ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΛΙΣΤΑΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

ΑΝΥΕΘΑ: Δεν μπορεί να ζητάμε και άλλες μειώσεις από τα στελέχη που υπηρετούν στις Ένοπλες Δυνάμεις










Συνέντευξη ΑΝΥΕΘΑ Δημήτρη Βίτσα στην ΕΡΤ

    Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας Δημήτρης Βίτσας σε συνέντευξη που παραχώρηση σήμερα, Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016, στην ΕΡΤ και στους δημοσιογράφους Γιώργο Δαράκη και Γιάννη Δάρρα, ανάμεσα στα άλλα, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, ανέφερε:

    Για την πολιτική κατάσταση:

    Σκεφτείτε μια κυβέρνηση η οποία προσπαθεί να κάνει τα εξής πράγματα: το ένα να ανατρέψει τις παθογένειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος, μια από τις σοβαρότερες παθογένειες  είναι η διαπλοκή και η διαφθορά, γιατί πάνω στη διαπλοκή στηρίζεται και μια διαφθορά πολιτική, οικονομική, κοινωνική. Συγχρόνως είναι μπροστά της μια μάχη με τις πιστωτές, δηλαδή το γεγονός ότι είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί το χρέος, να υπάρχει ποσοτική χαλάρωση, να μπούμε σε ρυθμούς ανάπτυξης να έρθουν επενδύσεις από το εξωτερικό. Αυτή είναι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, των ΑΝΕΛ, των Οικολόγων Πράσινων. Αυτό παράγει, δυστυχώς, ένα συγκρουσιακό πεδίο, το οποίο το ζούμε στις μέρες μας. 

    Η μάχη με τη διαπλοκή και τη διαφθορά θα πρέπει να είναι αέναη. Πρέπει να τακτοποιηθεί το ραδιοτηλεοπτικό πεδίο. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτόματα χτυπάς τη διαπλοκή και τη διαφθορά αλλά έχεις βάση νομιμότητας, με βάση και το Σύνταγμα και τους νόμους, που μπορεί μια κυβέρνηση, ένας λαός και μια κοινωνία να στηριχθεί σε αυτή τη μάχη. Σήμερα βρισκόμαστε στην εξής κατάσταση: Υπάρχει μια απόφαση του ΣτΕ. Σέβομαι αυτή την απόφαση, αν και έχω διαφορετική γνώμη, με την έννοια ότι το ΣτΕ, σε άλλες περιπτώσεις χρησιμοποίησε μια άλλη λογική, δηλαδή το δίκαιο της ανάγκης. Σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποίησε το γράμμα του νόμου αλλά το σέβομαι. Εκείνο που προέχει είναι η συγκρότηση του ΕΣΡ.

    Για την πρόταση της κυβέρνηση σχετικά με την συγκρότηση του ΕΣΡ:

    Η πρόταση που κάνει η κυβέρνηση είναι ότι πρέπει να βρεθεί μια συναίνεση, όπως επιβάλει και το Σύνταγμα, γιατί άμα λέει τα 4/5 της διάσκεψης των προέδρων καταλαβαίνετε – σε άλλους καιρούς έγινε αυτό – ότι επιβάλει μια συναίνεση. Η κυβέρνηση κάνει μια πρόταση που προέρχεται από το χώρο της δεξιάς. Ας έρθουν και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις να κάνουν τις δικές τους προτάσεις και πάνω εκεί  να οικοδομηθεί μια συναίνεση. Αυτό είναι το κεντρικό και το βασικό, γιατί όταν συζητάμε για τη συγκρότηση του ΕΣΡ πάνε όλα μαζί. Συναίνεση και από κει και πέρα εύρεση των προσώπων. Είναι ξεκάθαρο. Ας έρθει λοιπόν και η ΝΔ να κάνει μια πρόταση για τον πρόεδρο. Είμαστε ανοικτοί σε αυτό.

