ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΛΙΣΤΑΣ ΣΕΛΙΔΩΝ

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

ΘΑ ΠΑΜΕ ΣΕ ΘΡΙΛΕΡ ΕΑΝ ΤΟ ΥΠ.ΟΙΚ. ΠΡΟΣΦΥΓΕΙ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΣΤΙΣ Ε.Δ. ΚΑΙ Σ.Α. ;;





Ελεγκτικό Συνέδριο

     Ο Άρειος Πάγος έκανε δεκτή την αίτηση του ΥΠ.ΟΙΚ., να μην ισχύσει προσωρινά η απόφαση η απόφαση κατώτερου Δικαστηρίου, για επαναπρόσληψη των καθαριστριών.
     
     Τι σημαίνει για τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας, η απόφαση αυτή, εάν το ΥΠ.ΟΙΚ. αποφασίσει να προσφύγει στο ΑΕΔ, για προσωρινή αναστολή ή ακύρωση των αποφάσεων του ΣτΕ  και του Ελεγκτικού Συνεδρίου που έκριναν παράνομες τις διπλές μειώσεις μισθών και συντάξεων, καθώς και την επαναφορά τους στα επίπεδα του Ιουλίου 2012;
    
     Διαβάστε προσεκτικά  τα παρακάτω και θα καταλάβετε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα.
     
     Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) είναι το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο. Αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ελληνικού συστήματος δικαστικού ελέγχου της διοικητικής δράσης. Είναι το Ανώτατο Δικαστήριο ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων και έχει καταξιωθεί ως ο ισχυρός προστάτης τόσο του πολίτη όσο και του Δημοσίου.

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ένα από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της Ελλάδας (μαζί με τον Άρειο Πάγο και το Συμβούλιο της Επικρατείας). Ταυτόχρονα έχει και διοικητικές αρμοδιότητες, πράγμα που το κάνει διφυές όργανο. Αποστολή του είναι ο έλεγχος των δαπανών του κράτους, τόσο του Δημοσίου, όσο και των ΟΤΑ. Αρμοδιότητά του επίσης είναι ο καταλογισμός των "δημοσίων υπολόγων" (έλεγχος και απόδοση ευθύνης σε διαχειριστές του Δημοσίου), ενώ έχει δικαστικές αρμοδιότητες και σε ορισμένες μισθολογικές υποθέσεις δημοσίων υπαλλήλων.

    Ο Άρειος Πάγος είναι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης της Ελλάδας. Τα μέλη του εξετάζουν την ορθότητα της κάθε δικαστικής απόφασης εξασφαλίζοντας με τις αποφάσεις του την ενότητα της νομολογίας



    Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) είναι ένα ειδικό δικαστήριο. Προβλέπεται από το άρθρο 100 του Συντάγματος και έχει ειδική αρμοδιότητα να κρίνει, μεταξύ άλλων, το κύρος των βουλευτικών εκλογών, την έκπτωση βουλευτή από το αξίωμά του ή να αίρει συγκρούσεις μεταξύ των τριών ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας. Η οργάνωση και λειτουργία του ρυθμίζεται ειδικότερα από τον Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (Κώδικας ΑΕΔ, Ν. 345/1976).. Οι αποφάσεις του ΑΕΔ είναι αμετάκλητες, δεν μπορούν δηλαδή να προσβληθούν με κανένα ένδικο μέσο.

