Τουρκική αποβίβαση χωρίς να πέσει ντουφεκιά. «Βρήκαν τη πόρτα ανοιχτή και μπήκαν οι εχθροί μας... και εμείς μαλώναμε σαν τα παιδιά!!!»
Γράφει ο
ΑΝΑΣΤ. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Αντιστράτηγος ε.α.,
ΣΣΕ76
Κάθε χρόνο το τελευταίο δεκαήμερο του Αλωνάρη, καθώς
ξυπνούν μέσα μας οι τραγικές μνήμες των γεγονότων της Τουρκικής εισβολής στη Κύπρο, μιας αναπάντεχης και ριζικής καταστροφής του Ελληνισμού, μιας εγκληματικής και ασυγχώρητης προδοσίας των γνωστών υπευθύνων της τότε «πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας», η σκέψη μας
αυθόρμητα αγκαλιάζει με ανείπωτη συγκίνηση κι ευλάβεια, με άκρατο σεβασμό και εθνική υπερηφάνεια τους οπλίτες και αξιωματικούς, οι οποίοι, παρά τις συντριπτικά αντίξοες συν- θήκες, αντιστάθηκαν και πολέμησαν μονάχοι μέχρις εσχάτων, προσφέροντας τη ζωή τους λύτρον υπέρ του Ελληνισμού.
Του Ελληνισμού με τα υπέροχα χαρίσματα αλλά και το μαύρο στίγμα του διχασμού και του αδελφοκτόνου σπαραγμού. Εκείνης της κατάρας και του άγους, τα οποία στην τρισχιλιετή διαδρομή της Ιστορίας, μας γέμισαν με χαμένες πατρίδες και χαμένες ευκαιρίες.
Τότε νοιώθεις από το μνήμα του χρόνου να ακούγονται κάποιες φωνές και να ανεβαίνουν κάποιες μορφές των πεσόντων στο νησί της Αφροδίτης το 1974. Τότε θαρρείς, πως από τη στάχτη τη βαθιά εκείνων των ημερών, από τη μαύρη καταχνιά και τη πικρή σκλαβιά στα κατεχόμενα, μια σπίθα κι ένα γαλάζιο φως είναι έτοιμα να αναδυθούν και να πετάξουν, για να μας
φέρουν το ψυχικό χαλασμό αλλά και τη κάθαρση και την επιταγή του χρέους να παλέψουμε για αυτό το μείζον εθνικό θέμα.
Παράλληλα συνειδητοποιούμε την υποχρέωση να αποδώσουμε τον ελάχιστο φόρο τιμής που αξίζει, σ`αυτούς οι οποίοι προέταξαν τα στήθη τους κι έδωσαν το αίμα τους σε αυτή την κακή
συγκυρία, για να φυλάξουν νέες Θερμοπύλες. Αυτούς, που μέσα από το «χαλασμό και το σεισμό», έστησαν «κάστρο» τη γνώμη και τη ψυχή τους, για να δώσουν ότι πολυτιμότερο έχει ο άνθρωπος, την ίδια του την ύπαρξη
Σε μένα έτυχε στις 20 Ιουλίου του 74 να βιώσω ως εκκολαπτόμενος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, ως Εύελπις Δευτέρας Τάξεως αυτή την εθνική τραγωδία, της εισβολής του ύπουλου και βάρβαρου Αττίλα, που με σημάδεψε.
Τον ενθουσιασμό των πρώτων ωρών της επιστράτευσης με την πάροδο του χρόνου αντικατέστησε η απογοήτευση, η πίκρα και ένα πελώριο «γιατί».
Στη συνέχεια, με ενδιαφέρον άκουσα και διάβασα πολλά από όλες τις πλευρές για τα όσα διαδραματίστηκαν στη Μεγαλόνησο. Στο σύνολό τους σχεδόν, δυσάρεστα. Έχοντας όμως κατά νου πάντα τη σοφή φράση του ποιητή ότι, «από το παρελθόν, από τη παράδοση κρατάμε και προβάλουμε πάνω από όλα ότι πιο ζωντανό και μεγαλειώδες», άρχισα να αναζητώ οτιδήποτε σχετικό με εκείνα τα γεγονότα και ιδιαίτερα να ρωτώ μεγαλύτερους συναδέλφους, που υπηρετούσαν στη Κύπρο τις μέρες της εισβολής, για αυτούς που μαχόμενοι μέχρις εσχάτων έπεσαν ή αγνοούνται.
Aρκετές οι περιπτώσεις Αξιωματικών και Οπλιτών, που όσο ο χρόνος περνά, θα καταγράφονται με λεπτομέρειες στο πάνθεο των ηρώων μας, όπως χαρακτηριστικές είναι του Διοικητή της 33 Μοίρας Καταδρομών τότε Ταγματάρχη Κατσάνη Γεωργίου και του Διοικητή της 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού τότε Αντισυνταγματάρχη Καλμπουρτζή Στυλιανού που θυσιάστηκαν υπέρ της ελευθερίας και της τιμής.
Χάριν όμως της οικονομίας του άρθρου κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούμε αναλυτικότερα σε μία ξεχωριστή, όπως όλοι μου είπαν ηρωϊκή μορφή, στον τότε Υπολοχαγό Νικόλαο Κατούντα Διοικητή Λόχου της 33 Μοίρας Καταδρομών. Ένα λεβέντη Αχαιό με εξαίρετα σωματικά, ψυχικά και πνευματικά χαρίσματα, με αναπτυγμένες στο έπακρο όλες τις στρατιωτικές αρετές, που πολέμησε γενναία στον Άγιο Ιλαρίωνα και στην Κερύνεια της Κύπρου και αγνοείται από τις 22 Ιουλίου του 1974.
