Από τη μία πλευρά με την απειλή της χρεοκοπίας, της «τύχης» της Βενεζουέλας και του GREXIT, ενώ από την άλλη με την κλιμάκωση των απειλών εκ μέρους της Τουρκίας και όχι μόνο, οι Έλληνες θα πιέζονται στη γωνία – έτσι ώστε να μην διαδηλώνουν και να μην αντιδρούν, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους επίδοξους νέους ιδιοκτήτες της χώρας τους.
Photo: Independend
«Ο τελευταίος λαός που θα θαυμάζαμε ποτέ στη ζωή μας είναι η Γερμανία, όσον αφορά το εθνικοσοσιαλιστικό της σύστημα, το οποίο διαφέρει ελάχιστα από το παρελθόν – αφού συνεχίζει να επικεντρώνεται στην εκμετάλλευση των Πολιτών από μία μικρή βιομηχανική μειοψηφία, την οποία υπηρετούν υποτακτικά οι κυβερνήσεις της, έχοντας διευρύνει την εκμετάλλευση με τη βοήθεια του κοινού νομίσματος στους Πολίτες όλων των χωρών της Ευρωζώνης.Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα η οποία, παρά το ότι ήταν πάμπτωχη το 1953, συναίνεσε στη διαγραφή του χρέους εκείνης της χώρας που αιματοκύλισε δύο φορές τον πλανήτη, ενορχηστρώνοντας το μεγαλύτερο έγκλημα όλων των εποχών, το Ολοκαύτωμα, έχουμε την άποψη πως δεν θα πάψει ποτέ να τοποθετεί υψηλότερα εμπόδια στο δρόμο μας – πόσο μάλλον όταν τα άκρως ζηλόφθονα συναισθήματα της, λόγω του αρχαίου μας πολιτισμού, δεν έχουν σταματήσει ποτέ να υπάρχουν.Από την άλλη πλευρά, είμαστε εντελώς σίγουροι ότι, η Ελλάδα μπορεί να γίνει πολύ καλύτερη χώρα από την Ελβετία, αρκεί να το θελήσουν όλοι μαζί οι Έλληνες – τοποθετώντας στην ηγεσία της χώρας τους μία ικανή, έντιμη και ανιδιοτελή κυβέρνηση, η οποία να τους υπηρετεί ως οφείλει, αντί να την υπηρετούν μισώντας την ταυτόχρονα. Δυστυχώς όμως, οι Έλληνες δεν έχουν κατανοήσει ακόμη τι έχουν, τι κινδυνεύουν να χάσουν, καθώς επίσης πόσα θα μπορούσαν να κερδίσουν – εάν αποφάσιζαν να διώξουν τους εισβολείς«.
.
Ανάλυση
Η Ελλάδα αντιμετώπισε το 2010 μία κρίση ρευστότητας – με την έννοια πως δεν ήταν σε θέση να εξυπηρετήσει τα ληξιπρόθεσμα ομόλογα της. Οι βασικές αιτίες του προβλήματος της ήταν οι εξής:
(α) Η προκήρυξη πρόωρων εκλογών από την κυβέρνηση της ΝΔ το 2009, σε μία εποχή που μαινόταν η χρηματοπιστωτική κρίση, οπότε ήταν απαραίτητη η πολιτική σταθερότητα,
(β) η μη έγκαιρη επέκταση της λήξης των ομολόγων που έληγαν μαζικά το 2010, επίσης από την κυβέρνηση της ΝΔ – όπως στο παράδειγμα μίας επιχείρησης που εκδίδει μεταχρονολογημένες επιταγές κάνοντας το λάθος να λήγουν όλες μαζί τον ίδιο μήνα,
(γ) η διόγκωση των ελλειμμάτων από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που κέρδισε τις εκλογές μοιράζοντας κενές υποσχέσεις, γνωρίζοντας τα προβλήματα και χωρίς την ταυτόχρονη λήψη μέτρων, καθώς επίσης
(δ) ο διεθνής διασυρμός της Ελλάδας επίσης από το ΠΑΣΟΚ, όπου και οι δύο αυτές ενέργειες του οδήγησαν στις κερδοσκοπικές υποτιμήσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τις εταιρείες αξιολόγησης, οπότε στην αδυναμία δανεισμού της.