    Κάναμε μια πρόταση από το χώρο της δεξιάς και μάλιστα χθες η απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου τόνισε τον χαρακτήρα αυτής της πρότασης, για να βρεθεί συναίνεση. Ας έρθει ο κύριος Μητσοτάκης – λέω χαριτολογώντας - και να κάνει μια πρόταση από το χώρο της αριστεράς. Ας πει ο καθένας τα πρόσωπα που θεωρεί ότι αρμόζουν στο ΕΣΡ, ας το πει και θα βρεθεί λύση. Όμως, αυτό που εμφανίζεται από τη μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι δεν θέλει να βρεθεί λύση. 

    Ο κύρος Μητσοτάκης έχει πει «να φύγετε εσείς για να επανέλθει η ομαλότητα στη χώρα». Δηλαδή, να έχουμε κανάλια χωρίς άδεια; Να έχουμε τη διαδικασία της διαφθοράς και της διαπλοκής; Να έχουμε απολύσεις στο Δημόσιο ως λύση του ζητήματος; Να μην έχουμε κοινωνικό κράτος; Το νομικό παράδοξο είναι ότι αυτή τη στιγμή ο νόμος δεν ισχύει. Από πρώτη πρώτου του έτους θα πρέπει να δοθούν ή περιορισμένης χρονικής διάρκειας άδειες ή να έχει λήξει η διαδικασία. Και οι δύο διαδικασίες προϋποθέτουν συγκρότηση ΕΣΡ. Όποιος δεν θέλει συγκρότηση του ΕΣΡ, και αυτή είναι η ΝΔ με τη σημερινή της στάση, θέλει να υπάρχει ή η τωρινή κατάσταση ή να βρεθούμε σε μια κατάσταση πλήρους ανομίας όσον αφορά το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. 

    Δεν έχουμε πρόβλημα προσώπων, έχουμε πρόβλημα πολιτικής. Τα πρόσωπα θα μελετηθούν και θα κριθούν και η κατάσταση θα πρέπει να οδηγήσει σε συναίνεση στο βαθμό που δεν είναι ζήτημα πολιτικής. Χρειάζεται εντιμότητα. Δεν μπορεί να υπάρχει νόμος από το Φεβρουάριο του 2016 και να μη συγκροτείται ΕΣΡ, να υπάρχει μια ολόκληρη διαδικασία των προηγούμενων χρόνων και να επιμένουμε ότι το ζήτημα είναι μόνο τα πρόσωπα. Απαντώντας στον κύριο Βορίδη, λέω “τι δεν καταλαβαίνουν”; Καταλαβαίνουν πολύ καλά, η ως τώρα πρακτική τους είναι ότι δεν θέλουν. Θέλουν να υπάρχει η διαδικασία της διαπλοκής, της παρανομίας, της διαφθοράς, της αεροπειρατείας. Μέλλει να αποδείξουν ότι μπορούν να στρίψουν προς τη διαδικασία της νομιμότητας.

    Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις:

    Τα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα είναι δεδομένα. Τελεία. Δεν τα βάζουμε ούτε καν για συζήτηση. Όποιος σκέφτεται τέτοιες διαδικασίες ή αλυτρωτικές κορώνες, από τη μεριά της Τουρκίας, καλύτερα να σκεφτεί διαφορετικά. Έχουμε και τη διεθνή νομιμότητα και την πολιτική θέληση και την αποφασιστικότητα σαν λαός και σαν Ένοπλες Δυνάμεις αυτά να τα υπερασπίζουμε. Δεν διεκδικούμε από κανέναν τίποτα αλλά και δεν δεχόμαστε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα να μπουν στο τραπέζι. Κατανοούμε μεν ότι η Τουρκία έχει πολλά προβλήματα, μάλιστα από τα σύνορά της προς ανατολάς, αλλά αυτό δεν σημαίνει με τίποτα ότι αμφισβητούνται οι διεθνείς συνθήκες. 