Αρμοδιότητα

Άρση συγκρούσεων αρμοδιότητας (περ. δ΄)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ΑΕΔ είναι αρμόδιο να αίρει οριστικά συγκρούσεις αρμοδιότητας είτε μεταξύ δικαστηρίων και διοικητικών αρχών είτε μεταξύ δικαστηρίων. Η περίπτωση αυτή αφορά κυρίως υποθέσεις όπου δύο δικαστήρια διαφορετικών κλάδων είτε κηρύσσουν εαυτά αμφότερα αρμόδια (καταφατική σύγκρουση) είτε αμφότερα αναρμόδια (αποφατική σύγκρουση). Οι κλάδοι της δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι τρεις:
  • Η διοικητική δικαιοσύνη
  • Η πολιτική δικαιοσύνη
  • Η ποινική δικαιοσύνη
Πρόβλημα σύγκρουσης μεταξύ πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης δεν μπορεί να υπάρξει και λόγω της φύσης των διαφορών και επειδή ανώτατο δικαστήριο και στους δύο αυτούς κλάδους είναι ο Άρειος Πάγος. Το πρόβλημα ανακύπτει κυρίως μεταξύ διοικητικής και πολιτικής δικαιοσύνης. Οι νόμοι ορίζουν ποιες υποθέσεις υπάγονται σε ποιον κλάδο. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις οριακές, όπου δεν είναι σαφές ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο. Οι αποφάσεις του ενός κλάδου δεν δεσμεύουν τον άλλο και το δικαστήριο του ενός κλάδου δεν παραπέμπει την υπόθεση στα δικαστήρια του άλλου, απλώς κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο και απορρίπτει το ένδικο βοήθημα (προσφυγή, αγωγή). Έτσι θα είχαμε το άτοπο π.χ. σε μια υπόθεση να κηρύσσουν εαυτά αναρμόδια τόσο το Συμβούλιο της Επικρατείας όσο και ο Άρειος Πάγος, με αποτέλεσμα ο πολίτης να στερείται του δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Αντίστροφα θα είχαμε το άτοπο το Συμβούλιο της Επικρατείας και ο Άρειος Πάγος να εκδικάζουν την ίδια ακριβώς υπόθεση, με τον κίνδυνο να καταλήξουν σε αντιφατικές αποφάσεις. Τα ίδια ισχύουν και για τη σύγκρουση αρμοδιότητας μεταξύ Ελεγκτικού Συνεδρίου και άλλου δικαστηρίου. Για την άρση τέτοιου είδους συγκρούσεων προβλέπεται η παραπομπή της υπόθεσης στο ΑΕΔ, το οποίο και αποφαίνεται οριστικά ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο.
Στην περίπτωση αυτή στη σύνθεση του ΑΕΔ συμμετέχουν και δύο τακτικοί καθηγητές νομικών μαθημάτων των νομικών σχολών των πανεπιστημίων της Χώρας.

Άρση αμφισβήτησης αντισυνταγματικότητας ή έννοιας διατάξεων νόμου (περ. ε΄)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ελλάδα ισχύει ο διάχυτος έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων: κατά το άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος "Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα". Αντίστροφα όμως η μη εφαρμογή ενός νόμου από ένα δικαστήριο ως αντισυνταγματικού δεν επηρεάζει το κύρος του, δηλαδή δεν τον ακυρώνει, ούτε δεσμεύει τα άλλα δικαστήρια: άλλο δικαστήριο μπορεί να κρίνει ότι ο νόμος είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα και να τον εφαρμόσει. Εντός του ίδιου κλάδου της δικαιοσύνης το πρόβλημα επιλύεται κατά κανόνα με απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου του οικείου κλάδου, η οποία δε δεσμεύει μεν τυπικά τα κατώτερα δικαστήρια σε άλλες υποθέσεις, έχει όμως βαρύνουσα σημασία, αφού το πιθανότερο είναι κάθε αντίθετη απόφαση κατωτέρου δικαστηρίου να ανατραπεί από το ανώτατο δικαστήριο μετά την άσκηση ενδίκου μέσου.
Πρόβλημα ανακύπτει αν μεταξύ των τριών ανωτώτων δικαστηρίων της χώρας εκδοθούν αντίθετες αποφάσεις για τη συνταγματικότητα διάταξης ενός νόμου. Παρόμοιο είναι και το πρόβλημα, αν τα ανώτατα δικαστήρια ερμηνεύσουν αντιφατικά την ίδια διάταξη νόμου, ακόμη κι αν δεν τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας. Για να αρθεί η αμφισβήτηση παραπέμπεται η υπόθεση στο ΑΕΔ, το οποίο αποφαίνεται οριστικά είτε για τη συνταγματικότητα είτε για την έννοια ενός νόμου. Ειδικά για τη συνταγματικότητα, αν το ΑΕΔ κρίνει ότι ο νόμος είναι αντισυνταγματικός, αυτός καθίσταται γενικώς και για όλους ανίσχυρος. Αυτή είναι η μόνη περίπτωση όπου δικαστήριο μπορεί να καταστήσει ανίσχυρο έναντι πάντων νόμο ψηφισμένο από τη Βουλή.
Και στην περίπτωση αυτή στη σύνθεση του ΑΕΔ συμμετέχουν και δύο τακτικοί καθηγητές νομικών μαθημάτων των νομικών σχολών των πανεπιστημίων της Χώρας.