Εν προκειμένω θεωρούμε πως η Ελλάδα αντιμετώπισε μία κρίση ρευστότητας και όχι φερεγγυότητας, αφενός μεν επειδή ο κρατικός Ισολογισμός της (περιουσιακά στοιχεία – υποχρεώσεις) ήταν σχεδόν ισοσκελισμένος, αφετέρου λόγω του ότι είχε λύσεις στη διάθεση της, χωρίς να καταφύγει σε τρίτους.
Όσον αφορά τον κρατικό Ισολογισμό, δυστυχώς η τότε κυβέρνηση όπως όλες οι προηγούμενες, δεν έκανε καν τον κόπο να τον καταρτίσει – εγγράφοντας στο ενεργητικό του τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας που το ΔΝΤ αποτίμησε τότε στα 300 δις €, χωρίς τα ενεργειακά αποθέματα (πηγή). Εάν το έκανε, λαμβάνοντας επί πλέον μέτρα περιορισμού των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού, τα οποία ακόμη και διογκωμένα δεν ήταν πολύ υψηλότερα από πολλές άλλες χώρες (για παράδειγμα, της Ισπανίας ήταν -11%, των Η.Π.Α.-10% κοκ., γράφημα), θα ανακτούσε η χώρα την εμπιστοσύνη των αγορών άμεσα.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού των Η.Π.Α. (μπλε στήλες, αριστερή κάθετος), σε σύγκριση με την Ισπανία (διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος).
.
Σε σχέση με τις λύσεις, εάν η Ελλάδα είχε μία κυβέρνηση που θα μπορούσαν να εμπιστευθούν οι Πολίτες, τότε το πρόβλημα θα επιλυόταν άμεσα με την έκδοση εθνικών ομολόγων (ανάλυση 30.10.2009) – κάτι σχετικά εύκολο, αφού τότε οι τραπεζικές καταθέσεις ήταν περί τα 140 δις € υψηλότερες από σήμερα, ενώ οι ξένοι επενδυτές θα ήταν δυνατόν επίσης να συμμετέχουν, πολύ περισσότερο εάν τα ομόλογα αυτά ήταν εγγυημένα με τη δημόσια περιουσία.
Μία δεύτερη λύση θα ήταν ο μηδενισμός του δημοσίου χρέους με δικά μας μέσα (ανάλυση 09.09.2010) – υπενθυμίζοντας πως εκείνη την εποχή το ελληνικό ιδιωτικό χρέος ήταν αμελητέο (γράφημα), χαμηλότερο από της Γερμανίας, τα περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών αποτιμούταν κατά 500 δις € περισσότερο (πηγή), οι τράπεζες ήταν ακόμη υγιείς, η αξία των επιχειρήσεων πολύ μεγαλύτερη, τα εισοδήματα των Ελλήνων κατά 35% υψηλότερα κοκ.
Με δεδομένο τώρα το ότι, η Ευρωζώνη υπό την ηγεσία της Γερμανίας αρνήθηκε αρχικά να δανείσει την Ελλάδα, η κυβέρνηση επέλεξε την υπαγωγή της χώρας στο ΔΝΤ – την οποία ο τότε πρωθυπουργός είχε ήδη προετοιμάσει μυστικά από τις αρχές του 2009. Έτσι η Ελλάδα, με ένα δημόσιο χρέος της τάξης του 127% του ΑΕΠ της ή 299 δις € (τέλη του 2009), χωρίς τραπεζικό πρόβλημα και με αμελητέο ιδιωτικό χρέος, υποχρεώθηκε στην πολιτική των μνημονίων – τα οποία τελικά την κατέστρεψαν (1).
Συμπερασματικά, για την αύξηση του δημοσίου χρέους της έως το 2009 είναι υπεύθυνη αφενός μεν η ίδια η χώρα, αφετέρου η πολιτική της Γερμανίας (2) σε συνδυασμό με την αντίστοιχη της ΕΚΤ (3) – ενώ για τη μετέπειτα κατάρρευση της οικονομίας της η Τρόικα και τα λάθη της (4).
