Ο Μάικλ Γουόλτσερ, ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, αναλύει το ζήτημα του δογματισμού μιας μειοψηφούσας Αριστεράς, που είναι «ελάχιστα ανεκτική και πολύ θορυβώδης»: σχεδιάζουν έναν κόσμο δίχως αποχρώσεις, λιθοβολώντας μέσω των social media όσους διαφωνούν «Οι αυταρχικές τάσεις στο εσωτερικό της Αριστεράς υπήρχαν ανέκαθεν. Αυτές που παρατηρούμε σήμερα (στις ΗΠΑ) κάθε άλλο παρά καινούργιο φαινόμενο αποτελούν», επισήμανε κατ’ αρχάς ο Μάικλ Γουόλτσερ, συνομιλώντας με την Αννα Λομπάρντι της La Repubblica για την αποκαλούμενη στην Αμερική «illiberal left», ανελεύθερη Αριστερά.
«Θυμάμαι ένα επεισόδιο που συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Υπήρχε αυτός ο σύντροφος, ένας καλός αγωνιστής της οργάνωσης Democratic Socialists of America (DSA). Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 είχε εργαστεί για το Communications Workers of America, ένα από τα σημαντικότερα συνδικάτα της χώρας. Κατόπιν σχετικού αιτήματος είχε συνδράμει στη δημιουργία του πρώτου συνδικάτου αστυνομικών. Οταν μαθεύτηκε, έπειτα από είκοσι χρόνια, στο DSA, του επιτέθηκαν σκληρά. Οι αστυνομικοί ήταν pigs”, γουρούνια, οπότε, ένα γουρούνι ήταν και εκείνος. Τον έδιωξαν. Ηταν ένας φιλότιμος άνθρωπος. Δεν το ξεπέρασε ποτέ. Οι συνοπτικές εκκαθαρίσεις ανθρώπων που είπαν, έκαναν ή έγραψαν πράγματα φαινομενικά “λανθασμένα” είναι τραγικά παρόμοιες», πρόσθεσε ο αμερικανός στοχαστής.
Ο 86χρονος Μάικλ Γουόλτσερ, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, είναι ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας, ενώ έχει συγγράψει πλήθος βιβλίων, μεταξύ των οποίων τα «Περί ανεκτικότητας» (εκδ. Καστανιώτη), «Η ηθική εντός και εκτός των συνόρων» (εκδ. Πόλις) και «Δίκαιοι και άδικοι πόλεμοι» (εκδ. Ιωλκός), που έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές. Είναι επίσης συνδιευθυντής του περιοδικού Dissent, το οποίο εκφράζει τη φιλελεύθερη και σοσιαλδημοκρατική Αριστερά των ΗΠΑ.
Στις αρχές του προηγούμενου μήνα, ο Economist αφιέρωσε το εξώφυλλό του στην «απειλή της ανελεύθερης Αριστεράς». Λίγες ημέρες νωρίτερα, η Αν Απλμπομ, ιστορικός και δημοσιογράφος του The Atlantic, έγραψε για τον αριστερό «νέο πουριτανισμό», ενώ στη συνέχεια η Μισέλ Γκόλντμπεργκ των New York Times επέλεξε να εστιάσει στην «κουλτούρα της ακύρωσης» (cancel culture).
«Συμφωνώ με πολλά από τα θέματα που συζητιούνται. Υπάρχει μια νέα ταυτοτική και μισαλλόδοξη Αριστερά με αυταρχικές τάσεις, όπως ακριβώς κάποτε αυτές τις τάσεις τις είχαν οι σταλινικοί και οι αριστεροί του Τρίτου Κόσμου. Θεωρούν πως πρωτοτυπούν, αλλά αντ’ αυτού επαναλαμβάνουν τα λάθη της παλιάς σχολής», σημείωσε ο Γουόλτσερ από την πλευρά του. Remaining Time-0:00 Fullscreen Mute
Ο οποίος συμμερίζεται περισσότερο την άποψη της Αν Απλμπομ περί αριστερού νεοπουριτανισμού, παρά του Εconomist, περί «ανελεύθερης Αριστεράς». «Ανθρωποι, νέοι κυρίως, οι οποίοι, όντας υπερβολικά ενθουσιασμένοι, σχεδιάζουν έναν κόσμο δίχως αποχρώσεις. Οπου είτε όλα είναι καλά είτε όλα είναι κακά και εάν για μία στιγμή σκοντάψεις σε κάτι λάθος, μολύνεσαι. Ανεπανόρθωτα. Και καταλήγεις να λιντσάρεσαι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αποτυπώνεται πάνω σου το “Αλικο Γράμμα”, η τιμωρία των αμερικανών πουριτανών του 17ου αιώνα», ανέφερε ο αμερικανός στοχαστής.
