Από το 1997 ήταν υποχρεωμένοι οι πανεπιστημιακοί να αποδίδουν στα ΑΕΙ ένα ποσοστό των εσόδων τους από την τυχόν άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος.
Ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου χάρισε στους πανεπιστημιακούς μέχρι και τα 2/3 των οφειλών τους –δηλαδή σημαντικά ποσά, που φθάνουν έως και 100.000 ευρώ για τον καθένα– προς τα ιδρύματά τους, καθώς την τελευταία εικοσαετία δεν απέδιδαν αυτά που όφειλαν από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος (π.χ. γιατροί, οδοντίατροι, μηχανικοί κ.λπ.). Η Κίνηση Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης (ΚΙΠΑΝ), παράταξη στην ομοσπονδία πανεπιστημιακών ΠΟΣΔΕΠ, επικρίνει τον κ. Γαβρόγλου για ρουσφετολογική ρύθμιση.
Eιδικότερα, από το 1997 η πολιτεία έχει θεσμοθετήσει την υποχρέωση των πανεπιστημιακών να αποδίδουν στα ΑΕΙ στα οποία υπηρετούν ένα ποσοστό των εσόδων που αποκτούν από την τυχόν άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος. Το ποσοστό ήταν 15% επί των ακαθάριστων εσόδων μέχρι το 2011, 10% επί των ακαθάριστων εσόδων έως το 2014, 7% επί των καθαρών εσόδων μέχρι το 2016, και 7% επί των ακαθάριστων εσόδων από το 2016 έως και την πρόσφατη ψήφιση νέας ρύθμισης.
«Η κυβέρνηση ψήφισε στα κρυφά ένα ακόμη ρουσφέτι, αυτήν τη φορά με αποδέκτες εκείνους τους πανεπιστημιακούς που τα τελευταία 20 χρόνια δεν απέδιδαν την οφειλόμενη παρακράτηση. Το ρουσφέτι είναι το εξής: όλες οι οφειλές των πανεπιστημιακών της τελευταίας εικοσαετίας επανυπολογίζονται με πολύ χαμηλότερο ποσοστό από ό,τι ίσχυε κατά περιόδους, 7% επί των καθαρών αποδοχών από το ελευθέριο επάγγελμα», λέει η ΚΙΠΑΝ. Ενδεικτικά, κάποιος που έχει εκκρεμείς οφειλές από την περίοδο 1997-2011 (την περίοδο των «παχιών αγελάδων») καλείται πλέον να αποδώσει το 7% επί των καθαρών αποδοχών του, ενώ αν πλήρωνε στην ώρα του την περίοδο εκείνη θα είχε αποδώσει το 15% επί των ακαθάριστων αποδοχών του.
«Αρκετοί πανεπιστημιακοί, όλη αυτήν την τελευταία εικοσαετία, απέδιδαν κανονικά στα ΑΕΙ τα ποσά που όφειλαν από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος.
Άλλοι, όμως, υπόχρεοι δεν απέδιδαν τα οφειλόμενα και πλέον έχουν συσσωρευτεί μεγάλα χρέη. Οι τελευταίοι, επί πολλά χρόνια, πίεζαν την εκάστοτε κυβέρνηση για διαγραφή (μέρους) των οφειλών τους», λέει η ΚΙΠΑΝ.
Όλοι οι υπουργοί Παιδείας και Οικονομικών από το 2002, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και των δύο προηγηθέντων της παρούσας κυβέρνησης, δεν είχαν υποχωρήσει στις συνεχείς ασφυκτικές και επίμονες πιέσεις των πανεπιστημιακών», τονίζει η ΚΙΠΑΝ προσθέτοντας: «Οταν χαρίζεις στους κακοπληρωτές πρέπει τουλάχιστον να δίνεις το αντίστοιχο όφελος στους καλοπληρωτές.
Το 1997 το ποσοστό παρακράτησης είχε οριστεί στο 30% των ακαθάριστων εσόδων. Το 2000 η τότε κυβέρνηση κατάλαβε ότι το ποσοστό παραείναι υψηλό και το κατέβασε στο 15% αναδρομικά από το 1997, με την υποσημείωση ότι όσοι στο μεταξύ πλήρωσαν με το 30% θα πάρουν τη διαφορά πίσω (και την πήραν).
Η παρούσα κυβέρνηση όμως δεν το έκανε αυτό». Μάλιστα, στα μέσα Μαΐου ο κ. Γαβρόγλου σε συνάντηση με την ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ απέρριψε το αίτημα για ρύθμιση των οφειλών, επικαλούμενος λόγους ηθικής τάξης.
Προ ημερών άλλαξε θέση. «Ποιο είναι το μήνυμα προς τους κακοπληρωτές που τους χαρίζει τo μεγαλύτερο μέρος των οφειλών και ποιο προς τους συνεπείς και όλη την κοινωνία; Αυτό θεωρείται κράτος δικαίου; Αυτό εννοούσε ο πρωθυπουργός μιλώντας για “δίκαιη ανάπτυξη”;» ρωτά η ΚΙΠΑΝ