Σ Τ Η Ν ΠΑΙΔΙΚΗ μνήμη του γράφοντος, με γυναικείες μελωδικές αλλ’ οργισμένες φωνές που τραγουδούσαν μέσα στο λεωφορείο, στη διαδρομή προς τα Κρατητήρια των Εγγλέζων. Στα χρόνια της ΕΟΚΑ στην Πύλα και στην Κοκκινοτριμιθιά. Για λίγα λεπτά συνάντηση, μες στα κάγκελα, με τον φυλακισμένο πατέρα. Πολιτικό Κρατούμενο D.P. 759. Τριγύρω, παντού Άγγλοι στρατιώτες. Με τυφέκια Λι-Ένφιλντ Νούμερο 4. Με αυτόματα Στεν και Στέρλινγκ. Ψηλά στον πύργο, με τ’ οπλοπολυβόλο Μπρεν. Γυναίκες και παιδιά όλοι οι επιβάτες στο λεωφορείο, πλην του οδηγού. Κι οι γυναικείες φωνές τραγουδούσαν με πείσμα και δύναμη:
«Είμαι Έλλην, το καυχώμαι, ξέρω την καταγωγή μου κι η ελληνική ψυχή μου με τους Άγγλους πια δεν ζη. Των εχθρών μισώ τα δώρα, δεν τα θέλω ας τα κρατούνε, τους μισώ κι ας με μισούνε, προτιμώ την φυλακή. Σαν δεν κόβει το σπαθί μου κι η αιχμή πια δεν τρυπάει, η ψυχή δεν λησμονάει πως επλάστη ελληνική. Απ’ του αγγλισμού την ψώρα, τους Κυπρίους δεν μολύνει, ούτε να μας απομακρύνει, από τον Ελληνισμό»…
Η Τ Α Ν ΤΟ 2ο τραγούδι που αποτυπώθηκε ανεξίτηλα καταχωρισμένο στην παιδική μνήμη απ’ τα χρόνια της ΕΟΚΑ. Το 1ο ήταν του Δεκεμβρίου 1955: Στην είσοδο, μόλις μπεις δεξιά, στο κοιμητήριο των Αγίων Κων/νου κι Ελένης. Όπου, πλήθη πανύψηλων (στα μάτια νηπίου) γυναικών κι ανδρών, με γαλανόλευκες που οι σταυροί των ιστών τους έφταναν ώς τον ουρανό, κήδευαν τον πρώτο Ήρωα, Αντάρτη Χαράλαμπο Μούσκο. Κι αντηχούσε, με φουσκωμένες όλες τις φλέβες και δακρυσμένα όλων τα μάτια το:
«Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη. Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε Ελευθεριά».
Π Ε Ρ Α Σ Α Ν χρόνια. Βρέθηκε ένα διασωθέν βιβλιαράκι 87 σελίδων. Έκδοση 1948 στην Αθήνα: «Θεοφάνη Χ. Τσαγγαρίδη, ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΕΞΟΡΙΣΤΟΥ 1931-1946». Τον συγγραφέα του, μαζί μ’ άλλους, τον είχαν συλλάβει οι Άγγλοι στη Λευκωσία, τρεις το πρωί απ’ τα κρεβάτια τους. Δύο μέρες μετά την αντι-αποικιακή, εθνικο-λαϊκή Εξέγερση της 21ης Οκτωβρίου 1931. Σιδηροδέσμιο τον φόρτωσαν σ’ ένα λεωφορείο, μαζί με τους Θεόδωρο Κολοκασίδη, Θεοφάνη Θεοδότου, Γεώργιο Χ’’Παύλου και τον πρωθιερέα της Φανερωμένης Διονύσιο Κυκκώτη. Για να τους πάνε Λάρνακα, στο καταδρομικό «London» του Royal Navy της βρετανικής αυτοκρατορίας και να τους στείλουν εξορία.
Σ Τ Η ΣΕΛΙΔΑ 15 ο Τσαγγαρίδης έγραψε και τα εξής: «Ανακτήσαμε [εντός λεωφορείου] απόλυτα την ψυχραιμία μας. Κυττάζαμε μ’ απάθεια τώρα τους Άγγλους στρατιώτες που κάθονταν στους δύο πλευρικούς πάγκους του λεωφορείου. Ανάμεσα στα πόδια τους κρατούσαν σφικτά τα ντουφέκια. Όρθιος στο πίσω μέρος του λεωφορείου στεκόταν ο αξιωματικός τους – έτοιμος. Απέναντί του, δίπλα στον σωφέρ, ήταν ο Μουσταφά-μουζαλίμης, όρθιος κι αυτός. Ο Μουσταφά-μουζαλίμης και οι ζαπτιέδες, τέσσερεις-πέντε νομίζω, ήταν άοπλοι, γιατί δεν είχαν φαίνεται οι Αρχές εμπιστοσύνη στη νομιμοφροσύνη τους. Δεν βαριέσαι, ό,τι είναι να γίνει ας γίνει, εμείς θα το αντιμετωπίσουμε παλληκαρίσια! είπε κάποιος. Εμπρός ένα τραγούδι! Αρχίσαμε όλοι να τραγουδούμε, μαζί κι ο Διονύσιος: “Είμαι Έλλην, το καυχώμαι, ξέρω την καταγωγήν μου κ’ η Ελληνική ψυχή μου ελευθέρα πάντα ζη. Των εχθρών μισώ τα δώρα, δεν τα θέλω, ας τα κρατούνε, τους μισώ κι ας με μισούνε, προτιμώ την φυλακή”»…
Α Ρ Α, ΤΟ τραγούδι της εποχής της ΕΟΚΑ 1955-1959, ήταν πολύ παλαιότερο. Το τραγουδούσαν κι οι Αγωνιστές της Εξέγερσης του 1931, κρατούμενοι κι εκείνοι των Άγγλων. Τότε που η αυθόρμητη παλλαϊκή έκρηξη για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, πυρπόλησε το Κυβερνείο του σερ Ρόναλντ Στορρς, στον λόφο των Αγίων Ομολογητών, όπου βρίσκεται σήμερα το Προεδρικό της Λευκωσίας…
Α Λ Λ Α ΤΟ τραγούδι δεν ήταν καν κυπριακό. Ήταν Επτανησιακό. Του προηγούμενου αιώνα: Ο Ύμνος των Ριζοσπαστών, αγωνιζομένων εναντίον της αγγλικής κατοχής των Ιονίων Νήσων. Το είχε στιχουργήσει το 1848 ο Κεφαλλονίτης ποιητής Γεράσιμος Μαυρογιάννης (συνεπίθετος του νυν διαπραγματευτή με τους Τούρκους του Ακιντζί κ. Ανδρέα Μαυρογιάννη, υιού του Διομήδη της ΕΟΚΑ εξ Αγρού). Το είχε μελοποιήσει το 1854 ο Τζανής Μεταξάς. Και το είχαν προσαρμόσει το 1904, για τον δικό τους αγώνα, οι Μακεδονομάχοι ως εξής: «Του βουλγαρισμού η ψώρα, Μακεδόνες δεν μολύνει κι ούτε τους απομακρύνει από τον Ελληνισμό».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η Αγγλία παραχώρησε τα Επτάνησα που ενώθηκαν με τη Μάνα Ελλάδα το 1864. Από τότε, μέχρι πριν από την ΕΟΚΑ, οι Κύπριοι είχαμε την ψευδαίσθηση ότι το «ευγενές και φιλελεύθερον αγγλικόν έθνος» θα έπραττε το ίδιο και για την Κύπρο.