Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2021

Τόλμησε να τα βάλεις με το Ελληνικό Κρατιστάν και τα λέμε... - Γιατί δεν πρόκειται να αλλάξει, ως καθεστώς


 

Του Γιώργου Κράλογλου

Όταν χαϊδεύεις το σύστημα συντάξεων στην Ελλάδα των γερόντων είσαι και ωραίος και καινοτόμος. Τόλμησε όμως να βάλεις χέρι στο Κρατιστάν και τα λέμε... 

Συνδέονται οι παρεμβάσεις στον ΕΦΚΑ με πιθανή ανακατωσούρα στο ελληνικό Κρατιστάν; 

Δεν συνδέονται καθόλου. Άλλωστε το "σήριαλ" με τον ΕΦΚΑ κλείνει μόνο 4ετία, από το 2017 που το ανέβασε η αριστερή επιθεώρηση...,  πράγμα που σημαίνει πως έχουμε να δούμε πολλά "επεισόδια" μέχρι τις εκλογές του 2023... Και ακόμη περισσότερα μετά τις εκλογές.

Τα συνδέει όμως η κυβέρνηση. Πήρε φόρα με το νέο ΕΦΚΑ και τον e-ΕΦΚΑ και στις συζητήσεις, τις δηλώσεις και τις συνεντεύξεις της αφήνει να εννοηθεί πως λίγο ως πολύ θέλει να χρησιμοποιήσει το νέο σύστημα λειτουργίας του ως μοντέλο "Δούρειου Ίππου" να εμβολίσει... το 50χρονο Κρατιστάν,  του 2023, και να φέρει τα πάνω κάτω στο κράτος και τα μέσα έξω... σε ό,τι συναντάμε σήμερα και μας προκαλεί τη γνωστή και αξεπέραστη αγανάκτησή μας...

Λέει, ανάμεσα σε πολλά άλλα ηρωικά..., η κυβέρνηση. Θα βγάλω τους συνδικαλιστές από τα Πειθαρχικά Συμβούλια του ΕΦΚΑ.

Θα κάνω προσλήψεις αλλά αυτοί που θα προσλαμβάνονται θα είναι εξειδικευμένοι οικονομολόγοι ιδιώτες και τεχνοκράτες που θα μου αναβαθμίσουν τον ΕΦΚΑ και θα περάσουν το μήνυμα και σε όλους τους άλλους χώρους του κράτους. 

Θα συνεργάζομαι με διαπιστευμένους ιδιώτες δικηγόρους και επιστήμονες της πληροφορικής, για να συντηρώ το σύστημα συνταξιοδότησης και ασφάλισης σε ανταγωνιστικά επίπεδα και να μην περιορίζομαι στις γνώσεις του δυναμικού του Οργανισμού που βεβαίως και θα είναι, επίσης, υψηλού επιστημονικού επιπέδου.

Για τον ΕΦΚΑ καλά τα λέει η κυβέρνηση. Και δεν είναι καθόλου δύσκολο να της βγουν,  αν όντως το θέλει, για τους εξής δύο λόγους. 

Πρώτον γιατί άλλες προσλήψεις (από εδώ και από εκεί) στη θητεία της (μέχρι τις εκλογές του 2023), εκτός από αυτές των συστημάτων υγείας και συντάξεων, δεν είναι καθόλου εύκολες, με το χάλι του χρέους μας. Θα σηκωθούν και οι πέτρες... 

Δεύτερο η κυβέρνηση,  οποιαδήποτε κυβέρνηση στην Ελλάδα, που δεν κάνει προσλήψεις κρατικών υπαλλήλων ή δεν δίνει επιδόματα και επιστρεπτέες..., είναι χαμένη από χέρι στις εκλογές. Ειδικά τώρα που η ιδιωτική οικονομία δεν υπόσχεται τίποτε, αν δεν βρει δυναμικό με δεξιότητες ή εξειδικεύσεις.

Από το σημείο αυτό όμως,  δηλαδή να κάνουμε προσλήψεις στο κράτος, μέχρι το σημείο να λέμε ότι επιστήμονες εξειδίκευσης,  με γνώσεις και δεξιότητες θα αναζητούν την τύχη και το αύριο τους στο ελληνικό κράτος (επειδή ο ΕΦΚΑ -ως μοντέλο- θα δώσει στίγμα για να αλλάξει το Κρατιστάν) είναι και για την Ελλάδα θέμα με αποστάσεις ωκεανού...

Στο Ελληνικό Κρατιστάν,  η πολύ μεγάλη πλειοψηφία δεν βάζει το κόμμα και τους μηχανισμούς του, να την διορίσει για να δουλέψει. Δεν πηγαίνει στο κράτος αυτός που θέλει να κάνει καριέρα και να αναδειχθεί από την καριέρα του. 

Στο ελληνικό κράτος ισχύει ακόμη (Δεκέμβριος του 2021) το γνωστό "...μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει ο μισθός, μισθός,  ακατέβατος για πάντα... και η καρέκλα μόνιμη έχει δεν έχει λεφτά ο κορβανάς... Γιατί υπάρχουν και τα δανεικά". 

Ποιοι τα εγγυώνται αυτά για τους κρατικούς υπαλλήλους; Τα κόμματα -εργοδότες και οι εργατοπατέρες...