Όλα τα υπόλοιπα περί ανεύθυνης σπατάλης του δημοσίου και των ιδιωτών, πελατειακού κράτους, φοροδιαφυγής, διαφθοράς κοκ. είναι μεν σωστά, αλλά όχι όσον αφορά τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας της χώρας – με την έννοια πως εάν η Ελλάδα δεν είχε αυτά τα προβλήματα θα ήταν σε καλύτερη οικονομική θέση από την Ελβετία, χωρίς όμως να σημαίνουν πως θα πτώχευε, αφού η χρεοκοπία της ήταν καθαρά το αποτέλεσμα της κακής διαχείρισης των οικονομικών της, καθώς επίσης της ανοησίας ή/και προδοσίας των κυβερνήσεων της.
Τα μνημόνια
Περαιτέρω, η Τρόικα χρηματοδότησε την Ελλάδα το 2010 για να διασωθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες – μεταφέροντας τα χρέη της στους Ευρωπαίους κυρίως Πολίτες. Στη συνέχεια την υποχρέωσε να υπογράψει το PSI, έτσι ώστε να μην μπορεί να μετατρέψει τα χρέη της σε δραχμές, με την ταυτόχρονη υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας της (5).
Τα αποτελέσματα για την οικονομία της χώρας φάνηκαν στα τέλη του 2013, όπου το δημόσιο χρέος έφτασε στο 174,9% του ΑΕΠ από 127% το 2009 (ή στα 321 δις € από 299 δις € το 2009 παρά τη διαγραφή του 2011/12), το ΑΕΠ μειώθηκε από τα 231,1 δις € στα 181,1 δις €, το έλλειμμα έφτασε στο 12,25% το 2013, από 8,6% το 2012 και 10,1% το 2011 (6), η ανεργία κορυφώθηκε στο 27,4% το 2013 από 9,5% το 2009 (από 470.628 άτομα στα 1.374.054), το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατέρρευσε κατά 35,4% μεταξύ των ετών 2007 και 2012 (έναντι 6,2% της Ιρλανδίας και 5,3% της Πορτογαλίας), η βιομηχανική παραγωγή εξαϋλώθηκε κοκ.
Συνεχίζοντας, το 2014 η χώρα επέστρεψε σε μία μικρή πορεία ανάπτυξης, λόγω της αλλαγής της πολιτικής των μνημονίων εκ μέρους της ΝΔ (1), ενώ κατάφερε να δανεισθεί ένα μικρό ποσόν από τις αγορές. Δυστυχώς όμως διενεργήθηκαν ξανά πρόωρες εκλογές με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ, χάθηκε η πολιτική σταθερότητα, ακολούθησε μία καταστροφική διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση δεν σεβάσθηκε καν το δημοψήφισμα αντιστρέφοντας το και τελικά υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο που θεωρείται ως το πλέον αποικιοκρατικό στην ιστορία (7).
Λίγους μήνες αργότερα ακολούθησε η εκποίηση του τραπεζικού συστήματος, όπου χάθηκαν τα περίπου 41 δις € με τα οποία τις είχε κεφαλαιοποιήσει το δημόσιο, ενώ είχαν αυξήσει το χρέος – με αποτέλεσμα να έχει μετατραπεί πλέον η Ελλάδα σε μία ετερόφωτη αποικία των δανειστών της (8).
Το μέλλον της Ελλάδας με τα μνημόνια
Όλα τα παραπάνω αποτελούν ασφαλώς παρελθόν ενώ, σε σχέση με το μέλλον, εφόσον συνεχιστεί ο δρόμος των μνημονίων η Ελλάδα θα πάει πολύ καλά όσον αφορά τους νέους ιδιοκτήτες της – αφού αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία χώρα στον πλανήτη που να είναι τόσο φτηνή, διαθέτοντας τέτοιες υλικές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό.
Η ακίνητη περιουσία είναι πάμφθηνη (οι τιμές θα πέσουν ακόμη περισσότερο όταν ξεκινήσουν οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί), οι μισθοί των εργαζομένων πολύ χαμηλοί, ενώ οι επιχειρήσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, αποτιμούνται εξευτελιστικά – οπότε αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για τους ξένους επενδυτές, ιδιώτες και κράτη.