Ο Μάικλ Γουόλτσερ συμφωνεί, για παράδειγμα, με την αποκαθήλωση των αγαλμάτων του στρατηγού της Συνομοσπονδίας Ρόμπερτ Λι και με την απόφαση των δημοτικών αρχών του Ρίτσμοντ, πρωτεύουσας της Βιρτζίνια, να τοποθετήσουν στη θέση ενός αγάλματος του στρατηγού ένα μνημείο για την κατάργηση της δουλείας. Διαφωνεί, ωστόσο, με την αποκαθήλωση του Τόμας Τζέφερσον, όπως συνέβη στο Πόρτλαντ του Ορεγκον. «Είναι πολύ εύκολο να τον στιγματίσουμε ως “ιδιοκτήτη σκλάβων”. Δεν γίνεται να λησμονείται το ιστορικό πλαίσιο. Για να καταστήσω το ζήτημα πιο σύγχρονο, θα σας πω κάτι που επαναλαμβάνει η σύζυγός μου αναφορικά με συγκεκριμένους άνδρες που κατέληξαν στο σφαγείο του #MeToo: “Προκειμένου να μάθουν να συμπεριφέρονται, θα ήταν πιο αποτελεσματικό ένα εύστοχο λάκτισμα στο καβάλο, παρά ο ανεπανόρθωτος οστρακισμός που τους κατατροπώνει τώρα”. Ισως χωρίς το λάκτισμα, αυτό ισχύει για πολλά πράγματα. Πρέπει πάντα να καταγγέλλουμε. Αλλά μετά να συζητάμε. Να ακούμε. Να κατανοούμε. Να μελετάμε. Να λαμβάνουμε υπόψη το πολιτισμικό πλαίσιο της κάθε εποχής. Να ξέρουμε πώς να αλλάζουμε γνώμη. Και να αποδεχόμαστε πως και οι άλλοι μπορούν να αλλάξουν, να εξελιχθούν», εξήγησε ο Γουόλτσερ στην ιταλίδα συνομιλήτριά του.
Το θέμα καθίσταται ακόμη πιο σύνθετο επειδή τα αιτήματα για περισσότερο ενδιαφέρον και μεγαλύτερη προσοχή όσον αφορά ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα, «όπως ο ρατσισμός, τα δικαιώματα των γυναικών και των μελών της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+ είναι αιτήματα σωστά. Υπάρχουν ζητήματα που όλοι πρέπει να προσέχουμε περισσότερο και είναι σημαντικό να αναδεικνύονται. Είναι λάθος, ωστόσο, να μετατρέπονται σε ακραία δόγματα. Γιατί αυτό είναι ηγεμονία και λιντσάρισμα της διαφορετικότητας, απολυταρχισμός». Ωστόσο ο Μάικλ Γουόλτσερ θεωρεί πως ο δογματισμός αποτελεί πρόβλημα μίας μειοψηφούσας Αριστεράς που είναι «ελάχιστα ανεκτική και πολύ θορυβώδης».
«Πολλοί έμαθαν από τους λαϊκιστές ότι η ανάδειξη ταυτοτικών ζητημάτων σε μία κοινωνία σε μετάλλαξη, όπου εξαλείφονται οι ρίζες, συμβάλλει στον προσηλυτισμό. Και στην επικράτηση. Από την άλλη πλευρά, η παλιά αυταρχική Αριστερά τι άλλο ήταν, εάν όχι λαϊκιστική, με τον δικό της τρόπο; Σήμερα η νέα ταυτοτική Αριστερά υιοθετεί τη στάση και το ύφος της. Με μια δυσάρεστη διαφορά σε σχέση με πριν από πενήντα χρόνια. Τότε, υπήρχαν κάποιοι που αντιτάσσονταν στον εξτρεμισμό, υψώνοντας τη φωνή τους. Αντιθέτως σήμερα, αρκεί μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να προκληθούν αντιδράσεις με απρόβλεπτες συνέπειες, παραλυτικές, τρομακτικές για όλους», εξήγησε ο Γουόλτσερ, κάνοντας λόγο για «τεχνο-πέτρες ενός νέου συστήματος λιθοβολισμού».
Πηγή: Protagon.gr