Και αυτό στο Ελληνικό Κρατιστάν δεν πρόκειται να αλλάξει,  ως καθεστώς. Το εγγυάται (με τη σειρά του...) ο μισού αιώνα ψευτοσοσιαλισμός όλων των κομμάτων εξουσίας και ο αριστερισμός ως παραλλαγή του βασικού στελέχους... της σοσιαλιστικής πανδημίας, κατά τη μεταπολίτευση... 

Ίσως να περάσουμε κάποια φάση πειραματισμού αλλαγής με κάποιες τοποθετήσεις που θα προβληθούν για να εντυπωσιάσουν. (πειραματισμός φιλελεύθερου τύπου συνέχεια των προηγούμενων αριστερών πειραμάτων που επίσης εκσυγχρόνιζαν το κράτος...), αλλά να αλλάξει το καθεστώς κρατισμού επειδή το λέει η σημερινή κυβέρνηση αποκλείεται. 

Και τι κάνουμε δηλαδή; Να μην το επιχειρήσουμε στον ΕΦΚΑ και στην υγεία που έτσι και αλλιώς απαιτείται παραπέρα στελέχωση; Βεβαίως και οφείλουμε να τα πράξουμε. Ιδίως τις διαπιστεύσεις ιδιωτών και ιδιωτικών γραφείων σε συνεργασία με το κράτος. 

Αλλά ως εκεί. Για να έχουμε κάτι να λέμε... Να μη ξεχνάμε όμως ότι, στην Ελλάδα όσο τα κόμματα επιμένουν σε κάθετη παρέμβαση στη λειτουργία του κράτους (ΔΕΚΟ) και στην ιδιωτική οικονομία, εκσυγχρονισμός στη δημόσια διοίκηση και περιφρούρηση της από τον κρατικό κομματικό εργατοπατερισμό είναι δύο πράγματα που αποκλείονται. 





πηγή:https://www.capital.gr/o-giorgos-kraloglou-grafei/3600986/to-eukolaki-me-ton-efka?utmsource=email

Από τον κατώτατο στον βιώσιμο μισθό


 Aνάλυση του Πάνου Κορφιάτη *

Την 1η Ιανουαρίου 2022 θα τεθεί σε ισχύ η συμβολική επί της ουσίας αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2%, έπειτα από τρία χρόνια «παγώματός» του, μετά την αύξησή του κατά 11% από την 1η Φεβρουαρίου 2019 -και την παράλληλη κατάργηση του «υπο-κατώτατου» μισθού. Την ίδια στιγμή στη δημόσια συζήτηση κυριαρχεί το ζήτημα της ανόδου του πληθωρισμού -3.4% για τον Οκτώβριο του 2021- που έχει ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα στα χαμηλότερα εισοδήματα. Εστιάζοντας στο ζήτημα, η πρόσφατη «Ενδιάμεση έκθεση για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση» του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι η σημαντικά υψηλότερη του πληθωρισμού αύξηση στο κόστος ενέργειας, στέγης και τροφίμων οδηγεί σε απώλεια της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού κοντά στο 10%[1], ενώ ήδη από το 2020 το 35.5% των νοικοκυριών αντιμετώπιζε μεγάλη δυσκολία στην κάλυψη των βασικών αναγκών του.[2] Ακόμη και στο ευνοϊκότερο σενάριο της σταθεροποίησης των τιμών στα σημερινά επίπεδα, η αύξηση του 2% θα έχει υπερκαλυφθεί από την άνοδο στο κόστος ζωής, αυξάνοντας το ποσοστό των άτομα που διαβιώνουν σε συνθήκες υλικής αποστέρησης.[3]

Tο βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης για τη «λελογισμένη» αύξηση του κατώτατου μισθού ήταν πως μια υπέρμετρη αύξηση θα έθετε σε κίνδυνο θέσεις εργασίας, οδηγώντας σε απολύσεις. Η επιστημονική τεκμηρίωση της θέσης αυτής στο σχέδιο πορίσματος του ΚΕΠΕ για την αύξηση του κατώτατου μισθού γίνεται με έναν ομολογουμένως «πρωτότυπο» τρόπο, αφού αντιστρέφει τις εμπειρικές διαπιστώσεις που η ίδια επικαλείται. Συμφώνα με αυτήν, από τη μείωση του κατώτατου μισθού το 2012 που συνοδεύτηκε με εκτίναξη της ανεργίας[4] και την αύξηση του κατώτατου μισθού τον Φεβρουάριο του 2019 (με την ανεργία να μειώνεται κατά 2,9 μονάδες σε έναν χρόνο) προκύπτει το συμπέρασμα ότι υπάρχει «μία μάλλον αρνητική σχέση μεταξύ του επιπέδου της απασχόλησης και του ύψους του κατώτατου μισθού»[5]. Πέρα από τον ανακόλουθο συσχετισμό του συμπεράσματος με την πρόσφατη εμπειρική πραγματικότητα, λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση του πορίσματος  ήρθε η απονομή του βραβείου Νόμπελ οικονομίας στον David Card, για την συμβολή του στην κατάδειξη του ότι η αύξηση  του κατώτατου μισθού δεν οδηγεί σε μείωση της απασχόλησης. Η προσπάθεια εμφάνισης μιας πολιτικής απόφασης ως «τεχνοκρατικής» εν προκειμένω υπονομεύει την αξιοπιστία και της πολιτικής και της επιστήμης. Όταν μάλιστα και οι πλέον μετριοπαθείς αναλύσεις καταδεικνύουν ότι «η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι οι αρνητικές επιπτώσεις των κατώτατων μισθών στην απασχόληση συχνά υπερτιμώνται» και ότι ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα «η αύξηση του κατώτατου μισθού μπορεί να συμβάλλει τόσο στην καταπολέμηση της φτώχειας, όσο και στην αναβάθμιση του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας».[6]