Με δεδομένο δε το ότι, έχουν διενεργηθεί στο παρελθόν σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές με τη συγχρηματοδότηση της ΕΕ (Αττική οδός, γέφυρα Ρίου, Ολυμπία οδός, Εγνατία οδός κλπ.), ενώ έχουν εξαγορασθεί και συνεχίζουν να εξαγοράζονται οι επιχειρήσεις της από ξένες εταιρείες σε εξευτελιστικές τιμές (ΟΤΕ, ΟΠΑΠ, αεροδρόμια, ΕΛΒΟ, λιμάνι Πειραιά, λιμάνι Θεσσαλονίκης, ΟΣΕ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, ΔΕΗ κοκ.), δεν υπάρχει καμία περίπτωση να αφεθεί η Ελλάδα στην τύχη της, πόσο μάλλον να εγκαταλείψει την ΕΕ – αφού ασφαλώς δεν είναι ανόητοι οι Γερμανοί και οι άλλοι να χάσουν τα χρήματα τους ή/και να μην κερδίσουν από τις επενδύσεις τους.
Εκτός αυτού διαθέτει σημαντικό υπόγειο πλούτο, ο οποίος είναι ακόμη ανεκμετάλλευτος, μία εξαιρετικά πολύτιμη γεωπολιτική θέση, καθώς επίσης μεγάλα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στους κλάδους της ποιοτικής γεωργίας, του τουρισμού και της ναυτιλίας – την αξία των οποίων, σε αντίθεση με όλους εμάς, γνωρίζουν πάρα πολύ καλά οι ξένοι, οπότε θα κάνουν τα πάντα αφενός μεν για να τα αποκτήσουν σε όσο το δυνατόν χαμηλότερες τιμές, αφετέρου για να τα εκμεταλλευθούν.
Στα πλαίσια αυτά, έχοντας υποχείριο τους όλες τις κυβερνήσεις, φροντίζουν ώστε να μην είναι σε θέση οι Έλληνες να κρατήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, καθώς επίσης να μετατραπούν σε φθηνούς σκλάβους χρέους – οπότε, για παράδειγμα, πιέζουν για την αύξηση των φορολογικών συντελεστών, εξαναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να υπερχρεώνονται και να κλείνουν ή να εκποιούνται όσο-όσο.
Οι ίδιοι οι ξένοι βέβαια αδιαφορούν για το ύψος των φόρων, αφού έχουν τη δυνατότητα να τους αποφεύγουν με διάφορους τρόπους που δεν διαθέτουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις – όπως είναι η χρήση των φορολογικών παραδείσων, ο εκβιασμός των κυβερνήσεων κοκ. (υπενθυμίζουμε τα 500 εκ. ΦΠΑ που διαγράφηκαν από τη Hochtief στο Ε. Βενιζέλος).
Συμπερασματικά λοιπόν η Ελλάδα θα αρχίσει σύντομα να αναπτύσσεται με ραγδαίο ρυθμό, με τη διεξαγωγή επενδύσεων εκ μέρους των ξένων – αφού εξαγορασθεί μέσω των κατασχέσεων και πλειστηριασμών η ιδιωτική περιουσία που είναι υποθηκευμένη στις αφελληνισμένες τράπεζες, καθώς επίσης οι δημόσιες εταιρείες που έχουν ήδη υπερχρεωθεί και απαξιωθεί με τη βοήθεια των μνημονίων.
Την ίδια στιγμή, η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων θα υποφέρει ακόμη περισσότερο από τους πολύ χαμηλούς μισθούς, από τις συντάξεις πείνας, από την εκμετάλλευση των επενδυτών, από τα χρέη που θα αποπληρώνει έχοντας παράλληλα χάσει τα περιουσιακά της στοιχεία, από την υψηλή φορολόγηση, καθώς επίσης από την αύξηση του κόστους διαβίωσης (υγεία, παιδεία, ηλεκτρικό ρεύμα, νερό κοκ.).
Φυσικά η κυβέρνηση θα επιτύχει την ελάφρυνση του χρέους περί το 20% του ΑΕΠ έως το 2060 (πηγή), αφού είναι ασφαλώς αδύνατο να εξυπηρετηθούν τα τοκοχρεολύσια μετά το 2021 (γράφημα) – κάτι που όμως δεν θα βοηθήσει καθόλου τους Έλληνες, επειδή η «δαμόκλειος σπάθη» θα συνεχίσει να κρέμεται πάνω από το κεφάλι τους, με μηδενική την πιστοληπτική ικανότητα τους.