    Επειδή έχει ανοίξει μια κουβέντα ότι κάποτε «ήταν δικά μας» ή « ήταν δικά τους», θέλω να πω ότι μια τέτοιου είδους γεωπολιτική κουβέντα, στο 99% του πλανήτη, κάποιοι πέρασαν κάποια εποχή, κάποιοι πέρασαν κάποια άλλη εποχή. Δεν λύνονται αυτά τα ζητήματα με αυτόν τον τρόπο. Όλα αυτά, τα ελληνικά νησιά, και προηγούμενα και πριν την οθωμανική κατοχή και πριν τη γερμανική κατοχή είναι ελληνικά, εκτός αν κάποιος τα διεκδικήσει για το Βυζάντιο ή για την αρχαία Ρώμη. Το θέμα μπορεί να φαίνεται γελοίο αλλά είναι σοβαρό. Το παρακολουθούμε με θέληση και αποφασιστικότητα. Το γεγονός αυτό παράγει άλλα προβλήματα. Για αυτό άλλωστε οι 47 παραβιάσεις, τις οποίες αναφέρατε στην ερώτησή σας, είχαν και τις αντίστοιχες αναχαιτίσεις, που αποτελούν μια δήλωση, με την ουσιαστική και με την νομική της έννοια, της κυριαρχίας μας. Αυτό παράγει μια ένταση που δεν είναι χρειαζούμενη ούτε για μας ούτε για την Τουρκία. Επίσης οι αναχαιτίσεις σημαίνουν καύσιμα και πάρα πολλά χρήματα. Αυτά τα χρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αλλού, στις Ένοπλες Δυνάμεις ή την οικονομία.


    Για το ΝΑΤΟ και την κατάσταση στην περιοχή:

    Είμαστε μέλος μιας συμμαχίας. Εκπληρώνουμε, με τη δική μας όμως πολιτική, τις αντίστοιχες υποχρεώσεις μας. Θεωρούμε ότι σε αυτή τη φάση εκείνο που δεν μας χρειάζεται καθόλου, στην κόσμο όχι μόνο στην Ελλάδα, είναι η ένταση. Παρακολουθώ με μεγάλη προσοχή και με μεγάλη ανησυχία μια προσπάθεια αναβίωσης συνθηκών ψυχρού πολέμου. Επιμένουμε και με τις κινήσεις μας και με τις πρακτικές μας δράσεις να πούμε ότι η διπλωματική οδός λύνει τα προβλήματα και όχι η στρατιωτική οδός. Παράδειγμα αποτελούν τα τρίγωνα Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ, Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος και η συμφωνία που πάμε να κάνουμε, το επικείμενο τρίγωνο Ελλάδα-Κύπρος-Ιορδανία, που βασίζονται στη φιλία και τη συνεργασία.

    Ανησυχούμε και ταυτόχρονα κάνουμε πολύ συγκεκριμένες κινήσεις. Η σύνοδος στη Ρόδο και η σύνοδος της Αθήνας είναι πρωτοβουλίες που προάγουν τη διαδικασία της ειρήνης και αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία. Το γεγονός ότι η Ελλάδα, λόγω γεωπολιτικής θέσης και λόγω γεωστρατηγικής θέσης, είναι σε μια πλήρως ασταθή περιοχή, πρέπει να την κάνει να θέλει να είναι πόλος σταθερότητας και αλληλοκατανόησης μεταξύ των λαών. Σήμερα δεν μπορούμε και δεν πρέπει να ζούμε σε έναν κόσμο με κυνήγι εντάσεων και εξοπλισμών. Τον πόλεμο δε τον κάνουν από μόνα τους τα κανόνια, αλλά όταν μαζεύονται πολλά κανόνια έχουμε  πολλούς κινδύνους. Η δράση φέρνει και αντίδραση και μετά αρχίζει και χάνεται η μπάλα. Δείτε στη Συρία, ενώ ο πόλεμος ξεκίνησε ως μια διαδικασία για το ποιος θα επικρατήσει εσωτερικά, μετατράπηκε σε ένα διεθνές επεισόδιο, σε ένα διεθνή πόλεμο, όπου ενεπλάκη ο ισλαμιστικός φονταμενταλισμός αποσταθεροποιήθηκε όλη η περιοχή, παράχθηκε προσφυγικό κύμα προς την Ευρώπη. Βέβαια σήμερα ξεχνιέται το από πού ξεκινήσαμε και ποιες είναι οι αιτίες.