Το πάγωμα του κατώτατου μισθού τη διετία 2020-2021 κατέστησε την Ελλάδα ευρωπαϊκή εξαίρεση. Ακόμη και μέσα στη διάρκεια τις πανδημίας οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν πανευρωπαϊκά κατά μέσο όρο 8,4% το 2020 και 3% το 2021. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας με σημαντικές διαδοχικές αυξήσεις.[7] Αξιοσημείωτο είναι επίσης και ότι οι δύο χώρες έχουν θέσει συγκεκριμένο στόχο για το ύψος του κατώτατου μισθού: το 60% του μέσου μισθού στην Ισπανία και τα 750 ευρώ στην Πορτογαλία ως το 2023.

Το πιο ενδιαφέρον ίσως παράδειγμα είναι η σταθερή προσήλωση του Ηνωμένου Βασίλειου στην αύξηση του κατώτατου μισθού (το 2022 ο κατώτατος μισθός θα έχει αυξηθεί κατά 41.17% από το 2015)[8] σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την μονοπώληση της διακυβέρνησης του από διαδοχικές κυβερνήσεις των Συντηρητικών. Ορίζοντας των αυξήσεων είναι ο εθνικός βιώσιμος μισθός να φτάσει τα 2/3 των μέσων αποδοχών το 2023. Περιγράφοντας την οικονομική λογική πίσω από αυτήν την απόφαση ο τότε υπουργός για τη Μαθητεία και τις Δεξιότητες τόνισε πως: «Η επιβολή μιας μισθολογικής αύξησης μπορεί να ωθήσει τους εργοδότες να κάνουν επενδύσεις που διαφορετικά δεν νιώθουν αναγκασμένοι να κάνουν».[9]

Το ελληνικό πρόβλημα δεν περιορίζεται απλά σε μια συγκυριακή απόκλιση. Αφορά το πώς έχουν εξελιχθεί οι μισθοί την τελευταία δεκαετία, με τη χώρα μας να είναι η μόνη με χαμηλότερο κατώτερο μισθό σήμερα σε σχέση με το 2011. Ενδεικτική, μάλιστα, είναι και η υποχώρηση του μεριδίου της εργασίας «κατά την περίοδο 2007-2017 από 40,8% σε 32,2% του Εθνικού Εισοδήματος που παράγεται από τον ιδιωτικό τομέα».[10]

Προφανώς βάζοντας στη συζήτηση το τί συμβαίνει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης αναφερόμαστε σε διαφορετικές κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές συνθήκες καθώς και σε αποκλίνουσες πολιτικές –που με την εξαίρεση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας δεν χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη ζέση για «παραχωρήσεις» σε διεκδικήσεις του κόσμου της εργασίας.

Η τάση αύξησης των κατώτατων μισθών όμως είναι πραγματική και οφείλεται σε μια παραδοχή και σε μία σε εξέλιξη μετατόπιση:

Πρώτον, στο ότι η υποχώρηση του παραδοσιακού ευρωπαϊκού μοντέλου οργάνωσης των εργασιακών σχέσεων[11] μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις, οδήγησε πολύ μεγαλύτερο κομμάτι του εργατικού δυναμικού στα κατώτατα επίπεδα αμοιβών, με αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των ανισοτήτων και των εργαζόμενων φτωχών. Σε αυτό το πλαίσιο η αύξηση του κατώτατου μισθού αποτελεί μια στοιχειώδη προσπάθεια αντίδρασης σε περαιτέρω διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής.

Δεύτερον, αντανακλά μια σταδιακή επανατοποθέτηση της συζήτησης για τη σχέση μισθών και ανάπτυξης. Η ανάγκη για την προσέλκυση εργαζόμενων με υψηλό επίπεδο δεξιοτήτων σε μια ουσιαστικά ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, οι σημαντικά αρνητικές επιπτώσεις των ανισοτήτων στην οικονομική ανάπτυξη και η ανάγκη για μετάβαση σε ένα οικονομικό μοντέλο βασισμένο στη γνώση και την υψηλή προστιθέμενη αξία δημιουργούν συνθήκες ακύρωσης του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος από την υπερβολική συμπίεση των μισθών, που παραπέμπει σε ένα παρωχημένο μοντέλο οικονομικής μεγέθυνσης.