Εκτός αυτού, ίσως καταφέρει η Ελλάδα να δανειστεί από τις αγορές μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου, με τη στήριξη της ΕΚΤ – επειδή οι Γερμανοί θέλουν να πάψουν να τη δανείζουν, αλλά να συνεχίζουν να επιβάλλουν μέτρα, ενώ τα επιτόκια θα μπορούσαν να είναι βιώσιμα εάν θα ήταν υψηλότερος ο ρυθμός ανάπτυξης.
Ολοκληρώνοντας, από τη μία πλευρά με την απειλή της χρεοκοπίας, του «τύχης» της Βενεζουέλας και του GREXIT, ενώ από την άλλη με την κλιμάκωση των γεωπολιτικών απειλών εκ μέρους της Τουρκίας και όχι μόνο, όσο πλησιάζει ο τελικός του παιχνιδιού (μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, κατασχέσεις και πλειστηριασμοί), οι Έλληνες θα πιέζονται στη γωνία – έτσι ώστε να μην διαδηλώνουν και να μην αντιδρούν, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στους επίδοξους νέους ιδιοκτήτες της χώρας τους.
Οι εναλλακτικές λύσεις
Ενδεχομένως η Ελλάδα να έχει ακόμη δύο λύσεις, όταν τελειώσει το τρίτο μνημόνιο στα μέσα του 2018 – προφανώς όμως όχι με τη σημερινή κυβέρνηση, επειδή μετά την «προδοσία» του Ιουλίου του 2015, έχει μετατραπεί σε υποχείριο των Γερμανών, χωρίς να το εγκρίνει ούτε το ίδιο της το κόμμα (επίσης όχι με την αξιωματική αντιπολίτευση, αφού στηρίζει προκαταβολικά την πολιτική των μνημονίων).
Η μία είναι η μετωπική σύγκρουση με τη γερμανική κυβέρνηση, έτσι όπως την έχουμε περιγράψει σε γενικές γραμμές σε άρθρο μας («αν ήμουν πρωθυπουργός») – όπου όμως οφείλουμε προηγουμένως να έχουμε έτοιμο ένα σχέδιο εξόδου από την Ευρωζώνη (χωρίς να το επιδιώξουμε αλλά για ώρα ανάγκης), καθώς επίσης να είμαστε πρόθυμοι να αναλάβουμε τα ρίσκα, επιλέγοντας ένα οδυνηρό τέλος αντί μία οδύνη δίχως τέλος, όπως είναι η κυλιόμενη χρεοκοπία μας.
Χωρίς εναλλακτικά σχέδια για τα πάντα στα συρτάρια μας, χωρίς την προθυμία ανάληψης ρίσκου, χωρίς αποφασιστικότητα, χωρίς θάρρος, χωρίς αγώνα, καθώς επίσης χωρίς διάθεση για σκληρή δουλειά, δεν μπορούμε να διαπραγματευθούμε με κανέναν και δεν είμαστε σε θέση να πετύχουμε τίποτα – ούτε καν το πιο απλό.
Η δεύτερη λύση είναι η προσπάθεια να ανταπεξέλθουμε μόνοι μας με τις υποχρεώσεις μας εν πρώτοις έως το 2021, χωρίς να προβούμε σε αναβολή πληρωμών, τουλάχιστον μέχρις ότου αποφασίσει το ευρωπαϊκό δικαστήριο για τις καταγγελίες και τις αγωγές μας – καταργώντας φυσικά τα μέτρα λιτότητας αφού θα έχει λήξει το τρίτο μνημόνιο, καθώς επίσης αυξάνοντας τη ρευστότητα στην οικονομία μας με την εισαγωγή ενός δικού μας παράλληλου νομίσματος (σε περίπτωση εκβιασμού εκ μέρους της ΕΚΤ, θα απαιτούταν η εθνικοποίηση των τραπεζών, κατά το παράδειγμα των Η.Π.Α. το 2008).