    Για το προσφυγικό:

    Το μεγάλο πρόβλημα βρίσκεται στα νησιά. Για να αποσυμπιεστεί η κατάσταση πρέπει να προχωρήσουν οι γρήγορα οι διαδικασίες ασύλου, επιστροφών και μετεγκατάστασης σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν μας έχει έρθει από την Ευρώπη η βοήθεια που προβλέπει η Συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας. Δε δεχόμαστε τα νησιά του Αιγαίου να γίνουν από νησιά υποδοχής τεράστια hots pot. Έχουμε την στάση και την αντίδραση των χωρών του Βίζεγκραντ, που έχει έντονο ιδεολογικό, αξιακό και πολιτικό χαρακτήρα. Κοιτάξτε που μπορεί να μας πάει η ακροδεξιά αντίληψη και η ακροδεξιά ιδεολογία. Προτάθηκε να ανοίξουμε τα ξερονήσια. Η Ελλάδα μένοντας σε διεθνείς συνθήκες, στη συνθήκη της Γενεύης, στις ανθρώπινες αξίες, πρέπει να περιθάλψει τους ανθρώπους, να τους δώσει ένα καταφύγιο και διπλωματικά να παλέψει για να υπάρχει νόμιμος δρόμος και αναγκαστικός καταμερισμός του βάρους σε όλη την Ευρώπη. Επίσης να δώσει τη δική της συνδρομή να σταματήσει ο πόλεμος στη Συρία. Σε αυτή τη λογική πρέπει να βελτιώσουμε κάποια προβλήματα. Στην ενδοχώρα δεν υπάρχουν προβλήματα. Έχουμε 10.000 πρόσφυγες που μένουν σε σπίτια και ξενοδοχεία. Πρέπει να ανοίξει όμως και ο δρόμος. Αυτοί οι άνθρωποι δε θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα. Εμείς θα καλυτερεύσουμε ακόμα περισσότερο και τις υπηρεσίες. Επίσης θα καλυτερεύσουμε τις διαδικασίες σίτισης καθώς και της της εκπαίδευσης των παιδιών των προσφύγων.

    Για τις δαπάνες του ΥΠΕΘΑ:

    Έχουμε από τη μια πλευρά το ΝΑΤΟ που ζητάει συγκεκριμένο ποσοστό του ΑΕΠ να πηγαίνει στις αμυντικές δαπάνες και από την άλλη τη συμφωνία και τους δανειστές να λένε «κόφτε». 
    Εμείς επιμένουμε στα εξής: 
    Πρώτον, έχουμε απειλή. 
    Δεύτερον, ένας προϋπολογισμός όπως και ένας ισολογισμός, στο τέλος, έχουν πέρα από δαπάνες και τον τομέα των εσόδων. 
    Τρίτον, η ανεκμετάλλευτη περιουσία των Ενόπλων Δυνάμεων πρέπει να αξιοποιηθεί. Αν αξιοποιηθεί το 20% της περιουσίας που δεν χρησιμοποιείται για στρατιωτικούς σκοπούς, με απόδοση 5% ως ενοίκιο το χρόνο,  συγκεντρώνεται ετησίως ένα ποσόν ύψους 150-200 εκατομμύρια ευρώ. Είμαστε σε μία συζήτηση για αυτό. 
    Δεν μπορεί να ζητάμε και άλλες μειώσεις από τα στελέχη που υπηρετούν στις Ένοπλες Δυνάμεις, που είναι ένα κομμάτι με αναφορά σε 700.000 ανθρώπους, οι οποίοι έχουν υποστεί μειώσεις μισθών πάνω από 30%.