Αποτέλεσμα των παραπάνω και της πίεσης που ασκούν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι και η  πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα δίκαιο και επαρκή κατώτατο μισθό.[12]

Σε πολύ μεγάλο βαθμό τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της χώρας αλλά και τα αδιέξοδα και οι καθημερινές αντιξοότητες των πολιτών της οφείλονται στην διατήρηση της συνταγής της υποτίμησης της εργασίας. Από τη μονοκαλλιέργεια υπηρεσιών χαμηλής προστιθέμενης αξίας, το χαμηλό εργασιακό ηθικό και την ελλιπή ύπαρξη κινήτρων που χαρακτηρίζουν την εργασία στην Ελλάδα ως το brain drain και τη διαρκή κατάσταση επισφάλειας, η κοινή ρίζα εντοπίζεται στην πολιτική επιλογή συμπίεσης του επίπεδου των μισθών –για την οποία ο περιορισμός του κατώτατου μισθού σε οριακά επίπεδα του  είναι ένα ιδιαίτερο κρίσιμο εργαλείο, το οποίο αποτέλεσε το βασικό μοχλό υλοποίησης της στρατηγικής της οικονομικής προσαρμογής μέσω της εσωτερική υποτίμησης μετά το 2010.

Η ανάγκη για την άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού σε επαρκή επίπεδα σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης, πληθωριστικών πιέσεων και στεγαστικού ζητήματος, σε ό,τι αφορά το βραχύ χρόνο, αλλά και η μεσομακροπρόθεσμα σταδιακή μετάβαση σε έναν βιώσιμο μισθό (living wage) που να επιτρέπει η εργασία να εξασφαλίζει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης αποτελεί πιεστική ανάγκη για τον κόσμο της εργασίας, αλλά και το πρώτο βήμα για ένα μοντέλο ανάπτυξης βιώσιμο, ανθεκτικό και συμπεριληπτικό.

 

 

* Αναλυτής επιχειρησιακών δεδομένων στον τομέα της ασφάλισης, πρ. Ειδικός Γραμματέας ΣΕΠΕ, μέλος Ομάδας Κοινωνικών Εξελίξεων ΕΝΑ – Υπεύθυνος της θεματικής «Εργασία, αμοιβές & πολιτικές απασχόλησης»


πηγή:https://www.enainstitute.org/publication/%ce%b1%cf%80%cf%8c-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%ba%ce%b1%cf%84%cf%8e%cf%84%ce%b1%cf%84%ce%bf-%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b2%ce%b9%cf%8e%cf%83%ce%b9%ce%bc%ce%bf-%ce%bc%ce%b9%cf%83%ce%b8%cf%8c/

Υπουργείο Οικονομικών: Μέτρα για το συμφέρον των πολιτών! - Ενεργοποιήθηκε ο Μηχανισμός Έγκαιρης Προειδοποίησης για όσους χρωστάνε! - Το κράτος θα εφαρμόσει, τον μηχανισμό, για τα αναδρομικά που οφείλει στους συνταξιούχους;;

 


   Το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε την ενεργοποίηση της νέας ψηφιακής πλατφόρμας του "Μηχανισμού Έγκαιρης Προειδοποίησης", που μπαίνει σε εφαρμογή στο πλαίσιο του Νόμου για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή 2ης ευκαιρίας. Η έγκαιρη προειδοποίηση αποτελεί μια καινοτόμο διαδικασία, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία αποσκοπεί στον εντοπισμό περιστάσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε αφερεγγυότητα, με σκοπό την πρόληψη της υπερχρέωσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η διαδικασία της έγκαιρης προειδοποίησης περιλαμβάνει τρία βασικά βήματα:

   1. Ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης υποβάλλει αίτηση στον Μηχανισμό Έγκαιρης Προειδοποίησης (μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας του Υπουργείου Οικονομικών  http://www.keyd.gov.gr/ ή http://ofeiles.gov.gr)  και παρέχει τη συναίνεσή του για την άρση απορρήτου, με σκοπό την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και διασταύρωση δεδομένων που τον αφορούν.

  2. Η πλατφόρμα επεξεργάζεται τα οικονομικά στοιχεία, βάσει ειδικών αριθμοδεικτών, όπως για παράδειγμα η κάλυψη βραχυπρόθεσμων οφειλών. Ακολούθως, ο οφειλέτης κατατάσσεται σε ένα από τα τρία επίπεδα κινδύνου αφερεγγυότητας (χαμηλό – μέτριο – υψηλό).

   3. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει καταταχθεί σε μέτριο ή υψηλό επίπεδο κινδύνου και εφόσον επιθυμεί,  ζητά μέσω της πλατφόρμας, τον προγραμματισμό της πρώτης συνάντησης για να λάβει δωρεάν υπηρεσίες ενημέρωσης. Στο πλαίσιο αυτό, συμπληρώνει ειδικό ερωτηματολόγιο και επισυνάπτει τυχόν στοιχεία που δεν είναι ψηφιακά διαθέσιμα. Τα στοιχεία μελετώνται από ειδικούς εμπειρογνώμονες, οι οποίοι ακολούθως παρέχουν ενημέρωση και συμβουλές στον οφειλέτη.


Μία Ελληνίδα στις σημαντικότερες προσωπικότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Η πρώτη, και μέχρι στιγμής μοναδική Ευρωπαϊκή αξιωματούχος ...