Μεγάλη η συγκίνησή μας όταν δια- βάζουμε στο διαδίκτυο την αφήγηση του αγγελιοφόρου του, τότε Λοχία Κυρίλλου Χαράλαμπου, ο οποίος ήταν ο τελευταίος από τους οπλίτες που τον είδε να μάχεται σαν λιοντάρι, καλύπτοντας και προτρέποντάς τους να διαφύγουν για να μην μαυροφορεθούν οι μανάδες τους.
Η σκηνή αυτή έλαβε χώρα κοντά στον Άγιο Γεώργιο της Κερύνειας, στις ακτές της οποίας εξελισσόταν η κύρια αποβατική προσπάθεια των Τούρκων. Λίγοι οι δικοί μας εναντίον πολυάριθμων στο στόμα του Λύκου. Ελαφρά οπλιμένοι, χωρίς καμία υποστήριξη, χωρίς ούτε καν σταγόνα νερού, να σταθούν μπροστά από εκατοντάδες άρματα, καθώς η εχθρική αεροπορία ανενόχλητη τους σφυροκοπούσε παραλύοντας κάθε αντίσταση στο Νησί. Παράλληλα το τούρκικο ναυτικό αποβίβαζε ανεμπόδιστα νέες δυνάμεις και τούρκοι αλεξιπτωτιστές σχημάτιζαν πίσω τους αεροπρογεφυρώματα.
Στιγμές ηρωϊσμού, αυτοθυσίας, μάχης μέχρις εσχάτων για το Λοχαγό, τον ηγέτη, τον πατέρα, τον φίλο, όπως τον αποκαλεί εκ μέρους των συναδέλφων του ο τότε Λοχίας Κυρίλλου, για να καταλήξει την τελευταία στιγμή που τον είδε, σε μια υπερκόσμια λάμψη και σ` ένα παράξενο χαμόγελο που διέκρινε στα μάτια του.
Σίγουρα στο φως αυτό του τελευταίου αποχαιρετισμού του Νίκου Κατούντα προς τα εγκόσμια, που τυπώθηκε θαρρώ στο σκληρό δίσκο της Ιστορίας, θα ήταν και η εικόνα της συζύγου του, η οποία σε λίγο, με ένα κοριτσάκι εννιά μηνών στην αγκαλιά της και ένα στα σπλάχνα της, θα έπαιρνε το δρόμο από τη Κερύνεια προς το νοτιά, μαζί με χιλιάδες ξεριζωμένους, για να περιμένει μάταια μέχρι σήμερα κάποια είδηση για εκείνον, πάντα όμως περήφανη και δυνατή.
Υπό το πρίσμα ότι, η Ιστορία είναι η αμφίδρομη επικοινωνία με το παρελθόν για να χαραχθεί ελπιδοφόρα η πορεία προς το μέλλον, ας αποδώσουμε χωρίς κανένα δισταγμό τον ελάχιστο φόρο τιμής σε αυτούς που χάθηκαν πολεμώντας στη μαρτυρική μας Κύπρο το 1974, για να τον αποδίδουν προς εθνικό όφελος κι οι επόμενες γενιές.
Ιδιαίτερο παράδειγμα ας προβάλλεται πάντα ο Νίκος Κατούντας, ο οποίος ως καταδρομέας, χιονοδρόμος, αλεξιπτωτιστής και υποβρύχιος καταστροφέας ήξερε και μπορούσε έγκαιρα και εύκολα να διαφύγει.
Δεν το έπραξε όμως. Προτίμησε να μαυροφορεθούν η μάνα κι η γυναίκα του παρά οι μανάδες των στρατιωτών του και να μεγαλώσουν επίσης ορφανές οι κόρες του, αρκεί να μην καταφρονεθεί η μεγάλη μάνα Ελλάς. «Mίσεψε» σαν τον άνεμο προετοιμασμένος και ενσυνείδητος. Πέρασε στην αθανασία με σταθερό ψυχικό βηματισμό ως μέλος μιας πορείας πολύ παλιάς, των μαχόμενων Ελλήνων προς τον ένδοξο θάνατο, η οποία αν απαιτηθεί θα πρέπει να συνεχιστεί.
Είναι η πορεία προς το τελευταίο μετερίζι. Το μετερίζι της ψυχής, της τιμής αλλά και της ανάστασης του σταυρούμενου εκάστοτε γένους μας. Εκεί που δεν έχει «φτωχούς» και «πλούσιους». Εκεί που ότι κι αν συμβαίνει, όλα του κόσμου τα δεινά κι αν σε περιβάλουν, ακόμη κι αν σε πρόδωσαν, ο φόβος πρέπει να λείπει.
Κι αυτό ακριβώς συνέβη στον αδερφό μας Νίκο Κατούντα. Οι Θερμοπύλες σίγουρα εκείνες τις στιγμές θα ρίγησαν. Το Μεσολόγγι, το Κούγκι, το Μανιάκι και τ` Αρκάδι, θα σκίρτησαν περήφανα.
Ο Άγιος Ιλαρίωνας θα βγήκε στου Παράδεισου τις πύλες να τον προϋπαντήσει. Τα χώματα κι ο ουρανός της Κερύνειας που κράτησαν επτασφράγιστο μυστικό το πέταγμα του στη δόξα, στην αθανασία, είμαι σίγουρος πως κάθε χρόνο από τότε, προσμένοντας τη λευτεριά, κάνουν μνημόσυνο μυστικό.
Αιωνία η ηρωϊκή του μνήμη!!!
Αιωνία σας η μνήμη αδέρφια μας!!!