Η προσπάθεια μας αυτή δεν είναι ανέφικτη, ακόμη και χωρίς τη βοήθεια των αγορών, επειδή ο προϋπολογισμός μας είναι πλεονασματικός, καλύπτοντας τους τόκους – οπότε τα χρεολύσια θα μπορούσαν να εξυπηρετούνται μέσω εσωτερικού δανεισμού, με την έκδοση εθνικών ομολόγων εγγυημένων με περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου (του ΤΑΙΠΕΔ δηλαδή, το οποίο θα μπορούσε επί πλέον να εισαχθεί στο χρηματιστήριο, με τα έσοδα της δημόσιας εγγραφής να οδηγούνται στο κράτος).
Προφανώς απαιτείται η στήριξη όλων των Ελλήνων, ειδικά αυτών που έχουν ακόμη μεγάλα εισοδήματα και καταθέσεις, κινδυνεύοντας να τα χάσουν – κάτι που είμαστε σίγουροι πως μπορεί να εξασφαλίσει μία έντιμη, επαρκής και ανιδιοτελής κυβέρνηση, αφού θα ήταν προς το συμφέρον τους.
Ολοκληρώνοντας, εάν τα καταφέρναμε, τότε η οικονομία της πάμπλουτης χώρας μας θα αναπτυσσόταν άμεσα, αφού μοιάζει με ένα τρομακτικά πιεσμένο προς τα κάτω ελατήριο – με αποτέλεσμα να αρχίσουν να αυξάνονται οι τιμές των περιουσιακών μας στοιχείων, να αμβλύνονται ως εκ τούτου τα προβλήματα των τραπεζών, να κινείται ο κλάδος των κατασκευών, να δημιουργούνται θέσεις εργασίας, να κλιμακώνεται η κατανάλωση οπότε οι επενδύσεις κοκ.
Τέλος τα έσοδα του δημοσίου θα αυξάνονταν χωρίς νέους φόρους, οι δαπάνες του θα μειώνονταν λόγω του περιορισμού της ανεργίας, ενώ το χρέος θα περιοριζόταν ως ποσοστό επί ενός μεγαλύτερου ΑΕΠ – κάτι που επίσης θα συνέβαινε με τα μη εξυπηρετούμενα χρέη, όπως στο παράδειγμα της Ιρλανδίας.
Επίλογος
Χωρίς καμία αμφιβολία μπορούμε να τα καταφέρουμε, αφού το πρόβλημα της πατρίδας μας είναι πολιτικό και διαχειριστικό, όσον αφορά την οικονομία. Με απλά λόγια, μας κυβερνούν διαχρονικά ανίκανες και ανεπαρκείς κυβερνήσεις, οι οποίες χρεοκόπησαν μία χώρα που, με ελάχιστη προσπάθεια, σχέδιο και σύνεση, θα μπορούσε να έχει ένα πολύ πιο υψηλό βιοτικό επίπεδο από την Ελβετία – αφού είναι μακράν πλουσιότερη και προικισμένη τόσο από τη φύση, όσο και από την ιστορία της.
Μπορούμε να τα καταφέρουμε τόσο εντός του ευρώ, όσο και εκτός – ενώ θα είμαστε υπέρ της Ευρωζώνης χωρίς κανένα δισταγμό, εάν δεν διαπιστώναμε πως μετατρέπεται σε γερμανική, εγκαταλείποντας σταδιακά τη δημοκρατία και κατευθυνόμενη στον ολοκληρωτισμό. Φυσικά χρειαζόμαστε τις κατάλληλες γεωπολιτικές συμμαχίες, αφού η οικονομία δεν μπορεί να τις εξισορροπήσει – κάτι που δυστυχώς δεν είμαστε σε θέση να αναλύσουμε, αφού δεν εμπίπτει στο δικό μας γνωστικό πεδίο, αν και έχουμε εκφράσει σκέψεις (ανάλυση).
Εάν το θελήσουμε όμως είμαστε σίγουροι πως θα τα καταφέρουμε, ενώ δεν μπορεί να μην έχουμε πεισθεί πια σχετικά με το ότι, η πολιτική της υποτέλειας, των υποκλίσεων και των μνημονίων μας οδηγεί στην απόλυτη καταστροφή – κυριολεκτικά στο σβήσιμο των Ελλήνων από τον πλανήτη, όπως άλλωστε έχει συμβεί με πολλούς άλλους λαούς στο παρελθόν.
.
Παράρτημα
(4) Η βόμβα του ΔΝΤ
πηγή:http://www.analyst.gr/2017/04/28/o-telikos-tou-stimenou-paixnidiou/