο» την Ρώμη και να εδραιωθεί στη Λιβύη, στην άλλοτε αποικιακή πίσω αυλή της Ιταλίας, πέρυσι τον Νοέμβριο, άλλαξαν πολλά. Κυρίως, οι Ιταλοί αντιλήφθηκαν ότι οι Τούρκοι έφεραν έξω από την πόρτα τους τη δυνατότητα άσκησης πίεσης μέσω της αύξησης των προσφυγικών ροών. Επιπλέον, η ΕΝΙ, λόγω της στάσης των Γάλλων, μπορεί να μετατραπεί σε ηγεμονική δύναμη στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Λιβύης, όπου ήδη εξάγει σχεδόν το σύνολο του φυσικού αερίου της μεγάλης βορειοαφρικανικής χώρας. 

Για τη Ρώμη υπήρχαν δύο λύσεις. Η πρώτη ήταν η σύνταξη με την επιθετική στάση των Γάλλων, οι οποίοι σε συνεργασία με Αίγυπτο και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ήθελαν να «πετάξουν στη θάλασσα» τους Τούρκους και, η δεύτερη, η συνεργασία με την Τουρκία. Η επιλογή του Τζουζέπε Κόντε ήταν η δεύτερη. Δεν πρέπει, ακόμη, να λησμονείται ότι η Ιταλία τήρησε αποστάσεις (αν δεν υπονόμευσε) για… περιβαλλοντικούς λόγους και τον περίφημο αγωγό East Med ο οποίος θα έφθανε από το Ισραήλ στην Ιταλία. 

Στην άλλη άκρη της Μεσογείου, η Ισπανία ήταν, για ακόμα μια φορά, ο πιο σταθερός υποστηρικτής της Τουρκίας. Ο Πέδρο Σάντσεθ κάλεσε, μάλιστα, για «εποικοδομητική» συνεργασία με την Τουρκία μπαίνοντας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αν για την Μέρκελ και τον Κόντε, ο τουρκικός γρίφος είναι ένας συνδυασμός πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, για τον Σάντσεθ είναι ζήτημα σταθερότητας της ισπανικής οικονομίας. 

Η Μαδρίτη έχει προμηθεύσει την Τουρκία με πολύτιμα κατασκοπευτικά αεροπλάνα, εξαιρετικά αποτελεσματικά στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ μέσα στο 2021 υπολογίζεται ότι τα ναυπηγεία της Κωνσταντινούπολης θα ολοκληρώσουν το ελικοπτεροφόρο «Αναντολού», πιστό αντίγραφο του ισπανικού «Χουάν Κάρλος Ι».

 Αυτά, όμως είναι ελάχιστα μπροστά στην έκθεση που έχει η Ισπανία στον τραπεζικό τομέα της Τουρκίας, καθώς η δεύτερη μεγαλύτερη ισπανική τράπεζα BBVA (Banco Bilbao Vizcaya Argentaria) κατέχει σχεδόν το ήμισυ (49%) της μεγαλύτερης τουρκικής τράπεζας (Turkiye Garanti Bankasi). Κάτι που εξηγεί για ποιο λόγο η Ισπανία δεν συζητούσε καν το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στον τραπεζικό τομέα της Τουρκίας. 


Η Ισπανία είναι η μοναδική από τις μεγάλες χώρες της ΕΕ, που αυξάνει τα τελευταία εννέα χρόνια (με εξαίρεση το 2019-20) 3-4% ετησίως τον όγκο συναλλαγών της με την Τουρκία. Κάτι που εξηγεί και για ποιο λόγο η Μαδρίτη είναι από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του εκσυγχρονισμού της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ – Τουρκίας αλλά και της φιλελευθεροποίησης της βίζας. 

Για την Μαδρίτη, η Ανατολική Μεσόγειος όντως… κείται μακράν. Βοηθά όμως προς αυτή την κατεύθυνση όχι μόνο η γεωγραφία, αλλά και η εταιρική οικονομική σχέση που τείνει να δημιουργήσει μαζί της η Αγκυρα. 



Πηγή: Protagon.gr