Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν κατηγορούμε τους πολιτικούς ή τα ΜΜΕ για το κατάντημα μας, για την «αποσύνθεση της αλήθειας» και για την κατ’ επίφαση δημοκρατία που βιώνουμε – επειδή οι πιθανότητες να είμαστε εμείς οι ίδιοι υπεύθυνοι, επιλέγοντας κόμματα, πολιτικούς ή ΜΜΕ που συμβαδίζουν/ταιριάζουν με τις προκαταλήψεις και με τις αντιλήψεις μας, αποφεύγοντας τις αντίθετες απόψεις που απογοητεύουν ή κουράζουν, καθώς επίσης προτιμώντας τον πιθηκισμό αντί τη σκέψη, δεν είναι καθόλου αμελητέες.
«Μπορεί κανείς να κυριαρχήσει σε χίλιους ανθρώπους πιο γρήγορα απευθυνόμενος στις προκαταλήψεις τους και στα συναισθήματα τους, από ότι να πείσει έναν και μόνο, βασιζόμενος στη λογική του» (R. Heinlein).
Άρθρο
Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη (πηγή), καθώς επίσης με τη συνέντευξη στην RT ενός βραβευμένου δημοσιογράφου (πηγή), τα επικρατούντα ΜΜΕ στις Η.Π.Α. τις τελευταίες δεκαετίες δεν μεταφέρουν πλέον τα γεγονότα στους ανθρώπους, αλλά τις απόψεις τους – απευθυνόμενα στις προκαταλήψεις και στα συναισθήματα, αντί στη λογική τους. Με τον τρόπο αυτό «διασπείρουν» ενεργά τη διαφωνία στην αμερικανική κοινωνία, τη διαιρούν και επικεντρώνονται στο να κάνουν τις δύο πλευρές να μισεί η μία την άλλη – ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που βομβαρδίζεται από τα ΜΜΕ με τις συγκεκριμένες «ειδήσεις», δεν γνωρίζει και δεν ενδιαφέρεται για τη χειραγώγηση της από τη συναισθηματική διαστρέβλωση των γεγονότων.
Ειδικότερα, διαπιστώθηκε πως μεταξύ των ετών 1987 (υπενθυμίζουμε πως τότε ξεκίνησε η εποχή της κυριαρχίας του ακραίου νεοφιλελευθερισμού) και 2017, το περιεχόμενο των ειδήσεων έχει μετατοπισθεί από την ουδέτερη κάλυψη των γεγονότων, σε μία πολύ πιο υποκειμενική – η οποία βασίζεται περισσότερο στην επιχειρηματολογία των δημοσιογράφων, ενώ περιλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό «συναισθηματικές εκκλήσεις» προς το κοινό. Όσον αφορά δε τις ειδήσεις κορυφαίων τηλεοπτικών σταθμών, αλλά και τα έντυπα ΜΜΕ, στηρίζονται κυρίως στο συναίσθημα και προωθούν το μίσος, με τη βοήθεια της ρητορικής – συμβάλλοντας σε αυτό που η μελέτη ονομάζει «αποσύνθεση της αλήθειας».
Το αποτέλεσμα τώρα της παραπάνω «δημοσιογραφικής αποσύνθεσης» είναι η δημιουργία φόβων στο κοινό – επίσης ο εθισμός του στο να μισεί ο ένας τον άλλο. Με απλά λόγια, οι Αμερικανοί έχουν εθιστεί στις ειδήσεις που συμφωνούν με τις αντιλήψεις και με τη μεροληψία τους – έχοντας σχεδιαστεί (οι ειδήσεις) για να προκαλούν την οργή της μίας πλευράς απέναντι στην άλλη και για να τροφοδοτούν το θυμό. Η αιτία που το κάνουν είναι προφανώς η αποκόμιση κερδών, επειδή οι αντικειμενικές ειδήσεις δεν είναι πλέον κερδοφόρες – αφού προωθούνται σε χρόνο μηδέν από δεκάδες ΜΜΕ, μικρά και μεγάλα, οπότε δεν διαφοροποιούν το ένα από το άλλο. Εκτός αυτού έχει υποχωρήσει σημαντικά η ερευνητική δημοσιογραφία, λόγω του ότι τα ΜΜΕ δεν πληρώνουν – μη διαθέτοντας τα έσοδα που είχαν στο παρελθόν, μετά την κατάρρευση της διαφήμισης που αποτελούσε το 40% του τζίρου τους.
Συμπερασματικά λοιπόν, γίνεται όλο και πιο δύσκολο το να ξεχωρίσει κανείς τα γεγονότα από την υποκειμενική γνώμη αυτών που τα μεταφέρουν – όπως στο παράδειγμα της θεωρίας συνομωσίας που προωθούταν από το CNN και από το MSNBC, σύμφωνα με την οποία ο πρόεδροςTrump ήταν ένας πράκτορας του Κρεμλίνου. Φυσικά επρόκειτο για «fake news», για σκουπίδια καλύτερα, αλλά προσέλκυε πολλούς τηλεθεατές – συμβάλλοντας στην περαιτέρω πτώση του πνευματικού τους επιπέδου, όπως συμβαίνει με κάθε θεωρία συνωμοσίας.