 


Ως η πρώτη —και μέχρι στιγμής μοναδική— ευρωπαϊκή αξιωματούχος της πόλης που αφιερώθηκε αποκλειστικά στο θέμα, ο διορισμός της τον Ιούλιο σηματοδότησε τη στιγμή που η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή θεσμοθετήθηκε πολιτικά σε τοπικό επίπεδο. Με τα κλιματικά μοντέλα να προβλέπουν συχνότερες πλημμύρες στη Βόρεια Ευρώπη και καταστροφικές πυρκαγιές και ζέστη στον Νότο, οι αξιωματούχοι και οι πολιτικοί θα καλούνται όλο και περισσότερο να βοηθήσουν τους πολίτες να αντιμετωπίσουν την καταστροφή. Ακόμη και αν η υπερθέρμανση του πλανήτη περιοριστεί στους 1,5 βαθμούς Κελσίου - κάτι που είναι απίθανο με βάση τις τρέχουσες κλιματικές δεσμεύσεις - ο ζεστός καιρός θα σκοτώσει σύντομα περίπου 30.000 Ευρωπαίους ετησίως, σύμφωνα με μελέτη για την ΕΕ.

Ελένη Μυριβήλη προσφέρει στην Ευρώπη μια γεύση από το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Ως Διευθύνων Σύμβουλος θερμότητας της Αθήνας, η Μυριβήλη έχει επιφορτιστεί με την επινόηση τρόπων για να σωθούν ζωές, καθώς η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας προκαλεί μεγαλύτερους, θερμότερους, συχνότερους και πιο θανατηφόρους καύσωνες. Η ομάδα της στην ελληνική πρωτεύουσα αναπτύσσει νέα πρωτόκολλα για τη διαχείριση των ακραίων καιρικών συνθηκών - δεδομένου ότι οι τοπικές θερμοκρασίες πλέον ξεπερνούν τακτικά τους 40 βαθμούς Κελσίου το καλοκαίρι - εκπαιδεύοντας επίσης τους ντόπιους και ανακαλύπτοντας πώς να αλλάξουν το δομημένο περιβάλλον ώστε να αντανακλά καλύτερα τη ζέστη και να δροσίζει τους δρόμους.

Η Μυριβήλη αντιπροσωπεύει επίσης πόσο μακριά πρέπει να φτάσει ακόμη η Ευρώπη όσον αφορά τη δημιουργία θεσμών για να αντιμετωπίσουν τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Η δουλειά της δεν ήταν απλώς το πνευματικό τέκνο της δημοτικής αρχής της Αθήνας – είναι μέρος ενός έργου που χρηματοδοτήθηκε από το Adrienne Arsht-Rockefeller Resilience Center του Atlantic Council, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία βρίσκεται επίσης πίσω από τη δημιουργία ενός παρόμοιου ανάρτηση στο Μαϊάμι της Φλόριντα. Σε αυτή τη θέση η Μυριβήλη δεν έχει εκτελεστική εξουσία. θα πρέπει να προωθήσει τις πολιτικές της με τις δυνάμεις της πειθούς. Επιπλέον, της έχει επιφορτιστεί όχι μόνο να συντάσσει πολιτικές για τη δική της πόλη, αλλά να προσφέρει συμβουλές σε δήμους σε όλη την ήπειρο, όπου πιθανότατα θα δυσκολευτεί να ακουστεί - ανεξάρτητα από το πόσο σημαντικό μπορεί να είναι το μήνυμά της.



πηγή: https://www-politico-eu.translate.goog/list/politico-28-class-of-2022-ranking/eleni-myrivili/?_x_tr_sl=en&_x_tr_tl=el&_x_tr_hl=el&_x_tr_pto=sc

Ζει και βασιλεύει η διαφθορά στην Ελλάδα - Ποιοι αδιάφθοροι βρίσκονται στην κορυφή της λίστας των διεφθαρμένων


 Μεγάλη και εν πολλοίς ατιμώρητη παραμένει η διαφθορά στην Ελλάδα, η οποία υπάρχει και διαιωνίζεται κυρίως λόγω του πολιτικού συστήματος και των πελατειακών σχέσεων των κομμάτων. Αυτό αποτελεί το γενικό συμπέρασμα της έρευνας της κοινής γνώμης για τη διαφθορά που πραγματοποίησε η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), θεσμό τον οποίο πάντως οι πολίτες εμπιστεύονται σημαντικά για τη διαλεύκανση περιστατικών διαφθοράς, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα.

Η συντριπτική πλειονότητα των ερωτωμένων, το 97% συνολικά, εκτιμά ότι η Ελλάδα έχει σημαντικό πρόβλημα διαφθοράς. Συγκεκριμένα, το 67% απαντά ότι το πρόβλημα είναι «πολύ σημαντικό» και το 30% ότι είναι «αρκετά σημαντικό».

Το 62% των ερωτωμένων τοποθέτησε στην κορυφή της λίστας με τους τομείς που είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στη διαφθορά τα δημόσια έργα και τις προμήθειες του Δημοσίου, ενώ δεύτερο στην κατάταξη έρχεται το πολιτικό σύστημα. Ακολουθούν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, Δήμοι και Περιφέρειες, ως τομείς που οι πολίτες κρίνουν σε ποσοστό 48% και 39%, αντίστοιχα, ότι είναι εκτεθειμένοι περισσότερο στη διαφθορά.

Το 80% απάντησε ότι οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, όπως για παράδειγμα η πανδημία, είναι εξαιρετικά πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση φαινομένων διαφθοράς.

