Πρόκειται ασφαλώς για αυτούς που, ενώ είχαν υποσχεθεί τη ρήξη, άλλαξαν λόγω δειλίας ή/και ενδοτισμού στρατόπεδο – ενώ αδυνατώ να καταλάβω γιατί η εγχώρια και διεθνής ελληνική οικονομική ελίτ αδιαφορεί σε τόσο μεγάλο βαθμό για την Ελλάδα, κρίνοντας από το ότι δεν κάνει απολύτως τίποτα, ενώ έχει τόσο τις ικανότητες, όσο και τις δυνάμεις.
.Άποψη
Κανένας σοβαρός Έλληνας δεν μπορεί να ισχυρισθεί τεκμηριωμένα πως η σημερινή κυβέρνηση φταίει για το θλιβερό κατάντημα της Ελλάδας – χωρίς να εννοώ μόνο την οικονομική, την κοινωνική και την πολιτισμική της κατάρρευση αλλά, κυρίως, τη μετατροπή της σε ένα άβουλο γερμανικό προτεκτοράτο, το οποίο άγεται και φέρεται από τις αποφάσεις ενός παθολογικά συμπλεγματικού Γερμανού.
Σε μία χώρα-αποδέκτη δεκάδων εξευτελισμών και προσβολών, με αποτέλεσμα να μην έχει χάσει μόνο την εθνική της κυριαρχία αλλά, ίσως το σημαντικότερο, την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια της – με αποτέλεσμα να έχουν εκμηδενισθεί όλες οι υγιείς αντιστάσεις των Πολιτών της.
Έχοντας αναφερθεί με πολλές αναλύσεις στις ευθύνες όλων μας, θεωρώ πως ο βασικός ένοχος της άδικής υπαγωγής της χώρας στο ΔΝΤ είναι αναμφίβολα ο κ. Παπανδρέου(κλικ) – ο οποίος το είχε προετοιμάσει πριν ακόμη εκλεγεί, ενώ δημιούργησε σταδιακά όλες τις προϋποθέσεις με αήθη τρόπο, μετά την κατάληψη της εξουσίας εκ μέρους του κόμματος του. Απορώ δε πώς αυτός ο «άνθρωπος», ο οποίος ασφαλώς μισούσε σχιζοφρενικά την πατρίδα του αφού δεν υπάρχει άλλη εξήγηση για το έγκλημα του, κυκλοφορεί ακόμη ελεύθερος – κάτι που δημιουργεί πολλά ερωτηματικά, σε σχέση με την κοινωνία και ιδίως τη Δικαιοσύνη.
Όσον αφορά τη χαριστική βολή στην Ελλάδα, δεν έχω καμία αμφιβολία πως η ευθύνη ανήκει εξολοκλήρου σε αυτούς που δρομολόγησαν και υπέγραψαν το PSI – αφού έκτοτε «ενταφιάσθηκαν» όλα τα διαπραγματευτικά χαρτιά της χώρας, με κυριότερο ίσως την μετατροπή των χρεών της σε εξωτερικά, θεσμικά και αγγλικού δικαίου, παράλληλα με την υποθήκευση ολόκληρης της περιουσίας της στους δανειστές της.
Όλα αυτά όμως δεν σημαίνουν πως η σημερινή κυβέρνηση είναι άμοιρη ευθυνών, παρά το ότι δεν είναι αυτή που νομοθετεί το στραγγαλισμό της ελληνικής οικονομίας, εκτελώντας απλά τις εντολές της γερμανικής κυβέρνησης – μέσω των οποίων (εντολών) δρομολογείται η απόλυτη καταστροφή του παραγωγικού μας ιστού, των επιχειρήσεων και της μεσαίας τάξης. Μεταξύ άλλων, με τη βοήθεια φορολογικών νόμων και διώξεων που ληστεύουν κυριολεκτικά ότι έχει απομείνει στον ιδιωτικό τομέα – ενώ μετατρέπουν συλλήβδην ακόμη και τους πιο έντιμους ή υγιείς οικονομικά μικρομεσαίους Έλληνες, σε χρεοκοπημένους ή σε παράνομους φοροφυγάδες.
Η ευθύνη της κυβέρνησης δεν είναι τόσο τα παραπάνω, όσο η δολοφονία της τελευταίας ελπίδας της πλειοψηφίας των Ελλήνων – οι οποίοι εξέλεξαν μία πολιτική παράταξη του 3%, γνωρίζοντας φυσικά την απειρία και την πλήρη ανεπάρκεια της, επειδή τους υποσχέθηκε τη ρήξη: την ανάκτηση της εθνικής τους κυριαρχίας με κάθε κόστος, το τέλος των εξευτελισμών, των προσβολών και της διεθνούς επαιτείας, κυρίως δε την ατομική και τη συλλογική τους αξιοπρέπεια. Όπως είχα άλλωστε τότε υπενθυμίσει,
“Η κατοχή δεν μπορεί να είναι ανθρώπινη. Υπάρχουν επομένως δύο επιλογές: ή αποδέχεσαι την κατοχή και όλες τις μεθόδους που είναι αναγκαίες για την επιβολή της, σκύβοντας πειθήνια το κεφάλι ή, διαφορετικά, την απορρίπτεις εξ ολοκλήρου και όχι μόνο κάποια συγκεκριμένα μέρη της» (Simone de Beauvoir).