Εάν τώρα οι άνθρωποι μπορούν να επιβάλλουν τα συναισθήματα και τις προκαταλήψεις τους ως γεγονότα στα ΜΜΕ, τότε αντιμετωπίζουν αυτούς που διαφωνούν ως εχθρούς – δεν τους θεωρούν δηλαδή συνανθρώπους τους. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την πολιτική, η οποία εκφράζεται σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ – υπαγόμενη άθελα της στους ίδιους κανόνες με αυτά, δηλαδή στην έκφραση των προκαταλήψεων μίας ομάδας ανθρώπων.
Για παράδειγμα, τα δεξιόστροφα ΜΜΕ στις Η.Π.Α. παρουσιάζουν τους B. Sanders, B. Obama ή H. Clinton ως δαίμονες, συγκρίνοντας τους με το Χίτλερ, επειδή αυτό θέλει να ακούει/διαβάζει το εθισμένο στις «ειδήσεις οργής» κοινό τους – ενώ τα αριστερόστροφα ΜΜΕ χαρακτηρίζουν τον κ. Trump και τους οπαδούς του ως ρατσιστές, λαϊκιστές, ακροδεξιούς, θλιβερούς κλπ., λόγω του ότι αυτό επιθυμεί η αντίπαλη πλευρά. Με το συγκεκριμένο τρόπο όμως δημιουργείται σταδιακά μία «πολιτισμική σχιζοφρένεια», ενώ προωθείται ο κατακερματισμός της κοινωνίας και η διαφωνία – κάτι που αργά ή γρήγορα οδηγεί σε μεγάλες πολιτικές αναταραχές.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, κάτι ανάλογο συμβαίνει στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, τόσο όσον αφορά τον πολιτικό λόγο και τα πολιτικά κόμματα, όσο και τα ΜΜΕ. Απευθύνονται δηλαδή στα συναισθήματα και στις προκαταλήψεις των Ελλήνων, ενώ πολύ λιγότερο στη λογική τους. Για παράδειγμα, δεν κατευθύνονται οι Πολίτες στη μελέτη των προγραμμάτων όσον αφορά τα κόμματα (εάν είναι ορθολογικά, ρεαλιστικά κλπ.), αλλά στο «είτε εμείς, είτε οι άλλοι» – ενώ τα ΜΜΕ δεν προωθούν αντικειμενικές αναλύσεις που απαιτούν κόπο και θέληση για γνώση, αλλά κείμενα οργής, συνομωσίας, διασυρμού αντιπάλων κοκ., σύμφωνα με αυτά που θέλουν να ακούν/διαβάζουν οι «πελάτες» τους, οι ακροατές ή οι αναγνώστες τους.
Με τον τρόπο αυτό όμως κατακερματίζεται η ελληνική κοινωνία, χωρίζεται σε αντίπαλες ομάδες, καλλιεργούνται τα εμφυλιοπολεμικά συναισθήματα και προκαλείται μία απίστευτη πολιτισμική σχιζοφρένεια – κάτι που για μία εντελώς χρεοκοπημένη και υπό γερμανική κατοχή χώρα είναι απόλυτα καταστροφικό, αφού εκτός από την οικονομική της χρεοκοπία, προκαλείται η αντίστοιχη πολιτική και κοινωνική.
Εν προκειμένω είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν οι υπεύθυνοι της πολιτικής και κοινωνικής χρεοκοπίας της χώρας μας – εάν είναι δηλαδή ο λαός της που αναγκάζει τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς να συμπεριφέρονται έτσι ή εάν οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ έχουν την κύρια ευθύνη, επειδή ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για τα δικά τους συμφέροντα, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο.
Στα πλαίσια αυτά πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν κατηγορούμε τους πολιτικούς ή τα ΜΜΕ για το κατάντημα μας και για την κατ’ επίφαση δημοκρατία που βιώνουμε – επειδή οι πιθανότητες να είμαστε εμείς οι ίδιοι υπεύθυνοι, επιλέγοντας κόμματα, πολιτικούς ή ΜΜΕ που συμβαδίζουν με τις προκαταλήψεις και με τις αντιλήψεις μας, αποφεύγοντας τις αντίθετες απόψεις που απογοητεύουν ή κουράζουν, καθώς επίσης προτιμώντας τον «πιθηκισμό» αντί τη σκέψη, δεν είναι καθόλου αμελητέες.
Για παράδειγμα, ελάχιστοι παρακολούθησαν κριτικά και όχι παθητικά το ντοκιμαντέρ του Sky για το Μάτι, διαπιστώνοντας πως η παρουσίαση της αλήθειας δημιούργησε μία δική της «πολιτική αλήθεια» – η οποία ήταν πολύ ισχυρότερη από την πραγματική, επαναφέροντας επιλεκτικά και κατά το δοκούν μνήμες, απλά και μόνο με την επιλογή της να προβληθεί αρκετούς μήνες μετά, σε μία προεκλογική περίοδο.