Για ποιο λόγο όμως ζει και βασιλεύει η διαφθορά στην Ελλάδα; Ο πρώτος λόγος για το 85% των ερωτωμένων είναι η ατιμωρησία για τους διεφθαρμένους, ο δεύτερος, για το 73% των ερωτωμένων, οι πελατειακές σχέσεις των κομμάτων, και ο τρίτος, με ποσοστό 43%, η αδιαφάνεια στις δραστηριότητες των κρατικών οργανισμών. Σημειώνεται ότι στην ερώτηση για τους σημαντικότερους παράγοντες για την ύπαρξη της διαφθοράς οι πολίτες είχαν τη δυνατότητα να δώσουν έως τέσσερις απαντήσεις.

Εννέα στους δέκα πολίτες πιστεύουν ότι η διαφθορά δεν τιμωρείται. Το 87% απάντησε ότι η διαφθορά στην Ελλάδα τιμωρείται σπάνια ή ποτέ και μόνο το 10% ότι «τιμωρείται συχνά». Το 56% απάντησε ότι θα κατήγγελλε περιστατικά διαφθοράς στα οποία θα γινόταν μάρτυρας, αλλά ένα σημαντικό ποσοστό, 39%, δήλωσε ότι επίσης θα δίσταζε να προχωρήσει σε καταγγελία. Ο λόγος προκύπτει από την απάντηση στην επόμενη ερώτηση της έρευνας, καθώς το 50% εκτιμά ότι δεν υπάρχει «καμία προστασία για αυτούς που καταγγέλλουν».

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι πολίτες αν αποφάσιζαν να καταγγείλουν ένα περιστατικό διαφθοράς για δημόσιο υπάλληλο θα απευθύνονταν σε ποσοστό 65% στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας, 51% στη Δικαιοσύνη και σε ποσοστό 49% στον Συνήγορο του Πολίτη (επίσης έως τέσσερις απαντήσεις). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε όλη τη χώρα από τις 11/9/2021 έως και τις 30/11/2021 σε δείγμα 777 ατόμων μέσω της συμπλήρωσης ερωτηματολογίων από την ΕΑΔ.

πηγή: https://www.kathimerini.gr/society/561623497/zei-kai-vasileyei-i-diafthora-leei-i-koini-gnomi/


Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021

Οι πραγματικοί ηγέτες δεν υπολογίζουν το πολιτικό κόστος



Αυτός ο τόπος χρειάζεται επειγόντως μερικές μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Γιατί, όσο αστρονομική ανάπτυξη και να έχουμε, θα φτάσουμε πάλι στα ίδια αδιέξοδα χωρίς αλλαγές στην παιδεία, στη Δικαιοσύνη, στην υγεία και στη δημόσια διοίκηση. Στα λόγια, όλοι τις θέλουμε τις μεταρρυθμίσεις. Στην πράξη μερικές προχωράνε, ορισμένες ψηφίζονται αλλά μένουν στα χαρτιά και κάποιες μαζεύουν σκόνη. 

Η εμπειρία απέδειξε ότι καμία μεταρρύθμιση δεν πετυχαίνει χωρίς να έχουν κομμάτι «ιδιοκτησίας» οι άμεσα εμπλεκόμενοι. Μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη χωρίς δικηγόρους και δικαστές δεν γίνεται. Και το ίδιο ισχύει σε όλους τους κρίσιμους τομείς. Αποδείχθηκε αυτό την εποχή των μνημονίων. Η χώρα γινόταν άνω-κάτω, φτάναμε στα όρια του εμφυλίου, οι νόμοι ψηφίζονταν, τα κόμματα διεσπώντο και στην πράξη δεν άλλαζε τίποτα. Με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Μεταρρύθμιση σημαίνει ξεβόλεμα, αξιολόγηση, στοχοθεσία, αξιοκρατία. Λογικό είναι να υπάρχουν αντιδράσεις από όσους φοβούνται όλα τα παραπάνω. Αυτό που αναζητείται είναι ηγεσίες που δεν σκιάζονται από το πολιτικό κόστος. Αλλά ακόμη και αν βρεθούν τέτοιες ηγεσίες με τη μορφή πολιτικών που διαθέτουν όραμα και τσαγανό, δεν φτάνουν. Χρειαζόμαστε ηγέτες-δικαστές, ηγέτες-καθηγητές κ.ά., που θα πάρουν στην πλάτη τους τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και θα πείσουν τους συναδέλφους τους ότι αξίζει να γίνουν προς το συμφέρον όλων. Σπανίζουν στις μέρες μας αυτές οι προσωπικότητες. Οι συνδικαλιστές και οι εκπρόσωποι διαφόρων κλάδων μοιάζουν, ή μάλλον είναι, πολιτικοί. Ξέρουν να λένε όχι, να οχυρώνονται πίσω από νομικίστικα επιχειρήματα και να ζητούν προσλήψεις ή παραπάνω λεφτά. Προφανώς χρειάζονται αυτά, όμως αν δεν γίνουν τομές, θα είναι χρήματα του ελληνικού λαού που θα πετιούνται σε έναν τρύπιο κουβά.

Θα ήταν εξαιρετικό να ακούσουμε τέτοιες ηγετικές φυσιογνωμίες να μας προτείνουν τι αλλαγές πρέπει να γίνουν. Τις συναντάμε μόνο στον χώρο της παιδείας προς το παρόν.