Σε κάθε περίπτωση οι Έλληνες επιβεβαίωσαν την εντολή τους για ρήξη, καθώς επίσης τη μη συμφωνία τους με την κατοχή της χώρας τους, στο δημοψήφισμα που στήριξε και ο πρωθυπουργός – για να το αντιστρέψει αμέσως μετά, επιλέγοντας το θλιβερό ρόλο μίας ακόμη κατοχικής κυβέρνησης της Ελλάδας. Εν προκειμένω, ειδικά μετά τους συνεχείς οδυνηρούς συμβιβασμούς που ακολούθησαν, δύσκολα μπορεί κανείς να βρει κάποια διαφορά, όσο καλοπροαίρετος και αν είναι, σε σχέση με το παρακάτω:
«Βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα ιστορικό δίλημμα: ή να αφήσω να συνεχιστεί ο αγώνας και να καταλήξει σε ολοκαύτωμα ή να υπακούσω στις παρακλήσεις και να αναλάβω της πρωτοβουλία της συνθηκολόγησης. Τόλμησα το δεύτερο και δεν υπολόγισα ευθύνες, ενώ μέχρι σήμερα δεν μετάνιωσα για το τόλμημα μου, αλλά αισθάνομαι υπερήφανος» (Τσολάκογλου).
Συμπερασματικά λοιπόν, η ανυπολόγιστη ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης είναι η δολοφονία της τελευταίας ελπίδας των απλών Πολιτών – οι οποίοι, έχοντας πλέον δοκιμάσει τα δημοκρατικά κόμματα όλων των αποχρώσεων, ακόμη και την αριστερά με έναν εντελώς άπειρο πρωθυπουργό χωρίς οι ίδιοι να είναι αριστεροί, δεν έχουν πια καμία άλλη πολιτική επιλογή στη διάθεση τους.
Νοιώθουν δε αδύναμοι, ανίσχυροι και φοβισμένοι, με αποτέλεσμα να μην είναι ικανοί να αντιδράσουν ως ελεύθεροι και αξιοπρεπείς άνθρωποι – κάτι που οφείλεται ασφαλώς στην κυβέρνηση, η οποία είναι η μοναδική που κατάφερε να τους πείσει πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος εκτός από τη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας τους μέσω μνημονίων στο διηνεκές, από την εξορία των παιδιών τους, από την κατοχή της χώρας τους, από τον αφελληνισμό της, από την αναξιοπρέπεια, από το σκύψιμο του κεφαλιού και από τη διεθνή ανυποληψία.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, πιστεύω πως δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς τους Πολίτες, ούτε να περιμένει από αυτούς να δώσουν λύση στο πρόβλημα της χώρας μας – το οποίο όμως οφείλει να αντιμετωπισθεί, εάν δεν θέλουμε να «σβηστεί» η Ελλάδα ως κράτος από τον πλανήτη. Αυτός που πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία της διάσωσης της χώρας μας δεν είναι ούτε η πνευματική ελίτ, επειδή δεν έχει το σθένος και τις οικονομικές δυνατότητες που απαιτούνται – αλλά η οικονομική ελίτ, όσο ακόμη υπάρχει.
Εν προκειμένω αδυνατώ να καταλάβω γιατί οι ισχυροί Έλληνες επιχειρηματίες, όπως αυτοί που δραστηριοποιούνται με επιτυχία στη βιομηχανία, στον τουρισμό και στη ναυτιλία εντός και εκτός της χώρας, αδιαφορούν σε τόσο μεγάλο βαθμό για την πατρίδα τους – κρίνοντας από το ότι δεν κάνουν απολύτως τίποτα, ενώ έχουν τόσο τις ικανότητες, όσο και τις δυνάμεις.
Θεωρώ δε εντελώς έωλη, ανόητη και σαθρή τη δικαιολογία, σύμφωνα με την οποία εμποδίζονται από τα κόμματα – αφού έχουν ασφαλώς τα μέσα για να αναδείξουν μία αποτελεσματική και ικανή πολιτική ηγεσία, η οποία να είναι σε θέση να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση και στην απελευθέρωση της.
Ελπίζω και εύχομαι να καταλάβουν έγκαιρα την εξαιρετικά μεγάλη ιστορική τους ευθύνη – συνειδητοποιώντας επί πλέον πως εάν πάψει να υπάρχει η Ελλάδα, θα πάψουν να υπάρχουν και οι ίδιοι κάποια στιγμή. Άλλωστε, εάν κάποιος ξένος χαρακτήριζε μία κοινωνική ομάδα ως προδοτική σήμερα, με την ευρεία έννοια της λέξης, αυτή θα ήταν αναμφίβολα η εγχώρια και διεθνής οικονομική ελίτ της χώρας – η οποία είναι απελπιστικά κατώτερη των περιστάσεων, ενώ μπορεί να αλλάξει ριζικά το μέλλον της Ελλάδας.
Άρης Οικονόμου
πηγή:http://www.analyst.gr/2017/06/17/oi-dolofonoi-tis-televtaias-elpidas/