Δεν είναι εύκολο καθόλου για σοβαρούς επαγγελματίες να μπουν στη μάχη και να στηρίξουν μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις. Το σθένος τους μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε περιπέτειες, στη δημόσια χλεύη, στις απειλές. Οπότε καταλήγουμε να έχουμε ηγεσίες που λένε μονότονα «Οχι» σε κάθε αλλαγή και ανθρώπους που φοβούνται. Το αποτέλεσμα το βλέπουμε γύρω μας και δεν μας γεμίζει αισιοδοξία.


πηγή:https://www.kathimerini.gr/opinion/561620143/oi-igetes-den-ypologizoyn-to-politiko-kostos/

Οι Έλληνες ψάχνουν για… αρχηγό


 Συνήθως διατυπώνεται απαξιωτικώς και ειρωνικώς ως σχόλιο σε πραγματικά γεγονότα: «Ο τάδε ή η δείνα βουλευτής της Ν.Δ. δεν έκανε το εμβόλιο επειδή συμβουλεύτηκε τον…. πνευματικό του/της.

  • Από τον
    Μανώλη Κοττάκη

Πόσο καθυστερημένος! Ο περιφερειάρχης δεν ψήφισε το Μνημόνιο τον καιρό που ήταν μέλος του Κοινοβουλίου επειδή συμβουλεύτηκε τον… πνευματικό του. Πόσο οπισθοδρομικός! Ο τάδε αντιεμβολιαστής έχασε τη ζωή του επειδή άκουσε τον… πνευματικό του. Πόσο ανόητος! Ο ιερεύς της Μητροπόλεως βήτα κόλλησε κορονοϊό επειδή άκουσε τον… πνευματικό του. Πόσο αντιδραστικός!».

Στη βόρειο Ελλάδα η συζήτηση αυτή, σε τόνο απαξιώσεως πάντοτε, τα σκαλίζει ακόμη πιο βαθιά, πάει ακόμη πιο μακριά: Ποιος είναι ο ρόλος του Αγίου Ορους στο ότι η μισή Μακεδονία είναι ανεμβολίαστη; Είναι τόσο μεγάλο το εύρος της πνευματικής απήχησης του Αθω στον ελληνικό λαό; Μήπως με την πανδημία ανακαλύπτουμε κάτι που το βλέπαμε -τα κομποσκοίνια στους καρπούς των χεριών λαϊκών ανθρώπων- αλλά δεν το καταλαβαίναμε; Οσοι διεξάγουν αυτή τη συζήτηση με όρους ορθολογισμού και καταλήγουν με θυμηδία στο συμπέρασμα ότι στην πατρίδα μας υπάρχει… θεοκρατία, φοβάμαι ότι κάτι χάνουν.

Παρατηρούν το αποτέλεσμα και το αναλύουν με τη δική τους φιλοσοφική θεωρία, αλλά αγνοούν τις αιτίες του. Μην πω αδιαφορούν για αυτές! Κανείς δεν ρωτά: Γιατί οι Ελληνες τρέχουν στους πνευματικούς για να τους λύσουν προβλήματα της καθημερινής ζωής και όχι για τα θεολογικά τους ζητήματα – αμαρτίες, συγχωρέσεις κ.λπ.; Φοβάμαι ότι πίσω από αυτό το θεωρητικώς ιδεολογικό ζήτημα κρύβεται ένα πρόβλημα βαθύτατα πολιτικό και βαθύτατα πνευματικό.

Ο ρόλος της θρησκείας

Οι Έλληνες ψάχνουν «αρχηγό» για τις ζωές τους. Οι Έλληνες ψάχνουν να ακούσουν λόγο-βάλσαμο για την ψυχούλα τους, που να ξεφεύγει από τον ξύλινο λόγο της τρέχουσας ελίτ μας. Οι Έλληνες ψάχνουν αγκωνάρι μέσα στη θρησκεία, αλλά έξω από την επίσημη Εκκλησία γιατί αυτή τους απογοητεύει.

Η αναζήτηση πνευματικού είναι, λοιπόν, πράξη αυτονόμησης από την κοσμική εξουσία επειδή αυτή δεν τους εκπροσωπεί επαξίως και πράξη απόσυρσης από την επίσημη Εκκλησία επειδή αυτή δεν τους καλύπτει ψυχικώς. Αναζητώντας πνευματικούς, οι Έλληνες θέλουν να είναι χριστιανοί χωρίς να μετέχουν στο πλήρωμα αυτής της Εκκλησίας. Θέλουν να είναι πολίτες άνευ πολιτικής.

Για να μη θεωρητικολογώ, θα μιλήσω με παραδείγματα! Ισως στενοχωρήσω ανθρώπους που αγαπώ, αλλά για την αλήθεια μιλάμε, όχι για τα συναισθήματα. Προσφάτως ένας από τους πλέον φωτισμένους μητροπολίτες της πατρίδος, που έχει πνευματικές προδιαγραφές Αρχιεπισκόπου, κατήγγειλε από άμβωνος ιερείς του που κόλλησαν κορονοϊό επειδή άκουγαν τους πνευματικούς τους στο Αγιον Ορος και όχι τον ίδιο. Όταν, όμως, ο ίδιος απουσιάζει από αυτή την επαρχία της μητροπόλεώς του επί μακρόν και οι ιερείς του δεν έχουν φυσικό αρχηγό, μοιραίο δεν είναι; Θα αναζητήσουν αρχηγό αλλού. Το ότι λαμβάνουν σωστές ή λάθος συμβουλές στο μακρινό Αγιον Ορος ασφαλώς και είναι μείζον ζήτημα, αλλά ακόμη μεγαλύτερο είναι το ζήτημα της απουσίας φυσικής ηγεσίας και καθοδήγησης στην καθημερινότητά τους. Μην απορεί, λοιπόν, κανείς αν ένας ιερεύς πειθαρχεί στον πνευματικό του αντί για τον δεσπότη του. Κάτι φταίει. Κάποιο κενό υπάρχει. Αν τώρα προβάλουμε αυτό το τοπικό παράδειγμα σε εθνική κλίμακα, θα κατανοήσουμε γιατί ένας Ελλην ή μία Ελληνίδα ακούει τον πνευματικό του/της και όχι τον υπουργό Υγείας ή τον πρωθυπουργό του/της.

Η πολιτική απογοητεύει. Η πολιτική έχει πάψει εδώ και καιρό να μιλά στις καρδιές των ανθρώπων. Η πολιτική δεν οικοδομεί εμπιστοσύνη. Η πολιτική ταυτίζεται στις ψυχές των ανθρώπων με τραπεζικούς λογαριασμούς, ακίνητα και κέρδη πολυεθνικών. Η πολιτική δεν ακούει τους ανθρώπους όταν αυτοί έχουν ανάγκη να ακουστούν.

Να το το κενό και πάλι. Ακάλυπτος ο απλός Έλλην σπεύδει να αναθέσει στον πνευματικό καθήκοντα κοσμικά. Καθήκοντα που, ενδεχομένως, δεν του αναλογούν, αλλά με τον τρόπο που εξελίσσονται τα πράγματα οι άνθρωποι αυτοί -οι οποίοι τη γνώμη τους λένε στο κάτω κάτω της γραφής- εξελίσσονται για τον πολίτη από ύστατο καταφύγιο σε πρώτη επιλογή, σε ηγέτη της ζωής του. Το γιατί το περιγράψαμε ήδη: Όταν η πολιτική δεν ακούει τους ανθρώπους, οι άνθρωποι αναζητούν ανθρώπους για να ακουστούν. Για να εξομολογηθούν τον πόνο τους. Να μοιραστούν τον καημό τους. Να πάρουν και μιαν άλλη γνώμη.

Στην πραγματικότητα ο χλευαστικός τρόπος που διεξάγεται στην πατρίδα μας η συζήτηση για τους πνευματικούς υποτιμά όσους αναζητούν τη βοήθειά τους. Δείχνει πως, όχι, ούτε τώρα καταλαβαίνουν, και η πολιτική και η Εκκλησία, γιατί ο άνθρωπος θρησκεύεται ιδιωτικώς και απέχει πολιτικώς. Δείχνει και κάτι άλλο: Τη συγκλονιστική άγνοια της πολιτικής για το κοινωνικό επίπεδο των ανθρώπων που καταγγέλλει. Διότι, μαζί με τους ανωνύμους και αδυνάμους, σπεύδουν σε πνευματικούς και υπερεπώνυμοι με τους οποίους η εξουσία συναναστρέφεται κάθε μέρα. Να το εξηγήσουμε, όμως, και αλλιώς: Γιατί ο μέσος Ελλην φανατίζεται με την ποδοσφαιρική του ομάδα, φορά κομποσκοίνι στο χέρι και δεν πηγαίνει σε μεγάλες πολιτικές συγκεντρώσεις; Απάντηση: Γιατί η ομάδα τού δίνει και χαρές και λύπες. Οχι μόνο λύπες. Κινητοποιεί τα συναισθήματα. Γιατί το Αγιον Ορος, τα μοναστήρια και οι πνευματικοί -οι παράλληλες δομές της Εκκλησίας, ας πούμε- του δίνουν ελπίδα. Γιατί, τέλος, η πολιτική τον απογοητεύει. Δεν τον εμπνέει. Γιατί θεωρεί ότι οι δυνατοί δεν ασχολούνται με τον αδύναμο. Γιατί ο απλός κόσμος έχει ηγεσίες που τις ψηφίζει αλλά δεν τις αγαπά.

Η Ορθοδοξία

Όποιος, λοιπόν, κάνει κριτική στους πνευματικούς και στις υπέρμετρες εξουσίες τους σε ισχυρό τμήμα του ελληνικού λαού ας αναλογίζεται από «τι» υπήρξε εκείνος συστηματικά απών και τι κενά δικά του πασχίζουν να κλείσουν οι πνευματικοί, άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε ανεπιτυχώς. Και κάτι ακόμη: Να κάνουμε τον σταυρό μας που ο Ελλην εξακολουθεί να αναζητά λύσεις στα προβλήματά του μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ο απλός πνευματικός τρόπος που μίλησε ο Πάπας Φραγκίσκος στους Ελληνες και το μοντέλο ηγεσίας που προβάλλει -κυκλοφορεί με ταπεινό φιατάκι και δεν διαμένει σε πολυτελή δώματα του Βατικανού- και γοήτευσε και προβλημάτισε τμήμα του λαού. Γοήτευσε γιατί έτσι θέλει ο χριστιανός να του απευθύνονται. Προβλημάτισε γιατί τέτοια ποιότητα θεολογικού λόγου ευρέων μηνυμάτων οι Έλληνες είχαν να ακούσουν από την εποχή του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Θα επανέλθουμε.